του Άντη Ροδίτη
Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο Τα δυο τέρατα και η Αριστερά,
Αρμός 2019. Συγγραφέας του είναι ο Θεόδωρος Ι. Ζιάκας. Το βιβλίο αυτό είναι
πολύ χρήσιμο, γιατί παρέχει στους μελετητές το διαχρονικό, αμετάλλακτο -για την
ώρα- ανθρωπολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εμφανίζονται, δρουν, μεταλλάσσονται
και πεθαίνουν οι πολιτικές ιδεολογίες. Επίσης μελετά τους λόγους
εμφάνισής τους και δίνει απαντήσεις.
Η πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας δείχνει να μη μπορεί να ξεφύγει
από το γεγονός ότι κάθε νέα, επαναστατική δύναμη, «απελευθερωτική» από την
προηγούμενη εξουσία, απλώς αντικαθιστά εκείνην που ανέτρεψε. Αυτό είχε ήδη
οδηγήσει στο αρχαιοελληνικό αίτημα του «μη άρχεσθαι υπό μηδενός»
(Αριστοτέλης), δηλαδή στη δημιουργία συστήματος πολιτισμού που να διατηρεί την
καθολική ελευθερία των ανθρώπων, την αρχαιοελληνική Δημοκρατία τελικά, που
ξέπεσε στην παρακμή του πελοποννησιακού πολέμου και στην υποδούλωση στους Ρωμαίους.
Νεότερα παραδείγματα έχουμε στη Γαλλία, Ρωσία, την Κίνα, Κούβα και αλλού.
Η Γαλλική επανάσταση που κατάργησε τη φεουδαρχική κοινωνία και
δημιούργησε τον Αστό, τον είδε αργότερα να παράγει τον Aριστερό, ο οποίος ήθελε ν’ αντικαταστήσει τον Αστό, αφού ο
τελευταίος μπόρεσε μόνο να κρατήσει την «ελευθερία» και να χάσει την Ισότητα
και την Αδελφότητα (Liberte, egalite, fraternite).
Η Αριστερά απέτυχε, επίσης, αφού έγινε κι η ίδια όπως την εξουσία
που ανέτρεψε, συμμεριζόμενη ουσιώδεις πρακτικές και αιτήματα του νεωτερικού
αστικού πολιτισμού.
Το αποτέλεσμα σήμερα είναι η σύσταση της «τοκογλυφικής
πλουτοκρατίας» η οποία εκμεταλλευόμενη/καλλιεργώντας τον μεταμοντέρνο μηδενισμό
(αποτέλεσμα της αποτυχίας των επαναστατικών στοχεύσεων) κυριαρχεί και απειλεί
την εσωτερική ανεξαρτησία των κρατών, την ελευθερία των εθνών και των
δικαιωμάτων των λαών.
Θα πρέπει να γίνει ο διαχωρισμός από τη μια του παλιού
μηδενισμού (αμφισβήτηση παλιών αξιών με στόχο νέες), ο οποίος δημιούργησε
επαναστάσεις και μεγάλες δια της βίας αλλαγές και καταστροφικές ιδεολογίες όπως
τον Εθνικοσοσιαλισμό-ναζισμό και τον Διεθνοσοσιαλισμό-σταλινισμό και από την
άλλη το σημερινό μηδενισμό της παρακμής του ατόμου, που θεωρεί «αξία»
μόνο το «εγώ», το υποκειμενικό του συμφέρον. Τίποτε άλλο δεν τον ενδιαφέρει.
Θέλει «να περνάει καλά» και «να είναι ο εαυτός του».
Ότι η προσπάθεια του «μη άρχεσθαι υπό μηδενός» ξέπεσε στο να
κατασκευάσει τον σημερινό μηδενιστή πολίτη, οφείλεται στον σχεδιασμό των
νεωτερικών κρατών-εθνών που ιδιωτικοποίησε την ατομική ελευθερία
διαχωρίζοντάς την από τον δημόσιο βίο.
Στον «δημόσιο βίο» οι σχέσεις είναι απρόσωπες, ουδείς είναι
αναντικατάστατος, όπως και το σύστημα μέσα στο οποίο λειτουργούν τα
πάντα είναι απρόσωπο. Στην ιδιωτική του ζωή ο καθένας είναι ελεύθερος
και ανεκτός (permissive society) να κάνει
ό,τι θέλει. Κερδίζει μια σχεδόν απεριόριστη ιδιωτική «ελευθερία» αλλά η
παρουσία του δεν μετρά στα ουσιώδη του δημόσιου βίου.
Η νεωτερική -από Διαφωτισμού- προσπάθεια να μην εξαρτάται ο άνθρωπος
από καμιά δεσποτεία περιλάμβανε και την καθυπόταξη της φύσης. Και την
απεξάρτησή του από τον Θεό και τους τοποτηρητές του, την Εκκλησία. Μη ξεχνάμε
ότι πίσω από το κίνημα του Διαφωτισμού βρισκόταν κατά πρώτο λόγο η καταπίεση
του ατόμου από την καθολική Εκκλησία.
Αυτά σήμαιναν ότι ο Άνθρωπος αυτοκατανοήθηκε πλέον ως κύριος του
εαυτού του, ως «Θεός εν τω γεννάσθαι», ένας υπό κατασκευήν Θεός.
Ένα από τα κύρια μέσα επίτευξης του στόχου αυτού ήταν η
Επιστήμη και η Τεχνολογία. Αυτό που αρνήθηκε ο Χριστός στην έρημο, να κάνει τις
πέτρες ψωμιά, θα το έκανε η επιστήμη και η τεχνολογία. Η Ακαδημία Επιστημών της
ΕΣΣΔ διακήρυττε ότι «ειδικές μηχανές θα συλλέγουν από τη μια άκρη την ηλιακή
ακτινοβολία κι από την άλλη θα βγάζουν λαχταριστές φραντζόλες».
Η Επιστήμη έχοντας θέση ως προτεραιότητα την κατάκτηση της φύσης,
την αντίκρισε ως αντι-κείμενη. Μέσα στο αντικείμενο-φύση, όμως, είναι και ο
άνθρωπος ή ο άλλος άνθρωπος για τον κάθε άνθρωπο (ο συν-άνθρωπος). Η ύπαρξη τού
άλλου ανθρώπου παίρνει τότε σημασία ενός απλού «ρόλου». Το «εγώ κι εσύ»
του αρχαιοελληνικού δημόσιου βίου -ο οποίος δεν αποσκοπούσε στην
καθυπόταξη της φύσης- μέσα στο πλαίσιο του νεωτερικού πολιτισμού και της ιδιωτικής
μόνο ελευθερίας, παίρνει τις διαστάσεις του «εγώ» από τη μια με απέναντι ως αντι-κείμενο
το «μη-εγώ» του άλλου ανθρώπου. Κι εφόσον πια η ευτυχία του πολίτη δεν
ολοκληρώνεται με μετοχή του στον δημόσιο βίο, αλλά μόνο στο πλαίσιο του
ιδιωτικού του, μη παραβλέποντας ο νεωτερικός, δυτικός πολιτισμός, τον έρωτα
στην ευτυχία του ανθρώπου, θεοποίησε το ερωτευμένο ζευγάρι,
πραγματοποιήσιμο μέσα στην «ελεύθερη» ιδιωτική ζωή. Από τη στιγμή, όμως, που
όλα λειτουργούν στο πλαίσιο του «εγώ» και του «μη εγώ», του άλλου ως
«αντικειμένου», ως μέρους της φύσης που γενικά είναι στόχος κατάκτησης, ο έρωτας
σήμερα ταυτίζεται με απλώς και μόνο μια «κτητική σεξουαλικότητα». Γίνεται
κατάκτηση του ενός ανθρώπου από τον άλλο, αλλά η κατάκτηση είναι ακριβώς το
αντίθετο της «αγάπης», η οποία σημαίνει πλήρη απώλεια του εαυτού του καθενός
υπέρ του άλλου, ο οποίος δεν έχει πια «εαυτό» έχοντας τον «χάσει» από αληθινό
έρωτα-αγάπη μέσα στον άλλο.
Η τέχνη, το μόνο μέσο, ίσως, που μπορεί να εκφράσει με μια εικόνα ή
με ένα μόνο στίχο «αλήθειες» που χρειάζονται τόμους για ν’ αναλυθούν και να
εξηγηθούν, δίνει σε αυτή την περίπτωση τον στίχο του Νίκου Καρούζου: Ευρώπη,
είσαι μονάχα η συνέχεια του Βαρραβά.
Ο νεωτερικός πολιτισμός, θέλησε να απεξαρτηθεί (λόγω της
συμπεριφοράς της Καθολικής Εκκλησίας στον μεσαίωνα) από τον Θεό. Ήταν επόμενο
να απομακρυνθεί, να αποβάλει τον χριστιανισμό. Όμως πάλι οι ποιητές
ξαναβρίσκουν ή απλώς δείχνουν τον δρόμο της αλήθειας. Γράφει ο Έλιοτ, ο
μεγαλύτερος ίσως ποιητής του 20ου αιώνα: «Ο Κόσμος δοκιμάζει, στην εποχή
μας, να δει κατά πόσο μπορεί να παραμείνει πολιτισμένος χωρίς τον Χριστιανισμό.
Το πείραμα αυτό θα αποτύχει· εμείς, όμως, πρέπει να παραμείνουμε υπομονετικοί
ως την κατάρρευσή του και ν’ αξιοποιούμε τον χρόνο: πρέπει να διατηρούμε την
Πίστη ζωντανή μέσα στους σκοτεινούς αιώνες που έρχονται, να προσβλέπουμε στην
ανανέωση και την ανοικοδόμηση του πολιτισμού, και στη σωτηρία του από την
αυτοκτονία».
Από την άλλη, όντες όλοι μέρος του νεωτερικού πολιτισμού σήμερα,
μπορούμε άνετα να πούμε «και ποιος είναι αυτός ο Έλιοτ; Μελέτησε Μαρξ, ξέρει
από πολιτικές ιδεολογίες;» Η απάντηση είναι απλή: Ο Έλιοτ είναι μεγάλος
ποιητής. Μεγάλος ποιητής ήταν και Όμηρος. Στα Έπη του Ομήρου θεμελιώθηκε ο
αρχαιοελληνικός πολιτισμός, ο χρυσούς αιών του Περικλέους, ο αξεπέραστος στην
εφαρμογή τού «μη άρχεσαι υπό μηδενός», που είναι πάντα ο στόχος
όλων των επαναστάσεων.
Από το σημείο αυτό και μετά ο Ζιάκας προχωρεί σε περαιτέρω ανάλυση
των επιπτώσεων στη ζωή μας επί κυριαρχίας νεωτερικού πολιτισμού για να
επεκταθεί σε λεπτομερέστερες αναλύσεις των διαφόρων φάσεων των ευρωπαϊκών
πολιτισμών και να διερευνήσει τις ελάχιστες πια δυνατότητες εξόδου από το
αδιέξοδο, από την τελεσίδικη, αυτοκαταστροφική υποτροπή.
Τα πιο πάνω αφορούν περίπου τις 60 πρώτες σελίδες του βιβλίου. Όλο
το βιβλίο είναι 300 περίπου σελίδες.
Άντης Ροδίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου