ΟΧΙ

ΟΧΙ
ΟΧΙ και από τους Γερμανούς ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2022

Ο Άντης Ροδίτης για τον Νεόφυτο Σοφοκλέους

 

3 ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ σήμερα, η μέρα του Γρηγόρη Αυξεντίου. Ο Γρηγόρης δεν πέρασε τις εξετάσεις της Σχολής Ευελπίδων και κατατάχτηκε στον Ελληνικό Στρατό ως έφεδρος αξιωματικός. Αποδείχτηκε τελικά ο κορυφαίος των αξιωματικών, το υπόδειγμα του Έλληνα αξιωματικού. Πόσοι μετά από εκείνον που μπήκαν με άριστα και αποφοίτησαν με άριστα, μπορούν να φτάσουν το δαχτυλάκι του; Πόσοι με πανεπιστημιακά άριστα στις διάφορες επιστήμες κρατούν σε Ελλάδα και Κύπρο τις θέσεις κλειδιά ώστε να ζούμε στο χάλι που ζούμε; Για μένα αυτό που χρειαζόμαστε είναι ν' αλλάξουν τα κριτήρια. Να μην είναι τα "πτυχία" ή τα πολλά "πτυχία". Είμαι σίγουρος πως ακόμα κι αυτά θ' αλλάξουν, αν μαζί με τα πανεπιστημιακά πτυχία οι άριστοι θα προσκομίζουν κι ένα πτυχίο Ανθρωπιάς, Πίστης στον Θεό.

Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο φαίνεται. Αρκεί να καταλάβουμε ότι ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ.

Για να τιμήσω τον Αυξεντίου, την Πίστη και την Αγάπη του στην άλλη, Ελληνική Ζωή που ονειρεύτηκε κι έδωσε τη ζωή του για να την βρουν μια μέρα άλλοι, παραθέτω μέρος μιας συνέντευξης με έναν άλλο σπουδαίο αγωνιστή, που οι κλειδούχοι πανεπιστημιακοί μας ούτε καν ξέρουν το όνομά του: ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ.

"Η ημέρα της «Ανεξαρτησίας».

"19 Μαρτίου του ’56 είχα ανεβεί στο βουνό, 19 του Μάρτη του ’59, μετά την ειδοποίηση του Διγενή ότι έληξε ο Αγώνας, παραδώσαμε τον οπλισμό και κατεβήκαμε στη Λευκωσία.

Είχαν περάσει από τότε τρία χρόνια ακριβώς, ούτε λεπτό λιγότερο ή περισσότερο. Τη νύχτα έμεινα στο σπίτι του Γεώργιου Οικονομίδη, στην Παλλουριώτισσα. Την επομένη παρελάσαμε οι αντάρτες στη Λευκωσία, μας υποδέχτηκε ο κόσμος με τόσο ενθουσιασμό, μερσίνια, φιλιά, αγκαλιές και καταλήξαμε στην Αρχιεπισκοπή. Συναντηθήκαμε με τον Μακάριο στις 12.00 και μετά θα τραβούσε ο καθένας για το σπίτι του, κι εγώ στο χωριό μου, στην Πέγεια, όπου η μάνα μου με είχε για χαμένο και μου έκαμνε μνημόσυνο. Βέβαια τώρα ήξεραν πως ήμουν ζωντανός και με περίμεναν. Λέω στον Οικονομίδη, «πάμε να πάρουμε τη τσάντα μου, να ξεκινήσω για Πάφο το συντομότερο». Μου λέει, «η τσάντα σου δεν είναι στο σπίτι μου, είναι στην Κοκκίνου»! Του λέω, «μα γιατί να είναι στην Κοκκίνου, εγώ σπίτι σου την άφησα»! «Δεν ξέρω», μου λέει. «Και ποια είναι αυτή η Κοκκίνου;», τον ρωτώ. «Μα δεν ξέρεις την Κοκκίνου;», μου απαντά. «Όχι», του λέω, «δεν την ξέρω. Ποια είναι;». «Θα τη γνωρίσεις», μου λέει και τραβήξαμε για το σπίτι της, να πάρω την τσάντα μου.

"Θέλεις να γίνεις υπουργός;

"Το σπίτι ήταν κάπου στο τέρμα Λήδρας αριστερά, σε μια πάροδο. Μπήκαμε μέσα. Ήταν δυο κοπέλες. Μου τις σύστησε ο Οικονομίδης, η μια ήταν η Ουρανία και η άλλη η αδελφή της. Πρέπει να ήταν η Μαρούλλα. Το σπίτι ήταν του Μαρκίδη της Κ.Ε.Μ. Μου λέει η Ουρανία: «Καλώς τον αντάρτη των ανταρτών, καλώς τον αετό των βουνών, καλώς τον έτσι, καλώς τον αλλιώς»! Της λέω, «σταμάτα βρε Ουρανία, σε λίγο θα πεις πως είμαι κι ο ίδιος ο Γρίβας»! «Και ποιος είναι αυτός;», μου λέει. Σκέφτηκα αμέσως ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, κάτι κακό προμηνυόταν, δεν ήταν σωστά πράγματα αυτά να διερωτάται ποιος ήταν ο Γρίβας. Εγώ είχα πάει για τη τσάντα μου και βιαζόμουν να πάω στο χωριό μου. Η αδελφή της δεν μιλούσε. Η Ουρανία συνέχισε: «Θα αναλάβεις όποιο υπουργείο θέλεις!». «Μα εγώ», της λέω, «υπουργείο;». «Όποια μεγάλη θέση θέλεις», μου απαντά, «για να κάμνω τι;», της λέω, «θα είσαι ο νέος αρχηγός της Οργάνωσης», «μα ποιας οργάνωσης, κόρη μου;», «θα γίνει νέα οργάνωση προστασίας του Μακαρίου. Ο Μακαριότατος κινδυνεύει!». «Και τι θα κάμνω εγώ;». «Όποιος σηκώνει κεφάλι να του το κόβεις!». Της λέω, «αντιλαμβάνομαι ότι δεν είναι υπουργό που γυρεύεις εσύ, αλλά δολοφόνο. Πότε τέλειωσε ο Αγώνας, πότε κατεβήκαμε από τα βουνά, ακόμα δεν πήρα τη τσάντα μου να πάω στο χωριό μου, κι εσύ βλέπεις εχθρούς του Μακαρίου και τους σκοτώνεις κιόλας; Είναι εμφύλιο πόλεμο που θα κάνεις στο τέλος!». «Νεόφυτε», μου κάνει, «αν είναι να σωθεί ο Μακαριότατος να γίνει δυο φορές εμφύλιος πόλεμος!». Έμεινα. Σκεφτόμουν τι να κάμω, πώς ν’ αντιδράσω. Στο τέλος τους είπα ορθά-κοφτά να μου δώσουν τη τσάντα μου να φεύγω γιατί δεν είχα κανένα ενδιαφέρον για όλ’ αυτά.

Έφυγα και πήγα κατ’ ευθείαν στον Γιωρκάτζη. «Ρε Πόλυ», του λέω, «το και το, για όνομα του Θεού, τι πράματα είναι αυτά, δεν πάμε καλά!». Μου λέει, «εν πελλάρες που λαλείς». Του λέω, «σίγουρα εν πελλάρες αλλά δεν είναι εγώ που τες είπα! Και στο κάτω-κάτω ποια εν τούτη ρε, να διορίζει υπουργούς, να διανέμει ανώτατες θέσεις, να στήνει οργανώσεις, να προστατεύει τον Μακάριο, ΠΟΙΑ ένι;». «Ρε», λαλεί μου, «μα μωρεύκεσαι; Είσαι πάνω στο βουνόν ’κόμα;». «Ε, όι, ρε χριστιανέ μου», του λέω, «γιατί είμαι πάνω στο βουνό;». «Ρε», λαλεί μου, «κατέβα ρε ’που το βουνόν, τούτη εν η νύφη μας!». Οπότε, του λέω, «τούτον εγώ δεν το ξέρω, αλλά είτε είναι η νύφη μας είτε όχι δεν δικαιούται να κάμνει αυτά που κάμνει».

Αφιερωμένο, χάρη στον Γρηγόρη, ειδικά στους δόκτορες μας της Ιστορίας, ειδικότερα στους του Πανεπιστημίου Κύπρου και τους αναλυτές των... διεθνών σχέσων! Θα έγραφα και ΖΗΤΩ Η ΕΝΩΣΙΣ, αλλά εμετάνωσα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου