ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Αστικό τοπίο SOS

Δημοσιεύεται στην ΑΥΓΗ της 14.3.15
Η πρόσφατη περίπτωση  εγγραφής  σχημάτων τρεχαγυρευοπουλικού χαρακτήρα στους τοίχους του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, φέρνει για άλλη μια φορά στο προσκήνιο το ζήτημα της διαχείρισης του δημόσιου χώρου. Ανήκει ο δημόσιος χώρος  σε όλους μαζί,  με ό,τι αυτό συνεπάγεται -  όπως είναι η υπεροχή  της συμβατικής  αισθητικής -  ή είναι διαχειρίσιμος από τον καθένα ξεχωριστά; Νομίζω ότι ισχύει το πρώτο :  Που  όσο και για όποιους  είναι δυσάρεστο, δεν αποκλείει τη δυνατότητα  μάχης  για την έκφραση μειοψηφικών και πρωτοποριακών τάσεων.

Αν τώρα περάσουμε από τη δεοντολογία στη πραγματικότητα, διαπιστώνουμε τη σαφή κυριαρχία του ατομικού. Οι ΑΕΚτζήδες, οι αντιέτσι ή αντιαλλιώς συνθηματογράφοι  ή  η συμπαθής τάξις των ερωτευμένων ,  κρίνουν ότι έχουν να πουν κάτι τόσο σημαντικό ώστε να αξίζει ένα μικρό  «εικαστικό» πραξικόπημα. Από  κοντά έρχονται κι αυτοί που  θεωρούν εαυτούς εκτοπισμένους από τα  τηλεοπτικά μπλαμπλα  ώστε να βγάζουν εδώ και εκεί το άχτι τους. Τελευταία και ίσως σημαντικότερη κατηγορία : Είναι οι κυνηγοί της  υπόρρητης  φήμης, στα πλαίσια ενός συστήματος που εκτρέφει τη  μανιακή αναζήτηση  της ταυτοποιημένης  δράσης . Που παραγκωνίζει τη  σταθερή, έντιμη, ποιοτική και αγαπητική εργασία  στον τομέα της επικοινωνίας,  προς χάριν ενός αεριτζήδικου φαίνεσθαι.
 
Ο  Ηρόστρατος  έκαψε τον Αρχαίο Ναό της  Αρτέμιδος στην Έφεσο (356πΧ) για να μείνει διάσημος και  καταδικάστηκε   σε θάνατο ενώ παράλληλα (και άκρως σπαστικά …) η πόλη απαγόρευσε τη μνεία του ονόματός του, όμως αυτή  «διασώθηκε» από τον  συγγραφέα Θεόπομπο….Πριν λίγα χρόνια  ένας «πρωτοποριακός»  καλλιτέχνης εξέθεσε  εαυτόν    συνουσιαζόμενο με ένα καρπούζι, όμως ο υποφαινόμενος δε σκοπεύει να μιμηθεί τον Θεόπομπο….
Εν όψει, έργο του Δημήτρη Δαρζέντα

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης  αναφέρθηκε στο «θετικό μίσος του ωραίου» για να χαρακτηρίσει την αρνητική αισθητική της σοβιετικής νομενκλατούρας. Σήμερα το υπαρκτό «μίσος του ωραίου»  έχει κάποτε-κάποτε κι  ένα ελαφρυντικό,  όταν η αισθητική παραμόρφωση των αστικών επιφανειών αποτελεί   κόστος διακίνησης  ενός αντικαθεστωτικού πολιτικού μηνύματος.   Από την άλλη όμως πλευρά   το αστικό τοπίο  εκπέμπει SOS.

Αυτό το τοπίο, σ’αυτή τη πιο βανδαλισμένη πρωτεύουσα των Βαλκανίων,   εσαεί έγκλειστο  από το «μνημόνιο»  μεγαλοσυμφερόντων και  μιας μικρόνοης πολεοδομίας, έδρεψε πικρούς καρπούς   από  την  εποχή της απεμπόλησης του σχεδίου Κλεάνθη-Σάουμπερτ. Κύριο σύμπτωμα : Η ανύπαρκτη έως προβληματική ανοικτότητα του χώρου – που παρά λίγο να τραυματιστεί περισσότερο με την  πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου . Που θα επέβαλε  αναπλάσεις επιφανειών  με στόχο τη δημιουργία βάθους  και  φαντασιογόνων όψεων :   «Tεχνητών οριζόντων», θα λέγαμε με αεροπορικούς όρους.
Αν αυτό αναγνωριστεί σαν ανάγκη αναντίρρητη και ανεπίδεκτη οποιασδήποτε σνομπαρίας, τότε ιδού πεδίο δόξης λαμπρό : Κάθε υπαρκτή ή κατά φαντασίαν πρωτοπορία,  να  συνδράμει κι όχι να αντιπαλέψει την κοινωνία.