Του Δημήτρη Τσιόδρα*
Tον Ιανουάριο του 1965 ο εκπρόσωπος της
Γαλλίας στην Κομισιόν Robert Marjolin διακήρυσσε ότι «η νομισματική ένωση είναι
μια αναπόφευκτη υποχρέωση». H Βundesbank υποδέχθηκε την ανακοίνωση με
περιφρόνηση. Το ίδιο και η Κεντρική Τράπεζα της Ολλανδίας. Η σκληρή
αντιπαράθεση άρχισε.
Γερμανοί, Ολλανδοί και Ιταλοί
οικονομολόγοι και κεντρικοί τραπεζίτες τάσσονταν υπέρ ενός σκληρού νομίσματος
και μιλούσαν για κοινές οικονομικές πολιτικές με σταθερές ισοτιμίες, που θα
οδηγούσαν σε σύγκλιση τιμών, μισθών και φορολογικών συστημάτων και σε κοινό
πλαίσιο για τους προϋπολογισμούς, τον εσωτερικό ανταγωνισμό και το διεθνές εμπόριο.
Ελλείμματα κι ελλειμματικά ισοζύγια στις
πιο αδύναμες χώρες έπρεπε αμέσως να διορθωθούν. Στον αντίποδα οι εκπρόσωποι της
Γαλλίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου στην Κομισιόν υποστήριζαν ότι τα
ελλείμματα στο ισοζύγιο αφορούν και τις χώρες που έχουν έλλειμμα και αυτές με
πλεόνασμα κι ότι σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται νομισματική παρέμβαση με
τη χρησιμοποίηση συναλλαγματικών αποθεμάτων που θα δίνει τη δυνατότητα στις
κυβερνήσεις να έχουν τα κατάλληλα εργαλεία για τον ισοσκελισμό προϋπολογισμών και
τη βελτίωση των εισοδημάτων.
Σήμερα, μισό αιώνα αργότερα, η διαμάχη για
το νόμισμα και τη μορφή της Ε.Ε. συνεχίζεται και βασικά θέματα στον πυρήνα τους
παραμένουν ίδια.
Ακούγοντας
λοιπόν τον Αλ. Τσίπρα να λέει ότι η συζήτηση για τον χαρακτήρα της ευρωζώνης
τέθηκε στο τραπέζι αυτό το εξάμηνο που ήταν εκείνος πρωθυπουργός, συμπεραίνεις
ή ότι αγνοεί την Ιστορία ή ότι πρόκειται για την προσφιλή του φθηνή προπαγάνδα.
Οι αλλαγές στην Ε.Ε. είναι διαρκείς και
αποτελούν αντικείμενο συνεχών συγκρούσεων. Στις μεταβολές αυτές συντελούν
ενδογενείς κι εξωγενείς παράγοντες (χώρες και ομάδες χωρών στο εσωτερικό της
Ε.Ε., κοινωνικές δυνάμεις, ιδεολογικά ρεύματα, οι εξελίξεις στον υπόλοιπο
πλανήτη, από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία ώς την Κίνα και τις αραβικές χώρες).
Παρότι η Γερμανία είναι η ισχυρότερη χώρα
της Ε.Ε., δεν έχει τη δύναμη να κυριαρχήσει. Ακόμη και σήμερα που η Γαλλία
διαθέτει μειωμένη ισχύ, δίχως γαλλική παρουσία είναι αδιανόητη η ενωμένη
Ευρώπη.
Η πρόσφατη οικονομική κρίση έφερε στην
επιφάνεια όλες τις αδυναμίες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αναβίωσε τις παλιές
αντιθέσεις κι ανέδειξε τα προβλήματα αλλά και τις ικανότητες προσαρμογής.
Η ελληνική κρίση λειτούργησε, όπως έχει
γίνει πολλές φορές στο παρελθόν, με τη χώρα μας να παίζει ιδιαίτερο ρόλο στη
μετεξέλιξη της Ε.Ε.
Ο Mark Mazower έχει αναλύσει με πολύ
εύστοχο τρόπο πώς εξελίξεις στην Ελλάδα έχουν γίνει προάγγελος ευρύτερων
εξελίξεων στην Ευρώπη (από την Επανάσταση του ’21 ώς την ανταλλαγή πληθυσμών
και τον εμφύλιο).
Αυτό συμβαίνει και τώρα. Αλλά αυτό
ξεκίνησε από το 2010 κι όχι το τελευταίο εξάμηνο. Η αρχιτεκτονική της ευρωζώνης
επανεξετάστηκε στη διάρκεια της κρίσης. Δημιουργήθηκαν θεσμοί που δεν υπήρχαν
και κάποιοι δεν είχαν πρόθεση να δημιουργήσουν (μηχανισμοί διάσωσης χωρών,
ΕFSF, ESM, τραπεζική ενοποίηση κ.λπ.).
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από το 2013
άρχισε να αμφισβητεί τη «γερμανική συνταγή» και προχωράει σε προγράμματα
«ποσοτικής χαλάρωσης».
Η συζήτηση που διεξάγεται διαρκώς από τη
δεκαετία του ’60 για τον χαρακτήρα του κοινού νομίσματος, με πολλά σημεία ίδια,
απέκτησε στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων νέα διάσταση.
Iσχυρές δυνάμεις (Σόιμπλε και κάποιες
χώρες του Βορρά) συνεχίζουν να ζητούν αλλαγή της μορφής της ευρωζώνης με
περισσότερο αυστηρούς κανόνες και αποκλεισμό από αυτήν των χωρών με λιγότερο
ανταγωνιστικές οικονομίες.
Ακόμη και στο εσωτερικό της Γερμανίας η
κυρίαρχη αντίληψη Μέρκελ-Σόιμπλε δέχεται σφοδρή κριτική.
«Η πεποίθηση ότι το ευρώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την επίτευξη της
οικονομικής “αναμόρφωσης” της Νότιας Ευρώπης θα αποδειχθεί μια επικίνδυνη πλάνη
- και όχι μόνο σ’ ό,τι αφορά την Ελλάδα. Οπως γνωρίζουν πολύ καλά οι Γάλλοι και
οι Ιταλοί, μια τέτοια άποψη θέτει σε κίνδυνο ολόκληρο το ευρωπαϊκό σχέδιο το
οποίο έχει χτιστεί πάνω στη διαφορετικότητα και την αλληλεγγύη», έγραψε πρόσφατα ο πρώην
υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Γιόσκα Φίσερ.
Για ευρωζώνη δύο ταχυτήτων γίνεται
συζήτηση και στη Γαλλία. Στη γαλλική ιδέα περί πρωτοπορίας περιλαμβάνονται οι
έξι ιδρυτικές χώρες της ευρωπαϊκής κοινής αγοράς (Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία,
Βέλγιο, Ιταλία, Λουξεμβούργο) και η Ισπανία.
Σε
αυτό το πολύπλοκο σκηνικό, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο αφελές είναι να λέει
κάποιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μιλάει εξ ονόματος των λαών της Ευρώπης ή πόσο ανιστόρητο
είναι να λέει ότι η συζήτηση για τον χαρακτήρα της Ευρώπης μπήκε στο τραπέζι το
τελευταίο εξάμηνο.
Ασφαλώς η Ελλάδα μπορεί και οφείλει να
συμβάλει στη διαμόρφωση των εξελίξεων. Εχοντας όμως συναίσθηση της Ιστορίας, με
σχέδιο, ρεαλισμό και τις κατάλληλες συμμαχίες κι όχι με κούφια συνθήματα προς
άγραν ψήφων.
*Δημοσιογράφος, εκπρόσωπος Τύπου του Ποταμιού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου