Ο συγγραφέας Κώστας Λάμπος μιλάει
στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ,
με αφορμή το καινούργιο βιβλίο του
Θεός και Κεφάλαιο
που κυκλοφόρησε πρόσφατα
από τις Εκδόσεις ΚΟΥΚΚΙΔΑ.
*
Elliniki Gnomi, 29 Jan 2016
Συνέντευξη – παρουσίαση: Απόστολος Ζώης
ΕΡΩΤΗΣΗ: Απ’ όσο ξέρω είστε οικονομολόγος και έχετε γράψει αρκετά βιβλία, μπορείτε να μας πείτε δυό λόγια για τις σπουδές και το συγγραφικό σας έργο;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Σπούδασα, εργαζόμενος πάντα, οικονομικά όπως είπατε, στη Ζυρίχη, στην Αθήνα και στο Βερολίνο, όπου έκλεισα τον μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών με τη διδακτορική διατριβή: Εξάρτηση, προχωρημένη υπανάπτυξη και αγροτική οικονομία της Ελλάδας. Μια συμβολή στη μελέτη του (ελληνικού) περιφερειακού καπιταλισμού και των εναλλακτικών στρατηγικών ανάπτυξης, η οποία και εκδόθηκε από τον Rita G. Fischer Verlag στη Φραγκφούρτη το 1981 και από τις Εκδόσεις ΑΙΧΜΗ στην Αθήνα το 1983.
Από τότε μέχρι σήμερα έχω δημοσιεύσει δέκα έξι (16) βιβλία, πολλές μελέτες και εκατοντάδες άρθρα. Ανήκω στην κλασική Σχολή της Πολιτικής Οικονομίας που αντιλαμβάνεται την οικονομική επιστήμη ως όλον και ως ‘ιατρική της κοινωνίας’ και συνεπώς δεν ενδιαφέρεται, όπως οι ‘νεοκλασικοί’, οι ‘οικονομιστές’ μόνο για το τί και πώς θα παραχθεί με σκοπό τη μεγιστοποίηση του επιχειρηματικού κέρδους, αλλά ως κοινωνικός επιστήμονας ενδιαφέρομαι και για το πώς θα μοιραστεί ο κοινωνικά παραγόμενος πλούτος μεταξύ των ανθρώπων με στόχο την αριστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας, αλλά και μεταξύ κοινωνίας και φύσης με σκοπό την αποκατάσταση της μεταξύ τους αρμονίας.
Τα επιστημονικά ενδιαφέροντά μου περιστρέφονται γύρω από τα οικονομικά της ανάπτυξης, τις κοινωνικές μορφές παραγωγής, την οικονομική δημοκρατία, την αταξική κοινωνία και τον οικουμενικό ουμανιστικό πολιτισμό.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Το τελευταίο βιβλίο σας «Θεός και κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας» είναι απ’ όσο ξέρω το πρώτο βιβλίο με τέτοιο θέμα σε βάθος και εύρος που γράφεται από Έλληνα επιστήμονα. Που οφείλεται αυτή η δυστοκία;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

ΣΑΝΙΔΑ
μὲ τὰ πρόθυμα ζῶα περιστρέφεται λίγο ψηλότερα ἀπ' τὸ ἔδαφος.
Τὸ ὕψος της εἶναι ὅ,τι πρέπει γιὰ νὰ ὀνειρεύεσαι πὼς πετᾶς.
Ἀρχίζει ἡ μουσική, καὶ μ' ἕνα τράνταγμα τὸ παιδὶ ξεγλιστράει
ἀπ' τὴ μητέρα. Στὴν ἀρχὴ φοβᾶται νὰ τὴν ἐγκαταλείψει. Μετὰ
ὅμως νιώθει πόσο πιστὸ εἶναι. Σὰν ἄρχοντας πιστὸς θρονιάζεται
πάνω ἀπὸ ἕναν κόσμο ποὺ τοῦ ἀνήκει. Στὴν ἐφαπτομένη τῆς καμπύλης
οἱ ντόπιοι καὶ τὰ δέντρα σχηματίζουν παράταξη. Νὰ ποὺ σὲ μιὰν
Ἀνατολὴ ἐμφανίζεται πάλι ἡ μητέρα. Ἔπειτα ξεπροβάλλει ἀπ'
τὸ παρθένο δάσος ἕνα δέντρο, ὅπως τὸ εἶδε πρὶν ἀπὸ χιλιάδες
χρόνια, ὅπως τὸ εἶδε μόλις τώρα τὸ παιδὶ στὸ περιστρεφόμενο
ἀλογάκι. Τὸ ζῶο του τοῦ εἶναι ἀφοσιωμένο: Ἀρίωνας σιωπηλὸς
πάει καβάλα στὸ μουγκό του ψάρι, ἕνας ξύλινος Δίας-ταῦρος τὸ
ἀπάγει σὰν τὴν ἄμωμη Εὐρώπη. Ἡ αἰώνια ἐπιστροφὴ τῶν πραγμάτων
ἔχει γίνει ἀπὸ ὥρα παιδικὴ σοφία, κι ἡ ζωὴ μιὰ πανάρχαιη μέθη
ἐξουσίας, μὲ τὴ βουερὴ λατέρνα στὴ μέση σὰν θησαυρὸ τοῦ θρόνου.
Ὅταν παίζει πιὸ ἀργά, ὁ χῶρος ἀρχινᾶ νὰ τραυλίζει καὶ τὰ δέντρα
ἀρχίζουν νὰ βρίσκουν τὰ λογικά τους. Τὰ περιστρεφόμενα
ἀλογάκια γίνονται ἔδαφος ἀνασφαλές. Καὶ ἡ μητέρα
ξαναπροβάλλει, πολυγδαρμένος πάσσαλος ποὺ γύρω του τυλίγει
τὸ παιδί, σὰν προσγειώνεται τὸ καραβόσκοινο τοῦ βλέμματός του.