Με πρωτοβουλία
πολλών και καταξιωμένων μελών του International Hellenic Association (ΙΗΑ), ενός μη
κερδοσκοπικού οργανισμού εθελοντών που υποστηρίζει τα συμφέροντα του Ελληνισμού
με έδρα το Delaware των ΗΠΑ,
απεστάλη Ανοιχτή Επιστολή προς τον Έλληνα πρωθυπουργό σχετικά με τις δηλώσεις
του στις 13 Ιουλίου 2023 για τις επικείμενες πολιτικές συζητήσεις με την
Τουρκία. Μέχρι την ημέρα της αποστολής της (27/7/2023), η επιστολή είχε
υπογραφεί από Έλληνες πατριώτες χωρίς κομματικούς χρωματισμούς τόσο από την
Ελλάδα όσο και από την παγκόσμια Διασπορά. Η συλλογή υπογραφών συνεχίζεται και
μετά την αποστολή της ανοιχτής επιστολής, με την αποστολή e-mail στην διεύθυνση ihahellas@gmail.com (με τις ενδείξεις
ΠΡΟΣΥΠΟΓΡΑΦΩ ΤΗΝ ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ, ΕΠΩΝΥΜΟ, ΟΝΟΜΑ, ΙΔΙΟΤΗΤΑ, ΧΩΡΑ), από όποιον
θα ήθελε να την προσυπογράψει. Το πλήρες κείμενο της επιστολής, με τις
υπογραφές που την συνοδεύουν, έχει ως εξής:
Αξιότιμε κύριε Πρωθυπουργέ,
Στην συνέντευξη που παραχωρήσατε σε τηλεοπτικό
σταθμό στις 13 τρέχοντος και απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με τις
σχέσεις Ελλάδος-Τουρκίας, αναφέρατε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Oποιαδήποτε
συμφωνία αυτού του τύπου, μπορεί ενδεχομένως, ναι, να συνεπάγεται κάποιες υποχωρήσεις
από κάποιες θέσεις, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν την αφετηρία μιας
διαπραγμάτευσης.»
Θα θέλαμε να παρατηρήσουμε τα εξής αναφορικά με τις
δηλώσεις σας, αλλά και ως προς την σκοπιμότητα έναρξης διαπραγματεύσεων υπό τις
παρούσες τουρκικές θέσεις:
1. Θεωρούμε πως
αποστέλλεται λάθος μήνυμα προς την Τουρκία όταν κατά την έναρξη των
διαπραγματεύσεων για τον σκληρό πυρήνα των εθνικών ζητημάτων, επικρέμεται
η απειλή του casus belli στην περίπτωση επέκτασης των χωρικών μας υδάτων, ακόμη
και νοτίως της Κρήτης, στα όρια που η Σύμβαση του
Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας του ΟΗΕ προβλέπει ως αναφαίρετο δικαίωμα
μονομερούς ενέργειας της Ελλάδας. Εκτός του ότι επίσημος διάλογος υπό την
απειλή πολέμου είναι κάτι το άκρως αντιδεοντολογικό και θίγει την αξιοπρέπεια
της χώρας μας, η παραπάνω απειλή επηρεάζει επίσης αρνητικά την διαπραγματευτική
μας θέση ως προς την μόνη αποδεκτή διαφορά με την γείτονα που είναι η
οριοθέτηση της ΑΟΖ.
2. Πώς μπορεί να υπάρχουν
υποχωρήσεις εκ μέρους μας την στιγμήν που η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτα από την
Τουρκία. Συνεπώς, όποια υποχώρηση από πλευράς μας σημαίνει παραχώρηση
κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, πράγμα που είναι αδιανόητο για οποιανδήποτε
Ελληνίδα η Έλληνα. Η ανωτέρω δήλωσή σας θα έχει νόημα μόνο εάν διεκδικήσουμε
κάτι από την Τουρκία, όπως —μεταξύ άλλων— την άμεση αποχώρηση των
τουρκικών στρατευμάτων κατοχής από την Κυπριακή Δημοκρατία, την εφαρμογή
των προβλεπόμενων από την Συνθήκη της Λωζάνης για τον Ελληνικό πληθυσμό των
Νήσων Ίμβρου και Τενέδου, την άρση του casus belli σε περίπτωση
άσκησης διεθνώς κατοχυρωμένων ελληνικών δικαιωμάτων, την αναγνώριση νομικής
προσωπικότητας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως —έναν θρησκευτικό
θεσμό 17 αιώνων— ώστε αυτό να απολαμβάνει δικαιώματα ιδιοκτησίας,
διοίκησης και διαχείρισης της περιουσίας του, την άνευ όρων επαναλειτουργία της
Θεολογικής Σχολής της Χάλκης με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που λειτουργούσε μέχρι
το έτος 1971, τον πλήρη σεβασμό των θρησκευτικών μνημείων παγκόσμιας
πολιτιστικής κληρονομιάς με κορυφαίο παράδειγμα εκείνο της μετατροπής του Ιερού
Ναού της Αγίας του Θεού Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως σε τέμενος, και την
αποκατάσταση όλων των βιαίως παραβιασθέντων δικαιωμάτων των εκατοντάδων
μειονοτικών ιδρυμάτων της Τουρκίας.
3. Στα νησιά μας δεν
μπορεί να γίνει καμμιά υποχώρηση. Η αποστρατικοποίηση της Λήμνου και της
Σαμοθράκης καταργήθηκε με την Σύμβαση του Μοντρέ το 1936. Το δικαίωμα της
Ελλάδος να εξοπλίσει την Λήμνο και την Σαμοθράκη αναγνωρίστηκε από την
Τουρκία σύμφωνα με την επιστολή που απηύθυνε στις 6 Μαρτίου 1937 ο
Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα. Ως προς την Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία, η Συνθήκη
της Λωζάνης δεν προβλέπει καθεστώς αποστρατικοποίησης·
συγκεκριμένα, το άρθρο 13 αναφέρει «Αι ειρημέναι νήσοι δέν θα χρησιμοποιηθώσιν
εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέγερσιν οχυρωματικού τινός έργου. Θα
απαγορευθεί εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοΐαν να υπερίπταται του
εδάφους της ακτής της Ανατολίας. Αντιστοίχως, η Οθωμανική κυβέρνησις θα απαγορεύση
εις την στρατιωτικήν αεροπλοΐαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων.»
Για τα Δωδεκάνησα, η συνθήκη των Παρισίων του 1947 προβλέπει αποστρατικοποίηση,
αλλά η Τουρκία δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος. Σύμφωνα με το άρθρο 34 της
Συνθήκης της Βιέννης περί Συνθηκών, «μια συνθήκη δεν δημιουργεί
υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες εκτός των συμβαλλομένων.» Τέλος,
είναι αντιληπτό σε κάθε νοήμονα άνθρωπο —και όχι μόνο στους Έλληνες— πως όταν
τα νησιά του Αιγαίου απειλούνται ανοικτά και χωρίς προσχήματα από την Τουρκία,
η απαίτηση της Τουρκίας να αποστρατικοποιηθούν μόνο μειδίαμα μπορεί να
προκαλέσει.
4. Η επέκταση των
χωρικών υδάτων λ.χ. στα 10 ναυτικά μίλια αντί στα 12
που προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, θα αποτελούσε παραχώρηση της δυνατότητας
επέκτασης της ελληνικής κυριαρχίας και θα πρέπει να αποφευχθεί.
5. Η Ελλάδα
οφείλει να ανακηρύξει τη συνολική ΑΟΖ της με βάση τη μέση γραμμή, όπως έγινε
στο Ιόνιο και νοτίως της Κρήτης με τον νόμο Μανιάτη το 2011. Σε περίπτωση που η Ελληνική κυβέρνηση προσφύγει σε Διεθνές
Δικαστήριο πριν γίνει αυτό —το Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου είναι αρμόδιο
για το Δίκαιο της Θάλασσας, και όχι της Χάγης— θα πρέπει τουλάχιστον η προσφυγή
να γίνει αποκλειστικά και μόνο για την οριοθέτηση της ΑΟΖ (το Συνυποσχετικό δεν
πρέπει να αφορά τίποτε άλλο) και μόνον αφού προηγουμένως έχει
γίνει το κλείσιμο των κόλπων, η χάραξη ευθειών γραμμών βάσης και η επέκταση των
ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια· ακούστε εκείνους τους
ειδικούς που έχουν χαρακτηρίσει οτιδήποτε λιγότερο ως μεγάλο και μη αναστρέψιμο
λάθος.
6. Κατανοούμε ότι όταν
ομιλεί ο Πρωθυπουργός της χώρας, αυτό που λέει έχει πολλούς αποδέκτες, και
απαιτείται προσπάθεια να κρατηθούν όλες οι λεπτές ισορροπίες για το συμφέρον
της Ελλάδος. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να επισημάνουμε ότι οι δηλώσεις σας
πρωτίστως επηρεάζουν το ηθικό και το φρόνημα του Ελληνικού λαού, καθώς και την
εμπιστοσύνη του προς την κυβέρνηση.
7. Ορθώς προσπαθούμε
να δημιουργήσουμε διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία, είναι όμως αφελές να
πιστεύουμε ότι μετά από κάποια ή κάποιες υποχωρήσεις, η Τουρκία θα ικανοποιηθεί
και θα ζήσουμε όλοι ειρηνικά. Ό,τι και να δώσουμε στην Τουρκία, θα το πάρει,
και μετά από λίγο χρόνο θα ζητά περισσότερα, διότι από την διαχρονική πολιτική
της συμπεριφορά διαφαίνεται ότι η Τουρκία κινείται με βάση ένα μακροχρόνιο
σχέδιο, το οποίο αποβλέπει στην σταδιακή δορυφοριοποίηση της χώρας μας, και με
μία ευρύτερη ανάγνωση, στην πλήρη αναθεώρηση των αποτελεσμάτων των
απελευθερωτικών αγώνων της Ελλάδας από την επανάσταση του ’21 και μετέπειτα
ενάντια στην γείτονα. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μία ισχυρή αμυντικά Ελλάδα
—στηριζόμενη κατά βάσει στην εθνική αμυντική της βιομηχανία— καθώς και πολλούς
συμμάχους μέσω διπλωματίας, ώστε να ανεβάσουμε το κόστος οποιασδήποτε
προσπάθειας για αρπαγή ενός τμήματος της Ελλάδας ή της Κύπρου. Στο σημείο αυτό
είναι σημαντικό να τονίσουμε πως είναι τραγικό λάθος της Ελλάδας να
αντιμετωπίζει την Κύπρο ως έναν πονοκέφαλο αντί ως ένα γεωπολιτικό θέμα που την
αφορά άμεσα, καθώς ο Ελληνισμός είναι ενιαίο σύνολο συμπεριλαμβάνοντας και τις
δύο κρατικές οντότητες σε Ελλάδα και Κύπρο. Πέραν τούτου, η Ελλάδα, ως
εγγυήτρια χώρα της Κυπριακής Δημοκρατίας βάσει των Συνθηκών της Ζυρίχης και του
Λονδίνου, έχει και νομική υποχρέωση να παίζει κεντρικό ρόλο στην υποστήριξη της
Κύπρου, αντί να ελπίζει πως αν η Τουρκία πάρει αυτό που θέλει στην Κύπρο, θα
αφήσει την Ελλάδα ήσυχη. Συνεπώς, η απαίτηση για απόσυρση των Τουρκικών
στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής, όπως και η επαναθέσπιση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος
με την Κύπρο, πρέπει να θεωρούνται προαπαιτούμενα για έναν ισότιμο διάλογο με
την Τουρκία. Δεν θέλουμε πόλεμο με την Τουρκία —βεβαίως χωρίς αυτό να σημαίνει
ότι θα δεχθούμε συρρίκνωση της Ελλάδας για να αποφύγουμε τον πόλεμο!— θέλουμε
συνεργασία με κίνητρα την περιφερειακή σταθερότητα, την οικονομική ανάπτυξη και
την ευημερία των λαών μας, πάντα όμως με την προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα
συμμορφωθεί και θα επιδιώκει το ίδιο.
Αξιότιμε
κύριε Πρωθυπουργέ, η προσφορά γης και ύδατος σε Μεγάλες Δυνάμεις με αντάλλαγμα
«βρείτε τα», δεν σημαίνει ότι εμείς οφείλουμε να σπεύσουμε «να τα βρούμε».
Καμία από τις χώρες που θεωρούνται —και είναι— Μεγάλες Δυνάμεις δεν μπορεί να
σας κατηγορήσει όταν υπερασπίζετε τα δίκαια συμφέροντα της χώρας σας, όπως
ακριβώς αναμένεται από την κυβέρνηση της κάθε χώρας. Αντίθετα, οι συνεχείς
υποχωρήσεις είναι ισοδύναμες με έλλειψη αυτοσεβασμού· και κανείς δεν σέβεται
όποιον (και όποια χώρα) δεν σέβεται τον εαυτό του.
Οι