ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Οι γερμανικές οφειλές στην Ελλάδα σήμερα



Του Γιάννη Μαύρου *

Πέρα από τους συμβολισμούς του προσκυνήματος στο μνημείο του ολοκαυτώματος των Λυγκιάδων και τις δηλώσεις περί ενοχής και «ηθικού χρέους» του πάστορα- Προέδρου της ΟΔΓ , η επίσκεψη του ανώτατου πολιτειακού παράγοντα της Γερμανίας  συνέτεινε στην ανάδειξη του μέγιστου εθνικού μας ζητήματος, της διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, ως κορυφαίου όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Είναι βέβαια μόνο η αρχή και η συνέχεια θα είναι μακρά και δύσκολη αλλά είναι σημαντικό ότι τόσο ο Πρόεδρος      της Δημοκρατίας όσο και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και ο Μανώλης Γλέζος έθεσαν ευθαρσώς το ζήτημα στον Γερμανό Πρόεδρο, όπως έκανε και αντιπροσωπεία του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και εκπρόσωποι ενώσεων θυμάτων και μαρτυρικών πόλεων και χωριών.

Θλιβερή παραφωνία στην εθνική ομοψυχία που προκαλεί το ζήτημα είναι η στάση, με τη διττή σημασία της λέξης, της Κυβέρνησης, η αμήχανη και αναξιοπρεπής σιωπή της, συνέχεια της υποτέλειας των κυβερνήσεων του παρελθόντος, με αποκορύφωμα τις επαίσχυντες παρεμβάσεις της Κυβέρνησης Σημίτη στη Δικαιοσύνη υπέρ των γερμανικών συμφερόντων. Έτσι, τις παραμονές της άφιξης του Προέδρου της ΟΔΓ, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών δήλωνε, στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής  Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, ότι «η όποια πολιτική διάσταση του θέματος δεν υπάρχει γιατί  η Ελλάδα έχει θέσει κατ’ επανάληψη το ζήτημα αυτό» (!) και ότι, εφόσον η Γερμανία το απορρίπτει, «εάν εμείς θέλουμε να σταματήσουμε να το θέτουμε (!!)… πρέπει να πάρουμε την απόφαση να προβάλλουμε τη διεθνή αξίωσή μας ενώπιον ενός δικαστικού οργάνου».
Εδώ, μέσα σε λίγες γραμμές, συμπυκνώνεται και αποκαλύπτεται, οξύμωρα και κυνικά, πρώτον, η διάτρητη «λογική» της Κυβέρνησης σύμφωνα με την οποία δεν τίθεται πολιτικό θέμα γιατί… έχει τεθεί(!) και, δεύτερον, ότι όχι μόνο δεν υπάρχει πολιτική βούληση να τεθεί το θέμα αλλά, αντίθετα, υπάρχει πολιτική βούληση να πάψει να το θέτει! Έχοντας ήδη παραπέμψει προ έτους το ζήτημα στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και ανεχθεί την απαράδεκτη καθυστέρηση στην έκδοση του πορίσματός του, έρχεται σήμερα και αναπέμπει το πόρισμα στην Ολομέλεια του ΝΣΚ ως ελλειπές, ζητώντας παρατύπως απ’ αυτό να κάνει όσα έπρεπε να είχε κάνει και δεν έκανε η ίδια η Κυβέρνηση, να συντονίσει δηλαδή τις υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδας για την τεκμηρίωση και τον προσδιορισμό των αξιώσεων της Χώρας. Επισημαίνεται εδώ η μεγάλη παράλειψη αναφοράς του Υπουργείου Πολιτισμού, δεδομένου ότι τεκμηριώνονται, βάσει της έκθεσης του 1946 του Υπουργείου Παιδείας, αξιώσεις επιστροφής τουλάχιστον 8.500 κλαπέντων από τις δυνάμεις κατοχής αρχαιολογικών θησαυρών ανεκτίμητης αξίας, η συμβατική αποτίμηση των οποίων, βάσει τιμών διεθνών δημοπρασιών, ξεπερνά το ένα τρισεκατομμύριο Ευρώ…

Είναι γεγονός και συνιστά το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο, που βαρύνει όλες τις Κυβερνήσεις από το 1995 μέχρι σήμερα, ότι δεν έχει τεθεί έκτοτε επίσημα, τεκμηριωμένα και επιτακτικά η απαίτηση της Ελλάδας να καταβάλει η Γερμανία τις οφειλές της προς τη Χώρα μας, δηλαδή τα κατοχικά δάνεια, τις επανορθώσεις για τις καταστροφές που υπέστη η οικονομία κατά τη διάρκεια της κατοχής, τις αποζημιώσεις προς τις οικογένειες των θυμάτων της κατοχής και να επιστρέψει τους κλαπέντες αρχαιολογικούς θησαυρούς. Οι ισχυρισμοί του Αντιπροέδρου και Υπουργού των Εξωτερικών περί του αντιθέτου, εκτός από πρόκληση στην νοημοσύνη μας και ασέβεια προς τη μνήμη των θυμάτων, είναι προφάσεις εν αμαρτίαις που μόνο σύγχυση δημιουργούν για να καλύψουν την αδικαιολόγητη απραξία της Κυβέρνησης. Το ίδιο και τα αντιφατικά φληναφήματά του στην Επιτροπή περί ‘απόφασης προβολής της διεθνούς αξίωσής μας (αλήθεια, ποιά απ’ όλες;) ενώπιον δικαστικού οργάνου’ τη στιγμή που ο ίδιος ομολογεί ότι αυτός είναι δρόμος που «δεν θα συνιστούσε να ακολουθήσει η Ελληνική Δημοκρατία» διότι «δεν μπορεί να οδηγήσει σε αποτέλεσμα»!

Είναι θλιβερό ότι η μοίρα της Ελλάδας έφερε να χειρίζεται την μέγιστη εθνική της υπόθεση, αυτή που ο επιτυχής χειρισμός της δεν θα την έσωνε μονάχα από τα οικονομικά της δεινά αλλά και θα της ξαναέδινε τη χαμένη της αξιοπρέπεια, κάποιος που δεν πιστεύει ούτε στην πολιτική ούτε στην δικονομική διεκδίκηση των απαράγραπτων δικαίων της και ταυτόχρονα ο Πρωθυπουργός να κρύβεται πίσω από αυτόν.

Είναι διπλά θλιβερό, αλλά και εξοργιστικό, ότι αυτό συμβαίνει τη στιγμή που η ίδια αυτή Κυβέρνηση, κατ’ εντολή των ιδίων αυτών που αρνούνται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, επικαλούμενη την «αξιοπιστία» της Χώρας (και εννοώντας βέβαια της ίδιας!) απέναντι στους δανειστές της και υπηρετώντας τα συμφέροντα των ισχυρών, ντόπιων και ξένων, εξανδραποδίζει τον Ελληνικό Λαό και ξεπουλάει τη Χώρα.

Είναι όμως ευτυχής η συγκυρία της επίσκεψης του Γερμανού Προέδρου και η διεθνής προβολή του θέματος, δύο μήνες πριν από τις εκλογές του Μαΐου, γιατί παρέχει μια μεγάλη ευκαιρία να δεσμευτούν όσοι διεκδικούν την ψήφο του Ελληνικού Λαού ότι θα παλέψουν ασυμβίβαστα μέχρι την τελική και πλήρη δικαίωση των θυσιών του λαού μας. Είναι προφανές ότι όσοι μέχρι σήμερα ολιγώρησαν και μειοδότησαν δεν θέλουν και δεν μπορούν να το πράξουν, για λόγους που εκείνοι γνωρίζουν και εμείς μόνο να υποθέσουμε μπορούμε. Είναι επίσης προφανές ότι το ηθικό, πολιτικό και οικονομικό μέγεθος των οφειλών της Γερμανίας προς τη Χώρα μας επιβάλλει τη συστράτευση ολόκληρου του Ελληνικού Λαού, την ανάδειξη εκπροσώπων, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, που δεν εξαρτώνται από καμιά λίστα Ζήμενς ή Λαγκάρντ, από τις υποσχέσεις και τα δωράκια κανενός Φούχτελ, απαιτεί, τέλος, μια ισχυρή, πραγματικά Ελληνική, Κυβέρνηση, ικανή να αποκαταστήσει, διεκδικώντας ανυποχώρητα, το διεθνές γόητρο της Χώρας και να εξασφαλίσει τους όρους εξόδου από τη νέα κατοχή στην οποία έχει περιέλθει.

Ο αγώνας αυτός είναι αγώνας ιερός, αγώνας ταυτόχρονα κοινωνικός και εθνικοαπελευθερωτικός, αγώνας για την απελευθέρωση όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρώπης, αγώνας που θα εμπνεύσει έναν νέο φιλελληνισμό και θα μας προσπορίσει ισχυρούς συμμάχους απ’ τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια και παραπέρα, από τις ακτές της Μεσογείου ως το ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας κι ως την Ινδία κι από τις όχθες του Ειρηνικού και την Αμερικανική ενδοχώρα ίσαμε την Κίνα και τη μακρινή Αυστραλία .
Είναι αγώνας που πρέπει και μπορούμε να δώσουμε και να νικήσουμε!
                            
                                                                  
*Μέλος της Συντονιστικής επιτροπής του Εθνικού συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα/