του Τάσου Τσακίρογλου, από την "Εφημερίδα των Συντακτών"
Η ελλειμματική έως ανύπαρκτη επιρροή της πολιτικής οικολογίας στη χώρα μας βαδίζει
χέρι χέρι με την κατίσχυση του αντίθετου πόλου, του παραγωγισμού και του
βιομηχανισμού, οι οποίοι κυριαρχούν τόσο στα λεγόμενα αστικά κόμματα κάθε
απόχρωσης όσο (δυστυχώς) και στα αριστερά (με αρκετές διαβαθμίσεις, είναι
αλήθεια).
Η πολιτική πολυδιάσπαση (τριχοτόμηση) των Οικολόγων Πράσινων, του κόμματος που
ουσιαστικά εκπροσώπησε την Οικολογία τα τελευταία χρόνια, είναι ενδεικτική
αυτών των αδυναμιών, αλλά και του πολιτικού αδιεξόδου στο οποίο έχουν περιέλθει
τα περισσότερα «πράσινα» κόμματα σε όλη την Ευρώπη. Παρ’ ότι πολλές από τις
προτάσεις αυτών των κομμάτων συνιστούν σωστές λύσεις για επιμέρους προβλήματα,
η ένταξή τους σε ένα κατά βάση σοσιαλδημοκρατικό (στην καλύτερη περίπτωση) πολιτικό
πρόγραμμα τους αφαιρεί κάθε δυναμική και τα μετατρέπει σε εύκολο στόχο
ενσωμάτωσης στο υπάρχον σύστημα καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Η ανάδυση της πολιτικής οικολογίας ξεκίνησε από τις αναπτυγμένες χώρες, εκεί
όπου τα αποτελέσματα μιας οικολογικής καταστροφής, που φαντάζει όλο και πιο
πιθανή, άρχισαν να γίνονται ορατά. Η ανάπτυξή της οφείλεται στο γεγονός ότι
κάλυψε ένα υπαρκτό κενό, αφού η οικολογία αποτελούσε απλώς μια πινελιά-άλλοθι
στα προγράμματα των σοσιαλιστικών και αριστερών κομμάτων, προκειμένου να
ψαρέψουν μια συγκεκριμένη μερίδα ψηφοφόρων.
Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη «άλλοθι» τυχαία, αφού η γενική κοσμοθεωρητική
προσέγγιση αυτών των κομμάτων ουσιαστικά ενστερνιζόταν και υιοθετούσε τον μύθο
της «αέναης προόδου», μέσω της «ανάπτυξης». Δεν θα μπω εδώ στη συζήτηση για την
καταγωγή αυτής της αντίληψης, αλλά είναι αλήθεια ότι αυτή δεν καθόρισε τα
προγράμματα μόνο των αστικών κομμάτων που επένδυαν στον αρπακτικό καπιταλισμό,
αλλά (για δεκαετίες) και τα προγράμματα των κομμουνιστικών ή άλλων αριστερών
κομμάτων που προέβαλλαν στο σήμερα και στο αύριο μια στρεβλή (μαρξιστική)
αντίληψη περί «ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων» εσαεί. Στον δρόμο αυτόν η
βιομηχανία, η τεχνολογία και η επιστήμη αντιμετωπίστηκαν σαν εργαλεία για την
απεριόριστη καθυπόταξη της Φύσης, ξεχνώντας τη βασική διαπίστωση του Μαρξ ότι
«ο Ανθρωπος είναι Φύση». Αρα, κάθε αλλοίωση, βιασμός και καταστροφή της Φύσης
συνεπάγεται και καταστροφή του Ανθρώπου.
Η προεκλογική ενσωμάτωση (με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο) των
Οικολόγων Πράσινων στον ΣΥΡΙΖΑ, στη ΔΗΜΑΡ και στο Ποτάμι, και όχι η υιοθέτηση
μιας αυτόνομης και αυτοτελούς πορείας στη γραμμή της ριζοσπαστικής οικολογίας,
αποτελεί κατά την προσωπική μου άποψη μια ένδειξη πολιτικής αδυναμίας. Μιας
αδυναμίας που ορίζεται πολιτικά από την εντροπία που γέννησε η κρίση,
διαλύοντας και αναδιατάσσοντας το κομματικό σύστημα έτσι όπως το ξέραμε μέχρι
χθες.
Τα διαμοιραζόμενα ιμάτια της ελληνικής οικολογίας μεταξύ διαφορετικών
πολιτικών δυνάμεων αποδεικνύουν εκ των υστέρων τις διαφορετικές προσεγγίσεις
που υπήρχαν στο εσωτερικό των Οικολόγων Πράσινων και καθόρισαν τα τελευταία
χρόνια την εσωκομματική διαπάλη. Φιλελευθερισμός, Σοσιαλδημοκρατία, Αριστερά. Ο
καθείς και ο δρόμος του. Φυσικά, απομένει και στις συνεργαζόμενες δυνάμεις να
αποδείξουν ότι η πολιτική οικολογία είναι ουσιαστικό συστατικό ενός αριστερού
ριζοσπαστικού προγράμματος, και όχι ένα απλό εκλογικό άλλοθι.
Ισως κάποιοι θεωρούν παράλογη ή εκτός τόπου τη συζήτηση για την
οικολογία εν μέσω δεινής οικονομικής κρίσης και ανθρωπιστικής καταστροφής. Ομως
ακόμα και στοιχειώδης ιστορική και πολιτική γνώση μάς δείχνει ότι κανένα
πολιτικό σχέδιο δεν μπορεί να μας βγάλει από το σπιράλ του θανάτου, χωρίς να
υπολογίσει δύο καίριες παραμέτρους: τη Φύση και τον Ανθρωπο.