Από το Γράμμα Σύνταξης του νέου Μανδραγόρα που κυκλοφορεί από μεθαύριο Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017
του Κώστα Κρεμμύδα
«Σήμερα λέγεται ότι η αριστερά πρέπει να είναι η αιχμή του δόρατος του εκσυγχρονισμού, δηλαδή της προσαρμογής, γιατί εκσυγχρονισμός είναι η προσαρμογή στην υφιστάμενη κατάσταση. Καθώς όμως η υφιστάμενη κατάσταση χαρακτηρίζεται από την ανατροπή του οικονομικού μοντέλου με την απορύθμιση της εργασίας, ο ρόλος της αριστεράς θα συνίστατο στο να είναι η αιχμή του δόρατος στη διαδικασία αυτής της απορρύθμισης και ταυτοχρόνως να ασκεί έναν ο ι ο ν ε ί φιλανθρωπικό ρόλο ούτως ώστε οι απόκληροι να έχουν έναν ει δυνατόν ορθολογικότερο διαχειριστή της ατυχίας τους. Συνοψίζω βάναυσα αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη αντίληψη στην εκσυγχρονιστική αριστερά.»
Σπύρος Ασδραχάς, 10.9.2000
Ίσως οι περισσότερες απώλειες –παραλείπω τον αυτονόητο προσδιορισμό επώδυνες γιατί καμιά απώλεια δεν είναι ανώδυνη– συντελούνται την περίοδο του χειμώνα. Μπορεί και να ταυτίζονται με την κάθοδο της Περσεφόνης στον Άδη, με τον Εφιάλτη της Περσεφόνης όπως την τραγούδησαν ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις. Κατά μια εκδοχή το όνομά της –αναφέρεται και ως Περσέφασσα (βλ. ομώνυμο έργο του Ιάννη Ξενάκη του 1969, για 6 κρουστά)– προέρχεται από το ρήμα πέρθω που σημαίνει καταστρέφω και φάσσα, πτηνό της οικογενείας των περιστεριδών, που συμβολίζει την ψυχή. Ο Άδης, που ίσως να είναι αναγραμματισμένο το άλλο πρόσωπο του Δία, μπορεί (για να δούμε και μια αισιόδοξη εκδοχή) να βαρύνεται με την καταστροφή της ύλης, αλλά τελικά την ψυχή, μετά την εξάμηνη κάθοδό της, δεν θα καταφέρει να την υποτάξει. θα βρει τον τρόπο να επανέλθει στον πραγματικό κόσμο των αιώνιων αρχέτυπων ιδεών, απ’ τον οποίο προήλθε. Τα σκεφτόμουν με αφορμή τον χειμώνα και την εις Άδου κάθοδο πολλών το τελευταίο διάστημα. Ολοένα τα οικογενειακά τραπέζια μικραίνουν, ενώ στις ιστορήσεις, αν δεν επικρατεί η γνωστή τηλεοπτική χαζοχαρουμενιά των εορταστικών προγραμμάτων, οι μνήμες και οι παλιές φωτογραφίες έχουν την πρωτοκαθεδρία.
Πριν μήνες είχα αφήσει το δισέλιδο με τη συνέντευξη του Σπύρου Ασδραχά (στον Άγγελο Ελεφάντη), πάνω στον πάγκο της κουζίνας. Άγνωστο πώς και γιατί βρέθηκε εκεί. Την έβλεπα καθημερινά. Το πρωί, του Αγίου Σπυρίδωνος, ήταν ο πρώτος που σκέφτηκα να τηλεφωνήσω για τη γιορτή του. Ήθελα πολύ και από καιρό να τον δω. (Τότε ακριβώς, απ’ τον αδελφό μου, έμαθα για τον θάνατό του την προηγουμένη μέρα.) Μια ακόμη κατάβαση στον Άδη, καταχείμωνο.
«Ιστορία είναι καταγραφή πραγματικών γεγονότων, αλλά και έρευνα των πηγών και κριτική των γεγονότων στην αναζήτηση της αλήθειας», θυμόμουν κάποιες φράσεις του καθώς πληκτρολογούσα το απόσπασμα που προτάσσω, που λες και γράφτηκε για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, και όχι 17 χρόνια πριν. «Περιττεύει να υπενθυμίσει κανείς ότι η επίκληση του επιχειρήματος της ένταξης της Αριστεράς σε μια κεϋνσιανού τύπου απάντηση στην καπιταλιστική κρίση έχει ως αποτέλεσμα την υπονόμευση του ίδιου του ανατρεπτικού ρόλου της αριστερής απάντησης για την καπιταλιστική κρίση» σημείωνε, ενώ αναλογιζόμουν τι θα σκεφτόταν σήμερα που δεν εφαρμόζεται απλώς ένα κεϋνσιανό μοντέλο «προσαρμογής» αλλά η σκληρότερη μνημονιακή πολιτική της τελευταίας 7ετίας. Μόνον οι φόροι που μάλιστα επιβάλλονται σ’ έναν λαό καταστραμμένο ήδη, αυξήθηκαν κατά 6,5 δις ευρώ στην τριετία 2015-2018.
Αφήνοντας τις βεβαιότητες των πολιτικών, ας ξαναγυρίσουμε στις αβεβαιότητες και την αμφιβολία/αμφισβήτηση με τα οποία σε προικίζει η τέχνη, αλλά και η επιστήμη όταν κινείσαι μακράν των κατεστημένων αντιλήψεων και του μοντέλου διασφάλισης της εξουσίας (πολιτικής, επιστημονικής, στρατιωτικής, θρησκευτικής ή δικαστικής). Από τη άποψη αυτή ο ιστορικός Σπ. Ασδραχάς με την τεκμηριωμένη αποκαθηλωτική επαγωγική του σκέψη κατάφερε να κάνει την ιστορία, τέχνη ανοιχτή στην έρευνα σε όλα τα πεδία της ιστοριογραφίας, στηρίζοντας νέους ανθρώπους, μαθαίνοντάς τους «να δημιουργούν μέσα τους τις προϋποθέσεις μιας ρήξης». Η παραπάνω φράση, ενδεικτική της κοσμοθεωρίας του, προέρχεται από εισήγησή του στο κατάμεστο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά το 1995 με αφορμή το αφιέρωμα του Μ. στην Επιθεώρηση Τέχνης. Μαζί του στο πάνελ οι Μίμης Ραυτόπουλος, Νίκος Σιαπκίδης, Τίτος Πατρίκιος, Φίλιππος Ηλιού, ίσως κι ο Γιάννης Χαΐνης. «Στην Ε.Τ.», συμπλήρωνε την παρέμβασή του ο Ασδραχάς, (στενός συνεργάτης του περιοδικού με το ψευδώνυμο Σπύρος Γιαννούλης), «ετίθετο σε κίνηση ένας ανατρεπτικός μηχανισμός εκ των ένδον και αυτό ίσως να είναι το βαθύτερο μήνυμα που δίνει η Επιθεώρηση, δηλαδή ότι υπήρχαν δυνατότητες αυτοαναίρεσης».
Φαίνεται πως αν τελικά στον άνθρωπο πρυτανεύει μια συμβατική λογική, ο μηχανισμός της λησμονιάς είναι η αναπόφευκτη συνέπειά της. Όπως όμως στην περίπτωση της Περσεφόνης διεκδικήθηκε η αμφισβήτηση του θανάτου –έστω και για το διάστημα των έξι μηνών, μετατρέποντας τον χειμώνα σε άνοιξη ανθοφορούσα και βλαστάνουσα–, έτσι και στην τέχνη η διαρκής υπέρβαση μιας θεσμοποιημένης πραγματικότητας μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους και άρα νέες υπερβάσεις των τετελεσμένων. Στην τέχνη τίποτα δεν είναι αξιωματικό. Θα έλεγα και στην ιστορία επίσης. Για να μην πούμε το ίδιο και για την πολιτική. Όχι του συρμού, του συρφετού και του παλουκιού, αλλά την άλλη πολιτική που είναι τέχνη κινούμενη πέραν των ορίων του εφικτού, στον χώρο του ανέφικτου, δηλ. της ουτοπίας. Γιατί στην ομορφιά της ουτοπίας ανήκει το αίτημα της ζωής και ζωή θα πει μη λησμονιά, μη λήθη: αλήθεια, προνόμιο όλων αυτών που το έργο και η παρουσία τους παραμένουν ζωντανά, άρα μη θνητά: αθάνατα. Οι άλλοι, όσοι δεν λένε την αλήθεια, δηλ. ψεύδονται, εξαπατούν, δεν μπορεί παρά να πέσουν στη λήθη.
Κάθε είδους ομορφιά/ αποτελεί μια υπόσχεση για ένα καλύτερο αύριο, λέει σ’ ένα δίστιχο ο Φαίδων Πατρικαλάκις. Στην αναζήτηση αυτής της ομορφιάς, λοιπόν, το αίτημα.
*Φαίδων Πατρικαλάκις, Legato, Μανδραγόρας 2004.
του Κώστα Κρεμμύδα
«Σήμερα λέγεται ότι η αριστερά πρέπει να είναι η αιχμή του δόρατος του εκσυγχρονισμού, δηλαδή της προσαρμογής, γιατί εκσυγχρονισμός είναι η προσαρμογή στην υφιστάμενη κατάσταση. Καθώς όμως η υφιστάμενη κατάσταση χαρακτηρίζεται από την ανατροπή του οικονομικού μοντέλου με την απορύθμιση της εργασίας, ο ρόλος της αριστεράς θα συνίστατο στο να είναι η αιχμή του δόρατος στη διαδικασία αυτής της απορρύθμισης και ταυτοχρόνως να ασκεί έναν ο ι ο ν ε ί φιλανθρωπικό ρόλο ούτως ώστε οι απόκληροι να έχουν έναν ει δυνατόν ορθολογικότερο διαχειριστή της ατυχίας τους. Συνοψίζω βάναυσα αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη αντίληψη στην εκσυγχρονιστική αριστερά.»
Σπύρος Ασδραχάς, 10.9.2000
Ίσως οι περισσότερες απώλειες –παραλείπω τον αυτονόητο προσδιορισμό επώδυνες γιατί καμιά απώλεια δεν είναι ανώδυνη– συντελούνται την περίοδο του χειμώνα. Μπορεί και να ταυτίζονται με την κάθοδο της Περσεφόνης στον Άδη, με τον Εφιάλτη της Περσεφόνης όπως την τραγούδησαν ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις. Κατά μια εκδοχή το όνομά της –αναφέρεται και ως Περσέφασσα (βλ. ομώνυμο έργο του Ιάννη Ξενάκη του 1969, για 6 κρουστά)– προέρχεται από το ρήμα πέρθω που σημαίνει καταστρέφω και φάσσα, πτηνό της οικογενείας των περιστεριδών, που συμβολίζει την ψυχή. Ο Άδης, που ίσως να είναι αναγραμματισμένο το άλλο πρόσωπο του Δία, μπορεί (για να δούμε και μια αισιόδοξη εκδοχή) να βαρύνεται με την καταστροφή της ύλης, αλλά τελικά την ψυχή, μετά την εξάμηνη κάθοδό της, δεν θα καταφέρει να την υποτάξει. θα βρει τον τρόπο να επανέλθει στον πραγματικό κόσμο των αιώνιων αρχέτυπων ιδεών, απ’ τον οποίο προήλθε. Τα σκεφτόμουν με αφορμή τον χειμώνα και την εις Άδου κάθοδο πολλών το τελευταίο διάστημα. Ολοένα τα οικογενειακά τραπέζια μικραίνουν, ενώ στις ιστορήσεις, αν δεν επικρατεί η γνωστή τηλεοπτική χαζοχαρουμενιά των εορταστικών προγραμμάτων, οι μνήμες και οι παλιές φωτογραφίες έχουν την πρωτοκαθεδρία.
Πριν μήνες είχα αφήσει το δισέλιδο με τη συνέντευξη του Σπύρου Ασδραχά (στον Άγγελο Ελεφάντη), πάνω στον πάγκο της κουζίνας. Άγνωστο πώς και γιατί βρέθηκε εκεί. Την έβλεπα καθημερινά. Το πρωί, του Αγίου Σπυρίδωνος, ήταν ο πρώτος που σκέφτηκα να τηλεφωνήσω για τη γιορτή του. Ήθελα πολύ και από καιρό να τον δω. (Τότε ακριβώς, απ’ τον αδελφό μου, έμαθα για τον θάνατό του την προηγουμένη μέρα.) Μια ακόμη κατάβαση στον Άδη, καταχείμωνο.
«Ιστορία είναι καταγραφή πραγματικών γεγονότων, αλλά και έρευνα των πηγών και κριτική των γεγονότων στην αναζήτηση της αλήθειας», θυμόμουν κάποιες φράσεις του καθώς πληκτρολογούσα το απόσπασμα που προτάσσω, που λες και γράφτηκε για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, και όχι 17 χρόνια πριν. «Περιττεύει να υπενθυμίσει κανείς ότι η επίκληση του επιχειρήματος της ένταξης της Αριστεράς σε μια κεϋνσιανού τύπου απάντηση στην καπιταλιστική κρίση έχει ως αποτέλεσμα την υπονόμευση του ίδιου του ανατρεπτικού ρόλου της αριστερής απάντησης για την καπιταλιστική κρίση» σημείωνε, ενώ αναλογιζόμουν τι θα σκεφτόταν σήμερα που δεν εφαρμόζεται απλώς ένα κεϋνσιανό μοντέλο «προσαρμογής» αλλά η σκληρότερη μνημονιακή πολιτική της τελευταίας 7ετίας. Μόνον οι φόροι που μάλιστα επιβάλλονται σ’ έναν λαό καταστραμμένο ήδη, αυξήθηκαν κατά 6,5 δις ευρώ στην τριετία 2015-2018.
Αφήνοντας τις βεβαιότητες των πολιτικών, ας ξαναγυρίσουμε στις αβεβαιότητες και την αμφιβολία/αμφισβήτηση με τα οποία σε προικίζει η τέχνη, αλλά και η επιστήμη όταν κινείσαι μακράν των κατεστημένων αντιλήψεων και του μοντέλου διασφάλισης της εξουσίας (πολιτικής, επιστημονικής, στρατιωτικής, θρησκευτικής ή δικαστικής). Από τη άποψη αυτή ο ιστορικός Σπ. Ασδραχάς με την τεκμηριωμένη αποκαθηλωτική επαγωγική του σκέψη κατάφερε να κάνει την ιστορία, τέχνη ανοιχτή στην έρευνα σε όλα τα πεδία της ιστοριογραφίας, στηρίζοντας νέους ανθρώπους, μαθαίνοντάς τους «να δημιουργούν μέσα τους τις προϋποθέσεις μιας ρήξης». Η παραπάνω φράση, ενδεικτική της κοσμοθεωρίας του, προέρχεται από εισήγησή του στο κατάμεστο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά το 1995 με αφορμή το αφιέρωμα του Μ. στην Επιθεώρηση Τέχνης. Μαζί του στο πάνελ οι Μίμης Ραυτόπουλος, Νίκος Σιαπκίδης, Τίτος Πατρίκιος, Φίλιππος Ηλιού, ίσως κι ο Γιάννης Χαΐνης. «Στην Ε.Τ.», συμπλήρωνε την παρέμβασή του ο Ασδραχάς, (στενός συνεργάτης του περιοδικού με το ψευδώνυμο Σπύρος Γιαννούλης), «ετίθετο σε κίνηση ένας ανατρεπτικός μηχανισμός εκ των ένδον και αυτό ίσως να είναι το βαθύτερο μήνυμα που δίνει η Επιθεώρηση, δηλαδή ότι υπήρχαν δυνατότητες αυτοαναίρεσης».
Φαίνεται πως αν τελικά στον άνθρωπο πρυτανεύει μια συμβατική λογική, ο μηχανισμός της λησμονιάς είναι η αναπόφευκτη συνέπειά της. Όπως όμως στην περίπτωση της Περσεφόνης διεκδικήθηκε η αμφισβήτηση του θανάτου –έστω και για το διάστημα των έξι μηνών, μετατρέποντας τον χειμώνα σε άνοιξη ανθοφορούσα και βλαστάνουσα–, έτσι και στην τέχνη η διαρκής υπέρβαση μιας θεσμοποιημένης πραγματικότητας μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους και άρα νέες υπερβάσεις των τετελεσμένων. Στην τέχνη τίποτα δεν είναι αξιωματικό. Θα έλεγα και στην ιστορία επίσης. Για να μην πούμε το ίδιο και για την πολιτική. Όχι του συρμού, του συρφετού και του παλουκιού, αλλά την άλλη πολιτική που είναι τέχνη κινούμενη πέραν των ορίων του εφικτού, στον χώρο του ανέφικτου, δηλ. της ουτοπίας. Γιατί στην ομορφιά της ουτοπίας ανήκει το αίτημα της ζωής και ζωή θα πει μη λησμονιά, μη λήθη: αλήθεια, προνόμιο όλων αυτών που το έργο και η παρουσία τους παραμένουν ζωντανά, άρα μη θνητά: αθάνατα. Οι άλλοι, όσοι δεν λένε την αλήθεια, δηλ. ψεύδονται, εξαπατούν, δεν μπορεί παρά να πέσουν στη λήθη.
Κάθε είδους ομορφιά/ αποτελεί μια υπόσχεση για ένα καλύτερο αύριο, λέει σ’ ένα δίστιχο ο Φαίδων Πατρικαλάκις. Στην αναζήτηση αυτής της ομορφιάς, λοιπόν, το αίτημα.
*Φαίδων Πατρικαλάκις, Legato, Μανδραγόρας 2004.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου