του Γιώργου Σταματόπουλου
Είναι, ίσως, η χειρότερη χρονιά της τελευταίας πεντηκονταετίας, λένε οι αγρότες, στην ορεινή -και την πεδινή- Κορινθία. Οι σταφίδες μαράθηκαν, κάηκαν, το ίδιο και τα αμπέλια -λίγα θα βγουν πέρα, κουνάνε και το κεφάλι τους [ίσως και να μην τρυγήσουν εννοούν]. Κρίμα. Τώρα που άρχισαν να προπληρώνουν τις καλλιέργειές τους, τώρα που μόνοι τους σχεδόν πληρώνουν το ταμείο γεωργικών αποζημιώσεων, τώρα χάνουν και την τελευταία τους ελπίδα να ορθοποδήσουν. Δεν χωράνε εδώ οι ειρωνείες του Σωκράτη και η απέχθεια του Αριστοτέλη για τη βαναυσότητα της εργασίας στην κατά τ' άλλα μάνα γη. Εδώ παίζεται η επιβίωση, όχι απλώς η διεκπεραίωση ή καταπράυνση των στομαχικών διαταραχών.
Εδώ οι νέοι γονείς αγρότες οικτίρουν την απόφασή τους να παραμείνουν στον γενέθλιο τόπο, αρνούνται τον θεμέλιο τόπο, αγανακτούν για τον καιρό, την τύχη, τον θεό της χώρας και για το κράτος τους. Ερχονται δηλαδή τα πάνω κάτω -και δεν φταίει βέβαια μόνο ο ακατάστατος εφετινός καιρός· φταίει, πρωτίστως, η κακή εθνική αγροτική πολιτική, η έλλειψη αγροτικών επιστημόνων [ίσως η πιο συμπαθής μορφή επιστημόνων, από τις πλέον πολύτιμες, τέλος πάντων, αλλά ποιος αξιολογεί;], η δυσαρέσκεια ίσως των αγροτών απέναντι σε νέες μορφές καλλιέργειας. Τι να διαλέξεις;
Ολα τούτα είναι οι κακές επινοήσεις των επιλογών των κυβερνώντων για το ποια θα είναι [εάν το έχουν κατά νου] η εθνική τους πολιτική για τον πρωτογενή της οικονομίας τομέα.
Για άλλα δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον: για τους κομματικούς εκπροσώπους, για την προώθηση σε ασφαλείς κρατικές θέσεις όλων εκείνων οι οποίοι παλεύουν να πείσουν την ελληνική κοινωνία ότι όλα σήμερα είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να πράξει η «αριστερή» μας κυβέρνηση.
«Δουλεύουμε χωρίς λόγο, μόνο για να λέμε ότι κάτι κάνουμε», λένε οι περισσότεροι αγρότες και, παρ' όλα αυτά, δεν δείχνουν οργή· έχουν ξεχάσει και πώς οργίζονται (!), έχουν παραιτηθεί από κάθε μορφή διεκδίκησης αποζημιώσεων, αφού και αυτές που παίρνουν [εάν τις πάρουν] θα «συμβούν» μετά από έναν τουλάχιστον χρόνο. Πώς θα ζήσουν αυτόν τον χρόνο; Ουδείς ενδιαφέρεται, ουδείς νιώθει το παραμικρό. Αμηχανία σε καταλαμβάνει μιλώντας με τους ανθρώπους της υπαίθρου χώρας και ταυτόχρονα απορείς με την ψυχραιμία που επιδεικνύουν μπρος στη σκληρότητα των μνημονίων.
«Δεν θα μας πεθάνουν κιόλας», λένε και προσπαθούν να ζήσουν εναλλακτικά πώς: με δυο προβατάκια, τρεις κοτούλες, δυο ζαρζαβατικά. Τι να πεις; Τίποτε, βεβαίως. Αλλιώς τα περίμεναν [και όλοι αλλιώς προσδοκούσαμε] και αλλιώς τους βγήκε. Και αφού οι ιδεολογίες δεν χωράνε πια στις συνομιλίες και στις συναναστροφές, προσπαθούν να καταλάβουν από την αρχή τον άνθρωπο και την εξουσία [του]. Δεν είναι πολύ, αλλά είναι κάτι, εννοώ δεν χάνεται εντελώς το νόημα της ύπαρξής τους πάνω στη γη. Για φαντάσου να ζούσαμε στην Ινδία, στην Κίνα, την Αφρική ή στον Τρίτο Κόσμο των «πολιτισμένων» κρατών της οικουμένης, κάπως ησυχάζουν.
ΠΗΓΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου