ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Ο πόλεμος του νερού στη Μέση Ανατολή

  του Γιάννη Παπαδημητρίου


(βασισμένο στην εισήγηση στο φεστιβάλ B-FEST του περιοδικού «Βαβυλωνία»)
Σιγά - σιγά οι γλωσσολόγοι καταγράφουν μια νέα γενιά σύνθετων λέξεων με πρώτο συνθετικό το νερό : Υδροπολιτική, υδροδιπλωματία, υδροηγεμονία, υδρο-iμπεριαλισμός. Ενδεχομένως σύντομα και υδροδημοκρατία ή υδροαντίσταση. Η  Βαντάνα Σίβα μάλιστα μας εξοικειώνει και με τον όρο «υδροτζιχάντ», που άκουσε να χρησιμοποιούν οι Σιίτες των βάλτων του Σατ-ελ-Άραμπ στο νότιο Ιράκ, που αντιστέκονταν στο σχέδιο του Σαντάμ Χουσεϊν να δημιουργήσει ένα τεχνητό κανάλι 560 χιλιομέτρων και να αποξηράνει τις εκτάσεις τους.
Ο γλωσσικός εμπλουτισμός πιστοποιεί από μόνος του την άνοδο των προβλημάτων διαχείρισης του νερού στην παγκόσμια πολιτική ατζέντα, καθώς στην αύξηση του πληθυσμού προστίθεται η ραγδαία εμπορευματοποίηση των φυσικών πόρων και η κλιματική αλλαγή. Δεν είναι κατά τη γνώμη μου τυχαίο που αυτή η τελευταία βιώνεται κατά κύριο λόγο είτε ως πλημμύρα είτε ως ξηρασία, ως διαταραχή δηλαδή του υδρολογικού κύκλου της φύσης. Μια γενική έννοια, που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα, είναι η «αρπαγή του νερού» - στα αγγλικά water grabbing. Περιγράφει την κατάσταση, στην οποία ισχυροί παράγοντες, δημόσιοι ή ιδιωτικοί, αποκτούν τον έλεγχο και ανακατανέμουν τη χρήση υδάτινων πόρων για τους δικούς τους σκοπούς σε βάρος των αδυνάτων, που είναι συνήθως οι τοπικές κοινότητες αλλά και τα οικοσυστήματα, στα οποία έχει βασιστεί η ζωή τους. Πρόκειται για ένα πλανητικό πόλεμο με αποκορύφωμα την εκδίωξη πληθυσμών λόγω της κατασκευής μεγάλων φραγμάτων, την ιδιωτικοποίηση των αποθεμάτων του νερού και των δικτύων ύδρευσης, την υποβάθμιση του νερού εξαιτίας βιομηχανικών, μεταλλευτικών και μεγάλης κλίμακας αγροτικών δραστηριοτήτων και τον έλεγχο των πηγών και των διασυνοριακών ποταμών για στρατιωτικούς και οικονομικούς λόγους.
Η εισήγηση επικεντρώνεται γεωγραφικά στη Μέση Ανατολή, όπου τρεις είναι οι λεκάνες απορροής, οι οποίες αποτελούν εστίες διεθνούς έντασης.
Α. ΝΕΙΛΟΣ
Ο Νείλος είναι ο μακρύτερος ποταμός του κόσμου και τον μοιράζονται 11 Αφρικανικές χώρες και 500 εκατομμύρια άνθρωποι. Αποτελείται από δύο βραχίονες, που συγκλίνουν στο Χαρτούμ του Σουδάν, τον Γαλάζιο Νείλο, που πηγάζει στην Αιθιοπία και συνεισφέρει το 80 % του υδροδυναμικού του, και τον Λευκό, που έρχεται από τις Μεγάλες Λίμνες. Όπως όμως όλοι γνωρίζουμε, είναι συνδεδεμένος κυρίως με την Αίγυπτο, η οποία από την Αρχαιότητα οφείλει την ύπαρξή της στην αρδευτική δύναμη και τις φερτές ύλες του ποταμού.
Στην αρχή του 20ου αιώνα η βρετανική αποικιοκρατία υποχρέωσε τις ανάντη χώρες και κυρίως την Αιθιοπία σε επαχθείς συμφωνίες, με τις οποίες κατοχύρωσε υπέρ της Αιγύπτου ένα μερίδιο λέοντος 90 % στη χρήση του νερού του Νείλου. Κάθε προσπάθεια να αμφισβητηθεί η αιγυπτιακή υδροηγεμονία συναντούσε την απειλή στρατιωτικής επέμβασης εκ μέρους της, πράγμα που έγινε το 1959 στο Σουδάν και οδήγησε σε μια νέα λεόντεια συνθήκη, που παραχώρησε και στο Σουδάν κάποια κόκκαλα.
Όχι βέβαια ότι οι αιγυπτιακές κυβερνήσεις νοιάστηκαν ιδιαίτερα για την αγροτική παραγωγή. Το 1970 ο Νάσερ με τη βοήθεια των Σοβιετικών ολοκλήρωσε το γιγαντιαίο φράγμα του Ασουάν, που σχημάτισε μια τεχνητή λίμνη μήκους 500 χιλιομέτρων, ξεσπίτωσε 100.000 Νούβιους, τους κατοίκους δηλαδή της περιοχής που μοιράζονται η Αίγυπτος και το Σουδάν και έχουν ιδιαίτερη ταυτότητα, κατέστρεψε τοπία της παγκόσμιας κληρονομιάς, μείωσε δραματικά την ευεργετική δράση των φερτών υλών στη γεωργία και ειδικά στην περιοχή του Δέλτα οδήγησε σε αλάτωση των εδαφών και μεγάλη πτώση της παραγωγής. Πολλοί συνδέουν την άνοδο του ριζοσπαστικού ισλαμισμού στην Αίγυπτο με την παρακμή της γεωργίας της.
Μερικές δεκαετίες αργότερα ο Μουμπάρακ, με Αμερικανούς συμβούλους αυτός, συνέλαβε ένα νέο μεγαλεπήβολο σχέδιο, την εκτροπή του Νείλου προς τις οάσεις της λιβυκής ερήμου, που υποτίθεται ότι θα συνδεόταν με την ποιοτική γεωργία και θα αποκαθιστούσε τη ζημιά του Ασουάν. Ευτυχώς αυτός δεν «πρόκανε» !
Το αιγυπτιακό μονοπώλιο άρχισε όμως να γίνεται αφόρητο για τις ανάντη χώρες. H Αιθιοπία ειδικά, η οποία τα τελευταία χρόνια με τη βοήθεια των Κινέζων συμβούλων της έχει να επιδείξει ένα ρυθμό ανάπτυξης συγκρίσιμο μόνο με τις χώρες της ανατολικής Ασίας, διεκδικεί ένα νέο ρόλο στην περιοχή. Και ηγήθηκε της προσπάθειας για μια νέα Διεθνή Συνθήκη διαχείρισης του Νείλου, η οποία πράγματι υπογράφηκε το 2010 και έγινε γνωστή ως Συνθήκη του Έντεμπε. Σ’ αυτήν προσχώρησαν σταδιακά όλες οι χώρες της λεκάνης του Νείλου πλην της Αιγύπτου, γεγονός που σηματοδότησε την αλλαγή σελίδας.
Αφού λοιπόν οι ανάντη χώρες απελευθερώθηκαν από τις «αναχρονιστικές συμφωνίες της αποικιοκρατίας», άρχισαν να επιδίδονται σε μια φρενήρη κούρσα φραγματοποίησης και στην περιοχή έσπευσαν χρηματοδότες και κατασκευαστές. Σε κανα δυό μήνες η Αιθιοπία θα θέσει σε λειτουργία το GERD (τα αρχικά σημαίνουν «Μεγάλο Φράγμα της Αιθιοπικής Αναγέννησης»), χρηματοδοτημένο από κινέζικα και σαουδαραβικά κεφάλαια και κατασκευασμένο από ιταλική εταιρία, που με ισχύ 6.500 MW θα είναι το μεγαλύτερο φράγμα στην Αφρική και το 7ο στον κόσμο. Η κατασκευή του προκάλεσε τον ξεριζωμό 20.000 ανθρώπων, εντάσεις και συλλήψεις διαφωνούντων αλλά και σοβαρούς φόβους για επιδημίες ελονοσίας.
Από κοντά το Σουδάν έχει θέσει από το 2009 σε λειτουργία το φράγμα Μερόου, που λιμνοποίησε 174 χιλιόμετρα, εκτόπισε άλλους 70.000 Νούβιους και προκάλεσε θανάτους και από ξαφνικές υπερχειλίσεις και από απροκάλυπτη αστυνομική βία. Και οι δύο χώρες έχουν κατασκευάσει αλλά και σχεδιάζουν κι’ άλλα φράγματα ενώ στη λεκάνη του Λευκού Νείλου μπαίνει στο χορό η Ουγκάντα αλλά και το Νότιο Σουδάν, που έγινε ανεξάρτητο το 2011, σπαράσσεται από εμφύλιο και ο μισός του πληθυσμός δεν έχει πρόσβαση σε καθαρό νερό.
Η μεγάλη χαμένη είναι φυσικά η Αίγυπτος, η οποία θα στερηθεί και ποσότητες και ποιότητα νερού. Και ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι, ένας Αιγύπτιος Κόπτης, είχε πει ότι «ο επόμενος πόλεμος στην περιοχή μας θα είναι για τα νερά του Νείλου». Όμως οι εποχές, που ο Μουμπάρακ έκανε μυστικές συμφωνίες με το Σουδάν για να ανατινάξουν το GERD, έχουν παρέλθει και μάλλον θα προσαρμοστεί, εκούσα – άκουσα, στη νέα πραγματικότητα.
 
Από μια άλλη σκοπιά όμως, τη δική μας, ο εντεινόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των αρχουσών τάξεων της περιοχής έχει σταθερά θύματα : τις τοπικές κοινότητες, τους αγροτικούς πληθυσμούς και την οικολογική ισορροπία του Νείλου.
Β. ΙΟΡΔΑΝΗΣ
Τα τετελεσμένα της στρατιωτικής κατοχής αντανακλώνται και στη χρήση των υδάτινων πόρων της λεκάνης του Ιορδάνη. Το Ισραήλ, αν και στα αναγνωρισμένα του σύνορα περιλαμβάνει μόνο το 3 % του δυναμικού της λεκάνης, χρησιμοποιεί το 60 %, οι πολίτες του καταναλώνουν νερό πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και συντηρεί μια υδροβόρα βιομηχανοποιημένη γεωργία, τροφοδοτούμενη από ένα εκτεταμένο σύστημα αγωγών μεταφοράς νερού από τη λίμνη της Τιβεριάδας, που έχει σχεδόν αποξηράνει τον κάτω ρου του Ιορδάνη μεταξύ Ιορδανίας και Δυτικής Όχθης.
Η εικόνα της αφθονίας αντιστρέφεται άρδην στα παλαιστινιακά εδάφη, είτε άμεσα κατεχόμενα είτε «ελεύθερα». Η κατανάλωση νερού είναι κάτω από το όριο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ένας μεγάλος αριθμός στη Δυτική Όχθη δεν έχει πρόσβαση σε δίκτυο ύδρευσης ενώ η λωρίδα της Γάζας πίνει στην καλύτερη περίπτωση αφαλατωμένο και στη χειρότερη μολυσμένο. Στη γεωργία αρδεύεται μόλις το 8 % της καλλιεργήσιμης γης, οι άδειες για γεωτρήσεις χορηγούνται με το σταγονόμετρο και μόνο για το 1/6 του βάθους των αντίστοιχων ισραηλινών ενώ ακόμα και οι δεξαμενές του βρόχινου νερού κατεδαφίζονται λόγω «έλλειψης οικοδομικής άδειας».
Αυτή την πολιτική αποκλεισμού, που παραβιάζει πλείστες όσες αρχές του Ανθρωπιστικού Δικαίου και έχει χαρακτηριστεί ως «απαρτχάϊντ νερού» από ένα Γάλλο βουλευτή, την υλοποιούν συστηματικά ο ισραηλινός στρατός, οι έποικοι και η κρατική εταιρεία ύδρευσης Mekorot. Σ’ αυτήν έχει παραχωρηθεί η διαχείριση των υπόγειων νερών της Δυτικής Όχθης ενώ σύμφωνα με τις συμφωνίες του Όσλο, οι οποίες πάντως και αυτές έχουν παγώσει, οι Παλαιστίνιοι έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν μόνο το 20 % του δικού τους νερού. Το Ισραήλ έχει επιβάλει στην Παλαιστινιακή Αρχή να αγοράζει άλλο ένα ποσοστό από την Mekorot, κάτι που η ισραηλινή δημοσιογράφος Αμίρα Χας έχει χαρακτηρίσει «εξοργιστική, σκανδαλωδώς άνιση και ταπεινωτική συμφωνία».
Στην πραγματικότητα, και παρά την προπαγάνδα ότι η χώρα μάχεται για την επιβίωση, ο έλεγχος των υδάτινων πόρων ήταν μια επιθετική πολιτική του Ισραήλ από την πρώτη στιγμή. Και οι στρατιωτικοί στόχοι του πολέμου του 1967 συμπεριλάμβαναν την αφαίρεση των πηγών του Γκολάν από τη Συρία, τον έλεγχο των φυσικών αποθεμάτων της Δυτικής Όχθης και ακόμη την καταστροφή των παλαιστινιακών γεωτρήσεων.
Βεβαίως η πολιτική ωμής ισχύος συμπληρώνεται από μια ήπια ρητορική «τεχνικής» συνεργασίας για το καλό όλης της περιοχής και μάλιστα η Παλαιστινιακή Αρχή και η Ιορδανία συνυπέγραψαν τη συμφωνία για αφαλάτωση και μεταφορά νερού από την Ερυθρά θάλασσα. Το ζήτημα όμως είναι αν το Ισραήλ έχει τη βούληση να εγκαταλείψει τον υδροϊμπεριαλισμό και να επιστρέψει τα λάφυρα, πράγμα που ίσως είναι το σημαντικότερο εμπόδιο για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή.
Το συμπέρασμα είναι πως δεν πρόκειται τόσο για στενότητα πόρων και φυσική λειψυδρία αλλά για τεχνητή και χρήση του νερού ως μέσου εθνοκάθαρσης. Χωρίς όμως αναγνώριση και απονομή δικαιωμάτων, χωρίς την απελευθέρωση της ισραηλινής κοινωνίας από τον εθνικισμό και τη στρατοκρατία, κανένας στην περιοχή, ούτε το ίδιο το Ισραήλ, δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής. Ως γνωστόν, «χωρίς δικαιοσύνη δεν υπάρχει ειρήνη» !
Γ. ΤΙΓΡΗΣ – ΕΥΦΡΑΤΗΣ
Ο Τίγρης και ο Ευφράτης, αν και μέχρι να ενωθούν, λίγο πριν από τον Περσικό Κόλπο, σχηματίζουν διαφορετικές λεκάνες, αποτελούν ενιαίο σύστημα και ορίζουν την ενδιάμεση περιοχή της Μεσοποταμίας, τμήμα της οποίας είναι η λεγόμενη «εύφορη ημισέληνος», λίκνο πολιτισμών από τα πρώτα χρόνια της Ιστορίας. Οι πολιτισμοί αυτοί στήριξαν την άνθησή τους στον έλεγχο και τη διαχείριση του νερού των δύο αδελφών ποταμών, γι’ αυτό και έχουν αποκληθεί «υδραυλικές δεσποτείες». Οι συγκρούσεις είναι παλιά ιστορία, εδώ έγινε το 2.500 π.Χ. ο πρώτος γνωστός πόλεμος για το νερό μεταξύ δύο γειτονικών σουμεριακών πόλεων, αλλά έχουν ενταθεί τις τελευταίες δεκαετίες με την αύξηση των αναγκών.
Τρία κράτη μοιράζονται σήμερα τη Μεσοποταμία, η Τουρκία, από τα βουνά της οποίας πηγάζουν τα ποτάμια, η Συρία και το Ιράκ, που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της έκτασής της. Η Τουρκία, αν και υπολείπεται σε έκταση, συνεισφέρει πάνω από το 90 % του υδάτινου δυναμικού του Ευφράτη και το 50 % του Τίγρη. Κατέχει δηλαδή τις πηγές και προσπαθεί να αντλήσει τα μέγιστα δυνατά πλεονεκτήματα αγνοώντας τις ανάγκες των γειτόνων του. Όπως το είχε θέσει ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, «όπως εμείς δεν έχουμε κυριαρχικά δικαιώματα στο δικό σας πετρέλαιο, έτσι και σεις δεν έχετε στο δικό μας νερό».
Ως εκ τούτου υλοποιεί εδώ και δεκαετίες, χωρίς να ρωτήσει κανένα, ένα μεγάλο «αναπτυξιακό» πρόγραμμα, το περιβόητο GAP ή «Πρόγραμμα για τη Νοτιοανατολική Ανατολία» με στόχους την παραγωγή ενέργειας και την αύξηση της καλλιεργήσιμης γης κατά 20 %. Το GAP προβλέπει 19 υδροηλεκτρικά εργοστάσια, 22 φράγματα, αγωγούς και κανάλια πολλών χιλιομέτρων κλπ.. Και παρά το γεγονός ότι οι διεθνείς χρηματοδοτικοί Οργανισμοί αρνήθηκαν την παροχή πιστώσεων, επικαλούμενοι και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τις διεθνείς εντάσεις, οι τουρκικές κυβερνήσεις έχουν καταφέρει να ολοκληρώσουν με ίδιους πόρους το μεγαλύτερο τμήμα του προγράμματος, κυρίως στον Ευφράτη, όπου το 1990 ολοκληρώθηκε το φράγμα Ατατούρκ, ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Τη στιγμή αυτή η φραγματοποίηση προχωράει στους παραπόταμους του Ευφράτη αλλά και ο Τίγρης, όπου οι μεγαλύτερες αντιδράσεις αφορούν το φράγμα Ιλισού, που απειλεί να κατακλύσει την πόλη του Χασανκιέφ και να καταστρέψει τα μνημεία της.
Τίποτε δεν είναι το ίδιο μετά από το GAP. Η ποσότητα του διαθέσιμου νερού και στη Συρία και στο Ιράκ έχει μειωθεί δραματικά, τα πλημμυρικά φαινόμενα έχουν εξαφανιστεί και η ποιότητα του νερού έχει πέσει, αφού έρχεται επιβαρυμένο με γεωργικά υπολείμματα. Η Τουρκία αρνείται σταθερά να υπογράψει τη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για τις χρήσεις των Διεθνών Υδατορευμάτων και απλώς έχει δηλώσει μονομερώς ότι θα παρέχει μια ελάχιστη ποσότητα, η οποία δεν ικανοποιεί τους γείτονες.
Προσθέτω εδώ και μια οικολογική ερμηνεία της συριακής κρίσης, που εντοπίζει το πρώτο αίτιο στην πενταετή ξηρασία, από το 2006 μέχρι το 2011, τη μεγαλύτερη και εντονότερη στην ιστορία της Συρίας. Πάνω από ένα εκατομμύριο αγρότες εγκατέλειψαν τη γη τους και άρχισαν να συρρέουν εξαθλιωμένοι στις πόλεις, δημιουργώντας συνθήκες κοινωνικής αναταραχής. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η διάλυση του Ιράκ και της Συρίας έχει παραδώσει τις δύο χώρες στην τουρκική υδροηγεμονία.
Μέχρι αυτό το σημείο έχουμε δει τα αυταρχικά καθεστώτα της Μέσης Ανατολής και τις μεγάλες εταιρίες στο ρόλο των πρωταγωνιστών και τις τοπικές κοινότητες και τους αποκλεισμένους πληθυσμούς στο ρόλο του θύματος. Φαίνεται όμως ότι η Ιστορία δεν κινείται προβλέψιμα αλλά επιφυλάσσει εκπλήξεις, όπως η ανάδυση του οικολογικού κινήματος στο τουρκικό Βόρειο Κουρδιστάν, για το οποίο θα σας ενημερώσει ο επόμενος ομιλητής.
Ολοκληρώνω με μια σύντομη αναφορά στις ελληνικές ευθύνες συμμετοχής στο τουρκικό υδροηλεκτρικό πάρτι και παραθέτω απλώς δύο στοιχεία από την τρέχουσα ειδησεογραφία α) Η εταιρία ΔΕΗ Ανανεώσιμες σχεδιάζει, μέσω της θυγατρικής της στην Τουρκία, τη συμμετοχή της στην ανάπτυξη υδροηλεκτρικών σταθμών και β) η εταιρία Κορρές συμμετέχει στην εργολαβία «μεταφοράς» μνημείου, του τάφου του Ζεϊνέπ Μπέη του 16ου αιώνα, στα πλαίσια της κατασκευής του φράγματος Ιλισού.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου