του Γιάννη Δουλφή
Η σημερινή
συγκυρία στο κοινωνικό επίπεδο χαρακτηρίζεται από ένα κατακερματισμένο
κοινωνικό σώμα που πλήττεται ποικιλοτρόπως και εξατομικεύεται σε λύσεις
επιβίωσης ακόμη και στο όριο, μετά την αποδοχή της ΤΙΝΑ**. Ο κατακερματισμός
αυτός έρχεται και ως αποτέλεσμα κοινωνικών διαχωρισμών που
προϋπήρχαν και εντάθηκαν με την απογοήτευση που επήλθε με το φιάσκο του
φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ.
Η κατάσταση
στην οικονομία είναι αυτή της γενικής παρακμής, με την εξαίρεση
ορισμένων διεθνοποιημένων τμημάτων του μεγάλου κεφαλαίου και των νέων
παρασιτικών λειτουργιών που σχετίζονται με τη φάση του καπιταλισμού της
λεηλασίας και της καταστροφής που επικρατεί.
Στο πολιτικό
επίπεδο επικρατεί απόλυτη σήψη, η οποία έχει χωρίσει πλήρως όλο το
παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό - με τον ολοσχερή εκμαυλισμό του - από την
κοινωνία και έχει περιέλθει σε πλήρη ανυποληψία, όπως και κάθε άλλο πολιτικό
σχέδιο. Η κατάσταση αυτή συμπαρασύρει δυστυχώς και όλες τις υπαρκτές
αντιπολιτευόμενες ακόμη και «αντισυστημικές» δυνάμεις στις ακολουθούμενες
πρακτικές τους, αλλά δυσχεραίνει και την απήχηση στο κοινωνικό σώμα ακόμη και
ρηξικέλευθων προσπαθειών.
Γενικά
οδεύουμε προς ένα αφανισμό ως «χώρα» και ως «λαός» σε εκείνο που κάποιος
ονόμασε κάποτε finisgraciae.
Και βέβαια όχι με ένα μεταφυσικό τρόπο,
αλλά με την απώλεια όλων εκείνων των
υλικών στοιχείων που επιτρέπουν την αναπαραγωγή της ζωής σε ένα συγκεκριμένο
χώρο, του εδάφους και της στέγης, των συνθηκών ζωής και των ελάχιστων «κοινών»,
της δυνατότητας συλλογικής υπόστασης ως κοινωνίας, σε μια διαδικασία μαρασμού
και σταδιακού αποδεκατισμού. Όπως θα έλεγε και ο ποιητής όχι με ένα κρότο, αλλά
με ένα λυγμό.
Η εργατική
τάξη με την έννοια του Μαρξ και των κλασικών του μαρξισμού δεν υπάρχει σήμερα.
Οι κοινωνικο-οικονομικές μεταβολές των τελευταίων χρόνων έχουν μεταβάλει την
κοινωνική της υπόσταση και την ενιαία από άποψη ταξικής θέσης και
μακροπροθέσμου συμφέροντος σύστασης, και παγκοσμίως και στη χώρα μας.
Ιδιαίτερα στη
χώρα μας, που το ειδικό της βάρος ήταν ήδη περιορισμένο, έχουν επέλθει ειδικά
στα μνημονιακά χρόνια οι εξής μεταβολές:
Παραγωγική
αποδιάρθρωση, υπερβολική ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών, συγκεντροποίηση του
κεφαλαίου σε επιμέρους τομείς, αλλά και συρρίκνωση και κατακερματισμός των
επιχειρήσεων στους περισσότερους, μετανάστευση προς τη χώρα και μετανάστευση
από τη χώρα, διαιρέσεις που έχει επιφέρει η μνημονιακή λαίλαπα του σημερινού υπαρκτού
καπιταλισμού, τεράστια ανεργία κλπ. Δεν είναι δυνατή η ανάπτυξη γενικευμένων
συνδικαλιστικών αγώνων που θα μπορούσαν να πολιτικοποιηθούν, διότι τα διάφορα
τμήματα των εργαζομένων δεν αναγνωρίζουν την κοινότητα των συμφερόντων τους.
Αυτό αποτελεί και μια επιτυχία του καθεστώτος, που παρά τη βίαιη επίθεση που
έχει και εξακολουθεί να διεξάγει, το πραγματοποιεί με ανισόμετρους όρους,
καθησυχάζοντας, εκφοβίζοντας, επιβάλλοντας νέες διακρίσεις. Π.χ. οι μισθωτοί
του δημόσιου τομέα, παρά τις τεράστιες εισοδηματικές τους απώλειες,
εξακολουθούν να κατέχουν μια σχετικά ασφαλή εργασία σε ένα περιβάλλον διαρκώς
αυξανόμενης ανεργίας. Τυχόν επιμέρους διεκδικήσεις τους δεν τυγχάνουν ευρύτερης
στήριξης από τους άλλους εργαζομένους, αλλά το αντίθετο δημιουργούν φθόνο. Οι
μισθωτοί εργαζόμενοι στις μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα απολαμβάνουν
ένα σχετικά υψηλότερο εισοδηματικό επίπεδο και θεωρούν ότι το ευρωενωσιακό
πλαίσιο εξασφαλίζει τη διατήρηση της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων τους.
Οι διάσπαρτοι εργαζόμενοι στις μικρές επιχειρήσεις σε όλους τους τομείς με
επισφαλείς σχέσεις εργασίας είναι πλήρως υποταγμένοι και ανίκανοι να
αντιδράσουν ή να σκεφθούν συλλογικά. Τέλος ένα σημαντικό τμήμα αποτελούν οι
μετανάστες, οι οποίοι εργάζονται σε συνθήκες «γαλέρας», αλλά αποδέχονται το
ρόλο τους, λόγω των παρόμοιων ή χειρότερων συνθηκών στις χώρες προέλευσής τους
και στη νομισματική σε ευρώ αμοιβή
τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πέραν
της φιλολογίας της «προδοσίας» και των υπερπολιτικοποιημένων αναλύσεων της
«μετάλλαξής» του στηρίχθηκε στην παρούσα «μνημονική του φάση» σε μια κοινωνική
συμμαχία μεταξύ του πιο προνομιούχου ευρωπαϊστικού τμήματος των μικροαστικών
στρωμάτων που έχουν και την ηγεμονία, και των πληβειοποιημένων φοβισμένων
στρωμάτων που αναζητούν απλά την επιβίωση. Δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται η
κοινωνική βάση της στήριξής του, ώστε να έχει αποτέλεσμα και η τυχόν διάρρηξή
της και οι προϋποθέσεις αυτής.
Κατά την άποψή
μου αυτό έρχεται να επιβεβαιώσει μια ανάγνωση του αποτελέσματος του
δημοψηφίσματος, που σε αντιπαράθεση με τους πανηγυρισμούς ενός ανένδοτου ΟΧΙ,
θεωρεί ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό μια ακόμη, ίσως η τελευταία, πράξη αδύναμης
αντίστασης με ανάθεση στο έωλο σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ και την υποταγή του ενός σκέλους
της παραπάνω «συμμαχίας» στην κυριαρχία του ευρωπαϊστικού
μικροαστισμού.
Το κοινωνικό
σώμα που μπορεί να συγκροτηθεί σε πολιτικό υποκείμενο ανατροπής του καθεστώτος,
πρέπει να είναι τόσο τα διάφορα διασπαρμένα τμήματα των εργαζομένων και των
ανέργων, όσο και των κατεστραμμένων μικροαστικών στρωμάτων σε μια ισότιμη βάση.
Η αναζήτηση ηγεμονίας της εργατικής τάξης (ανύπαρκτης με την έννοια που τίθεται
από τις δυνάμεις της υπαρκτής αριστεράς) δεν είναι εφικτή. Το ζητούμενο είναι η
αποφυγή τηςηγεμονίας των μικροαστικών αντιλήψεων. Κάποτε ο
Ανδρέας Παπανδρέου είχε εκφράσει σε άλλες, εντελώς διαφορετικές συνθήκες, ένα
τέτοιο πλαίσιο κοινωνικής συμμαχίας, εύστοχα ως «μη προνομιούχοι» έλληνες, με
τη διαφορά ότι εν τέλει επικράτησε σ’ αυτή η ηγεμονία του μικροαστισμού και
ανεξάρτητα αν λοιδωρήθηκε από τις τότε πολιτικές δυνάμεις της «αριστεράς»
(«ανανεωτικής») που εφαρμόζει σήμερα μια τερατώδη παραλλαγή του με ακραία
νεοφιλελεύθερη ηγεμονία.
Το πρόταγμα
που πρέπει να υιοθετηθεί είναι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας με
σαφές αντιιμπεριαλιστικό και κοινωνικό πρόσημο που
θα οριοθετεί και τους δυναμένους κοινωνικά να περιλαμβάνονται στην κοινωνική
αυτή συμμαχία, χωρίς διακριτές εξ ορισμού ταξικές ομαδοποιήσεις. Η μεγαλοαστική
τάξη, η οποία έχει απεμπολήσει το εθνικό έδαφος και την αυτόνομη κρατική
κυριαρχία, με την πανηγυρική κήρυξη της πάλαι ποτέ Ελλάδας σε προτεκτοράτο των
ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, και τα στρώματα που εξαρτώνται με διάφορους τρόπους
από το ευρωενωσιακό πλαίσιο δεν μπορούν να συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτή. Αυτό θα
εκφραστεί με το μεταβατικό πρόγραμμα του πολιτικού υποκειμένου, η συγκρότηση
του οποίου πρέπει να είναι δημοκρατική και να αποκλείει ηγεμονισμούς και
γραφειοκρατικοποίηση. Το μεταβατικό αυτό πρόγραμμα έχει διατυπωθεί τα τελευταία
χρόνια σε αδρές γραμμές από πολλούς φορείς και πρόσωπα και δεν χρειάζεται να
ανακαλύψουμε την πυρίτιδα. Η εξειδίκευσή του σε κυβερνητικό πρόγραμμα είναι
ζήτημα που θα προκύψει εφόσον συγκεντρωθεί η κρίσιμη κοινωνική μάζα που θα το
υιοθετήσει και θα το
στηρίξει.
Το στοίχημα
μιας νέας πολιτικής κίνησης είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων ριζικής
ανατροπής του υφισταμένου καθεστώτος σε μια κατεύθυνση κοινωνικής και
πολιτιστικής αναγέννησης με οικονομική αυτοδυναμία προς όφελος όλου του λαού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου