«Αφήστε τι
λέμε. Να δήτε τι εύκολα που αναπροσαρμοζόμαστε - να δήτε τι εύκολα που περικόπτουμε τα όνειρά
μας»
Κώστας Μόντης
Σε διάφορα
«πολιτικά» ζητήματα συνηθίζεται οι ποιητές να εκβάλλουν πεσιμιστικές νότες, όπως ο Καβάφης στις «Θερμοπύλες» ή ο Κύπριος Μόντης στις ανθολογημένες από τον Γ.Π Σαββίδη «Στιγμές» .Όμως η
πολιτική μπορεί να γίνεται
ποιητικότερη της ποίησης και να
αναδημιουργεί όνειρα και ελπίδες, στο βαθμό που υπερβαίνει τις τρέχουσες πολιτικές νόρμες .
Ας
συνεχίσουμε λοιπόν να “λέμε” τα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο χωρίς
να “αναπροσαρμοζόμαστε” : Χωρίς εκείνους
τους συμψηφισμούς ,που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «όλοι κάνουν κακές
πράξεις». Χωρίς παιδαγωγικούς
τακτικισμούς , χωρίς κατευναστικές συμπεριφορές
με κριτήριο την αποτροπή νέων τουρκικών απαιτήσεων .
Ήταν ένα
Σάββατο πρωί, πριν 40 χρόνια, όταν μαθαίναμε στις δουλειές μας την κήρυξη γενικής επιστράτευσης. Σηκωθήκαμε
και φύγαμε για τα σπίτια και τις
γειτονιές μας, όπου ήταν ήδη σε εξέλιξη μαζική έφοδος επί παντός μπακαλικού . Στους
δρόμους η κίνηση ήταν χαοτική, με
τόσο κόσμο σε τόσες
τροχιές ώστε να θυμίζει «ελεύθερα
ηλεκτρόνια» - κατά την απόφανση παλιού
γνώριμου, με σπουδές φυσικής…
Ο
αποχωρισμός από τους οικείους μου ήταν συγκινητικός , όμως
μεταγενέστερα έφτασε να μου
θυμίζει ενσταντανέ ταινίας των Μόντυ Πάϊθονς : Στην Κάντζα
Αττικής που παρουσιαστήκαμε ως επιστρατευμένοι γινόταν της τρελής, τόσο ώστε να μας διώξουν
(!) για την επόμενη ημέρα…
Και όταν τελικά
καταταχθήκαμε μας ξαπόστειλαν ποδαρικώς
στην Πεντέλη, δίνοντάς μας τη
δυνατότητα να βιώσουμε εκφάνσεις
γενναιοδωρίας αλλά και μαυραγοριτισμού : Όταν ζητήσαμε λίγο ψωμί από ένα παλληκαράκι που μετέφερε με φορτηγό μια καλαθούνα με
ψωμιά, αυτό μας την πρόσφερε όλη ! Κι
όταν φάγαμε σε μια ταβέρνα και ζητήσαμε το λογαριασμό, αυτός ήταν
τόσο φουσκωμένος ώστε σηκωθήκαμε
εξαγριωμένοι και την «κάναμε» ….…
Η
επιστράτευση ήταν τραγελαφική, πολλοί
δεν έβγαλαν τα τουφέκια από τις
λευκοσιδηρές θήκες τους, τόνοι πυρομαχικών ξεφορτώνονταν στο πουθενά
και παρέμεναν αφύλακτα. Η χουντική
μπαχαλοποίηση ήταν πέραν φαντασίας, άξια μιας ειδικής
ιστορικής έρευνας .
Οι
Μουσουλινοειδείς εθνικιστικές πομφόλυγες των Συνταγματαρχών έκαναν πολύ κόσμο να «ξερνάει» για χρόνια.
Κάποιοι , Ελλαδίτες και Κύπριοι, προσέφυγαν στο συρμό του ρεαλισμού και της αναζήτησης
πατρώνων. Άλλοι προσέφυγαν στο
συρμό ενός «διεθνισμού» που πέταγε μαζί με τα βρωμόνερα και το παιδί – δηλαδή
το υγιές αίσθημα περί
εθνικών αιτημάτων που δεν
εκπροσωπούν «συμφέροντα» αλλά δίκαια, σύμφωνα με δόκιμες έννοιες της διεθνούς
έννομης τάξης..
Σήμερα στην
ελληνοκυπριακή σκηνή δεσπόζει το άγχος της «μη λύσης» , όμως υπάρχει και το
χειρότερο : Είναι η υποταγή στο «δίκαιο» του ισχυροτέρου, σε μια περιοχή
με ανατροφοδοτούμενες
διεκδικήσεις και μεταδοτικές
αναφλέξεις…