Του Δημήτρη Τρίμη
Από την Εφημερίδα των Συντακτών
Λίγο πριν και κυρίως
μετά τις νικηφόρες για την Αριστερά εκλογές του Ιανουαρίου, σχεδόν κάθε μέρα
ένας διεθνής, ευρωπαϊκός, τραπεζικός ή κάποιος άλλος έγκυρος χρηματοπιστωτικός
οίκος ή «θεσμός» με σαδιστική επιμέλεια καταγράφουν τις εκροές κεφαλαίων
από τις ελληνικές τράπεζες (απόσυρση καταθέσεων κ.λπ), καθώς και τα ταμειακά
διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου. Αυτές και άλλες κινδυνολογικές ανάλογες
ειδήσεις ασφαλώς μεταφράζονται στα ελληνικά και δια μέσου των αμερόληπτων ΜΜΕ
της διαπλοκής τρομοκρατούν και απογοητεύουν και τον ελληνικό πληθυσμό. Το ίδιο
κάνουν οι διεθνείς «θεσμοί» με άπειρα δημοσιεύματα στα οποία με γραφήματα και
άλλα μέσα παρουσίασης μετρούν το κάθε ευρώ των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας
και την κάθε στιγμή που η ελληνική οικονομία πρέπει να πληρώνει τους τοκογλύφους, ανεξάρτητα από τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.
Ο στόχος τους είναι
προφανής: Να εκβιάζεται διαρκώς η κυβέρνηση Τσίπρα με ένα «πιστωτικό γεγονός»
(το οποίο εύχονται και προκαλούν οι «εταίροι» και η ντόπια οικονομοπολιτική
ελίτ) ώστε να υπογράψει νέα ταξικά μέτρα - μνημόνια- υπέρ των συμφερόντων
του διευθυντηρίου των Βρυξελλών.
Χθες, λ.χ, το
Bloomberg, βασιζόμενο σε πηγές του στην Τράπεζα της Ελλάδος, επισήμανε ότι οι
συνολικές εκροές των καταθέσεων από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια των τελευταίων
τεσσάρων μηνών (Δεκεμβρίου – Μαρτίου) ανέρχονται στα 28 δισ. ευρώ και ότι
πλέον, το συνολικό ύψος των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες ανέρχεται στα
137 δισ. ευρώ – ήτοι στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών.
Αυτά λίγο
πριν τη σημερινή συνεδρίαση του εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ που θα
αποφανθεί πόσες σταγόνες ρευστότητας θα δώσει ή δεν θα δώσει στις ουσιαστικά
χρεοκοπημένες (από το 2011) ελληνικές τράπεζες.
Πριν μερικές ώρες η Wall
Street Journal διερωτάται «Πότε τελειώνουν τα χρήματα της Ελλάδας;» και επιχειρεί
να αναλύσει την κατάσταση που επικρατεί με τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας.
Όπως επισημαίνει το σχετικό δημοσίευμα, τα οικονομικά περιθώρια της Ελλάδας
στενεύουν καθώς η χώρα καλείται να πληρώσει πολλά δισεκατομμύρια ευρώ τους
επόμενους μήνες. Και έτσι καθιστά αναγκαίο περισσότερο από ποτέ έναν άμεσο και
έντιμο συμβιβασμό, διότι τα ταμειακά διαθέσιμα θα έχουν εξαντληθεί στα μέσα
Απριλίου και τις τελευταίες εβδομάδες η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να είναι
συνεπής στις υποχρεώσεις της τόσο απέναντι στους πιστωτές της όσο και τις
εγχώριες πληρωμές, κυρίως τους μισθούς και τις συντάξεις...
Και γιατί τα γράφω όλα
αυτά, τα οποία, λίγο πολύ, παρακολουθούν όλοι οι αναγνώστες της ΕΦ.ΣΥΝ; Διότι
τα πλήρη στοιχεία των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες όπως και όλα τα άλλα
ζωτικά στατιστικά στοιχεία (π.χ. για την κατανομή των εισοδημάτων των πολιτών,
των πραγματικών φόρων, την κατηγοριοποίηση των μισθών και των συντάξεων, ανά
κατηγορία και κλιμάκιο κ.ο.κ) μπορεί να τα έχουν στα χέρια οι... κύκλοι των
«θεσμών», ο Στουρνάρας και ο κάθε Χαρδούβελης, αλλά η ΕΛΣΤΑΤ, οι Έλληνες
επιστήμονες, τα οικονομικά τμήματα των πανεπιστημίων και η νέα ελληνική
κυβέρνηση, φοβάμαι, ότι τα στερούνται. Και αυτό έχει μεγάλη σημασία για την
πολιτική ανασυγκρότησης της χώρας με αλληλεγγύη, ισότητα και δημοκρατία.
Μερικά παραδείγματα των
εσκεμμένα στρογγυλεμένων και ελλιπών «Greek Statistics» που τελευταία με έχουν
εξοργίσει: Τα μοναδικά διαθέσιμα στοιχεία (ελλειπή κι αυτά) για την κατανομή
ανά κατηγορία ύψους κατάθεσης από Ελληνική Ένωση Τραπεζών αφορούν την 30
Ιουνίου 2012. Έκτοτε τίποτα. Κι όμως τότε, προέκυπτε επίσημα ότι το 93% των
φυσικών προσώπων-καταθετών των ελληνικών τραπεζών διέθεταν καταθέσεις συνολικού
ύψους έως 10.000 ευρώ, ενώ μόλις το 0,4% αυτών είχαν καταθέσεις άνω των 100.000
ευρώ, ποσό που συνιστά και το ανώτατο όριο αποζημίωσης ανά καταθέτη από το
Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ). Πιο αναλυτικά, το καλοκαίρι
του 2012, το 81,5% των ελλήνων είχαν καταθέσεις έως 2.00ο ευρώ, το 11,3%, από
2.001 έως 10.000 ευρώ, το 5,9% είχαν καταθέσεις από 10.000 έως 50.000 ευρώ, και
το 0,9% από 50.000 μέχρι 100.000 ευρώ.
Τα ελληνικά υπουργεία ως
σήμερα είναι γνωστό ότι δεν διαθέτουν ελεύθερα (για να καταλάβουμε όλοι τι
γίνεται) τις αναλυτικές στατιστικές κατανομές για τις συντάξεις, για τους
μισθούς ή για τα συνολικά εισοδήματα και τους φόρους των πολιτών. Και
εξηγούμαι. Μπορεί να μάθει κάποιος από τα δελτία Τύπου των αρμοδίων υπουργείων
και της ΕΛΣΤΑΤ τη μέση σύνταξη, το μέσο μισθό, τη μέση ασφαλιστική εισφορά, το
μέσο δηλωθέν εισόδημα στην εφορία, αλλά δεν θα μάθει το πώς ακριβώς
κατανέμονται, αυτά τα «μέσα ποσά», ανά κατηγορία. Δηλαδή λ.χ. ξέρουμε τη «μέση
σύνταξη» σήμερα, αλλά δεν ξέρουμε πόσοι συνταξιούχοι είναι πάνω από τον μέσο
όρο αυτόν και πόσοι συνταξιούχοι είναι κάτω. Η μέση σύνταξη (κύρια και
επικουρική μαζί) επισήμως είναι 958,77 ευρώ, προ φόρων και κρατήσεων, όμως δεν
φαίνεται πόσοι παίρνουν 300 ευρώ το μήνα και πόσοι 3.000 ευρώ, προ φόρων. Αν
δούμε την πλήρη επιστημονική και υπεύθυνη εικόνα αυτού του είδους των στοιχείων,
ίσως σ' αυτή τη χώρα να μπορούμε κάποτε να εφαρμόσουμε δίκαιη πολιτική και όχι
να έρχεται ο χασάπης του Βερολίνου, των Βρυξελλών και της ελληνικής
μπουρζουαζίας να μας επιβάλλει κάθε τόσο νέα ταξικά οριζόντια κουρέματα που
αυξάνουν διαρκώς την ανισότητα σε όλα τα οικονομικά και κοινωνικά μεγέθη.
Και ένα τελευταίο. Όταν
ακούει ο «μέσος Ευρωπαίος» εταίρος μας, ότι στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός του
25άρη είναι διά νόμου στα 400 ευρώ, πώς μπορεί να ...ανεχθεί ότι οι «μέσοι
γονείς» του και οι «μέσοι παπούδες» του, παίρνουν 958,77 ευρώ το μήνα
-επί, σχεδόν, 2,7 εκατομμυρίων ανθρώπων που αποτελούν σήμερα το σύνολο των
συνταξιούχων και εισπράττουν όλοι μαζί (αλλά με τεράστιες ανισότητες) 2.3
δισεκατομμύρια ευρώ κάθε μήνα; Αν όμως μάθει ο κόσμος στην Ευρώπη και αλλού,
ότι η ελληνική οικονομία μετά τα Μνημόνια έχασε το 25% τους Εθνικού Προϊόντος,
η φτώχεια βρίσκεται στο 35%, η μαύρη οικονομία, στο 35%, οι πολύ πλούσιοι δεν
πλήρωσαν πρακτικά κανένα νέο φόρο και έχουν βγάλει στους φορολογικούς
παραδείσους κοντά στα 250 δισεκατομμύρια ευρώ την τελευταία 25ετία, μπορεί και
να μας καταλάβουν. Και κυρίως να καταλάβουν τους εκβιαστές, τους ψεύτες και τα
ταξικά καθάρματα των κυρίαρχων οικονομικών κύκλων και των «θεσμών» τους στις
χώρες τους και στη δική μας.