Οι συζητήσεις για το μέλλον της ΔΕΗ
Νίκος Στεφανής : Οι συζητήσεις για το μέλλον της ΔΕΗ, μιας εταιρίας (που αν ήμουν «βασιλιάς» θα έδινα τη ζωή μου για να παραμείνει Ελληνική), με έκαναν να θέσω μια σειρά ερωτήσεων στον παλιό μου συνεργάτη (στο RAM) Μηχανικό-Μηχανολόγο Διονύση Χοϊδά
Ακολουθούν οι απαντήσεις του Δ.Χ στις απορίες μου.
Που ελπίζω να διαβάσει κάποιος από τη νέα ηγεσία και να δώσει απαντήσεις
Ακολουθούν οι απαντήσεις του…
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΚΩΣΤΑ ΚΑΒΒΑΘ(Ε)Α(*)
Στις παρακάτω γραμμές θα εξηγήσω:
Ότι είναι αδιανόητη η αδρανοποίηση λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ με το πρόσχημα της “ασύμφορης εκμετάλλευσης για ηλεκτροπαραγωγή”.
Ότι μέσω της αεριοποίησης, είναι απολύτως βιώσιμη, όχι μόνο η συνέχιση της δραστηριότητας των υφιστάμενων ενεργών λιγνιτωρυχείων, αλλά και η επαναδραστηριοποίηση κοιτασμάτων που έχουν κριθεί ως “ασύμφορα για καύση σε ΑΗΣ”
Η υιοθέτηση της αεριοποίησης του λιγνίτη δύναται να ενεργοποιήσει ένα ευρύ πλέγμα περιφερειακών οικονομικών δραστηριοτήτων (της ιδιωτικής πρωτοβουλίας) εγκατεστημένων εντός “πρώην ανενεργών” λιγνιτωρυχείων,, ή πέριξ αυτών.
Προέχει, σαφώς, η ανάπτυξη ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ τεχνολογίας αεριοποίησης, προκειμένου αυτή να είναι απολύτως συμβατή με τις αρνητικές ιδιαιτερότητες του Ελληνικού λιγνίτη, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η, κατά το δυνατόν, αρτιότερη αξιοποίησή του. Αλλά περί αυτού, θα αναφερθώ σε προσεχές σημείωμα, αν υπάρξει ενδιαφέρον.
Η αεριοποίηση του λιγνίτη, που με ρώτησες σχετικά, δεν είναι μια καινοφανής τεχνολογία για τη χώρα μας. Μέχρι προ ολίγων ετών, λειτουργούσε στη Βόρεια Ελλάδα η Ελληνική Βιομηχανία Αμμωνίας και Λιπασμάτων, η οποία αξιοποιούσε ως πρώτη ύλη λιγνιταέριο, προερχόμενο από τοπικούς λιγνίτες
Δυστυχώς, σχετικά πρόσφατα έκλεισε ως ζημιογόνος, εν μέσω νεοελληνικού χάους κακοδιαχείρισης και συνδικαληστρικών κεκτημένων
Η “τεχνικά τεκμηριωμένη” εξήγηση της αποτυχίας της να παράξει προϊόντα σε ανταγωνιστική τιμή, εν συγκρίσει με την ιδιωτική πρωτοβουλία, ήταν “κακή ποιότητα του Ελληνικού λιγνίτη” (λες κι όταν άνοιξε και μεγαλούργησε αυτό το μεγαθήριο προμηθευόταν λιγνίτη από τον Άλφα του Κενταύρου…).
Έχουμε και λέμε, λοιπον:
Αυτή τη στιγμή καίμε λιγνίτη σε ΑΗΣ (δηλαδή καίμε κάρβουνο για να βράσουμε νερό, όπως τον 18ο αιώνα). Είναι προφανές ότι αυτός ο θερμικός κύκλος που χρησιμοποιείται, όσα τεχνολογικά φτιασίδια κι αν του φορέσεις, θα εξακολουθεί να έχει χαμηλή θερμική απόδοση, να μολύνει το σύμπαν με αιωρούμενα σωματίδια από την εξόρυξη και ταινιομεταφορά του λιγνίτη την καμινάδα, μέχρι και τη διαχείριση της τέφρας. (Την οποία τέφρα δορυφορικές εταιρείες θα έπρεπε να ΠΑΡΑΚΑΛΑΝΕ να αγοράσουν για την τσιμεντοβιομηχανία και τα ποιοτικά οδοστρώματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι και τα κεραμικά φρένα των υπεραυτοκινήτων, από σύντηξη αιωρούμενης τέφρας κατασκευάζονται. Ελλάντα, αζ γιούζουαλ…)
Όντως ο Ελληνικός λιγνίτης είναι χαμηλής ποιότητας: περιέχει μπόλικη υγρασία και υψηλό ποσοστό αδρανών που οδηγούν σε υπερβολική παραγωγή τέφρας στο φουγάρο. Το πρόβλημα όμως είναι σύνθετο: ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας του συγκεκριμένου άνθρακα δεν αξιοποιείται για να βράσει νερό ΜΕΣΑ στο καζάνι αλλά νερό στο… φουγάρο! (την εμπεριεχόμενη υγρασία, δηλαδή…). Μεγάλο μέρος όμως της ενέργειας δαπανάται για να αποδώσει τόνους ερυθροπυρωμένης τέφρας στα μπάζα! (Φυσικά και θα μπορούσαμε να ανακτήσουμε ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας από την καυτή τέφρα αλλά αυτά είναι δουλειές για ονειροπόλους και όχι για… Φωτόπουλους)
Και τι στην οργή να κάνουμε με τον εγχώριο λιγνίτη μας (που για δεκαετίες μας έκανε ΧΩΡΑ) τώρα που καταντήσαμε “ΧΩΡΟΣ” (επιρροής Καλαπελούζου) και ανακαλύψαμε το εισαγόμενο φυσικό αέριο; Δύο είναι τα -αλληλένδετα- σκέλη στα οποία οφείλουμε να επικεντρώσουμε την προσοχή μας: α) τα δικαιώματα ρύπων και β) τον χαμηλό συντελεστή απόδοσης
Σε ότι αφορά τα δικαιώματα ρύπων, αυτά (με εσκεμμένη “πιτσικουλιά” της ΕΕ) εκτοξεύτηκαν από τα 5 ευρώ / τόνο εκπεμπόμενου διοξειδίου, στα 26 ευρώ!
Πράγμα που σημαίνει ότι για να παράξει μια μεγαβατώρα η Μεγαλόπολη (με το χαμηλό συντελεστή απόδοσης που την διακρίνει) θα πρέπει να πληρώσει 40 ευρώ φόρο άνθρακα – και εδώ ας κλάψουμε που θα υποχρεωθεί να την πουλήσει στον κάθε Μυτιληναίο για 35 ευρώ. Καταλαβαίνεις, λοιπόν, το αδιέξοδο. Είναι προφανές ότι αναγκαζόμαστε, πλέον, να στραφούμε σε ευφυέστερες, εναλλακτικές μεθόδους διαχείρισης των λιγνιτών ώστε να μην αυτοκαταστραφούμε είτε εξ αιτίας μιας αυτοβυθιζόμενης ΔΕΗ, είτε εγκαταλείποντας οριστικά το θείο δώρο (αξίας πολλών τρις) των εγχώριων κοιτασμάτων
Και πάμε στην αεριοποίηση. Στη μετατροπή, δηλαδή του λιγνίτη σε λιγνιταέριο. Πράγμα που σημαίνει: Καίμε ένα μέρος του λιγνίτη για να θερμάνουμε τον υπόλοιπο και να αεριοποιηθεί (σε ανάμειξη με υδρατμό) και να μας δώσει ένα καύσιμο μείγμα, όπου τα κύρια συστατικά του είναι υδρογόνο, μονοξείδιο του άνθρακα και διοξείδιο του άνθρακα.
Τίθεται εδώ ένα εύλογο ερώτημα: Για ποιο λόγο να προβούμε στην αεριοποίηση του λιγνίτη, τη στιγμή που είναι δεδομένο ότι ένα μέρος του θα το “χάσουμε” ακριβώς για να γίνει η αεριοποίηση; Η απάντηση είναι: Επειδή το λιγνιταέριο μπορούμε να το κάψουμε σε μηχανές πολλαπλάσια μεγαλύτερου βαθμού απόδοσης (σε σύγκριση με τους ατμολέβητες) και στο τέλος να έχουμε ένα εμφανές ενεργειακό κέρδος. (Και πολύ καθαρότερη ατμόσφαιρα, προφανώς, καθώς οι τέφρες και οι τοξικοί ρύποι του λιγνίτη έχουν συλλεγεί στο σύστημα του αεριοποιητή, προτού προωθηθεί το αέριο στην κατανάλωση…).
Οι μηχανές που μπορούν να κάψουν το λιγνιταέριο – με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καίνε και το φυσικό αέριο – είναι, είτε παλινδρομικές ΜΕΚ, είτε αεριοστρόβιλοι. Οι μηχανές αυτές έχουν υψηλότατο βαθμό απόδοσης σε σύκριση με τους παραδοσιακούς ατμολέβητες / ατμοστρόβιλους των ΑΗΣ. Έχουν όμως κι ένα πρόσθετο πλεονέκτημα: Ένα μειονέκτημα των ΑΗΣ είναι ότι δεσμεύονται σε ένα αδιατάρακτα σταθερό επίπεδο απόδοσης, χωρίς δυνατότητα αυξομείωσης της παρεχόμενης ισχύος τους σε περιπτώσεις αιφνίδιας μεταβολής της ζήτησης ή της προσφοράς (σε περίπτωση, για παράδειγμα, που προστεθεί ή αφαιρεθεί απρόβλεπτη ισχύς στο δίκτυο, εξ αιτίας της παρουσίας “στοχαστικών” ΑΠΕ όπως τα αιολικά).
Αντίθετα, οι αεριοστρόβιλοι (και ιδιαίτερα οι σχετικά μικρής ισχύος, δηλαδή της τάξης έως και διψήφιων μεγαβάτ) έχουν την ιδιότητα να αυξομειώνουν, σε πραγματικό χρόνο, την αποδιδόμενη ισχύ τους, έτσι ώστε να εξομαλύνουν τα σκαμπανεβάσματα διαθέσιμης ισχύος στο δίκτυο. Μέχρι τώρα, τη λειτουργία αυτή την έχουν αναλάβει αεριοστρόβιλοι που καίνε, είτε ντίζελ, είτε (επίσης εισαγόμενο) φυσικό αέριο. Και όλα αυτά, τη στιγμή που ορυχεία με τον Ελληνικό λιγνίτη μπαίνουν σε αχρηστία, το ένα μετά το άλλο. Εθνικό έγκλημα…
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΟΥ
Δεν θα ασχοληθώ με τη ΔΕΗ, ως μέρος της λύσης, τη στιγμή που η ίδια είναι ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Ένα πρόβλημα που συντίθεται από διαπλοκές διοίκησης – συνδικαλιστών – ιδιωτών υπεργολάβων, που είχε ως αποτέλεσμα, για χρόνια, “κάποιοι” να κουβαλούν με τα φορτηγά τους “ανθρακούχα χώματα” στα καζάνια (και να πληρώνονται “με τον τόνο” για αυτό) και στη συνέχεια, να ξαναπληρώνονται για να κουβαλάνε “θερμή τέφρα” προς απόθεση. Και κάπου, ενδιάμεσα, κάποιοι να παριστάνουν ότι “παρήγαγαν ενέργεια”…
Κατόπιν αυτών, δεν θεωρώ την ΔΕΗ ως ικανή να περάσει αυτοτελώς σε φάση αεριοποίησης του λιγνίτη. Από την άλλη, θεωρώ εξίσου απαράδεκτο τα λιγνιτικά κοιτάσματα (που αποτελούσαν κρατική περιουσία πριν εκχωρηθούν, πριν λίγα χρόνια, στην ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ) να περάσουν σε χέρια ιδιωτών. Όπου το πιθανότερο είναι να τα απενεργοποιήσουν οι αγοραστές τους προκειμένου να προωθήσουν τις εισαγωγές φυσικού αερίου ή και ηλεκτρικού ρεύματος από το εξωτερικό.
Αυτό που προτείνω είναι:
Αέναος ιδιοκτησία και διαχείριση των ορυχείων / κοιτασμάτων από την ΔΕΗ
Εγκατάσταση σε κάθε αξιοποιήσιμο ορυχείο τουλάχιστον ενός αεριοποιητή ιδιοκτησίας της ΔΕΗ, ή κοινοπραξίας ΔΕΗ / ιδιωτών
Παραχώρηση πολλαπλών αδειών εγκατάστασης αεριοστρόβιλων μικρής – μέσης ισχύος από ιδιώτες. Οι αεριοστρόβιλοι αυτοί δύνανται να είναι, ακόμα και μεταφερόμενες μονάδες (σε τροχοφόρα φορεία) με δυνατότητα μετακίνησης από ορυχείο σε ορυχείο, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες και δυνατότητες. Οι αεριοστρόβιλοι αυτοί θα τροφοδοτούνται με το λιγνιταέριο του αεριοποιητή, ενώ η ΔΕΗ θα καλύπτει τα κόστη εξόρυξης / αεριοποίησης, τιμολογώντας τους καταναλωτές του λιγνιταερίου που χρησιμοποιείται
Για το θέμα των δικαιωμάτων ρύπων (έχουμε εκπομπές διοξειδίου άνθρακα τόσο κατά την αεριοποίηση του λιγνίτη, όσο και κατά την καύση του λιγνιταερίου) προτείνω το “εμπορικό sequestration” (δικός μου όρος)
Με την έννοια του “εμπορικού sequestration” εννοώ την ανάπτυξη στον χώρο του ορυχείου – και πέριξ του ορυχείου – ενός πλέγματος ιδιωτικών δραστηριοτήτων, που θα ενεργοποιούνται με πρώτη ύλη το παραγόμενο διοξείδιο του άνθρακα από τις στροβιλομηχανές που καίνε λιγνιταέριο. (Το οποίο διοξείδιο, να σημειωθεί ότι είναι ικανοποιητικής καθαρότητας, λόγω της προηγηθείσας επεξεργασίας του λιγνιταερίου πριν από την καύση του…). Είναι προφανές ότι καθίσταται πρακτικώς αδύνατη η εμπορική απορρόφηση ολόκληρης της ποσότητας διοξειδίου που προκύπτει από την ηλεκτροπαραγωγή του συνόλου των αεριοστροβίλων λιγνιταερίου που θα έχουν εγκατασταθεί σε ένα ορυχείο. Αλλά με την τρέχουσα τιμή των 26 ευρώ / τόνο κρίνεται (εκ πρώτης όψεως) ως εμπορικώς συμφέρουσα η δέσμευση όσο το δυνατόν μεγαλύτερης ποσότητας.
Οι πιθανές χρήσεις του δεσμευόμενου CO2, σε πρώτη άποψη, μπορεί να είναι:
Ως αέριο φωτοσύνθεσης σε καλλιέργειες άλγης για βιοκαύσιμα.
Ως αέριο ενίσχυσης της παραγωγικότητας θερμοκηπίων.
Ως πυροσβεστικό μέσον, με ανάπτυξη των τεχνολογιών αξιοποίησής του σε εστίες μείζονος μεγέθους, περί των οποίων δεν υπάρχει λόγος να επεκταθώ, επί του παρόντος.
Σε μεταγενέστερο στάδιο, ως υποβοηθητικό μέσον σε εξορύξεις υδρογονανθράκων επί ελληνικού εδάφους.
Δια της αναγωγής του (μέσω C) σε CO, ως αέριο βιομηχανικών διεργασιών υψηλής προστιθέμενης αξίας που να υπερκαλύπτει τα αντιστοιχούντα τέλη εκπομπής ρύπων.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η εκμετάλλευση των “ασύμφορων” λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ για την παραγωγή λιγνιταερίου δύναται να θεωρηθεί ως μία συμφέρουσα επιλογή για την απρόσκοπτη συνέχιση (έως και ενίσχυση) της οικονομικής δραστηριότητας των λιγνιτοφόρων περιοχών της χώρας
Η ίδια η ΔΕΗ δύναται να μετάσχει στην ηλεκτροπαραγωγή – μέσω λιγνιταερίου – όχι καίγοντας λιγνιταέριο, αλλά παρεμβάλλοντας έναν θερμικό κύκλο ήπιων θερμοκρασιών (π.χ. Kalina) στο τμήμα ψύξης του παραγόμενου θερμού λιγνιταερίου μέχρι την είσοδό του στις μονάδες καθαρισμού του, πριν την προώθησή του στην κατανάλωση
Κατά μία άλλη εκδοχή, η μονάδα ψύξης του λιγνιταερίου δύναται να αποτελέσει τμήμα της υφιστάμενης τοπικής μονάδας τηλεθέρμανσης των εγγύς οικισμών
Και μία επισήμανση: Οι τρέχουσες τιμές υδρογονανθράκων καθιστούν μάλλον ασύμφορη την καταλυτική μετατροπή του λιγνιταερίου σε υγρά καύσιμα κίνησης. Η ύπαρξη όμως υποδομών αεριοποίησης, θα αποτελεί παράγοντα ασφάλειας σε περίπτωση ανόδου, διεθνώς, των τιμών αργού πετρελαίου – άρα και των καυσίμων κίνησης
Πέραν όλων των προηγουμένων, εκείνο που προέχει είναι η απένταξη της χώρας μας από την λίστα των “αναπτυγμένων χωρών” και η ένταξή της στις “αναπτυσσόμενες” προκειμένου να διεκδικηθούν πρόσθετα δικαιώματα ρύπων που θα καταστήσουν συμφέρουσα τη συνέχιση της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής από τη ΔΕΗ, ανεξαρτήτως της θερμικής τεχνολογίας που αυτή θα επιλέξει στο μέλλον…
Ελπίζω να σε διαφώτισα.
Φιλικά
Διονύσης Χοϊδάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου