ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Περνάμε στη Β΄ φάση


Του Ρούντι Ρινάλντι

Ερωτήματα και διαπιστώσεις


Ανάλογα με την περίσταση, οι εκπρόσωποι του συστήματος ακολουθούν μια διπλή τακτική. Πότε περιγράφουν την επιστροφή στη νέα κανονικότητα σαν μια ωραία και αισιόδοξη επιστροφή, που μάλιστα θα απαλλάξει πολλούς εξ ημών από την κόπωση της εργασίας και των μετακινήσεων (επέκταση της τηλε-εργασίας, της μερικής/εναλλάξ απασχόλησης, με αποκορύφωμα την… απόλυτη ξεκούραση που προσφέρει η ανεργία). Και πότε θυμίζουν την περίφημη «ατομική ευθύνη» και την «καταπολέμηση του λαϊκισμού», δικαιολογώντας απόλυτα τον προσανατολισμό των ενισχύσεων στην οικονομική-επιχειρηματική ελίτ – και ταυτόχρονα βέβαια την «ανάγκη» περικοπών, ανεργίας, ανατιμήσεων και κανιβαλικού ανταγωνισμού για τους πολλούς.

Η είσοδος στη Β΄ φάση θα συνοδεύεται λοιπόν από μεγαλύτερες δυσκολίες και προβλήματα για όλους. Αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο βαθμό. Άλλοι οι πονοκέφαλοι των ελίτ, και άλλοι των απλών ανθρώπων.

Συνεχίζοντας να εφιστούμε την προσοχή όλων μας σε μέτρα αυτοπροστασίας και προφύλαξης, αφού ο ιός θα κυκλοφορεί και μάλλον δεν ξέρουμε ακόμη αρκετά για αυτόν, θα προχωρήσουμε στην παράθεση δύο σειρών ζητημάτων. Κατ’ αρχάς ερωτήματα που πρέπει να τεθούν και να απαιτηθούν από όλους απαντήσεις, και στη συνέχεια διαπιστώσεις κρίσιμες.

Τα ερωτήματα προς εαυτό μας και αλλήλους


Θα έπρεπε να τονίσουμε από την αρχή ότι τα ερωτήματα σήμερα έχουν μεγάλη σημασία, τόσο όσο αφορά τα απολογιστικά ζητήματα της αντιμετώπισης της κρίσης όσο και το τι πρόκειται να γίνει, προκειμένου να κατανοήσουμε την πραγματικότητα και τις τάσεις που διαμορφώνονται. Καταγράφουμε λοιπόν ορισμένα σημαντικά ερωτήματα:

– Ακούσαμε κάποιον πολιτικό παράγοντα (της διεθνούς κοινότητας) ή κάποιο από τα θεωρούμενα έγκυρα μέσα «ενημέρωσης» να συνδέουν ή να ενοχοποιούν την τρομακτική ανάπτυξη του τεχνο-πολιτισμού με την εμφάνιση του νέου ιού και την πανδημία του;

– Θα λειτουργήσει ή όχι η πανδημία, πέραν των άλλων, κι ως μία απρόβλεπτη ενίσχυση σε όσα απεργάζονταν ήδη εδώ και δεκαετίες η τεχνολογία και η επιστήμη των ελίτ;

– Είναι ή όχι μέσα στις επιδιώξεις των επικυρίαρχων του πλανήτη μία εξ αποστάσεως νέα «κοινωνικότητα» που εξασφαλίζεται πλέον χάρη στις νέες άυλες επαφές, τις τηλεδιασκέψεις και τα εμφυτεύματα που ήδη δοκιμάζονται σε κάποιους χρήσιμους ηλίθιους ανά τον πλανήτη, και που φυσικά δεν έχουν στόχο τη βελτίωση της ζωής τους;

– Είναι λογικό τον 21ο αιώνα, όπου μεγαλουργούν και αποθεώνονται η τεχνική και η επιστήμη, την ίδια στιγμή να αποδεικνύονται εντελώς απροετοίμαστες, να σηκώνουν τα χέρια και να παραδίδονται άφωνες σ’ έναν αθέατο καταστροφικό ιό;

– Μήπως είναι καιρός να αναρωτηθούμε για την ευθεία σύνδεση που έχουν οι βιοχημικοί πειραματισμοί και τα επιτεύγματα της επιστημο-τεχνικής αντίληψης των καιρών με τις εφιαλτικές ασθένειες που γεννούν στο διάβα τους;

– Σκεφτήκαμε ότι όπως μεταλλάσσεται ο άνθρωπος ως έμβιο βιολογικό όν (και όχι ως πνευματικό όν, διότι εκεί μάλλον ακυρώνεται), το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους ιούς και τα μικρόβια;

Σε ό,τι μας αφορά, είναι απαραίτητο να μην μένουμε σιωπηλοί, αλλά να θέτουμε συνεχώς ερωτήματα. Και κυρίως να αναζητούμε και να φιλοξενούμε τις πιο προσεκτικές και σοβαρές απαντήσεις – όταν υπάρχουν τέτοιες. Από αυτό κρινόμαστε, αυτή είναι (ή θα πρέπει να είναι) η διαφορά μας με τα υπόλοιπα ΜΜΕ, με τις πολιτικές συστημικές δυνάμεις και τις αριστερές όμοιές τους. Αυτή είναι (ή θα πρέπει να είναι) η βάση εκκίνησης μιας εναλλακτικής προοπτικής, αν ελπίζουμε ότι μπορεί να υπάρξει τέτοια.

Οι κρίσιμες διαπιστώσεις


Ας ακούσουμε τη σκέψη ενός Ιταλού συντρόφου, του Σέρτζιο Καράρο (από την εφημερίδα Contropiano), ο οποίος τονίζει ότι «σε αυτήν την γκρίζα περιοχή των “νοσηρών” και απρόβλεπτων επιπτώσεων, μπορούμε μόνο να προσπαθήσουμε να υποθέσουμε μερικές από τις αντιφάσεις που θα ενεργήσουν με μεγαλύτερη δύναμη στο εγγύς μέλλον». Με κωδικό τρόπο αυτές είναι οι ακόλουθες:

1) Οι συσχετισμοί δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο θα τροποποιηθούν ριζικά. Τόσο αυτοί που προέκυψαν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όσο και αυτοί που εμφανίστηκαν από τη δεκαετία του 1990 με τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

2) Υπάρχει μια σαφής κρίση αξιοπιστίας των ηγετικών τάξεων που μέχρι σήμερα ήταν ηγεμονικές, τόσο στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όσο και σε διεθνές επίπεδο.

3) Έχει τεθεί εκ των πραγμάτων ένα ουσιαστικό αίτημα αλλαγής του ρόλου του κράτους στην οικονομία. Μετά από σαράντα χρόνια πολιτικής «ελάχιστου κράτους» για να απελευθερωθεί η αγορά, το κράτος ξανακαλείται να αναλάβει κεντρικό ρόλο στη διαχείριση της οικονομίας.

4) Βρίσκεται σε εξέλιξη μια επιτάχυνση στο επίπεδο του αυταρχισμού στη διακυβέρνηση της κοινωνίας. Η εργαλειακή και ψευδής ηθική αντίθεση μεταξύ «δημοκρατικής Δύσης και ασιατικού δεσποτισμού» τώρα έχει ανατιναχθεί εντελώς.

5) Υπάρχουν ήδη και λογικά θα αυξηθούν αλματωδώς, κατά εκατομμύρια, οι άνεργοι –ιδιαίτερα σε χώρες του προηγμένου καπιταλισμού– επειδή το σύστημα από καιρό ήθελε να ρυθμίσει έστω με βίαιο τρόπο την περίσσεια της ικανότητας παραγωγής, και ιδιαίτερα του ανθρώπινου δυναμικού.

6) Θα αυξηθεί η εκμετάλλευση όσων εργάζονται, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της γενικής ευελιξίας και της επιμήκυνσης της εργάσιμης ημέρας: επέκταση και αναδιοργάνωση των ωραρίων εργασίας, μαζική εξάπλωση του αποκαλούμενου μοντέλου smart working κ.λπ. Ήδη μας λένε ότι οι αλλαγές που εισάγονται λόγω πανδημίας τείνουν να γίνουν ο κανόνας, όχι μόνο στα εργοστάσια, αλλά και στη δημόσια διοίκηση και στη σχολική οργάνωση.

7) Με την τροποποίηση του ρόλου του κράτους, το εσωτερικό κλίμα και οι λειτουργίες των δημόσιων υπηρεσιών θα αλλάξουν επίσης, χάνοντας οριστικά τα τελευταία υπολείμματα της παλιάς δημόσιας απασχόλησης.

8) Θα αυξηθούν οι τιμές των ειδών διατροφής και των πιο αναγκαίων προϊόντων. Η εποχή του χαμηλού πληθωρισμού που επέβαλε η Bundesbank από το 1992 μέσω των ευρωπαϊκών συνθηκών βρίσκεται πίσω μας.

Και ο Καράρο καταλήγει: «Σε αυτή την ανάλυση λείπουν φυσικά ορισμένα σημεία, που σχετίζονται με αυτό που θα έπρεπε, που θα θέλαμε και θα μπορούσαμε να κάνουμε όσοι επιθυμούμε ένα νέο σύστημα κοινωνικής εναλλακτικής βασισμένο στη συλλογικότητα, το σχεδιασμό και τη συμμετοχή στη λήψη των στρατηγικών αποφάσεων».

Η γείωση στο ελλαδικό πεδίο


Η Ελλάδα δεν είναι χώρα ούτε του G7 (Ιταλία) ούτε του G20 (Τουρκία). Λόγω μεγέθους, επιδόσεων και «κατορθωμάτων» των εγχώριων ελίτ, παραμένει εξαρτημένη ακόμη και στα πιο βασικά από το εξωτερικό, με μικρό βαθμό αυτονομίας, ελάχιστο βαθμό κυριαρχίας και χωρίς πολιτικό σχέδιο και βούληση για διαφορετική πορεία. Επομένως, δεν είναι χώρα όπου οι νέες τεχνολογίες θα έπαιζαν κάποιο σοβαρό ρόλο (αν και έχουμε καλό επιστημονικό δυναμικό). Θα παραμείνει μια χώρα-εισαγωγέας τεχνολογιών στην οποία οι μεταπράτες θα συνεχίσουν να κάνουν πάρτι.

Υπάρχει και άλλη μία διαφορά της Ελλάδας σε σχέση με άλλες χώρες: το γεωπολιτικό ζήτημα δημιουργεί επικίνδυνες καταστάσεις για την ίδια την υπόσταση και κυριαρχία της. Ο τούρκικος επεκτατισμός και το προσφυγικό/μεταναστευτικό, σε συνδυασμό με την έντονα ανθελληνική στάση της Γερμανικής Ευρώπης, δημιουργούν όρους μεγάλης εθνικής και κοινωνικής αιμορραγίας στη χώρα.

Τι ζητά λοιπόν η κατάσταση; Τι απαιτεί; Συνολική οπτική και συγκεκριμένη εναλλακτική. Ολίγη θεωρία δεν θα έβλαπτε καθόλου (δομικό έλλειμμα στην Ελλάδα), όπως και να δοθεί σημασία στο σχεδιασμό κι όχι στον καφενοβιακό σχολιασμό. Χρειάζεται, ακόμη, το ξεπέρασμα του τρόπου που υπήρχαμε και στοχαζόμασταν μέχρι τώρα, δηλαδή μια πραγματική ανανέωση ιδεών, σχεδίων και συλλογικών μορφών. Κυρίως, είναι αναγκαίο να απορριφθεί ο ξερολισμός και ο μαγαζακισμός.

Υ.Γ: Ευχαριστώ τον Σταμάτη Μαυροειδή για τη συμβολή του στη διατύπωση των ερωτημάτων του κειμένου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου