του Γιάννου Χαραλαμπίδη*
Εάν υπάρχει επιμονή στη θέση για μηδέν στρατό στην Κύπρο, τότε δεν μπορεί να υπάρξει λύση. Αυτή ήταν, εν ολίγοις, η θέση του κατοχικού ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί στο κοινωνικό δείπνο, που οτιδήποτε άλλο ήταν εκτός από κοινωνικό. Ήταν καθαρά πολιτικό, από το οποίο προκύπτει η αποστολή προσωρινού απεσταλμένου του Γ.Γ. του ΟΗΕ, για να εξετάσει τις θέσεις των εμπλεκομένων πλευρών, στις οποίες περιλαμβάνεται και η Τουρκία. Καλώς να ορίσει. Τι, όμως, να εξετάσει; Εάν η Τουρκία έχει πρόθεση να αποσύρει τον στρατό της από την Κύπρο; Ή εάν θέλει να κυριαρχήσει πλήρως επί της νήσου;
Η πρόταση Ακιντζί
Ανεξαρτήτως των τουρκικών εκλογών της 24ης Ιουνίου, τα δεδομένα είναι ξεκάθαρα: Είτε ο Ερντογάν βγει στην εξουσία είτε οι Κεμαλιστές, η αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας, που τη θέλει να αναβιώνει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα συνεχίσει, είτε με την ίδια είτε με άλλη ρητορική.
Όπως συνέβη και πριν από και μετά την Ερντογάν εποχή. Το Βαθύ Κράτος υπάρχει. Απλώς, άλλαξε χέρια. Και η τουρκική στρατηγική δεν αλλάζει σε ένα βράδυ. Και επειδή περί ρητορικής ο λόγος, κλασικό παράδειγμα είναι οι τοποθετήσεις του κατοχικού ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί επί της πρότασής του για αποδοχή από την Κυβέρνηση των προτάσεων Γκουτέρες ως πακέτου συμφωνίας.
Ως μια ενδιάμεση λύση, που, εάν προσέξει κάποιος καλά τι είπε ο κατοχικός ηγέτης, θα έχει ως στόχο να καλύψει τα κενά, επί τη βάσει, βεβαίως, χρονοδιαγράμματος και χωρίς να αλλάζει ούτε κατά ένα ιώτα η θέση της Άγκυρας για το καθεστώς των εγγυήσεων και της παραμονής τουρκικών στρατευμάτων υπό τη μορφή Βάσεως. Άσε που, όπως διαφαίνεται, αναφέρεται στο έγγραφο Έιντε, το οποίο απερρίφθη, αφού είχε πάρει το όνομα του Γ.Γ. του ΟΗΕ. Ούτως η άλλως, το έγγραφο Γκουτέρες είναι ο καθρέφτης της αποτυχίας του Κραν Μοντανά και αφήνει ανοικτά προς συζήτηση και τα θέματα των στρατευμάτων και των εγγυήσεων, που ενδεχομένως να προσλάβουν άλλη μορφή και ονομασία.
Πού το πάνε οι Τούρκοι...
Είναι πρόδηλο ότι η τουρκική πλευρά προβαίνει σε κινήσεις που στόχο έχουν:
1. Να προκαλέσουν ρήξη στο ελληνοκυπριακό κομματικό σύστημα, εάν πρέπει να γίνει δεκτή ή όχι η πρόταση Ακιντζί. Γεγονός που ο κατοχικός ηγέτης εκτιμούσε ότι θα αποφόρτιζε τον ίδιο από τις πιέσεις που δέχεται στο εσωτερικό των κατεχομένων, θέλοντας να εμφανιστεί ότι έχει το πάνω χέρι, ότι στριμώχνει τους Ελληνοκυπρίους και ότι είναι βασιλικότερος του βασιλέως. Δηλαδή, εάν ο Πρόεδρος θεωρεί ως βάση για τη συνέχιση των συνομιλιών το έγγραφο Γκουτέρες, αυτός λέει ότι θα πρέπει επί τούτου να υπάρξουν δεσμεύσεις και να αποτελέσει νέα συμφωνία, της οποίας τα σημεία, όπως και γενικότερα στο θέμα της ομοσπονδίας, ο καθένας ερμηνεύει κατά το δοκούν. Σίγουρο είναι, πάντως, ότι εσωτερικά ο κατοχικός ηγέτης δεν απέφυγε τα πυρά της αντιπολίτευσης. Το διαίρει και βασίλευε βοηθά την Άγκυρα.
2. Να επιτύχει ακόμη ένα άλλοθι για τις ευθύνες της Τουρκίας στο Κυπριακό. Αυτό είναι πρόδηλο και στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. Μια από τις ελάχιστες θετικές αναφορές της έκθεσης για την Τουρκία είναι η βοήθεια που, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Άγκυρα πρόσφερε στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού στο Κραν Μοντανά. Θέση με την οποία διαφώνησε δημόσια η Κυπριακή Δημοκρατία διά του Μόνιμου Αντιπροσώπου της στις Βρυξέλλες, Νικόλα Αιμίλιου, στις 24 Απριλίου, όταν μιλούσε ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το θέμα των παράνομων δράσεων της Άγκυρας και δη του πολεμικού της στόλου εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Αφορμής δοθείσης, αληθές θα πρέπει να πούμε είναι και το έξης: Για τη στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν ευθύνεται μόνον η ίδια, που γνωρίζει τι συνέβη στο Κραν Μοντανά, αλλά και η πολιτική ημετέρων. Γιατί το λέμε αυτό;
Διότι, προ του Κραν Μοντανά ελέγετο και από την Κυβέρνηση και από το ΑΚΕΛ και την ηγεσία του ΔΗΣΥ ότι θα πάμε είτε για λύση είτε για καταλογισμό ευθυνών στην Τουρκία. Τι συνέβη, τελικά; Το Κραν Μοντανά κατέρρευσε, αλλά ούτε ο Γ.Γ. του ΟΗΕ, που ήταν παρών, καταλόγισε ευθύνες, ούτε η Ε.Ε. Γιατί; Για τους εξής λόγους: Α. Ούτε η Κυβέρνηση, ούτε οι ηγεσίες του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ είπαν ότι ήταν το τέλος του δρόμου, αλλά θα μπορούσε να ήταν μια νέα αρχή, με φόντο το κεκτημένο των συνομιλιών, που στηρίζεται, όμως, στον τουρκικό στρατηγικό στόχο της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με δύο ισότιμου καθεστώτος συνιστώντα κράτη. Β. Δεν έχουν εναλλακτική πρόταση, όπως το ίδιο ισχύει για την αντιπολίτευση, η οποία, ακόμη και αν έχει, δεν μπορεί να την εκφράσει πειστικά. Γ. Το ΑΚΕΛ κατηγόρησε την Κυβέρνηση ότι δεν έπραξε όσα θα έπρεπε να πράξει στο Κραν Μοντανά. Άρα, για κάποιον τρίτο, εκτός από την Άγκυρα, στην οποία επιρρίπτει όλο το κυπριακό κομματικό σύστημα έλλειψη βούλησης, ευθύνες επιρρίπτονται και στην Κυβέρνηση. Δεν είμαστε εξ αυτών που ισχυρίζονται ότι η θέση του ΑΚΕΛ έγινε εκ του πονηρού. Είναι ζήτημα τού πώς προσεγγίζει την κατάσταση. Αληθές είναι, όμως, ότι η Τουρκία, από τον Μάιο του 2017, προ του Κραν Μοντανά, ώς τον Ιούνιο, έφερε στην Κύπρο 77 αυτοκινούμενα πυροβόλα 155 χιλιοστών με βεληνεκές 40 χιλιόμετρα. Ερώτημα: Πώς είχε πρόθεση για λύση η Τουρκία τον Ιούλιο στο Κραν Μοντανά, όταν λίγες εβδομάδες πριν ενίσχυε τον Αττίλα;
Τα γεγονότα
Συναφώς, ακόμη και τώρα, ποιες ενδείξεις υπάρχουν για αλλαγή της τουρκικής πολιτικής, όταν: Πρώτον, με στοιχεία και ντοκουμέντα που παρουσιάσαμε από αυτές τις στήλες την περασμένη Κυριακή, η Τουρκία έχει μετατρέψει το λιμάνι της Αμμοχώστου σε ορμητήριο του τουρκικού στόλου. Δεύτερον, προχωρεί σε έργα στο παράνομο αεροδρόμιο της Τύμπου, για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως στρατιωτική Βάση ή ορμητήριο τουρκικών πολεμικών αεροσκαφών σε περιόδους κρίσης. Πολύ, δε, περισσότερο, οι δράσεις αυτές έχουν να κάνουν με την ΑΟΖ, αλλά και με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, καθώς και με τον έλεγχο της Συρίας και του Λιβάνου και των γειτονικών χωρών.
Η Τουρκία θέλει να καταστεί περιφερειακή δύναμη. Η Κύπρος είναι γι’ αυτήν ένα αβύθιστο αεροπλανοφόρο. Εφόσον το ελέγχει και δεν έχει κόστος από την κατοχή, γιατί να το αφήσει; Αντιθέτως, στρατιωτικά, το ενισχύει, διότι οι στόχοι της ξεπερνούν, για παράδειγμα, τα όρια της τουρκικής λίμνης από τη Μαρμαρίδα στην Αλεξανδρέττα και επιδιώκουν να αναδείξουν την Τουρκία ως θαλασσοκράτειρα από τη Μαύρη Θάλασσα ώς την Ανατολική Μεσόγειο, μέσω των στενών των Δαρδανελίων, του Αιγαίου και τώρα τμήματος στα δυτικά της Κύπρου και στα νοτιοανατολικά, για να έχει λόγο και έλεγχο στις θαλάσσιες οδούς του εμπορίου και της ενέργειας και δη στο κανάλι του Σουέζ.
Η εναλλακτικές επιλογές
Επί τη βάσει ποιας λογικής, όταν αυτά, συν πολλά άλλα, συνθέτουν την τουρκική πολιτική, όπως η κατάληψη του Αφρίν στην επιχείρηση κλάδου ελαίας (!), θα αλλάξει στάση στο Κυπριακό; Και ποιος θα την πιέσει; Η Ε.Ε. ή η Ρωσία, με την οποία έχει μεγάλα οικονομικά και ενεργειακά συμφέροντα, από το πυρηνικό πρόγραμμα στο Άκιουγιου ώς την κατασκευή του Turkish Stream; Ή, μήπως, θα πιέσει την Άγκυρα η Αμερική; Γιατί να την πιέσει; Τι συμφέροντα έχει να εξυπηρετήσει μαζί μας περισσότερα από εκείνα που έχει με την Τουρκία;
Οι κακές τους σχέσεις δεν επιτρέπουν κινήσεις που θα τη ρίξουν πιο βαθιά στην αγκαλιά της Μόσχας, ειδικότερα όταν εμείς επιμένουμε σε έναν φρενήρη ψυχροπολεμικό αντιΝΑΤΟϊσμό και όταν έχουμε να προσφέρουμε εναλλακτικές επιλογές ασφάλειας προς την Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο μιας ενεργειακής και στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ και την Ελλάδα, μέσω του αγωγού East/Med, που, σε ό,τι αφορά το αμυντικό του σκέλος, θα μπορεί να αποτελεί σοβαρό υποσύστημα ασφάλειας από τα Βαλκάνια ώς τη Μέση Ανατολή, στη λογική της αποτροπής σε βάρος της τουρκικής απειλής.
Αυτό το υποσύστημα ασφάλειας θα έχει και ευρωπαϊκό χαρακτήρα και, κατ’ ανάγκην, δεν θα είναι εχθρικό προς τη Ρωσία. Αντίθετα, όσο αποδυναμωμένη γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά είναι η Άγκυρα, τόσο πιο ευάλωτη είναι έναντι και των Ρώσων και των Αμερικανών. Είναι, δε, πρόδηλος ο περιορισμός της τουρκικής πολιτικής του εκκρεμούς, που επιτρέπει στην Άγκυρα να κινείται άλλοτε προς τη Μόσχα και άλλοτε προς την Ουάσιγκτον, επειδή ούτε η μια, ούτε η άλλη έχουν εναλλακτικές επιλογές.
Η αλήθεια για το κεφάλαιο 7
Συνεπώς, επιβάλλεται καλή ανάγνωση του τουρκικού στρατηγικού στόχου και ενεργοποίηση δικών μας κινήσεων επί τη βάσει στρατηγικής να αλλάξουμε το σκηνικό. Ένεκα μεγέθους, δεν μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς συμμαχίες. Αυτό όμως που πρέπει να έχουμε υπόψη μας, διότι συνιστά κανόνα του ρεαλισμού, είναι να μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας. Δηλαδή, να έχουμε τη δική μας αποτροπή. Θα ήταν ουτοπία να πιστεύει κανείς ότι, εάν πάει κάτι στραβά, θα μας γλιτώσουν οι άλλοι. Και το τονίζουμε αυτό, διότι, στο πλαίσιο της αλλαγής του συστήματος εγγυήσεων και επεμβατικών δικαιωμάτων του ’60, γίνεται λόγος για την αντικατάστασή του με μια διεθνή φόρμουλα υπό τη σκέπη ακόμη και αυτού του ΟΗΕ. Γίνεται, δε, λόγος για το Κεφάλαιο 7.
Ουδόλως μπορεί κάποιος να μην το συζητήσει διαλεκτικά. Βεβαίως, επί τη βάσει των ανωτέρω, η Τουρκία δεν θα αφήσει την Κύπρο. Προφανώς, δεν θα αποδεχθεί μια φόρμουλα στη βάση του κεφαλαίου 7. Ακόμη όμως και αν σε μια ευέλικτη τακτική κίνηση αποδεχτεί κάτι τέτοιο, θα το πράξει, διότι γνωρίζει εκ των προτέρων ότι δύσκολα θα λειτουργήσει. Για το κεφάλαιο 7 υπάρχει το πρόσφατο κλασικό παράδειγμα της Συρίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο έφτασε σε αδιέξοδο, λόγω έλλειψης ομοφωνίας. Ασκούσαν βέτο και οι Ρώσοι και οι Αμερικανοί, ο ένας επί του άλλου και, στο τέλος, μίλησε η ισχύς των όπλων.
Ποιος εγγυάται ότι θα λειτουργήσει, σε περίπτωση κρίσης στην Κύπρο μετά τη λύση, το κεφάλαιο 7, του οποίου η ενεργοποίηση έχει πολιτικό χαρακτήρα, που ρυθμίζεται και καθορίζεται από τη σύγκλιση ή την σύγκρουση των εθνικών συμφερόντων των μονίμων μελών του; Δεν μπορεί να ισχύσει εκ των προτέρων η εφαρμογή του. Δεν υπάρχει εγγύηση για τη λειτουργία του, η οποία, προ των στρατιωτικών δράσεων, προϋποθέτει σειρά λήψης άλλων μέτρων, από την απαγόρευση πτήσεων έως την επιβολή οικονομικού εμπάργκο.
Η στρατιωτική δράση είναι η έσχατη επιλογή, η οποία προϋποθέτει ότι μία τουλάχιστον υπερδύναμη θα πρέπει να διαθέσει στρατιωτικά μέσα και να έρθει σε σύγκρουση με την Τουρκία. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνον εάν η Κύπρος είναι αφορμή για κοινή απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων να τιμωρήσουν την Άγκυρα ή να τη διαλύσουν. Αυτά δεν είναι ορατά επί του παρόντος. Ούτε θα γίνουν για το χατίρι μας, όπως δεν έγιναν για το χατίρι των Κούρδων στο Αφρίν.
Το Κραν Μοντανά
Αν είχαμε συμμαχίες με άλλα κράτη και δη με περιφερειακές δυνάμεις, όπως το Ισραήλ, και διακυβεύονταν μέσω ημών συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων, το σκηνικό θα ήταν αλλιώς και προφανώς οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας διαφορετικές απ’ ό,τι είναι σήμερα. Εκ των πραγμάτων, το σχέδιο Β θα έπρεπε να είχε εκπονηθεί επί τη βάσει της δικέφαλης, όπως λέμε, στρατηγικής: Η μία κεφαλή είναι η διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και η άλλη η ασφαλής εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, που περνά μέσα από ζητήματα ασφάλειας και συμμαχιών στην πρακτική της σύγκλισης συμφερόντων.
Άρα, το κεφάλαιο 7 από μόνο του είναι γράμμα κενό περιεχομένου! Δεν μπορεί να παρέχει ασφάλεια στο πλαίσιο της υφιστάμενης πολιτικής λογικής του εξευμενισμού, η οποία εξακολουθεί να προβάλλεται ως μοναδική επιλογή στο πλαίσιο της αυτοπαγίδευσης του σχεδίου Α, που παραπέμπει, λόγω έλλειψης στρατηγικής, στο Κραν Μοντανά και στα σημεία Γκουτέρες, τα οποία η Τουρκία θεωρεί, αφού κατοχύρωσε τη διχοτόμηση, μέσω του «κεκτημένου», όπως λέγεται, των συνομιλιών, τις ταχύτητες εκείνες που θα της δώσουν ώθηση για να ελέγξει πλήρως την Κύπρο. Υπό τις υφιστάμενες συνθήκες, πώς λοιπόν η συνέχιση από το Κραν Μοντανά μπορεί να οδηγεί, όπως λένε κάποιοι, σε ευκαιρία λύσης και όχι σε νέες περιπέτειες; Το Κραν Μοντανά και η συνέχιση ως εργαλείο που προκύπτει από την έλλειψη εναλλακτικής στρατηγικής παραπέμπουν σε ό,τι έχει πει ο μεγάλος Κινέζος στρατηγός Σου Τζου, προ χιλιάδων ετών: Ότι, δηλαδή, οι τακτικοί ελιγμοί, χωρίς στρατηγική, είναι ο θόρυβος πριν από την ήττα!
* Δρ Διεθνών Σχέσεων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου