ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ*
Γράφει ο Παπακωνσταντίνου (πηγή : kathimerini.gr ) :
«Η ωμή παρέμβαση των Βρυξελλών, όπως βέβαια και της Μόσχας, στα εσωτερικά της Ουκρανίας αποτελεί εξαιρετικά ανησυχητικό οιωνό για τη διχασμένη χώρα. Σε πρόσφατο κύριο άρθρο της, η Wall Street Journal έγραφε: «Για 20 χρόνια, η Ουκρανία ήταν μια πυριτιδαποθήκη που χλεύαζε τις προβλέψεις της CIA στις αρχές της δεκαετίας του '90, για πιθανό εμφύλιο πόλεμο. Σήμερα, όμως, το ενδεχόμενο της βίας είναι πραγματικό και θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την Ευρώπη». Η ψυχρή λογική λέει ότι ούτε ο Πούτιν μπορεί να ελπίζει σοβαρά ότι θα αποξενώσει την Ουκρανία από το Δυτικό περιβάλλον της ούτε η Ε.Ε. ότι η Ρωσία θα δεχθεί αγόγγυστα να χάσει ολοσχερώς τον μεγάλο της γείτονα (μαζί με την Κριμαία και τη Σεβαστούπολη), χωρίς να τη διασπάσει. Ένας «ιστορικός συμβιβασμός» εμφανίζεται η μόνη ρεαλιστική λύση, αλλά και οι δύο πλευρές μοιάζουν αποφασισμένες να τραβήξουν το φθαρμένο σχοινί μέχρι το τέλος».
Όλο το άρθρο του Παπακωνσταντίνου
Την 1η Αυγούστου 1991, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους εκφώνησε από το βήμα της ουκρανικής Βουλής μια ομιλία που έμεινε στην ιστορία. Η Σοβιετική Ενωση του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έπνεε τα λοίσθια και η Ουκρανία είχε αναγγείλει δημοψήφισμα με το ερώτημα της ανεξαρτησίας. Ωστόσο ο Αμερικανός ηγέτης έφερε το πολικό ψύχος στο Κίεβο, μέσα στο κατακαλόκαιρο.
«Οι Αμερικανοί δεν θα υποστηρίξουν όσους επιδιώκουν την απόσχιση για να αντικαταστήσουν έναν μακρινό τύραννο με έναν εγχώριο απολυταρχισμό. Δεν θα βοηθήσουν όσους προωθούν έναν αυτοχειριαστικό εθνικισμό», προειδοποίησε ο Μπους. Τέσσερις μήνες αργότερα, η Σοβιετική Ενωση δεν υπήρχε πλέον και η Ουκρανία γινόταν ανεξάρτητο κράτος. Ο συντηρητικός αρθρογράφος Γουίλιαμ Σαφάιρ, ο οποίος κάποτε έγραφε τους λόγους του Ρίτσαρντ Νίξον, «κόλλησε» στην γκάφα του Μπους το υποτιμητικό παρατσούκλι «Ομιλία του Κοτόπουλου του Κιέβου» – λογοπαίγνιο με μια δημοφιλή συνταγή της ρωσικής κουζίνας.
Η αλήθεια είναι ότι ο Τζορτζ Μπους δεν ήταν ο μόνος που έβλεπε με καχυποψία τις αποσχιστικές διαθέσεις. Νωρίτερα, η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε δηλώσει ότι «το να ανοίξουμε πρεσβεία στο Κίεβο είναι εξίσου λογικό με το να εγκαινιάσουμε πρεσβεία στο Σαν Φρανσίσκο». Με πολύ πρόσφατη την ενθάρρυνση της απόσχισης Σλοβενίας και Κροατίας από την εκ νέου ενωμένη Γερμανία, Ουάσιγκτον και Λονδίνο ανησυχούσαν σοβαρά για το ενδεχόμενο μιας αλόγιστης γερμανικής επέκτασης προς Ανατολάς, που θα ξυπνούσε τα παλιά φαντάσματα. Ιδιαίτερα στην Ουκρανία, μια χώρα που αποτελούσε για αιώνες πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ Ρωσίας και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η καινούργια «πυρκαγιά» που μαίνεται εδώ και τέσσερις εβδομάδες στο Κίεβο επιβεβαιώνει ότι το παρελθόν εξακολουθεί να στοιχειώνει το παρόν.
Το «κράτος των Ρως»
Γεννημένο στο Κίεβο, τον 9ο αιώνα, το «κράτος των Ρως» θεωρείται η αρχή του ρωσικού πολιτισμού. Από τις επικές μάχες του Αλέξανδρου Νιέφσκι με τους Τεύτονες Ιππότες, το 1242, μέχρι την εποχή της Μεγάλης Αικατερίνης, στo δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, η Ουκρανία υπήρξε πάντα πεδίο αναμετρήσεων της Ρωσίας με Γερμανούς, Σουηδούς, Πολωνούς και Λιθουανούς. Στο τεράστιο συμβολικό της βάρος, ήρθε να προστεθεί η στρατηγική της σημασία από τη στιγμή που η Σεβαστούπολη, βασικό θέατρο του Κριμαϊκού Πολέμου (1853-56), έγινε ο βασικός ναύσταθμος του ρωσικού στόλου, πέρα από τις παγωμένες θάλασσες του Βορρά. Ουσιαστικά, η Ουκρανία αποκτά ξεκάθαρα σύνορα και ανεξάρτητη υπόσταση, ως ομόσπονδη δημοκρατία, μόνο με τη συγκρότηση της ΕΣΣΔ. Είναι ο Νικίτα Χρουστσόφ εκείνος που της κάνει «δώρο» τη Χερσόνησο της Κριμαίας, το 1954, προκειμένου να την εξευμενίσει για όσα είχε υποστεί επί Ιωσήφ Στάλιν.
Η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, το 1991, δεν έλυσε το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας, τον διχασμό της ανάμεσα στο ορθόδοξο ανατολικό τμήμα της, όπου οι περισσότεροι μιλούν ρωσικά, και το καθολικό δυτικό τμήμα, που βλέπει προς τη Δύση. Στη διάρκεια της «πορτοκαλί επανάστασης» του 2004, η Αμερική πίστεψε ότι ήταν σε θέση να κόψει τον γόρδιο δεσμό. Οπως αποκάλυψε τότε το Associated Press, η κυβέρνηση Μπους προσέφερε 65 εκατομμύρια δολάρια στους εκλεκτούς της, τον μετέπεια πρόεδρο Βίκτορ Γιούσενκο και τη Γιούλια Τιμοσένκο, για να υπερισχύσουν στον αγώνα εξουσίας με τον φιλορώσο Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Από το 2002, τα αμερικανικά ιδρύματα NED, Freedom House και το Ινστιτούτο Open Society του Τζορτζ Σόρος είχαν αναλάβει την «εκπαίδευση» ουκρανικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων στις τεχνικές της πολιτικής ανυπακοής.
Το φιλοδυτικό μπλοκ κέρδισε τη μάχη, αλλά όχι τον πόλεμο, όπως έδειξε η εκλογή του Γιανούκοβιτς το 2010. Η πρώτη πράξη του Γιανουκόβιτς ήταν να ανανεώσει μέχρι το 2042 τη ρωσική βάση στη Σεβαστούπολη, κάτι που συνάντησε την αποδοχή της μισής Ουκρανίας και την ανοχή της άλλης μισής. Ωστόσο, ο υπολανθάνων διχασμός εκδηλώθηκε με εκρηκτικό τρόπο τη στιγμή που ο Γιανουκόβιτς αρνήθηκε να υπογράψει τη συμφωνία σύνδεσης με την Ε.Ε. και στράφηκε προς στενότερες σχέσεις με τη Ρωσία. Το σκηνικό μιας δεύτερης «πορτοκαλί επανάστασης» είχε πλέον στηθεί, με νέους πρωταγωνιστές και σκηνοθέτες.
Το νέο δίδυμο
Τη θέση του χρεοκοπημένου διδύμου Γιούσενκο - Τιμοσένκο πήρε ο νέος ανερχόμενος αστέρας της αντιπολίτευσης, ο παγκόσμιος πρωταθλητής της πυγμαχίας Βιτάλι Κλίτσκο. «Ο Κλίτσκο είναι ο άνθρωπός μας στο Κίεβο», δηλώνουν στο Der Spiegel παράγοντες του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ). Οπως αποκαλύπτει το γερμανικό περιοδικό, «στα γραφεία του ΕΛΚ, στις Βρυξέλλες και στη Βουδαπέστη, εκπαιδεύονται στελέχη του κόμματος του Κλίτσκο (UDAR) στο κονοβουλευτικό έργο και τους παρέχεται βοήθεια για τη δημιουργία πανεθνικής οργανωτικής δομής. Το Ιδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ της γερμανικής Χριστιανοδημοκρατίας επιτελεί επίσης ενεργό ρόλο».
Αν το 2004 τον πρώτο ρόλο είχαν οι Αμερικανοί, τώρα τα ηνία έχουν αναλάβει οι Γερμανοί. Ο Γκίντο Βεστερβέλε και η Κάθριν Αστον έκαναν βόλτες αγκαλιά με τον Κλίτσκο στα οδοφράγματα του Κιέβου, χωρίς να ενοχλούνται από το γεγονός ότι στους συμμάχους του περιλαμβάνεται το εθνικιστικό, ναζιστικής προέλευσης, κόμμα «Σβόμποντα», το οποίο έχει καταγγελθεί από το κέντρο Στίβεν Ροθ για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού, που εδρεύει στο Τελ Αβίβ.
Η ωμή παρέμβαση των Βρυξελλών, όπως βέβαια και της Μόσχας, στα εσωτερικά της Ουκρανίας αποτελεί εξαιρετικά ανησυχητικό οιωνό για τη διχασμένη χώρα. Σε πρόσφατο κύριο άρθρο της, η Wall Street Journal έγραφε: «Για 20 χρόνια, η Ουκρανία ήταν μια πυριτιδαποθήκη που χλεύαζε τις προβλέψεις της CIA στις αρχές της δεκαετίας του '90, για πιθανό εμφύλιο πόλεμο. Σήμερα, όμως, το ενδεχόμενο της βίας είναι πραγματικό και θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την Ευρώπη». Η ψυχρή λογική λέει ότι ούτε ο Πούτιν μπορεί να ελπίζει σοβαρά ότι θα αποξενώσει την Ουκρανία από το Δυτικό περιβάλλον της ούτε η Ε.Ε. ότι η Ρωσία θα δεχθεί αγόγγυστα να χάσει ολοσχερώς τον μεγάλο της γείτονα (μαζί με την Κριμαία και τη Σεβαστούπολη), χωρίς να τη διασπάσει. Ενας «ιστορικός συμβιβασμός» εμφανίζεται η μόνη ρεαλιστική λύση, αλλά και οι δύο πλευρές μοιάζουν αποφασισμένες να τραβήξουν το φθαρμένο σχοινί μέχρι το τέλος.