ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Τάκης Ευδόκας


του  Άντη Ροδίτη

Το πιο κάτω κείμενο αφιερώνεται κυρίως στις ιστορικού περιεχομένου εκπομπές του ΡΙΚ «Χρονογράφημα» και «Φάκελοι», που ασχολούνται με την πρόσφατη Ιστορία μας επιλεκτικά, αποφεύγοντας να συζητήσουν κομβικά θέματα και κυρίως αποφεύγοντας να τα συζητήσουν σφαιρικά, ακολουθώντας τις επιταγές τού ακελικομακαριακού κατεστημένου, που καθορίζει ακόμα την εσωτερική πολιτική «κουλτούρα» της Κύπρου. Η εξωτερική μας πολιτική σήμερα είναι περισσότερο φιλοδυτική παρά ίσων αποστάσεων από τις μεγάλες δυνάμεις, ενώ η εσωτερική μας αφήνεται στην κυριαρχία ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ, ΕΛΑΜ, που ποτέ δεν αγγίζουν τα κεφαλαιώδη σφάλματα Μακαρίου που οδήγησαν στο σημερινό (εδώ και 45 χρόνια) τραγικό αδιέξοδο.
Στο χθεσινοβραδυνό Δελτίο Ειδήσεων του ΡΙΚ αφιερώθηκαν 30΄΄ στον θάνατο και τη κηδεία του Τάκη Ευδόκα και δεν είπαν, βέβαια, ούτε λέξη ότι το 1968, όταν ο Ευδόκας ήταν υποψήφιος πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν του δόθηκε ούτε δευτερόλεπτο από το ΡΙΚ να πει την άποψή του, ενώ ο ανθυποψήφιός του Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ήταν καθημερινά πρώτη είδηση! Στη μοναδική προεκλογική συγκέντρωση που οργάνωσε ο Ευδόκας στην πλατεία Σολωμού γιαουρτώθηκε ο ίδιος και οι συνεργάτες του από πληρωμένους του καθεστώτος, τα σύρματα των μεγαφώνων κόπηκαν, όλα υπό τα χαιρέκακα και αδρανή βλέμματα των παρόντων οργάνων της αστυνομίας.
Ο ΑΝΤ1 δεν είπε ούτε λέξη στις ειδήσεις του για τον Ευδόκα, όπως και ο ALPHA. Κάτι μουρμούρισε το SIGMA και κάπως περισσότερα το OMEGA.


Τάκης Ευδόκας
(σύντομη ομιλία σε εκδήλωση προς τιμή του Τάκη Ευδόκα που οργανώθηκε στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας τον Σεπτέμβριο 2010)

            Η de facto Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα τερματίστηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1967, όταν άρχισε η αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας. Μέχρι να συμπληρωθεί, η «Χαραυγή» πληροφορούσε το αναγνωστικό της κοινό ότι για πρώτη φορά στα χρονικά της η πρωτεύουσα παρουσιαζόταν λαμπρά φωταγωγημένη, επί τη ευκαιρία, βέβαια, των… Χριστουγέννων! Κι ο «Φιλελεύθερος» επίσης θεώρησε τη φωταψία ιστορικό γεγονός και δημοσίευσε  πρωτοσέλιδα την είδηση στις 21 Δεκεμβρίου 1967: «Εφωταγωγήθη ψες η Λευκωσία και άλλες πόλεις της νήσου».
            Αν μη τι άλλο, και πολύ πιο πριν προγραμματισμένη να ήταν η φωταγώγηση, το λιγότερο που θα μπορούσε να είχε γίνει ήταν να αναβληθεί, ως ελάχιστη ένδειξη θλίψης και απογοήτευσης για την αποχώρηση της μεραρχίας.

            Θα πρέπει κάποιος να ήταν πολύ αφελής τότε κι εντελώς αμέτοχος στα κοινά για να εκλάβει τις φωταψίες εκείνες, ως γεγονός άσχετο με την αποχώρηση της μεραρχίας. Η σφοδρή επιθυμία απαλλαγής από τους… Καλαμαράδες και την Ένωση δεν ήταν μεν η επίσημα εκφρασμένη πολιτική μας (κι ούτε μπορούσε να είναι), διοχετευόταν όμως με άλλους τρόπους στα λαϊκά στρώματα και στα σαλόνια. Μια τέτοια περίπτωση για την οποία υπάρχουν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες, είναι εκείνη στενού συγγενή και συνεργάτη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, σε καφενείο της πλατείας Τροόδους, στον δρόμο προς το προεδρικό εξοχικό, μόλις τον Αύγουστο τού ’64, μετά τις ήττες των Τούρκων στον Λωρόβουνο και τη Μανσούρα: Είπε ο άνθρωπος: «Που τους Τούρκους εγλιτώσαμεν, που τους Καλαμαράδες να δούμεν…».

            Νά, λοιπόν, που για την ώρα τα καταφέρναμε και γλιτώναμε από την Ελλάδα και τον στρατό της, νά που η Ένωση θαβόταν – υπάρχουν άλλοι αυτήκοοι μάρτυρες – «δκυο μέτρα πουκάτω ’που τη γην!» (Δες τελευταίες σελίδες του βιβλίου «Δέκα χιλιάδες μέλισσες»)
            Ήταν μια σκληρή εποχή. Μια εποχή καταπίεσης, ανελευθερίας, υποκρισίας, συσκότισης, παραπλάνησης, στην καλύτερη περίπτωση ψευδαίσθησης εκ μέρους των κυβερνώντων και των υποστηρικτών τους, ότι μάχονταν, δήθεν, έναν υπέρτατο  αγώνα για την παγκόσμια ειρήνη και την ελευθερία(!!), ενώ στη χειρότερη περίπτωση -που είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια- μάχονταν για την εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συμφερόντων και αντιλήψεων, αλλά και των κομματικών τους ιδεολογιών και σκοπιμοτήτων, σε βάρος της Ιστορίας και των προαιώνιων οραματισμών και στόχων ασφάλειας και ευημερίας ενός λαού, που γνώριζε καλά τις παραδόσεις και τον προορισμό του, πράγματα για τα οποία είχε ήδη δώσει πολύ αίμα κι επιδείξει απίστευτη γενναιότητα.
            Ο με πολλούς τρόπους ολοκληρωτικός χαρακτήρας του καθεστώτος, που είχε κεφαλοκλειδώσει πάσαν εξουσία εκκλησιαστικήν τε και πολιτικήν, αποδείχτηκε με τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών τον Φεβρουαρίου του 1968. Αρχιεπίσκοπος Μακάριος 96.26%. Τάκης Ευδόκας, το υπόλοιπον ή κατ’ ακρίβειαν  όσους ελάχιστους είχαν το θάρρος να εκφράζουν αντίθετη άποψη αλλά κι όσους κατάπιναν την αντίθετη άποψη χωρίς να τολμούν να μιλούν, που ήταν οι περισσότεροι.

            Πώς, όμως, ένας μειλίχιος, χαμηλών τόνων ευγενικός άνθρωπος, σεμνός επιστήμονας, συγγραφέας, μεταφραστής αξιόλογων έργων, τολμά να βγει από το γραφείο του και να αντιμετωπίσει σε εκλογές την ενορχηστρωμένη οργή ενός λαού; Οργή, μάλιστα, σκόπιμα υποδαυλισμένη ως ηθικά, τάχα, δικαιωμένη, αφού ο «ένοχος» τολμά ν’ αμφισβητήσει τον αρχηγό ενός αγώνα, που κατέπληξε την υφήλιο αλλά παρέμενε ακόμα αδικαίωτος.
           Φαίνεται να πρόκειται για κάτι που δεν το ξέραμε τότε σαν λαός και οι ενδείξεις είναι πως ούτε και σήμερα το μάθαμε ακόμα: Ότι ο τρόπος του γνήσια πνευματικού ανθρώπου δεν είναι ο στόμφος και οι υψηλοί τόνοι αλλά η σεμνότητα, η λογική επιχειρηματολογία, η έντιμη πληροφόρηση, η έκκληση για ένα μορφωτικό επίπεδο, που όχι μόνο δεν καταφέρνουμε επιτέλους να αποκτήσουμε, αλλ’ αντίθετα όλο και περισσότερο μοιάζει ν’ απομακρύνεται από μας, για λόγους και αιτίες που δεν είναι του παρόντος.

            Στα μάτια της δικής μου γενιάς, φοιτητές ακόμα την εποχή των διαβόητων εκλογών του ’68, ο Τάκης Ευδόκας στάθηκε και  θα είναι πάντα το σύμβολο της πνευματικής αντίστασης σε όλα τα απαράδεκτα που εδραιώθηκαν και κυριάρχησαν στα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αναπτύχθηκαν με ακόμα περισσότερο πάθος μέχρι και το ’74 και που έφτασαν την κορύφωσή τους στα αμέσως μετά την καταστροφή χρόνια. Σήμερα πολλές από εκείνες τις απαράδεκτες πρακτικές συνεχίζονται μεταλλαγμένες από το ακελικομακαριακό καθεστώς, που εξακολουθεί να έχει τον πρώτο λόγο στο εσωτερικό της Κύπρου ελέγχοντας και κατευθύνοντας την κοινή γνώμη μέσω των ΜΜΕ, ηλεκτρονικών και εντύπων.
           Το παράδειγμα αληθινής αντίστασης στον δικό μας, τοπικό ολοκληρωτισμό, μπορεί να ξεκίνησε από την εποχή της εξορίας στις Σεϋχέλλες, και να συνεχίστηκε με την αρθρογραφία κυρίως του Πολύκαρπού Ιωαννίδη και των συν αυτώ, την αταλάντευτη προσήλωση στην ελληνική μας συνείδηση και ταυτότητα και στον σκοπό του αγώνα, έφτασε όμως στην κορύφωσή του με την υποψηφιότητα του πνευματικού ανθρώπου Τάκη Ευδόκα στις προεδρικές εκλογές του 1968. Ο Τάκης Ευδόκας αποτελεί από τότε το πρώτο και αλησμόνητο ιστορικό όνομα-σύμβολο της μόνης αληθινά πνευματικής αντίστασης που ασκήθηκε στα μετά την απελευθέρωση χρόνια.

            Ο Τάκης Ευδόκας επισφράγισε την ιδιότητά του ως πνευματικού ανθρώπου με τις προσπάθειές του να προσεγγίσει και να εννοήσει επιστημονικά και καλλιτεχνικά την κομβική αυτή φυσιογνωμία στην Ιστορία της Κύπρου, τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Παρατήρησε τον ίδιο και τη συμπεριφορά των ανθρώπων της εποχής του, εν πολλοίς οφειλόμενη στη δική του πολιτική συμπεριφορά και προσωπικότητα, τον ανέλυσε με αδέκαστη τόλμη, περίγραψε τα προτερήματα και τα μειονεκτήματα του με θάρρος και παρρησία, τον αντιπολιτεύτηκε, αρθρογράφησε εναντίον του, τον πολέμησε ως ίσος προς ίσο και γι’ αυτό σύρθηκε στα δικαστήρια, δυσφημίστηκε, φυλακίστηκε, απειλήθηκε η ζωή του.

            Ο Τάκης Ευδόκας, ως γνήσιος πνευματικός άνθρωπος, δεν χαρίστηκε στην παντοδύναμη εκκλησιαστική και πολιτική εξουσία. Ούτε στη χαρίεσσα, πολυτάλαντη προσωπικότητα του αντιπάλου του. Ήξερε ότι είχε τη μνήμη του σκοπού του αγώνα μαζί του, ήξερε ότι το πρώτιστο χρέος του ήταν απέναντι στην πατρίδα Ελλάδα και στους πεσόντες για την Ένωση ήρωές μας. Σε τίποτε άλλο δεν είχε υποχρέωση. Γι’ αυτό στάθηκε εξίσου ατρόμητος και αμετακίνητος. Έκαμε ως γνήσιος Έλληνας της Κύπρου, γνήσιος πνευματικός άνθρωπος το χρέος του.
                       


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου