ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ 23 ΕΤΩΝ ( 1995-2018)
με συνοδοιπόρους και συναγωνιστές στον μακροχρόνιο αυτό αγώνα
τον συνάδελφο Νίκο Αμάξη και τον κατέχοντα την πρωτοκαθεδρία σε νομικά ζητήματα
αφορώντα το εργασιακό δίκαιο, συγχωρεμένο και αξέχαστο, Τάσο Λέκκα.
Και όμως υπάρχει δικαιοσύνη...
1. Με την υπ΄αριθμ. 1143/2018 απόφαση Μονομελούς Εφετείου Αθηνών
κατέστη τελεσίδικη η υπ΄αριθμ. 2399/2014 απόφαση Μονομελούς Πρωτοδικείου
Αθηνών, με την οποία εκρίθη ότι η ΔΕΗ, δια των προἲσταμένων του συναδέλφου
Μεβοράχ, προέβη επί 15 χρόνια περίπου σε εκδικητικές πράξεις εις βάρος του, οι
οποίες είχαν ως συνέπεια τόσο την εργασιακή και επαγγελματική του αχρήστευση,
όσο και τη δημιουργία σοβαρών βλαβών στην υγεία του, χαρακτηρίζοντάς τον ως
θύμα “ mobbing “ ή “ θύμα εργασιακής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας του” (
όροι που για πρώτη φορά χρησιμοποιούνται σε απόφαση ελληνικού Δικαστηρίου ).
Για τους εμπεριστατωμένους λόγους που αναφέρονται στο σκεπτικό της δικαστικής
απόφασης, το δικαστήριο επιδίκασε στον συνάδελφο για την ηθική του βλάβη λόγω
της εργασιακής κακομεταχείρισης του και τις εξ αυτής προκληθείσες βλάβες στην
υγεία του, καθώς και για διάφορα διαφυγόντα μισθολογικά έσοδα, αποζημίωση
πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ νομιμοτόκως, τα οποία ήδη η ΔΕΗ κατέβαλε στον
συνάδελφο στο ακέραιο.
Σταχυολογώντας σημαντικά σημεία από την εν λόγω δικαστική
απόφαση, αναφέρονται , μεταξύ άλλων, τα εξής αποδειχθέντα πραγματικά
περιστατικά:
2. “... Στις 19.9.1995 του επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της
αργίας των 6 ημερών, για άρνηση εκτέλεσης ανατεθείσας σε αυτόν εργασίας. Η
ποινή αυτή μειώθηκε από το ΔΠΣ σε αργία 5 ημερών. Κατόπιν αυτού ο ενάγων άσκησε
την από 7.12.1997 αγωγή του με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί η ακυρότητα
των σχετικών πειθαρχικών αποφάσεων των οργάνων της εναγομένης επικαλούμενος
υπέρβαση των ορίων του άρθρου 281 του ΑΚ, η οποία έγινε δεκτή με τη 2749/1999
απόφαση αυτού του Δικαστηρίου η οποία κατέστη τελεσίδικη αλλά και αμετάκλητη
μετά την έκδοση των 9822/2000 και 960/2002 αποφάσεων του Εφετείου Αθηνών και
του Αρείου Πάγου αντίστοιχα...”.
3. “...Η 8521/2006 απόφαση Εφετείου Αθηνών έκρινε με δύναμη δεδικασμένου
ότι ο επόπτης κρίσεων της εναγομένης Γρ. Βγόντζας, στο φύλλο αξιολόγησης του
μισθωτού Νικ. Αμάξη του έτους 2000, προκειμένου να
-2-
δικαιολογήσει την κρίση του για τον ελεγχόμενο, ανέγραψε τα
ακόλουθα: “ Η δική μου επιεικέστερη κρίση βασίζεται στην αρχή της ίσης
μεταχείρισης με την παρόμοια περίπτωση Ρ. Μεβοράχ ( ενάγοντος), όπου ο
αντίστοιχος Τομεάρχης δεν αξιολόγησε αντικειμενικώς, με συνέπεια, ο προκαλών
προβλήματα στην Υπηρεσία ( Ρ. Μεβοράχ), να αξιολογείται με υψηλότερη
βαθμολογία”. Ότι με τον τρόπο αυτό, ο άνω κριτής της εναγομένης επεξεργάστηκε
δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου τους και
ειδικότερα καταχώρησε σε φύλλο αξιολόγησης άλλου μισθωτού και ανακοίνωσε
σ΄αυτόν, προσωπικά στοιχεία από τα απόρρητα φύλλα αξιολόγησης του ενάγοντος,
σχετικά με τη βαθμολογία του και την υπηρεσιακή του επίδοση, χωρίς τη
συγκατάθεσή του και χωρίς εν προκειμένω να συντρέχουν οι προὒποθέσεις του
άρθρου 5 παρ.2 του Ν.2472/1997 και ιδίως η περίπτωση α΄, για την κατ΄εξαίρεση
επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου τους. Ότι
τέτοιου είδους επεξεργασία δεν συμβαδίζει με τη γενική ρήτρα του άρθρου 281 του
ΑΚ για την καλόπιστη εκτέλεση της εργασιακής σύμβασης. Ότι , επομένως, η
επεξεργασία από όργανο της εναγομένης, των άνω προσωπικών δεδομένων του
ενάγοντος δεν ήταν νόμιμη, η δε παράνομη και υπαίτια ( από αμέλεια) καταχώρηση
και ανακοίνωση στοιχείων της υπηρεσιακής του κατάστασης, προσέβαλε την
προσωπικότητα αυτού και προκάλεσε αμφισβήτηση της υπηρεσιακής του επάρκειας,
γεγονός που επέφερε διαταραχή της ψυχικής του ηρεμίας αλλά και υπηρεσιακή
μείωση στο επαγγελματικό του περιβάλλον και ότι ως εκ τούτου υπέστη ηθική βλάβη
για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται χρηματική ικανοποίηση από την
εναγομένη, το αρμόδιο όργανο της οποίας, κατά την καταχώρηση και ανακοίνωση των
προσωπικών του δεδομένων χωρίς ενημέρωσή του, όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα
επέλευσης της προαναφερόμενης βλάβης ...”.
4. “...Η 8521/2006 απόφαση Εφετείου Αθηνών έκρινε επίσης με
δύναμη δεδικασμένου ότι από 28.4.1995 που ο ενάγων επανήλθε στον ΤΣΥΠ της ΔΠΛΡ,
σε εκτέλεση της 9425/1995 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, δεν αξιοποιήθηκε στον
Τομέα αυτό, μολονότι υπήρχε αντικείμενο εργασίας της ειδικότητας Τ1/Ζ. Ότι παρά
τις διαμαρτυρίες του, έγγραφες και προφορικές, η εναγομένη δια των αρμοδίων προἴσταμένων
της, είτε δεν του ανέθετε καθόλου εργασίες είτε του ανέθετε εργασίες αποφοίτου
λυκείου ή εργασίες που δεν γνώριζε, όπως συνέβη στις 12.9.1995, οπότε του
ανέθεσε εργασία που αγνοούσε, με αποτέλεσμα, λόγω αδυναμίας του να την
εκτελέσει, να
-3-
διωχθεί πειθαρχικά και να του επιβληθεί η ήδη αμετακλήτως
ακυρωθείσα ως καταχρηστική, πειθαρχική ποινή της αργίας 5 ημερών. Ότι η
κατάσταση
αυτή συνεχίστηκε μέχρι την άσκηση της εκεί ένδικης αγωγής, ήτοι επί επτά και πλέον έτη, γεγονός που δεν αμφισβήτησε η εναγομένη, ούτε αποδείχθηκε κανένας λόγος που να υπαγόρευε και να δικαιολογούσε από τη πλευρά της την παραπάνω μεταχείρισή του, η οποία λειτούργησε ως άτυπη ποινή διαρκείας και επέφερε την επταετή υπηρεσιακή του αχρήστευση. Ότι εξάλλου, η προ του 1995 υπηρεσιακή του πορεία ήταν άριστη και οι εξειδικευμένες γνώσεις του στην πληροφορική, οδήγησαν την εναγομένη στην απόφασή της να του απονείμει την ειδικότητα Ζ που χορηγείται στους εξειδικευμένους στην πληροφορική μισθωτούς της. Ότι, περαιτέρω η μη απασχόληση του με καθήκοντα της ειδικότητας του , η πλήρης αδρανοποίηση του και η διατήρηση της κατάστασης αυτής, την οποία ουδέποτε αποδέχτηκε, μέχρι την άσκηση της εκεί ένδικης αγωγής, οφείλεται σε λόγους εκδίκησης προς το πρόσωπό του, επειδή ζήτησε επανειλημμένα δικαστική προστασία για την υπεράσπιση των εργασιακών του δικαιωμάτων. ‘Οτι η ανωτέρω υπηρεσιακή αντιμετώπιση του ενάγοντος από τα αρμόδια όργανα της εναγομένης, αντιβαίνει στις διατάξεις του ΚΚΠ/ΔΕΗ, δεν ήταν επιβεβλημένη από λόγους διαφύλαξης των συμφερόντων της επιχείρησης και συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος της, κατά την έννοια του άρθρου 281 του ΑΚ...”.
αυτή συνεχίστηκε μέχρι την άσκηση της εκεί ένδικης αγωγής, ήτοι επί επτά και πλέον έτη, γεγονός που δεν αμφισβήτησε η εναγομένη, ούτε αποδείχθηκε κανένας λόγος που να υπαγόρευε και να δικαιολογούσε από τη πλευρά της την παραπάνω μεταχείρισή του, η οποία λειτούργησε ως άτυπη ποινή διαρκείας και επέφερε την επταετή υπηρεσιακή του αχρήστευση. Ότι εξάλλου, η προ του 1995 υπηρεσιακή του πορεία ήταν άριστη και οι εξειδικευμένες γνώσεις του στην πληροφορική, οδήγησαν την εναγομένη στην απόφασή της να του απονείμει την ειδικότητα Ζ που χορηγείται στους εξειδικευμένους στην πληροφορική μισθωτούς της. Ότι, περαιτέρω η μη απασχόληση του με καθήκοντα της ειδικότητας του , η πλήρης αδρανοποίηση του και η διατήρηση της κατάστασης αυτής, την οποία ουδέποτε αποδέχτηκε, μέχρι την άσκηση της εκεί ένδικης αγωγής, οφείλεται σε λόγους εκδίκησης προς το πρόσωπό του, επειδή ζήτησε επανειλημμένα δικαστική προστασία για την υπεράσπιση των εργασιακών του δικαιωμάτων. ‘Οτι η ανωτέρω υπηρεσιακή αντιμετώπιση του ενάγοντος από τα αρμόδια όργανα της εναγομένης, αντιβαίνει στις διατάξεις του ΚΚΠ/ΔΕΗ, δεν ήταν επιβεβλημένη από λόγους διαφύλαξης των συμφερόντων της επιχείρησης και συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος της, κατά την έννοια του άρθρου 281 του ΑΚ...”.
5. “...Η 8521/2006 απόφαση Εφετείου Αθηνών έκρινε επίσης με
δύναμη δεδικασμένου ότι ο ενάγων από το έτος 1989, οπότε θεσπίσθηκε από το ΔΣ
της εναγομένης, ετήσια αμοιβή αποδοτικότητας μέγιστου ύψους 180.000 ( ήδη 528
ευρώ) για το εξειδικευμένο προσωπικό της που είχε την ειδικότητα του
αναλυτή-προγραμματιστή (Ζ), ασχολείτο αποκλειστικά σε καθήκοντα της ειδικότητας
αυτής και είχε θετική συμβολή στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της
πληροφορικής στην ΔΕΗ, ελάμβανε δε συνεχώς την αμοιβή αυτή στο μέγιστο ύψος
της, μέχρι το 1994, διότι συνέτρεχαν στο πρόσωπό του όλες οι άνω προὒποθέσεις
για τη λήψη της μισθολογικής αυτής παροχής. Ότι από το 1995 και εντεύθεν είτε
δεν ελάμβανε την αμοιβή αυτή( τα έτη 1995 και 1998), είτε την ελάμβανε μειωμένη
( τα έτη 1996, 1997, 1999, 2000, 2001,2002), ενώ αν δεν μεσολαβούσε η παράνομη
αδρανοποίηση του, θα την έπαιρνε κανονικά στο μέγιστο ύψος της, αφού θα
εξακολουθούσε να ασχολείται αποκλειστικά σε καθήκοντα αναλυτή-προγραμματιστή
και θα είχε κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θετική συμβολή στην ανάπτυξη
της πληροφορικής, όπως και προηγουμένως και ότι, επομένως, ζημιώθηκε από την
παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων της εναγομένης...” .
-4-
-4-
6. “...Περαιτέρω , αποδείχθηκε ότι η εναγομένη , από το έτος
2002 μέχρι την άσκηση των ένδικων αγωγών δεν του κατέβαλε την ετήσια αμοιβή
αποδοτικότητας στο μέγιστο ύψος της, ως όφειλε και κρίθηκε τελεσίδικα από την
ανωτέρω απόφαση, εφόσον θα εξακολουθούσε να ασχολείται αποκλειστικά σε
καθήκοντα αναλυτή-προγραμματιστή και θα είχε κατά τη συνήθη πορεία των
πραγμάτων θετική συμβολή στην ανάπτυξη της πληροφορικής, όπως και προηγουμένως,
σύμφωνα με όσα ελέχθησαν αμέσως ανωτέρω, και ως εκ τούτου ζημιώθηκε από την
παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων της εναγομένων και του
οφείλεται αποζημίωση....”.
7. “...Ακολούθως, αποδείχτηκε ότι από την προαναφερόμενη και
υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης, ήτοι τη μη απασχόλησή του με καθήκοντα της
ειδικότητας του, την πλήρη αδρανοποίηση του και υπηρεσιακή του αχρήστευση και
τη διατήρηση της κατάστασης αυτής, την οποία ουδέποτε αποδέχτηκε, μέχρι την
14.11.2008 οπότε και του ανέθεσε καθήκοντα της κατηγορίας και ειδικότητας του,
που οφείλεται σε λόγους εκδίκησης προς το πρόσωπό του, επειδή ζήτησε
επανειλημμένα δικαστική προστασία για την υπεράσπιση των εργασιακών του
δικαιωμάτων , την επιβολή άκυρων πειθαρχικών ποινών και την παράνομη
επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, προκλήθηκαν σοβαρές βλάβες στην υγεία
του...”.
8. “...Στις 14.2.2003, οπότε ο ειδικός ιατρός εργασίας εξέτασε
τον ιατρικό και επαγγελματικό του φάκελο, πληροφορήθηκε για πρώτη φορά ο ενάγων
ότι για τις βλάβες της υγείας του ευθύνεται η ως άνω παράνομη και υπαίτια
συμπεριφορά της εναγομένης, ότι πρόκειται για το σύνδρομο “mobbing” ή
“παρενόχληση στο χώρο εργασίας” και πρόκειται για την επαναλαμβανόμενη,
αδικαιολόγητη συμπεριφορά προς ένα εργαζόμενο που προκαλεί κινδύνους για την
υγεία του και την ασφάλειά του, ενώ ως αδικαιολόγητη συμπεριφορά νοείται μια
συμπεριφορά που ένα λογικό άτομο, αναλογιζόμενο το σύνολο των συνθηκών, θεωρεί
δυσμενή μεταχείριση, ταπείνωση, υπονόμευση ή απειλή. Σύμφωνα με τον ανωτέρω
ιατρό, η προαναφερόμενη συμπεριφορά της εναγομένης, η οποία είναι ικανή να
θίξει την επαγγελματική και κοινωνική εικόνα του ενάγοντος στο πλαίσιο των
εργασιακών του σχέσεων και να τον οδηγήσει στον πλήρη παραγκωνισμό από το
εργασιακό γίγνεσθαι, συνδέεται αιτιωδώς με τις άνω παθολογικές εκδηλώσεις που
αυτός εμφάνισε, οι οποίες ειδικότερα είναι συνέπειες της μακροχρόνιας αλλά και κλιμακωμένης
“παρενόχλησης” την οποία δέχεται στο χώρο εργασίας του.
-5-
9. “... Το Δικαστήριο εκτιμώντας όλα τα παραπάνω πραγματικά
περιστατικά, την υπαιτιότητα της εναγομένης, την έκταση και τη βαρύτητα της
βλάβης της υγείας του ενάγοντος, την προσωπική του κατάσταση, καθώς και την
οικονομική και κοινωνική θέση των διαδίκων, κρίνει ότι βάσει των κανόνων της
κοινής πείρας και λογικής, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της
οποίας πρέπει να του καταβληθεί αποζημίωση με το νόμιμο τόκο...”.
ν.δ.στεφανης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου