ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

ΤΟ ΔΝΤ ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΕΙ




Της  Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη 


Σημειώνει η κ. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη: 


Η διαμάχη μεταξύ του ΔΝΤ και της ΕΕ, ως προς την πολιτική που θα πρέπει να ακολουθηθεί για την αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους διαρκεί, ήδη, περισσότερο από χρόνο. Ωστόσο, φαίνεται ότι μετά την κρίσιμη  συνάντηση, στην Ουάσινγκτον, το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους, στην οποία  ο Γιόργκ  Ασμούσσεν, εκπρόσωπος της Γερμανίας στην ΕΚΤ έβαλε βέτο στην πρόταση του ΔΝΤ για κούρεμα του ελληνικού χρέους, το ΔΝΤ έκρινε ότι δεν έχει άλλη επιλογή  εκτός της  απόσυρσης.

Κι ακόμη :
«…… δεν υπάρχουν παρά μόνο δύο εναλλαγές. Είτε η ολοκλήρωση της καταστροφής, στην τροχιά της οποίας βρισκόμαστε τα τέσσερα τελευταία χρόνια, είτε το πράγματι πολύ επικίνδυνο πήδημα από το κινούμενο τρένο της συμφοράς-  ας φανταστούμε ότι μας πηγαίνει σε στρατόπεδο εξαφάνισης του τύπου του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου- σε μια υπεράνθρωπη προσπάθεια  να σταθούμε στα πόδια μας. Μπορεί να μπορέσουμε, αλλά μπορεί και όχι. Αν, ωστόσο, δεν το επιχειρήσουμε, ο χαμός μας είναι βέβαιος».

ΟΛΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΔΕΛΙΒΑΝΗ

                                    

Όλα δείχνουν ότι το ΔΝΤ προετοιμάζει την έξοδό του από την τρόικα που διαφεντεύει τις τύχες της Ελλάδας τα τέσσερα τελευταία χρόνια, καθώς δεν συμμερίζεται τις διάφορες success stories. Οι λόγοι της επικείμενης αποχώρησής του, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, έχουν ως αφετηρία τις τύψεις του, επειδή εκτίμησε τόσο τραγικά εσφαλμένα την έκταση της ύφεσης που θα προκαλούσε το πρόγραμμά του στην Ελλάδα. Είναι λογικό να υποτεθεί ότι μετά τη σαφή ομολογία αυτού του λάθους του, στις αρχές του τρέχοντος  έτους, το ΔΝΤ  ανέμενε  κάποιες φυσιολογικές  αντιδράσεις, από την ΕΕ, αλλά και από τους Έλληνες αρμόδιους. Αντιδράσεις που θα αναθεωρούσαν εκ βάθρων αυτήν την εσφαλμένη και με εγκληματικές συνέπειες μακροοικονομική πολιτική. Αντί αυτών, ωστόσο, η μεν ΕΕ δια στόματος του κ. Σόιμπλε διέταξε, και μάλιστα με τρόπο που έδειχνε ότι είχε χάσει  την υπομονή του, τους  έλληνες  ιθαγενείς να συνεχίσουν στο μαγγανοπήγαδο των μεταρρυθμίσεων, οι δε Έλληνες κυβερνητικοί δήλωσαν, όσο περισσότερο αθώα γινόταν, ότι δεν «διαπίστωσαν κανένα απολύτως λάθος στο πρόγραμμα του ΔΝΤ» -αφήνοντας μάλιστα να εννοηθεί ότι αυτή η περί λάθους δήλωση του ΔΝΤ ήταν το λάθος!

Δυστυχώς, ούτε οι μύθοι  για τα success stories, αλλά ούτε και η εξαγγελία του περιβόητου πρωτογενούς πλεονάσματος κατόρθωσαν να αποκρύψουν τη δραματική αλήθεια γύρω από το ελληνικό χρέος. Δηλαδή, ότι ενώ το χρέος  το 2009, με 120% ως ποσοστό στο ΑΕΠ  μπορούσε να θεωρηθεί βιώσιμο, το 2020, ύστερα δηλαδή  από 11 ολόκληρα χρόνια, μέσα στα οποία η Ελλάδα υπέστη ολική καταστροφή, το χρέος ως ποσοστό στο ΑΕΠ εκτιμήθηκε  εντελώς πρόσφατα από τον ΟΟΣΑ  ότι θα ανέρχεται σε 157%.

 Όπως είναι γνωστό το καταστατικό του ΔΝΤ δεν του επιτρέπει την εμπλοκή σε χώρα με μη βιώσιμο χρέος. Γι αυτό, προσπαθώντας επιπλέον να διασκεδάσει την κακή του απόφαση να δεχθεί δηλαδή συμμετοχή στην τρόικα, παρότι από την αρχή το ελληνικό χρέος ήταν σαφώς μη βιώσιμο, το ΔΝΤ προσπάθησε να διορθώσει εκ των υστέρων τα πράγματα. Πρότεινε, έτσι, το ΔΝΤ  λύση μακροχρόνια,  που να μην επιβαρύνει όπως μέχρι τώρα τους φορολογούμενους και τους εργαζόμενους. Η πρόταση του ΔΝΤ ήταν η συμμετοχή των κατόχων ομολόγων στις ζημίες οικονομίας που καταρρέει.  Η πρόταση, όμως, αυτή- όπως ίσως θα έπρεπε να αναμένεται- συνάντησε σθεναρή αντίδραση, καταρχήν φυσικά από τις τράπεζες, που δεν ήθελαν να ακούσουν τίποτε σχετικά, αλλά όχι μόνο. Γιατί, εναντίον μιας τέτοιας λύσης ήταν και η ΕΕ, αλλά και οι ΗΠΑ, παρότι το ΔΝΤ είναι κατά κύριο λόγο αμερικανική υπόθεση. Η επίσημη εξήγηση αυτής της αρνητικής στάσης   ήταν η ακόμη ασταθής ισορροπία των διεθνών αγορών που κινδύνευε να διαταραχθεί  εξαιτίας  τόσο ρηξικέλευθων  λύσεων.

Η διαμάχη μεταξύ του ΔΝΤ και της ΕΕ, ως προς την πολιτική που θα πρέπει να ακολουθηθεί για την αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους διαρκεί, ήδη, περισσότερο από χρόνο. Ωστόσο, φαίνεται ότι μετά την κρίσιμη  συνάντηση, στην Ουάσινγκτον, το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους, στην οποία  ο Γιόργκ  Ασμούσσεν, εκπρόσωπος της Γερμανίας στην ΕΚΤ έβαλε βέτο στην πρόταση του ΔΝΤ για κούρεμα του ελληνικού χρέους, το ΔΝΤ έκρινε ότι δεν έχει άλλη επιλογή  εκτός της  απόσυρσης.

Είναι, νομίζω, καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι ένα δεύτερο κούρεμα του ελληνικού χρέους-έστω και αν το πρώτο κατέληξε σε πραγματική ελληνική τραγωδία- επιβάλλεται εκ των πραγμάτων να αποκλειστεί και, συνεπώς,  να μην εξακολουθήσει να χρησιμοποιείται από πολιτικά κόμματα ως εναλλακτική λύση για την έξοδο από την κρίση.

Αντιθέτως, όλες μα όλες ανεξαιρέτως οι ενδείξεις υπογραμμίζουν ήδη την αδιέξοδη ελληνική κατάσταση:
*Η κυρία Μέρκελ δεν είχε, πράγματι, λόγο να είναι αγενής στην τελευταία συνάντησή της με τον κ. Σαμαρά, ο οποίος πήγε να της ζητήσει βοήθεια. Ωστόσο, τίποτε μα τίποτε δεν του υποσχέθηκε, εκτός από το να  του εκφράσει την ευαρέσκειά της για την ελληνική πρόοδο!  Θέλω να πιστεύω ότι ουδείς έχει αντίρρηση ότι αυτή η….πρόοδος  εξισώνεται με την προοδευτική εξαθλίωση των Ελλήνων. Η στάση  αυτή της κυρίας Μέρκελ, που ακολουθείται άλλωστε  με απόλυτη συνέπεια όχι μόνο από την ίδια, αλλά και από το σύνολο των αξιωματούχων της Ευρωζώνης, εκφράζει απλώς τη γερμανική αντίληψη ότι το κούρεμα είναι λύση μόνο και αποκλειστικά για μια φορά.
*Έστω κι αν υποθέσουμε ότι η Γερμανία θα ήθελε να δώσει λύση στο ελληνικό δράμα, η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει λύση ανώδυνη. Πράγματι, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, οι κυβερνήσεις της  Ευρωζώνης  κατέχουν ομόλογα αξίας 6.5Ε τρισεκατομμυρίων, και μια απόφαση να θιγούν αυτά θα κινδύνευε με  κατάρρευση του συστήματος. Εξ ου και η γενικότερη αμηχανία των εταίρων μας, οι  ασαφείς και απροσδιόριστου περιεχομένου  υποσχέσεις τους ότι θα μας βοηθήσουν χωρίς ωστόσο να συγκεκριμενοποιούν το πώς, οι αόριστες δηλώσεις περί ελάφρυνσης του χρέους κ.ά
*Με βάση αυτήν τη ζοφερή πραγματικότητα, που καλόν θα ήταν να την ατενίζουμε   εφεξής κατάματα, η τρόικα ήρθε στην Αθήνα, αρνήθηκε να δώσει τα συγχαρητήρια που η Κυβέρνηση  ανέμενε με ανυπόκριτη ανυπομονησία- είναι ανάγκη να προσθέσω και το αφελώς;- για το δήθεν κατόρθωμα του αναιμικού πρωτογενούς πλεονάσματος που δεν οδηγεί πουθενά, και αντιθέτως ζήτησε στη συνέχεια και κατά  κυριολεξία την κόρη των οφθαλμών μας. Γιατί; Μα…απλώς γιατί δεν βλέπουν λύση στον ορίζοντα, αναζητούν έξοδο ασφαλείας, δεν ξέρουν πώς να μας το πουν.


Και, όμως, η προσκόλληση στις υπουργικές πολυθρόνες και ακόμη η αναμονή της εξασφάλισής τους επιτρέπει αρμόδιους εν ενεργεία, αλλά και υπό εκκόλαψη, να αναφέρονται σε ευφάνταστες λύσεις, που δήθεν θα μας σώσουν, όπως είναι συλλήβδην όλες αυτές που αναμένουν κούρεμα, ύστερα από αναδιαπραγμάτευση  του χρέους, αποκλείοντας έτσι αυτές ή, ορθότερα, αυτήν που ακόμη υπάρχει και που εμπεριέχει κάποιες ελπίδες εξόδου από τον Άδη. Μακάρι, να ήταν εφικτή η αναδιαπραγμάτευση που να κατέληγε σε ένα δεύτερο, και τη φορά  αυτή θετικών συνεπειών για την ελληνική οικονομία, κούρεμα. Όμως, αυτή η λύση, αυτή τη στιγμή αποκλείεται. Και, ακόμη, αυτή η υποτιθέμενη  λύση δεν εξαρτάται, δυστυχώς, από μας και από δικές μας προσπάθειες.

Τι μας μένει; Να ενωθούμε όλοι οι Έλληνες, τα 10 περίπου εκατομμύρια, κάτω από τη σημαία των Ελλήνων και όχι των…..-ούτε ξέρω πόσα είναι, καθώς δημιουργείται τουλάχιστον ένα νέο σε καθημερινή βάση- πολιτικών κομμάτων.  Και η λύση, όπως και η καταστροφή χωρίς αυτήν τη λύση, μας αφορά όλους. Χωρίς φόβο και πάθος, αν είναι δυνατόν χωρίς προσπάθεια κατάληψης πολυθρόνων, να δούμε που βρισκόμαστε, πού οδεύουμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα, και πως μπορούμε να αποτρέψουμε  την καταστροφή.

Και τότε, όταν οι μύθοι, οι φαντασίες, οι αβάσιμες ελπίδες, οιsuccess stories , τότε θα  συνειδητοποιήσουμε, επιτέλους, ότι δεν υπάρχουν παρά μόνο δύο εναλλαγές. Είτε η ολοκλήρωση της καταστροφής, στην τροχιά της οποίας βρισκόμαστε τα τέσσερα τελευταία χρόνια, είτε το πράγματι πολύ επικίνδυνο πήδημα από το κινούμενο τρένο της συμφοράς-  ας φανταστούμε ότι μας πηγαίνει σε στρατόπεδο εξαφάνισης του τύπου του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου- σε μια υπεράνθρωπη προσπάθεια  να σταθούμε στα πόδια μας. Μπορεί να μπορέσουμε, αλλά μπορεί και όχι. Αν, ωστόσο, δεν το επιχειρήσουμε, ο χαμός μας είναι βέβαιος.