του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Το βράδυ της Τρίτης, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ εκφωνούσε από το βήμα του Κογκρέσου την καθιερωμένη προεδρική ομιλία για την «Κατάσταση της Ενωσης», η Νάνσι Πελόσι, πίσω του, δεν τσιγκουνευόταν σε μορφασμούς αποδοκιμασίας. Κάποια στιγμή, όμως, η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής σηκώθηκε όρθια χειροκροτώντας, μαζί με τον Ρεπουμπλικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς και το σύνολο σχεδόν των βουλευτών και γερουσιαστών, την αποστροφή της ομιλίας Τραμπ για την Κίνα. «Τώρα καθιστούμε σαφές ότι ύστερα από χρόνια στοχοποίησης των βιομηχανιών μας και κλοπής της πνευματικής μας ιδιοκτησίας, η ληστεία θέσεων εργασίας και πλούτου της χώρας μας από την Κίνα σταματάει κάπου εδώ. Πρόσφατα επιβάλαμε δασμούς ύψους 250 δισ. δολαρίων σε κινεζικά εμπορεύματα και το υπουργείο Οικονομικών εισπράττει δισεκατομμύρια δολάρια», δήλωσε ο Τραμπ.
Η έντονα αντικινεζική ατμόσφαιρα στην Ουάσιγκτον ρίχνει δυσοίωνες σκιές στις ατελέσφορες, μέχρι στιγμής, διαπραγματεύσεις με το Πεκίνο για τα ζητήματα εμπορίου. Την 1η Μαρτίου εκπνέει η προθεσμία για την επίτευξη συμφωνίας. Αν παρέλθει άκαρπη, τότε ο Τραμπ φέρεται αποφασισμένος να προχωρήσει σε γενικευμένο εμπορικό πόλεμο, κλιμακώνοντας το εγχείρημα που ξεκίνησε τον περασμένο Ιούνιο, όταν επέβαλε υψηλούς προστατευτικούς δασμούς, της τάξεως του 25%, σε σειρά κινεζικών προϊόντων.
Το βασικό πρόβλημα
Εάν το πρόβλημα εστιαζόταν στο δυσθεώρητο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, οι δυσκολίες θα ήταν διαχειρίσιμες. Αλλωστε, η Κίνα έχει ήδη συμφωνήσει να αγοράζει περισσότερα αμερικανικά προϊόντα και να ανοίξει τις αγορές της, σε μια προσπάθεια εξισορρόπησης του ισοζυγίου, ώστε να μη διακινδυνεύσει τη συμβιωτική σχέση με τις ΗΠΑ. Ομως, το βασικό για την Αμερική πρόβλημα βρίσκεται αλλού: στο γρήγορο κλείσιμο της ψαλίδας με την Κίνα στο στρατηγικό πεδίο των τεχνολογιών αιχμής. Τον περασμένο Νοέμβριο, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ αναγόρευσε σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας την περιφρούρηση της αμερικανικής τεχνογνωσίας σε σειρά τομέων, όπως η ρομποτική, η γονιδιωματική, η τεχνητή νοημοσύνη και οι κβαντικοί υπολογιστές – τομείς όπου η Κίνα σημειώνει θεαματική πρόοδο.
Στους Σκοτεινούς Χρόνους της Ευρώπης, το Μέσο Βασίλειο βρισκόταν στην πρωτοπορία της τεχνολογικής προόδου. Εκεί γεννήθηκαν μεγάλες εφευρέσεις, όπως το χαρτί, η μαγνητική πυξίδα και το μπαρούτι, για να μεταφυτευθούν αργότερα στη Δύση. Ωστόσο, η Κίνα μπαίνει σε τροχιά παρακμής επί δυναστείας των Μαντσού, ταπεινώνεται με τους πολέμους του οπίου και την ιαπωνική εισβολή, για να σταθεί και πάλι στα πόδια της μετά την επανένωσή της υπό τον Μάο Τσετούνγκ. Οι τελευταίες δεκαετίες της φρενήρους οικονομικής μεγέθυνσης την ανέδειξαν σε κατεξοχήν βιομηχανικό εργαστήρι του κόσμου. Μέχρι πρόσφατα, όμως, τα κινεζικά προϊόντα θεωρούνταν δεύτερης ποιότητας και οι κατασκευαστές τους περισσότερο ικανοί να αντιγράφουν ή να κλέβουν τεχνολογία από τη Δύση (όπως έκαναν πριν από αυτούς οι Ιάπωνες και οι Κορεάτες), παρά να καινοτομούν οι ίδιοι.
Οχι πια. Το 2016, η Κίνα παρήγαγε για πρώτη φορά περισσότερες επιστημονικές δημοσιεύσεις από ό,τι οι ΗΠΑ. Οι δύο χώρες ήδη ισοβαθμούν σε ευρεσιτεχνίες. Η ασιατική δύναμη βρίσκεται στην πρωτοπορία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με το 50% των νέων φωτοβολταϊκών στοιχείων σε παγκόσμια κλίμακα να είναι κινεζικά.
Οι τρεις «δράκοι» του Διαδικτύου, η Baidu, η Tencent και η Alibaba, ανταγωνίζονται πλέον την Google, το Facebook και την Amazon αντίστοιχα. Το ίδιο συμβαίνει στη ρομποτική, στην υπεραγωγιμότητα, στα τρένα υψηλής ταχύτητας, στο ανθρώπινο γονιδίωμα και στους κβαντικούς δορυφόρους. «Αμερικανοί πολιτικοί και επιχειρηματίες ανησυχούν ότι η Κίνα κερδίζει την κούρσα για τις τεχνολογίες του μέλλοντος και πιστεύουν ότι πρέπει να αναχαιτιστεί», έγραφε στις 21 Ιανουαρίου ανταποκριτής των Financial Times από το Νταβός.
Η πιο οδυνηρή, για τους Αμερικανούς, έκπληξη ήρθε στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Ενώ με την εγκατάσταση των δικτύων κινητής τηλεφωνίας 3G και 4G η Κίνα βρισκόταν στο περιθώριο, στα νέας γενιάς δίκτυα 5G, που προβλέπεται να ολοκληρωθούν το 2020, βρίσκεται στην παγκόσμια πρωτοπορία, κατέχοντας το 40% των ευρεσιτεχνιών. Το κινεζικό μεγαθήριο Huawei έχει ως πελάτες 170 χώρες του κόσμου. «Οι Αμερικανοί ανησυχούν ότι χάνουν τη μάχη με την Κίνα» στο πεδίο αυτό, σημείωνε πρόσφατα ο αρθρογράφος της Washington Post Τζον Πόμφρετ, κάνοντας παραλληλισμούς με το «Σπούτνικ σοκ» που προκλήθηκε στις ΗΠΑ ύστερα από την εκτόξευση του πρώτου σοβιετικού δορυφόρου, το 1957.
Η ποιότητα της έρευνας
Πολλοί αναλυτές εκτιμούν, ωστόσο, ότι η Δύση κινδυνεύει να περάσει από την υποτίμηση του κινεζικού τεχνολογικού δυναμισμού στην υπερτίμησή του. Αν και η Κίνα είναι πλέον η δεύτερη χώρα στον κόσμο ως προς τα κονδύλια για έρευνα και ανάπτυξη, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ, μόλις το 5% αυτών των δαπανών πηγαίνει σε βασική έρευνα και το 11% σε εφαρμοσμένη. Οι πρωτότυπες ευρεσιτεχνίες της περιορίζονται στο 21%, ενώ ο μεγάλος όγκος αφορά σε βελτίωση υπαρχουσών τεχνολογιών. Παρά την πρόοδο που έχει επιτελέσει στο πεδίο των ημιαγωγών, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη Δύση για τους δομικούς λίθους κάθε «έξυπνης» συσκευής.
Σε κάθε περίπτωση, η επιθετική αντίδραση των ΗΠΑ απειλεί να διασπάσει τον κυβερνοχώρο –που αποτελούσε, συμβολικά και ουσιαστικά, το πιο προχωρημένο πεδίο της παγκοσμιοποίησης– σε δύο ξεχωριστά οικοσυστήματα: ο μισός, υπό αμερικανική ηγεμονία κόσμος θα ψάχνει στο Διαδίκτυο μέσω της Google, θα επικοινωνεί με το Facebook και το Twitter και θα ψωνίζει από το Amazon, ενώ ο άλλος μισός θα χρησιμοποιεί, αντίστοιχα, την Baidu, την Tencent και την Alibaba. Οσο για την Ευρώπη, όσο δεν αναπτύσσει μια αυτόνομη ψηφιακή πολιτική και τις αντίστοιχες υποδομές, κινδυνεύει να μετεωρίζεται μεταξύ των δύο γιγάντων ή να μετατραπεί σε πεδίο της μεταξύ τους αντιπαράθεσης – τηρουμένων των αναλογιών όπως έγινε και στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ.
Πηγή: Έντυπη Καθημερινή
Το βράδυ της Τρίτης, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ εκφωνούσε από το βήμα του Κογκρέσου την καθιερωμένη προεδρική ομιλία για την «Κατάσταση της Ενωσης», η Νάνσι Πελόσι, πίσω του, δεν τσιγκουνευόταν σε μορφασμούς αποδοκιμασίας. Κάποια στιγμή, όμως, η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής σηκώθηκε όρθια χειροκροτώντας, μαζί με τον Ρεπουμπλικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς και το σύνολο σχεδόν των βουλευτών και γερουσιαστών, την αποστροφή της ομιλίας Τραμπ για την Κίνα. «Τώρα καθιστούμε σαφές ότι ύστερα από χρόνια στοχοποίησης των βιομηχανιών μας και κλοπής της πνευματικής μας ιδιοκτησίας, η ληστεία θέσεων εργασίας και πλούτου της χώρας μας από την Κίνα σταματάει κάπου εδώ. Πρόσφατα επιβάλαμε δασμούς ύψους 250 δισ. δολαρίων σε κινεζικά εμπορεύματα και το υπουργείο Οικονομικών εισπράττει δισεκατομμύρια δολάρια», δήλωσε ο Τραμπ.
Η έντονα αντικινεζική ατμόσφαιρα στην Ουάσιγκτον ρίχνει δυσοίωνες σκιές στις ατελέσφορες, μέχρι στιγμής, διαπραγματεύσεις με το Πεκίνο για τα ζητήματα εμπορίου. Την 1η Μαρτίου εκπνέει η προθεσμία για την επίτευξη συμφωνίας. Αν παρέλθει άκαρπη, τότε ο Τραμπ φέρεται αποφασισμένος να προχωρήσει σε γενικευμένο εμπορικό πόλεμο, κλιμακώνοντας το εγχείρημα που ξεκίνησε τον περασμένο Ιούνιο, όταν επέβαλε υψηλούς προστατευτικούς δασμούς, της τάξεως του 25%, σε σειρά κινεζικών προϊόντων.
Το βασικό πρόβλημα
Εάν το πρόβλημα εστιαζόταν στο δυσθεώρητο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, οι δυσκολίες θα ήταν διαχειρίσιμες. Αλλωστε, η Κίνα έχει ήδη συμφωνήσει να αγοράζει περισσότερα αμερικανικά προϊόντα και να ανοίξει τις αγορές της, σε μια προσπάθεια εξισορρόπησης του ισοζυγίου, ώστε να μη διακινδυνεύσει τη συμβιωτική σχέση με τις ΗΠΑ. Ομως, το βασικό για την Αμερική πρόβλημα βρίσκεται αλλού: στο γρήγορο κλείσιμο της ψαλίδας με την Κίνα στο στρατηγικό πεδίο των τεχνολογιών αιχμής. Τον περασμένο Νοέμβριο, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ αναγόρευσε σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας την περιφρούρηση της αμερικανικής τεχνογνωσίας σε σειρά τομέων, όπως η ρομποτική, η γονιδιωματική, η τεχνητή νοημοσύνη και οι κβαντικοί υπολογιστές – τομείς όπου η Κίνα σημειώνει θεαματική πρόοδο.
Στους Σκοτεινούς Χρόνους της Ευρώπης, το Μέσο Βασίλειο βρισκόταν στην πρωτοπορία της τεχνολογικής προόδου. Εκεί γεννήθηκαν μεγάλες εφευρέσεις, όπως το χαρτί, η μαγνητική πυξίδα και το μπαρούτι, για να μεταφυτευθούν αργότερα στη Δύση. Ωστόσο, η Κίνα μπαίνει σε τροχιά παρακμής επί δυναστείας των Μαντσού, ταπεινώνεται με τους πολέμους του οπίου και την ιαπωνική εισβολή, για να σταθεί και πάλι στα πόδια της μετά την επανένωσή της υπό τον Μάο Τσετούνγκ. Οι τελευταίες δεκαετίες της φρενήρους οικονομικής μεγέθυνσης την ανέδειξαν σε κατεξοχήν βιομηχανικό εργαστήρι του κόσμου. Μέχρι πρόσφατα, όμως, τα κινεζικά προϊόντα θεωρούνταν δεύτερης ποιότητας και οι κατασκευαστές τους περισσότερο ικανοί να αντιγράφουν ή να κλέβουν τεχνολογία από τη Δύση (όπως έκαναν πριν από αυτούς οι Ιάπωνες και οι Κορεάτες), παρά να καινοτομούν οι ίδιοι.
Οχι πια. Το 2016, η Κίνα παρήγαγε για πρώτη φορά περισσότερες επιστημονικές δημοσιεύσεις από ό,τι οι ΗΠΑ. Οι δύο χώρες ήδη ισοβαθμούν σε ευρεσιτεχνίες. Η ασιατική δύναμη βρίσκεται στην πρωτοπορία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με το 50% των νέων φωτοβολταϊκών στοιχείων σε παγκόσμια κλίμακα να είναι κινεζικά.
Οι τρεις «δράκοι» του Διαδικτύου, η Baidu, η Tencent και η Alibaba, ανταγωνίζονται πλέον την Google, το Facebook και την Amazon αντίστοιχα. Το ίδιο συμβαίνει στη ρομποτική, στην υπεραγωγιμότητα, στα τρένα υψηλής ταχύτητας, στο ανθρώπινο γονιδίωμα και στους κβαντικούς δορυφόρους. «Αμερικανοί πολιτικοί και επιχειρηματίες ανησυχούν ότι η Κίνα κερδίζει την κούρσα για τις τεχνολογίες του μέλλοντος και πιστεύουν ότι πρέπει να αναχαιτιστεί», έγραφε στις 21 Ιανουαρίου ανταποκριτής των Financial Times από το Νταβός.
Η πιο οδυνηρή, για τους Αμερικανούς, έκπληξη ήρθε στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Ενώ με την εγκατάσταση των δικτύων κινητής τηλεφωνίας 3G και 4G η Κίνα βρισκόταν στο περιθώριο, στα νέας γενιάς δίκτυα 5G, που προβλέπεται να ολοκληρωθούν το 2020, βρίσκεται στην παγκόσμια πρωτοπορία, κατέχοντας το 40% των ευρεσιτεχνιών. Το κινεζικό μεγαθήριο Huawei έχει ως πελάτες 170 χώρες του κόσμου. «Οι Αμερικανοί ανησυχούν ότι χάνουν τη μάχη με την Κίνα» στο πεδίο αυτό, σημείωνε πρόσφατα ο αρθρογράφος της Washington Post Τζον Πόμφρετ, κάνοντας παραλληλισμούς με το «Σπούτνικ σοκ» που προκλήθηκε στις ΗΠΑ ύστερα από την εκτόξευση του πρώτου σοβιετικού δορυφόρου, το 1957.
Tραβηγμένο, αλλά όχι παράλογο. Το καινούργιο με την τεχνολογία 5G δεν βρίσκεται μόνο στους μεγαλύτερους όγκους δεδομένων και στις ανώτερες ταχύτητες μεταφοράς τους, αλλά κυρίως στο ότι, σε συνδυασμό με την τεχνολογία Cloud και την τεχνητή νοημοσύνη, θα μπορεί να συνδέει τα πάντα – υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, αυτοκίνητα, επιχειρήσεις, drones και «έξυπνες» στρατιωτικές μονάδες. Οποιος ελέγχει τα δίκτυα 5G θα ελέγχει τον βασικό κινητήρα της λεγόμενης «τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης», η οποία αναμένεται να μετασχηματίσει εκ θεμελίων τόσο την ειρηνική όσο και την πολεμική βιομηχανία.
Ο φόβος των ΗΠΑ ότι κινδυνεύουν να χάσουν αυτή τη στρατηγικής σημασίας μάχη ήταν ο κύριος λόγος πίσω από τη σύλληψη της Μενγκ Ουαντζού, οικονομικής διευθύντριας και κόρης του ιδρυτή του κινεζικού κολοσσού στο Βανκούβερ του Καναδά, ύστερα από αξίωση της Ουάσιγκτον, την 1η Δεκεμβρίου. (Το πρόσχημα ήταν η υποτιθέμενη παραβίαση των κυρώσεων κατά του Ιράν). Παράλληλα, οι Αμερικανοί εξαπέλυσαν διεθνή εκστρατεία, πιέζοντας τους συμμάχους τους να μην αναθέσουν τον εξοπλισμό των 5G δικτύων τους στη Huawei επειδή, λένε, μπορεί να χρησιμοποιηθούν για κατασκοπεία. Ηδη Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Πολωνία απέκλεισαν τη Huawei από τους σχετικούς διαγωνισμούς.Η ποιότητα της έρευνας
Πολλοί αναλυτές εκτιμούν, ωστόσο, ότι η Δύση κινδυνεύει να περάσει από την υποτίμηση του κινεζικού τεχνολογικού δυναμισμού στην υπερτίμησή του. Αν και η Κίνα είναι πλέον η δεύτερη χώρα στον κόσμο ως προς τα κονδύλια για έρευνα και ανάπτυξη, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ, μόλις το 5% αυτών των δαπανών πηγαίνει σε βασική έρευνα και το 11% σε εφαρμοσμένη. Οι πρωτότυπες ευρεσιτεχνίες της περιορίζονται στο 21%, ενώ ο μεγάλος όγκος αφορά σε βελτίωση υπαρχουσών τεχνολογιών. Παρά την πρόοδο που έχει επιτελέσει στο πεδίο των ημιαγωγών, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη Δύση για τους δομικούς λίθους κάθε «έξυπνης» συσκευής.
Σε κάθε περίπτωση, η επιθετική αντίδραση των ΗΠΑ απειλεί να διασπάσει τον κυβερνοχώρο –που αποτελούσε, συμβολικά και ουσιαστικά, το πιο προχωρημένο πεδίο της παγκοσμιοποίησης– σε δύο ξεχωριστά οικοσυστήματα: ο μισός, υπό αμερικανική ηγεμονία κόσμος θα ψάχνει στο Διαδίκτυο μέσω της Google, θα επικοινωνεί με το Facebook και το Twitter και θα ψωνίζει από το Amazon, ενώ ο άλλος μισός θα χρησιμοποιεί, αντίστοιχα, την Baidu, την Tencent και την Alibaba. Οσο για την Ευρώπη, όσο δεν αναπτύσσει μια αυτόνομη ψηφιακή πολιτική και τις αντίστοιχες υποδομές, κινδυνεύει να μετεωρίζεται μεταξύ των δύο γιγάντων ή να μετατραπεί σε πεδίο της μεταξύ τους αντιπαράθεσης – τηρουμένων των αναλογιών όπως έγινε και στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ.
Πηγή: Έντυπη Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου