του Βασίλη
Ασημακόπουλου[1]
«stat
rosa pristina nomine,
nomina nuda tenemus
(= Το παλαιό ρόδο υπάρχει μόνο σαν όνομα,
κρατάμε γυμνά ονόματα)[2]»
Ουμπέρτο Έκο
B.AΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ :…… Μία από τις
παρεμβάσεις του ΓΑΠ την περίοδο κυριαρχίας του στο ΠΑΣΟΚ, ήταν η ακύρωση
οποιασδήποτε συλλογικής λειτουργίας του ΠΑΣΟΚ ως μαζικού κόμματος,
αντανακλώντας την αστική αντίληψη που είχε για το πολιτικό κόμμα. Το Διαρκές Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θύμισε δυστυχώς
ανάλογου τύπου πρακτικές……
Όταν
συγκροτούσαμε τη συλλογικότητα Νέος Αγωνιστής το 2006-2007, την περίοδο της
πάλης ενάντια στην αναθεώρηση του αρ. 16 του Συντάγματος, επειδή ήμασταν και
αρκετοί δικηγόροι για τα αριθμητικά δεδομένα της συλλογικότητας, κάνοντας χρήση
νομικής ορολογίας λέγαμε ότι αποδεχόμασταν την πολιτική κληρονομιά του Ανδρέα
Παπανδρέου όχι στο σύνολό της, αλλά επ’ ωφελεία απογραφής (αρ. 1901 Α.Κ. επ.).
Αποτιμούσαμε δηλαδή την πολιτική διαδρομή του Α.Π., ως προϊόν του ιστορικού
πλαισίου της εποχής που έδρασε με
ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική συνεισφορά στην ελληνική αριστερά,
με θετικά και αρνητικά σημεία, πέρα από αφοριστικές ή συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις των αντιπάλων του ή μεταφυσικές
ιδιότητες που του προσέδιδαν οι οπαδοί του. Σαφώς όμως εντάσσαμε τη
συλλογικότητά μας εντός του θεωρητικού πλαισίου που μορφοποίησε ο Α.Π. και
αποτελούσε συνάρθρωση νεομαρξιστικών ρευμάτων με εθνολαϊκές και δημοκρατικές
παραδόσεις, σε μια ενότητα του εθνικού με το κοινωνικό ζήτημα[3]. Το
ανωτέρω θεωρητικό πλαίσιο σε συνδυασμό με τη συγκεκριμένη πολιτική δράση του
Α.Π. εγγράφηκε στο όνομα Παπανδρέου και για ένα ευρύ τμήμα των κυριαρχούμενων
κοινωνικών τάξεων σηματοδότησε τον αγώνα για εθνική αξιοπρέπεια, δημοκρατία και
κοινωνική δικαιοσύνη. Μια δηλαδή εκδοχή ταξικής σοσιαλδημοκρατίας στις δοσμένες
συνθήκες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Ο Γιώργος Παπανδρέου επικαλείται
το όνομα στη βάση μιας αδιαμεσολάβητου
τύπου μεταφοράς κληρονομικής διαδοχής στο πολιτικό επίπεδο, στο δημόσιο χώρο. Ο
ίδιος ως φιλελεύθερος όφειλε να γνωρίζει ότι η κληρονομική διαδοχή αφορά τον
ιδιωτικό βίο των ανθρώπων. Η μεταφορά της στη δημόσια σφαίρα είναι
φεουδαρχικό κατάλοιπο και σε κάθε περίπτωση προνεωτερική κατάσταση. Η
φιλελεύθερη ιδεολογία του είναι ψευδώνυμη αναφορά της υποκρυπτόμενης
παλαιοκομματικής πρακτικής στη βάση της συγκινησιακής ηγεμονίας του ονόματος.
Και δεν είναι η μόνη. Η συνολική παρουσία του ΓΑΠ στο δημόσιο βίο αποτελεί
αναίρεση του επιθέτου του, με τη συγκεκριμένη ως άνω υλική και θεωρητική
σημασιοδότηση, των εννοιών του κινήματος, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού
που επικαλείται στο νέο φορέα του. Γι’ αυτό και επί των ημερών της απόλυτης
κυριαρχίας του ολοκληρώθηκε – καθώς είχε αρχίσει χρόνια πριν - η μεταμόρφωση του ΠΑΣΟΚ στο αντίθετό του, καθιστώντας τον ίδιο τον τίτλο
του κόμματος ψευδώνυμο και απαξιώνοντάς το στα μάτια, στο νου και την
καρδιά χιλιάδων πολιτών που είτε το ψήφιζαν, είτε το στήριζαν πιο ενεργητικά,
είτε στρατεύτηκαν στις γραμμές του.
Η
αιτία της κατάστασης διαρκούς μετωνυμίας, ακύρωσης και αντιστροφής των
πολιτικών κατηγοριών και εννοιών που επικαλείται ο ΓΑΠ, βρίσκεται στο γεγονός
ότι ο ίδιος αποτελεί εκδοχή ενός ριζικά διαφορετικού ιστορικού προσανατολισμού
για τη χώρα και το λαό της, σε σχέση με τις αναφορές και παραδόσεις που
επικαλείται. Συγκεκριμένα ο ΓΑΠ αρχίζει να πρωταγωνιστεί σταδιακά στην πολιτική
ζωή του ΠΑΣΟΚ και του τόπου μετά το 1985, όταν το ΠΑΣΟΚ παίρνει οριστικό
διαζύγιο από το εγχείρημα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού και ενσωματώνεται
ραγδαία στο κράτος. Η πάλη εντός του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ ανάμεσα στην
κρατικοποίηση και την αυτονομία, που διεξάγεται σ’ ολόκληρη τη δεκαετία του
’80, ολοκληρώνεται με την ήττα του ΠΑΣΟΚ ως κοινωνικού κόμματος με τις αδυναμίες που είχε και τη μετατροπή
του σε κόμμα κατ’ εξοχήν κρατικό όπως ίσως θα το χαρακτήριζε ο Νίκος Πουλαντζάς[4]. Η
απώλεια της αυτονομίας λόγω της
κρατικοποίησής του, οδηγεί το ΠΑΣΟΚ να
απαράγεται σε σχέση υφιστάμενη και ελεγχόμενη από τους κεφαλαιοκρατικούς
ομίλους και τους διεθνείς παράγοντες ήδη από τις αρχές δεκαετίας του ’90.
Σημαίνουσες εκδοχές αυτής της διαδρομής που οδήγησε από την Αλλαγή στην
Προδοσία της, ήταν η ιστορική ηγεσία (Α.Π. και τρόικα του Ε.Γ.) τη δεκαετία του ’80 που με την κρατικοποίηση
του κόμματος έθεσε τους υλικούς όρους για την κυριαρχία των εκσυγχρονιστών με
την «ισχυρή Ελλάδα» και το ευρώ τη δεκαετία του ’90, οι οποίοι παρέδωσαν το
ΠΑΣΟΚ στην πιο ultra εκσυγχρονιστική εκδοχή του, τον ΓΑΠ το 2004, μέσα σε
συνθήκες πλήρους επιβολής της μιντιοκρατίας, εσωτερίκευσης της ιμπεριαλιστικής
εξάρτησης, (ακόμα και) τυπικής ακύρωσης της λειτουργικής υπόστασης του κόμματος.
Η διαδρομή αυτή που στο επίκεντρό της είχε την διάλυση της παραγωγικής βάσης
της χώρας σε μια περίοδο ολοκλήρωσης της διαδικασίας διεθνούς ενσωμάτωσης της
χώρας και έντασης της συσσώρευσης κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα, οδήγησε στο
μνημόνιο, που συμπυκνώνει αυθεντικά την πολιτική γραμμή ΓΑΠ, (υπερεθνική συγκρότηση
σε νεοφιλελεύθερη βάση). Αυτή την πολιτική γραμμή, που εκπροσωπεί το
διεθνοποιημένο μονοπωλιακό κεφάλαιο, τις αποεδαφοποιημένες χρηματιστικές
μερίδες του και την εγχώρια οικονομική ολιγαρχία, προπαγανδίζουν στην πατρίδα
μας η Ν.Δ., το ψευδώνυμο ΠΑΣΟΚ, το κίνημα «ΓΑΠ», το Ποτάμι, η ΔΗΜΑΡ, ο ΛΑΟΣ, τμήματα
του οικολογικού χώρου. Το μνημονιακό μπλοκ. Με τη Χρυσή Αυγή, μακρύ χέρι και
εφεδρεία του συστήματος, στο ρόλο της διάσπασης και του δηλητηριασμού μέρους
των κυριαρχούμενων στρωμάτων που τσακίζονται από τις μνημονιακές πολιτικές.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το
διαρκές συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το Σάββατο, 3/1/2015; Μία από τις παρεμβάσεις του
ΓΑΠ την περίοδο κυριαρχίας του στο ΠΑΣΟΚ, ήταν η ακύρωση οποιασδήποτε
συλλογικής λειτουργίας του ΠΑΣΟΚ ως μαζικού κόμματος, αντανακλώντας την αστική
αντίληψη που είχε για το πολιτικό κόμμα. Το Διαρκές Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θύμισε δυστυχώς
ανάλογου τύπου πρακτικές. Ένα συνέδριο που προκηρύχθηκε πρόχειρα (ένδειξη
της προχειρότητας είναι η υιοθέτηση προπαγανδιστικού συνθήματος του ΠΑΣΟΚ 2000)
και αντικαταστατικά (αρ. 16 παρ. 2), δεν παρουσίασε κανένα ολοκληρωμένο
εισηγητικό κείμενο (λ.χ. το βασικό πρόγραμμα), το ζήτημα των λεγόμενων
πολιτικών συμμαχιών είχε επιχειρηθεί τεχνηέντως να εξαιρεθεί από τη θεματολογία
του διαρκούς συνεδρίου γι’ αυτό και χαρακτηρίσθηκε ως διαρκές προγραμματικό
συνέδριο (ενώ και οι εσωκομματικές αντιπολιτεύσεις ή μορφοποιήσεις είχαν
αποφύγει να το θέσουν στο επίπεδο της ΚΕ στις 18-19/10/2014, με αποτέλεσμα να
αδυνατούν να το θέσουν υπό την αντικειμενική πίεση των επικείμενων εκλογών στη
συνεδρίαση της ΚΕ στις 3/1/2015 και να παραμείνει η άκρως προβληματική κατά τη
γνώμη μου διατύπωση της απόφασης της ΚΕ στη συνεδρίαση στις 21-22/6/2014) και
τελικά ολοκληρώθηκε με αντιδημοκρατικό τρόπο και ενάντια στην εκφρασθείσα
βούληση της πλειοψηφίας των συνέδρων μία ημέρα νωρίτερα από τη προγραμματισθείσα
διάρκειά του, χωρίς να δοθεί στο συνέδριο η δυνατότητα να λάβει καμία απόφαση
ως κυρίαρχο βουλευόμενο σώμα. Ο μόνος
από τα «επίσημα» στελέχη του κόμματος – καθώς υπήρχαν πολλές και πολλοί
σύνεδροι από τις Ο.Μ. που ζήτησαν και έλαβαν το λόγο καταδικάζοντας αυτές τις
πρακτικές - που αντιτάχθηκε ενώπιον του
συνεδρίου στην ουσιαστική ακύρωσή του ήταν ο σ. Άλκης Ρήγος, ο οποίος ίσως και
λόγω συγκεκριμένης εμπειρίας ήδη από την αφετηρία της πρακτικής εμπλοκής του με
το κομματικό φαινόμενο, συναισθάνεται την κομβική σημασία που έχει η τήρηση της
δημοκρατικής διαδικασίας στην οργανωμένη συλλογική λειτουργία ενός κομματικού
φορέα. Για να μην φτάσουμε στην εργαλειακή σχέση δημοκρατίας και
αποτελεσματικότητας που συνοδεύτηκε από το σχήμα «είναι αδύνατο η διαδικασία να
γεννήσει ιδεολογία»[5]. Όλα αυτά προκάλεσαν μια
γεύση απογοήτευσης ανάμεσα στους συνέδρους, μια διάχυτη εντύπωση υποβάθμισης
της συμμετοχής της ραχοκοκαλιάς ουσιαστικά του οργανωμένου ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που ο σ. Τσίπρας, στην ίδια διαδικασία,
είχε μόλις παρουσιάσει με επάρκεια και δυναμισμό το πρόγραμμα 100 ημερών
(πρόγραμμα Θεσσαλονίκης +).
Το «μέλλον δεν ξεκίνησε» καλά. Και αν είναι να
επιλέξουμε ένα παλαιότερο σύνθημα, να κινηθούμε σ’ έναν κοινωνικό και όχι
επικοινωνιακό ορίζοντα στη βάση της γραμμής που συμπύκνωνε το σύνθημα του
Κοινού Προγράμματος σοσιαλιστών και
κομμουνιστών στη Γαλλία το 1972 « Για να
ζήσουμε καλύτερα. Για ν’ αλλάξουμε τη ζωή».
Υ.Γ.
Ας μου επιτραπεί κλείνοντας μια μικρή προσωπική αναφορά. Από το 2010
συμμετέχουμε στο πλατύ μαζικό λαϊκό αντιμνημονιακό κίνημα (διαδηλώσεις,
πλατείες, ΕΡΤ κλπ). Στις ευρωεκλογές 2014 ως συλλογικότητα Νέος Αγωνιστής
προτείναμε τον Μανώλη Γλέζο να ηγηθεί του Ευρωψηφοδελτίου του κόμματος (Αυγή,
25-4-2014). Στις εκλογές του 2012, μέσα από τις γραμμές του Νέου Αγωνιστή
συμβάλαμε με όσες δυνάμεις είχαμε στο συμμαχικό
σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Στο πλαίσιο
αυτής της συμμετοχής ήμουνα υποψήφιος βουλευτής στη Β΄ Αθηνών, γεγονός
ιδιαίτερα τιμητικό για εμένα. Προηγουμένως είχα συμμετάσχει στο περιφερειακό
αυτοδιοικητικό σχήμα Αττική Συνεργασία-Όχι στο μνημόνιο (2010) και
ακολούθως συμμετείχα στη συγκρότηση της
ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ Δικηγόρων καθώς και στη δημιουργία του συνδικαλιστικού σχήματος της
Ριζοσπαστικής Αριστερής Κίνησης Δικηγόρων Αθήνας στο μαζικό χώρο, συμμετέχοντας
μέσα από τις γραμμές της στις δικηγορικές εκλογές (2014). Στις επικείμενες
εκλογές δεν υπέβαλα αίτηση υποψηφιότητας στα αρμόδια όργανα του κόμματος. Είναι
μια ατομική[6] και συνειδητή πολιτική
επιλογή, που είχε ωριμάσει μέσα μου τους τελευταίους μήνες. Η διαφωνία μου στην
κατεύθυνση του κόμματος έχει αποτυπωθεί και σε κείμενα[7].
Άλλωστε έχουν προκύψει πολλές διαθεσιμότητες. Οι εργασίες του διαρκούς
συνεδρίου απλώς μου επιβεβαίωσαν την επιλογή αυτή. Αυτό δεν σημαίνει ότι
παραιτούμαι στο ελάχιστο του οργανωμένου και συλλογικού αγώνα για τη νίκη του
ΣΥΡΙΖΑ. Για να ζήσουμε καλύτερα. Για ν’ αλλάξουμε τη ζωή. Με τον ΣΥΡΙΖΑ των
Ο.Μ., των κινημάτων, της αντιμνημονιακής πάλης.
ΠΗΓΗ : ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΠΟΧΗ
ΠΗΓΗ : ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΠΟΧΗ
[1] Μέλος της ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ Δικηγόρων.
Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Εποχή, 11-1-2015.
[2] Ούμπερτο Έκο, Το όνομα του
ρόδου, εκδ. Γνώση, 1985, σελ. 657
[3] Για το ζήτημα της
συνάρθρωσης σοσιαλιστικής και λαϊκοδημοκρατικής ιδεολογίας από τη μεριά της
πάλης της εργατικής τάξης για την κατάκτηση της ηγεμονίας, βλ. Λακλάου Ε.,
Πολιτική και Ιδεολογία στη Μαρξιστική Θεωρία, εκδ. Σύγχρονα Θέματα, 1983, σελ.
162 επ.
[4] Πουλαντζάς Ν., Το κράτος,
η εξουσία, ο σοσιαλισμός, εκδ. Θεμέλιο 2001, σελ. 334
[5] Βλ. Απόφαση 5ης
Συνόδου ΚΕ ΠΑΣΟΚ (2ος/1979), Για μια μαζική και πρωτοπόρα οργάνωση,
εκδ. ΚΕΜΕΔΙΑ ΠΑΣΟΚ, 1982, σελ. 48
[6] Στις εκλογές της 25ης-1-2015
είναι υποψήφιοι βουλευτές οι προερχόμενοι από τον Νέο Αγωνιστή σύντροφοι
Γιάννης Χατζηαντωνίου (Β΄ Αθήνας) και Νίνα Κασιμάτη (Β΄ Πειραιά).
[7] Βλ. ενδεικτικά Εκλογές
Μαϊου 2014 : Προς μια λαϊκή αντιμνημονιακή δημοκρατική κυβέρνηση της αριστεράς
ή αλλαγή φρουράς στο πλαίσιο του μνημονίου, www.neosagonistis.org
.