***
Ας δούμε τι συμβαίνει σήμερα. Αναλύσεις επί αναλύσεων για τα ελληνοτουρκικά, τον εθνικισμό, τον διεθνισμό, την αντιπολεμική πάλη και τη φιλία των λαών. Τι λείπει από τις περισσότερες; Τι άλλο φυσικά, το βασικό. Ο καθοριστικός παράγοντας των εξελίξεων. Ότι δηλαδή η Τουρκία, από ενδιάμεσος περιφερειακός παίκτης εξαρτημένος από τη Δύση, όπως ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια, προσπαθεί να μετατραπεί σε δύναμη που θα κυριαρχεί σε όλη την κοντινή της περιοχή και θα έχει σημαντικό διεθνή ρόλο, σε μια μεγάλη δύναμη.
Σήμερα, υλοποιεί αυτή ακριβώς τη στρατηγική. Για μια κρατική οντότητα που θα κυριαρχεί σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο και που η άμεση επιρροή της θα φτάνει από τα πολύ ανατολικά της μέχρι τα Βαλκάνια και τη Βόρεια Αφρική. Μια δύναμη που θα εμπνέεται από τις οθωμανικές της παραδόσεις, «πολυεθνική», με τη θρησκεία στο επίκεντρο. Παίρνοντας διαζύγιο από τον κεμαλισμό που σήμαινε κάποια μορφή εκδυτικισμού, εκσυγχρονισμού (με φασιστικά βέβαια στοιχεία) και κλείσιμο στα ασφαλή όρια ενός «κοσμικού» και εθνικά ομογενοποιημένου (βίαια) κράτους.
Η στρατηγική αυτή, σημαίνει απαραίτητα σημαντικό χτύπημα της κυριαρχίας της Ελλάδας. Σχηματικά, το μισό και αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της στρατηγικής δεν μπορεί να εφαρμοστεί αλλιώς. Σημαίνει, με απλά λόγια, ότι το μισό Αιγαίο θα είναι τουρκικό με γκρίζα (σε πρώτη φάση) τα νησιά που περιλαμβάνει, ότι η Κρήτη δεν θα έχει θαλάσσιο χώρο και νησιά γύρω της, ότι δεν θα υπάρχει κυπριακή κρατική οντότητα και φυσικά ούτε λόγος για Καστελόριζο. Αυτά δεν τα λένε κάποιοι φανατικοί καραβανάδες ή ακροδεξιοί, είναι σήμερα η επίσημη ιδεολογία και αποτυπώνονται στις έννοιες των «συνόρων της καρδιάς μας» και της «γαλάζιας πατρίδας».
Το στοιχείο αυτό είναι που καθορίζει σήμερα τις εξελίξεις. Ούτε γενικώς ο καπιταλισμός, ούτε ο «ανταγωνισμός ανάμεσα στις αστικές τάξεις», ούτε αορίστως ο ιμπεριαλισμός. Αυτό είναι, ως συνήθως, που ξεχνιέται από τις περισσότερες αναλύσεις.

Βέλγιο – Ολλανδία

Έτσι, σε άρθρα και τοποθετήσεις του ριζοσπαστικού χώρου, ακούμε για το άδικο και τις μαξιμαλιστικές θέσεις που έχει η Ελλάδα, για τις λογικές διευθετήσεις που ζητά η Άγκυρα, για την υπερβολή να ορίζει κυριαρχικά δικαιώματα ένα νησάκι σαν το Καστελόριζο, για τον αναγκαίο διάλογο που θα λύσει όλα τα θέματα. Η εικόνα που φαίνεται να έχουν αρκετοί στο μυαλό τους, είναι περίπου σαν το Βέλγιο να πρέπει να συζητήσει με την Ολλανδία για το πού θα τοποθετηθεί μια μπάρα στα μεταξύ τους σύνορα. Η πραγματικότητα του τουρκικού αναθεωρητισμού και επεκτατισμού αφαιρείται χειρουργικά από την πραγματικότητα, έτσι που κάθε ανάλυση συσκοτίζει αντί να φωτίζει το τι συμβαίνει.
Τι κι αν αυτή τη στιγμή ο στρατός κι οι παραστρατιωτικοί της Άγκυρας είναι μέσα στη Συρία και στη Λιβύη, ή αν καταπνίγεται φασιστικά κάθε αντίσταση στο εσωτερικό; Ενώ αυτά διαπράττονται κάπου αλλού, σε ένα παράλληλο σύμπαν, απέναντι στην Ελλάδα ένας καλός –άντε και λίγο νευρικός– γείτονας θέλει απλά να συζητήσει ώστε να λύσει κάποιες κοινά παραδεκτές διαφορές.
Έτσι, εκκινώντας υποτίθεται από πολύ αριστερές και αντιεθνικιστικές θέσεις, ορισμένοι φτάνουν να αναπαράγουν το αφήγημα και τα επιχειρήματα του Ερντογάν. Ακούγεται τραβηγμένο αλλά είναι ακριβώς έτσι. Δεν συμβαίνει άλλωστε για πρώτη φορά. Από τους ίδιους χώρους δεν είχε υποστηριχθεί το εκτρωματικό, διαλυτικό και ρατσιστικό σχέδιο Ανάν;

Στην πρωτοπορία

Υπάρχει όμως μια ακόμα ταύτιση. Οι πολύ «ριζοσπαστικοί» χώροι νομίζουν ότι διαχωρίζονται έτσι από τον «εθνικό κορμό» και την κυρίαρχη τάξη της Ελλάδας. Τίποτα ψευδέστερο. Ίσα ίσα, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι στη χώρα μας η «προχωρημένη» γραμμή των κυβερνόντων είναι αυτή της πλήρους υποχώρησης μπροστά στις απαιτήσεις της Άγκυρας. Έτσι, οι πολύ ριζοσπαστικοί κύκλοι φτάνουν να γίνονται θαυμαστές του Χρ. Ροζάκη, της Ντ. Μπακογιάννη, και φυσικά του Κ. Σημίτη.
Βέβαια, οι κυβερνώντες δεν προχωράνε πάντα μέχρι τέλους γιατί αυτοί λογαριάζουν και το πολιτικό κόστος, αφού ο λαός διακατέχεται από κάτι που ορισμένοι θα ονόμαζαν «εθνικισμό». Έχει δηλαδή την εμμονή να μην δέχεται εύκολα να παραδώσει την κυριαρχία της χώρας του. Και μπορεί να αντιτείνεται ότι «ναι αλλά κι οι Ιταλοί έχουν τα τρένα» αλλά αυτό για την υπόλοιπη κοινωνία δεν είναι το πιο πειστικό επιχείρημα για να έχουν κι οι Τούρκοι τα νησιά.
Η ταύτιση για την οποία κάναμε λόγο δεν συναντάται όμως μόνο σε αυτό το θέμα. Η προσχώρηση ουσιαστικά της Αριστεράς στην «παγκοσμιοποίηση» μέσα από αφηρημένα ιδεολογικά σχήματα που μετατρέπονται στο αντίθετό τους, έχει οδηγήσει στις μέρες μας σε ένα υβρίδιο που παρουσιάζεται ως «Αριστερά» αλλά αναπαράγει με μεγαλύτερη έμφαση τον πιο στενό πυρήνα της κυρίαρχης ιδεολογίας. Αυτή είναι όμως μια άλλη, ευρύτερη συζήτηση.

Τα κόμματα

Ας δούμε όμως και τι συμβαίνει στα πιο επίσημα αριστερά κόμματα. Το ΜέΡα-25 καταγγέλλει τους «εθνικιστικούς αλαλαγμούς», κατηγορεί τον Τσίπρα ότι γίνεται «Ανδρέας», υιοθετεί πολλές από τις αιτιάσεις της Άγκυρας και, όπως κάνει για όλα τα θέματα, σκαρφίζεται έξυπνες και επικοινωνιακές «λύσεις». Ο ΣΥΡΙΖΑ αφού κυβέρνησε με «μοντέλο Πρεσπών και για τα ελληνοτουρκικά» και ζητώντας να «μην είμαστε μοναχοφάηδες», τώρα κάνει φτηνή αντιπολίτευση όπως σε όλα. Ο Αλ. Τσίπρας αντιλαμβάνεται ότι αν υιοθετήσει όσα λέει η «ψυχή του κόμματος» θα πάει στο 3% αλλά και η δική του επίσημη γραμμή είναι «διάλογος» και τίποτα άλλο. Το παράδειγμα Τσακαλώτου είναι ενδεικτικό: Από εκπρόσωπος της «αριστερής ψυχής» έγινε αμέσως το καλύτερο παιδί του Eurogroup και τώρα η πτέρυγά του είναι ερντογανικότερη του Ερντογάν. Κανένα πρόβλημα εσωκομματικό, όλοι χωράνε, η βασική πολιτική είναι η ίδια, αλλάζει και τώρα (όπως και στο μνημόνιο) ο ιδεολογικός της χρωματισμός. Το ΚΚΕ, τέλος, βλέπει παντού ανταγωνισμό των δύο «αστικών τάξεων» και γενικώς ιμπεριαλισμό, χωρίς να ορίζει ένα μέτωπο με τον τουρκικό επεκτατισμό και με τον ενδοτισμό απέναντί σε αυτόν. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε άλλου είδους επιλογές.
***
Το θέμα δεν είναι ακριβώς το άμεσο πολιτικό αντίκρισμα της μιας ή της άλλης άποψης στην κοινωνία, ποτέ δεν ήταν έτσι. Επειδή συναντιούνται με την κυρίαρχη αντίληψη, ορισμένες απόψεις και στάσεις θα μπορούσαν να φανούν ιδιαίτερα χρήσιμες ως επαναστατικό άλλοθι για κάθε είδους προσαρμογή. Και φυσικά θα είναι σίγουρα βολικές για να μην πυροδοτηθούν άλλες εξελίξεις μπροστά σε διάφορα ενδεχόμενα. Σε πιο «μοριακό» επίπεδο, ο ατομισμός που μπορεί να λέει «εμείς δεν πολεμάμε για τα πετρέλαια», στην πράξη εννοεί ότι «δεν αγωνιζόμαστε για τίποτα». Μπορούμε και να ζήσουμε σε μια πλήρως αποικιοποιημένη χώρα χωρίς ταυτότητα και υπόσταση, ακόμα καλύτερα. Είτε ως πολίτες του κόσμου είτε ως διεθνοποιημένοι προλετάριοι. Αυτό είναι κάτι που διαχέεται σε «ανθρωπότυπους» και στρώματα ευρύτερα από εκείνα που επηρεάζει στενά η πολιτική Αριστερά. Και αυτό ίσως είναι κάπως σημαντικό.