Ο συνεργάτης μου Νίκος Στεφανής προσφεύγει διαμαρτυρόμενος στον "Συνήγορο του Πολίτη", με στόχο να βρει το δίκαιο που επιτάσσει ο Νόμος και οι θεσμοί. Πιο κάτω ακολουθεί η διαμαρτυρία ή μάλλον μομφή, που ασκεί ο Στεφανής
Ο Συνήγορος του Πολίτη εξετάζει αναφορά του κ. Νικολάου Στεφανή, με αριθμό
υπόθεσης 305926. Από την επισκόπηση των αιτιάσεων του ενδιαφερομένου κατόπιν
συνεκτιμήσεως των στοιχείων που προσκομίζει ενώπιον της Ανεξάρτητης Αρχής,
προκύπτουν τα κατωτέρω:
Ι. Ιστορικό υπό εξέταση Υπόθεσης
O κ. Στεφανής την 01/02/1983 προσλήφθηκε ως εργάτης στη ΔΕΗ ΑΕ και υπήχθη
στην ασφάλιση του τ. ΙΚΑ. Εν συνεχεία, την 01/02/1985 προσλήφθηκε ως τακτικό
προσωπικό και ασφαλίστηκε στο Ταμείο Ασφάλισης ΔΕΗ ενώ από 01/05/1987 μετατάχθηκε
στην κατηγορία του Διπλωματούχου Μηχανικού. Ο ενδιαφερόμενος ουδέποτε έκανε έναρξη
εργασιών στη Δ.Ο.Υ. ούτε άσκησε ελευθέριο επάγγελμα, εργάστηκε δε έως τη
συνταξιοδότησή του ως μισθωτός μηχανικός στην ανωτέρω εργοδότρια εταιρεία.
Παραταύτα, εξ’ αυτής και μόνο της ιδιότητάς του ως μέλους του Τεχνικού
Επιμελητηρίου Ελλάδας (στο εξής ΤΕΕ) από την 01/03/1983, υπαγόταν στην υποχρεωτική
κύρια ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, χωρίς ωστόσο η εργοδότρια εταιρεία του, καθ’ όλο
το χρονικό διάστημα της μισθωτής απασχόλησής του, να αποδίδει στον ανωτέρω
ασφαλιστικό φορέα ασφαλιστικές εισφορές (εργαζομένου – εργοδότη) ως όφειλε. Ο κ.
Στεφανής υπήχθη αποκλειστικά και μόνο στους κλάδους ασφάλισης του προσωπικού της
ΔΕΗ ΑΕ και συγκεκριμένα, από την υπ’ αριθ. πρωτ. ΔΑΝΠΟ/12480/10.05.2019 Βεβαίωση
της Διεύθυνσης Ανθρωπίνων Πόρων & Οργάνωσης της ΔΕΗ ΑΕ, προκύπτει ότι, από
01/02/1985 έως 31/03/2007, παρακρατήθηκαν και αποδόθηκαν από τη μισθοδοσία του
2
νόμιμες ασφαλιστικές κρατήσεις για: α) τον κλάδο κύριας σύνταξης σε πρ. ΙΚΑ / ΤΑΠ / ΔΕΗ,
β) τον κλάδο επικουρικής σύνταξης σε πρ. ΤΑΥΤΕΚΩ/ΤΕΑΠΑΠ – ΔΕΗ και τους κλάδους γ)
πρόνοιας και δ) υγείας σε πρ. ΤΑΥΤΕΚΩ / ΤΕΑΠΑΠ ΔΕΗ, ενώ, την 01/04/2007, του
απονεμήθηκε από τον ΟΑΠ / ΔΕΗ (Διεύθυνση Συντάξεων και Πρόνοιας) σύνταξη γήρατος
πλέον επικουρικού μερίσματος και εφάπαξ.
Αντίστοιχα, το τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, για χρονικό διάστημα άνω της 35ετίας, ουδέποτε
γνωστοποίησε στον κ. Στεφανή την εισφοροδοτική του υποχρέωση λόγω ιδιότητας ούτε
όχλησε τον ασφαλισμένο για την οιανδήποτε ασφαλιστική οφειλή. Εν έτει 2018, δηλαδή σε
ανύποπτο χρόνο, δια της υπ’ αριθ. 2059/22.11.2018 Ατομικής Ειδοποίησης Ληξιπρόθεσμων
Οφειλών του ΚΕΑΟ Κοζάνης, ο επί δεκαετία συνταξιούχος της ΔΕΗ ενημερώθηκε ότι με την
υπ’ αριθ. 14189/05.11.2018 Πράξη Ταμειακής Βεβαίωσης είχαν διαβιβαστεί και ταμειακώς
βεβαιωθεί εις βάρος του ληξιπρόθεσμες οφειλές από μη καταβληθείσες εισφορές προς τ.
ΤΣΜΕΔΕ και συγκεκριμένα,
52924,46, β) από 06/1983 έως 08/2012, ποσό 18369,56 και γ) από 06/1983 έως 12/2016,
ποσό € 14155,84 και συνολικά € 85449,86.
Ακολούθως, ο κ. Στεφανής υπέβαλε ενώπιον της Περιφερειακής Διεύθυνσης
Συντάξεων & Ασφάλισης του Τομέα Μηχανικών & ΕΔΕ του e-ΕΦΚΑ την υπ’ αριθ. πρωτ.
113522/25.09.2019 αίτηση με την οποία αμφισβήτησε την καταλογισθείσα εις βάρος του
οφειλή και ζήτησε τη διαγραφή της, ενώ, μεταξύ άλλων, συνυπέβαλε την υπ’ αριθ. πρωτ.
40617/04.07.2019 Βεβαίωση Διαγραφής του Προϊσταμένου Διεύθυνσης Επαγγελματικής
Δραστηριότητας του ΤΕΕ, εκδοθείσα επί της υπ’ αριθ. πρωτ. ΤΕΕ 640/10.01.2019 αίτησης
διαγραφής, με την οποία βεβαιώνεται ότι δια της υπ’ αριθ. Α39/Σ11/2019 απόφασης της
Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ, ο ενδιαφερόμενος διαγράφηκε από το Μητρώο Τακτικών
Μελών του ΤΕΕ, αναδρομικά από την ημεροχρονολογία της συνταξιοδότησής του, την
01/04/2007.
Η εκδίκαση της αίτησης αμφισβήτησης οφειλής του κ. Στεφανή ενώπιον της
Διοικούσας Επιτροπής του Τομέα σας εισέτι εκκρεμεί, προσφάτως δε ο ενδιαφερόμενος για
την υπόθεσή του έχει απευθύνει αιτήματα προς διάφορα Τμήματα του e-ΕΦΚΑ, όπως
προκύπτει από την από 07/09/2021 ηλεκτρονική αλληλογραφία του Περιφερειακού Γραφείου
Μηχανικών & ΕΔΕ Κοζάνης, την από 13/09/2021 αλληλογραφία και την από 14/09/2021
διαβίβαση ηλεκτρονικού μηνύματος από το Τμήμα Μητρώων του e-ΕΦΚΑ προς το Τμήμα
Ασφάλισης τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ.
ΙΙ. Επισημάνσεις της Ανεξάρτητης Αρχής επί της υπό επανεξέταση υπόθεσης του
κ. Στεφανή
Ενόψει του επανελέγχου του καταλογισμού του κ. Στεφανή για μη καταβληθείσες
εισφορές που αναδράμουν σε χρονική περίοδο 33 ετών, ήτοι από 06/1983 έως 12/2016, η
Ανεξάρτητη Αρχή διατυπώνει τις κάτωθι επισημάνσεις, οι οποίες ζητούμε να ληφθούν υπόψη
κατά την εξέταση της ένστασής του. Αναλυτικότερα:
ΙΙ.Ι Επί του μη νομίμου καταλογισμού του κ. Στεφανή με οφειλές για το μετά τη
διαγραφή από το Μητρώο Μελών ΤΕΕ χρόνο την 01/04/2007
Στο άρθρο 6 παρ. 1 του α.ν. 2326/1940 «Περί Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και
Εργοληπτών Δημοσίων Έργων» (ΦΕΚ 145 Α’) ορίζεται ότι: «[…] Μετέχουσιν υποχρεωτικώς
του Ταμείου πάντες οι δικαιούμενοι να ώσι μέλη του Τεχνικού Επιμελητηρίου και αφ’ ης
ήρξαντο αι καταβολαί των συνδρομών αυτών εις τούτο, ως και άπαντες οι εν Ελλάδι
ασκούντες το επάγγελμα του εργολάβου Δημοσίων Έργων, βάσει πτυχίου του Υπουργείου
Συγκοινωνίας, οίτινες εγγράφονται υποχρεωτικώς εις τας ανά το Κράτος εργοληπτικάς
οργανώσεις […]», στο άρθρο 2 του ΠΔ της 27.11/14.12.1926 «περί κωδικοποιήσεως των
περί συστάσεως του Τ.Ε.Ε. κειμένων διατάξεων» (ΦΕΚ Α 430 – όπως αυτό τροποποιήθηκε
και ισχύει μετά το ν. 1486/1984 – ΦΕΚ Α’ 161): «[…] Ως τακτικά μέλη του ΤΕΕ εγγράφονται
υποχρεωτικά όλοι ο Ελληνικής ιθαγένειας ή οι έχοντες την ιθαγένεια κράτους – μέλους των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, διπλωματούχοι του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, των
Πολυτεχνικών Σχολών της χώρας και των ισοτίμων σχολών του εξωτερικού μετά τη λήξη της
3
άδειας άσκησης του επαγγέλματος […]», ενώ στο άρθρο 4 του ίδιου ΠΔ με τίτλο «Σκοπός του
ΤΕΕ» ορίζεται ότι: «[…] 3. Το ΤΕΕ σε σχέση με τα μέλη του, διενεργεί τις εξετάσεις και χορηγεί
τις άδειες άσκησης επαγγέλματος των μηχανικών […] τηρεί τα μητρώα των μηχανικών και των
επωνυμιών τεχνικών γραφείων και επιχειρήσεων, μεριμνά για την είσπραξη των νόμιμων
αμοιβών τους […] φροντίζει για την […] κοινωνική ασφάλιση […]» και στο άρθρο 5 με τίτλο
«περιφερειακή διάρθρωση του ΤΕΕ» ότι: «[…] 3 […] δ. Αντιμετωπίζουν επί τόπου τα
προβλήματα που έχουν σχέση με τη λειτουργία του Ταμείου Συντάξεως Μηχανικών
Εργοληπτών Δημοσίων Εργων (Τ.Σ.ΜΕ.Δ.Ε.) και του κλάδου Υγείας Τεχνικών (ΚΥΤ) […]».
Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, για το προ της 01/01/2017 χρονικό
διάστημα, που ενδιαφέρει εν προκειμένω, ασφαλίζονταν υποχρεωτικά στο τ. ΕΤΑΑ –
ΤΣΜΕΔΕ λόγω της ιδιότητάς τους ως μελών του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (ΤΕΕ)
οι πολιτικοί μηχανικοί για την παρεχόμενη συναφή προς την ιδιότητα αυτή επαγγελματική
δραστηριότητα η οποία αποτελεί κατά νόμο την αφορμή της εγγραφής τους στο ΤΕΕ και της
συνακόλουθης υπαγωγής τους στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ. Κατά συνέπεια, σε
περίπτωση διαγραφής από το μητρώο του ΤΕΕ, πολιτικού μηχανικού, από το χρονικό αυτό
σημείο συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις διαγραφής του πλέον από την ασφάλιση
του ΤΣΜΕΔΕ (πρβλ. ΣτΕ 1952/2009, 2689/2009, ΔΕΦΑΘ 1438/2012).
Στην υπό εξέταση περίπτωση, δοθέντος ότι, ως προελέχθη, ο κ. Στεφανής, δια της
υπ’ αριθ. Α39/Σ11/2019 απόφασης της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ, διαγράφηκε από το
Μητρώο Τακτικών Μελών του ΤΕΕ και η διαγραφή του ανέτρεξε στην ημερομηνία που ο ίδιος
κατέστη συνταξιούχος, την 01/04/2007, από το εν λόγω χρονικό σημείο πληρούνται οι
προϋποθέσεις αυτοδίκαιης διακοπής της ασφάλισης στο τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, λόγω
αποδεδειγμένης παύσης της ασφαλιστέας επαγγελματικής δραστηριότητας.
Συνεπώς, άπασες οι εισφορές που έχουν ταμειακώς βεβαιωθεί εις βάρος του
συνταξιούχου για περιόδους οφειλής από 04/2007 έως 12/2016 αναζητούνται μη
νομίμως.
ΙΙ.ΙΙ Επί της μη οριστικοποίησης των καταλογιστικών πράξεων ελλείψει νόμιμης
κοινοποίησης αυτών
Από τα στοιχεία φακέλου που προσκομίζει ο κ. Στεφανής στην Ανεξάρτητη Αρχή δεν
προκύπτουν τα στοιχεία των καταλογιστικών πράξεων του τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ για μη
καταβολή ασφαλιστικών εισφορών συνολικού ύψους € 85449,86. Η ενημέρωση του
ενδιαφερομένου από τις αρμόδιες Υπηρεσίες e-ΕΦΚΑ περί της ύπαρξης εις βάρους του
εκκρεμούς οφειλής, έχει περιοριστεί στις εγγραφές του Πίνακα Οφειλών που ενσωματώθηκε
στην υπ’ αριθ. 2059/22.11.2018 Ατομική Ειδοποίηση που του εστάλη από το ΚΕΑΟ
Κοζάνης, από τον οποίο πληροφορήθηκε τη διαβίβαση επί μέρους οφειλών από κύριες
εισφορές, με τα ΤΣΜΕΔΕ/Κ/14189/2018, ΤΣΜΕΔΕ/Π1/1489/2018 και
ΤΣΜΕΔΕ/Π2/1489/2018 παραστατικά, με τη μνεία ότι εάν δεν προβεί σε ρύθμιση ή εξόφληση
της συνολικής οφειλής εντός 20 ημερών από την παραλαβή, θα ληφθούν εις βάρος του
μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξή της.
Το γεγονός ότι οι καταλογιστικές πράξεις στις οποίες ερείδεται η ταμειακή βεβαίωση
της οφειλής ουδέποτε κοινοποιήθηκαν συννόμως στον οφειλέτη ώστε να μπορεί να στραφεί
νομίμως κατ’ αυτών σε διοικητικό στάδιο αλλά και δια της ασκήσεως ενδίκου βοηθήματος,
έχει ως αποτέλεσμα ότι οι οφειλές του ουδέποτε οριστικοποιήθηκαν (ad hoc ΔπρΑθ (Αναστ)
1482/2018, ΣτΕ Ε.Α. Ολ 496/2011).
Συνεπώς, λείπει το νόμιμο έρεισμα της εν στενή εννοία βεβαίωσης της οφειλής
εφόσον δεν προηγήθηκε σύννομη εν ευρεία εννοία βεβαίωση αυτής και για το λόγο
αυτό, επειδή πάσχει ο νόμιμος τίτλος διαβίβασης των οφειλών στο ΚΕΑΟ, τυγχάνει
καθ’ ολοκληρίαν ακυρωτέα η υπ’ αριθ. 14189/05.11.2018 Πράξη.
ΙΙ.ΙΙΙ Επί της παραγραφής των οφειλών για το προ την 01/04/2007 (διαγραφή από το
ΤΕΕ) χρόνο
Η μη τήρηση από πλευράς της κοινωνικοασφαλιστικής Διοίκησης της νόμω
τασσόμενης υποχρέωσης κοινοποίησης των καταλογιστικών πράξεων στον οφειλέτη, η
4
απουσία οιουδήποτε στοιχείου στο φάκελό του που να αποδεικνύει τη με οιονδήποτε τρόπο
πλήρη γνώση της εκκρεμούς εις βάρος του οφειλής και η απουσία οιασδήποτε ενέργειας εκ
μέρους του Φορέα που να συναρτάται με την επέλευση κάποιου διακοπτικού της προθεσμίας
παραγραφής γεγονότος για το διαδραμόντα χρόνο από το 1983 έως σήμερα, επιτάσσει το
διοικητικό επανέλεγχο εάν οι καταλογισθείσες ασφαλιστικές εισφορές έχουν υποπέσει σε
παραγραφή. Αναλυτικότερα:
ΙΙ.ΙΙΙ.Ι Επί της δεκαετούς παραγραφής των ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με τη
ΣτΕ Ολ 1833/2021
Σύμφωνα με τη λίαν πρόσφατη υπ’ αριθ. 1833/2021 απόφαση της Ολομέλειας του
Συμβουλίου της Επικρατείας, ο θεσπισθείς με το άρθρο 95 παρ. 1 του ν. 4387/2016
γενικός κανόνας της εικοσαετούς παραγραφής των αξιώσεων για την καταβολή
εισφορών των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων κοινωνικής ασφάλισης,
αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου. Το
ΣτΕ με το ακόλουθο σκεπτικό (σκ. 4 και 5):
«[…] Η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους
δικαίου και θεμελιώνεται ιδίως στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδ. α΄ του
Συντάγματος και ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης
του διοικουμένου, επιβάλλει σαφήνεια και προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε θεσπιζόμενων
κανονιστικών ρυθμίσεων. Η ως άνω θεμελιώδης αρχή της ασφάλειας δικαίου πρέπει να τηρείται
με ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πρόκειται για διατάξεις που δύνανται να επιφέρουν σοβαρές
οικονομικές επιπτώσεις στους διοικούμενους, όπως είναι οι διατάξεις που προβλέπουν την
επιβολή επιβαρύνσεων με τη μορφή ασφαλιστικών εισφορών, απαιτεί δε, ειδικότερα, η
κατάσταση του διοικουμένου, όσον αφορά τον έλεγχο της εκ μέρους του τήρησης των κανόνων
της οικείας νομοθεσίας, να μην μπορεί να τίθεται επ’ αόριστον εν αμφιβόλω. Συνεπώς, στη οικεία
νομοθεσία περί επιβολής ασφαλιστικών εισφορών απαιτείται η πρόβλεψη προθεσμίας παραγραφής, η
οποία για τη διασφάλιση της λειτουργίας της ως άνω αρχής πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων, η
διάρκειά της να είναι προβλέψιμη από το διοικούμενο, μετά δε τη λήξη της να μην είναι πλέον δυνατή η
επιβολή σε βάρος του διοικουμένου ούτε της σχετικής οικονομικής επιβάρυνσης ούτε οιασδήποτε
σχετικής κύρωσης (πρβ. Σ.τ.Ε. 1738/2017 Ολομ. σκ. 5, 2649/2017 Ολομ. σκ. 33, βλ. και Δ.Ε.Ε.
αποφάσεις της 2.2.2011 για τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-201/2010 και C-2002, Ze Fu
Fleischhandel και Vion Trading κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas, σκ. 32, Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της
9.1.2013, Volkov κατά Ουκρανίας,
αρ. προσφ. 21722/2011 σκ. 137 και 139).
Περαιτέρω, η προθεσμία παραγραφής των αξιώσεων των ασφαλιστικών φορέων για καταβολή
ασφαλιστικών εισφορών πρέπει να είναι εύλογη, δηλαδή να συνάδει προς την κατοχυρωμένη από
το άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας (πρβ. Σ.τ.Ε. 1738/2017 Ολομ.
σκ. 5, 2649/2017 Ολομ. σκ. 33, βλ. και Δ.Ε.Ε. απόφαση της 17.9.2014, C-341/13, Cruz & Companhia
Lda κατά Instituto de Financiamento da Agricultura e Pescas IP IFAP, σκ. 59 έως 61). Για να είναι δε
εύλογη η διάρκεια της προθεσμίας αυτής πρέπει να είναι σχετικά σύντομη, δεδομένης και της
αυξανόμενης ταχύτητας και πολυπλοκότητας των σύγχρονων βιοτικών σχέσεων και συναλλαγών και
του συνακόλουθου πολλαπλασιασμού των νομικών υποχρεώσεων των διοικουμένων, που απαιτούν,
κατ’ αρχήν, ταχεία εκκαθάριση των εκάστοτε τρεχουσών υποχρεώσεών τους (πρβ. Σ.τ.Ε. 2934-5/2017
επταμ. σκ. 11, 732/2019 επταμ. σκ. 9). Ειδικότερα, εν σχέσει προς την οργάνωση και τη λειτουργία των
ασφαλιστικών φορέων, ο προβλεπόμενος χρόνος παραγραφής πρέπει να επαρκεί μεν, ώστε, με τη
συνδρομή και των σύγχρονων δυνατοτήτων της τεχνολογίας, να διενεργούνται, στο πλαίσιο της
ορθολογικής οργάνωσής τους, επίκαιροι και αποτελεσματικοί, από την άποψη της εισπραξιμότητας,
έλεγχοι με στόχο την προστασία του κατά το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος ασφαλιστικού
κεφαλαίου και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς τους, χωρίς, όμως, να εκτείνεται σε μεγάλη διάρκεια, η
οποία, λόγω της χρονικής απόστασης από την παράβαση δεν συμβάλλει στην ορθή, κατά το χρόνο
ισχύος της, εφαρμογή της διαρκώς μεταβαλλόμενης ασφαλιστικής νομοθεσίας και τη δημιουργία
συνείδησης συμμόρφωσης προς αυτή, οδηγεί αναγκαίως, δεδομένης και της σοβαρής υποστελέχωσης
των οικείων υπηρεσιών, σε ανεπίκαιρους και για το λόγο αυτό μειωμένης εισπραξιμότητας και εν τέλει
αλυσιτελείς ελέγχους, εάν δεν καταλήξουν στην είσπραξη των οφειλομένων εισφορών, αλλά απλώς στη
βεβαίωσή τους, συνεπάγεται μη διαχειρίσιμο φόρτο για τις υπηρεσίες και, ενδεχομένως, ενθαρρύνει την
απραξία των ασφαλιστικών φορέων. Εν σχέσει προς τους βεβαρυμένους με τις ασφαλιστικές
εισφορές υποχρέους (εργοδότες ή αυτοαπασχολούμενους), ο χρόνος της παραγραφής
απαιτείται να είναι ο αναγκαίος, ώστε, αφενός, να διασφαλίζεται το κατοχυρωμένο στο άρθρο
5
20 παρ. 1 του Συντάγματος δικαίωμα άμυνας αυτών (και των τυχόν, λόγω του διαδραμόντος
χρόνου, καθολικών ή οιονεί καθολικών διαδόχων τους) έναντι δυσχερειών απόδειξης
περιστατικών αναγόμενων στο απώτερο παρελθόν, αφετέρου δε, εν όψει της φύσης των
ασφαλιστικών εισφορών, που καταβάλλονται περιοδικά και κατά κανόνα σε συνάρτηση με την
κατά το χρόνο γένεσης της σχετικής υποχρέωσης εισφοροδοτική ικανότητα του οφειλέτη τους,
να μην οδηγούνται οι οφειλέτες σε οικονομική εξουθένωση λόγω της υποχρέωσης
ταυτόχρονης καταβολής συσσωρευμένων οφειλών περισσότερων ετών, με περαιτέρω
δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση αλλά και στην εθνική οικονομία γενικότερα. Τα
ανωτέρω δε ισχύουν, λαμβανομένου επιπλέον υπ’ όψιν ότι η μη καταβολή ή πλημμελής
καταβολή ασφαλιστικών εισφορών δεν συνδέεται αναγκαίως με πρόθεση αποφυγής τους,
αλλά δύναται να οφείλεται σε δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της ασφαλιστικής νομοθεσίας,
αποτέλεσμα των συνεχών τροποποιήσεων και του κατακερματισμού των επί μέρους
ρυθμίσεών της (άλλωστε και οι διατάξεις του επίμαχου ν. 4387/2016 έχουν υποστεί
αλλεπάλληλες τροποποιήσεις). Αντιθέτως, απαιτείται να εξασφαλίζεται η έγκαιρη, εγγύς του
χρόνου κτήσης του εισοδήματος που συνδέεται με την παροχή της ασφαλιστέας εργασίας, και
σε τακτό και σχετικώς σύντομο χρόνο γνώση των υποχρεώσεών τους, ώστε οι οφειλέτες να
μην αιφνιδιάζονται, αλλά να δύνανται να προγραμματίζουν, κατά το μέτρο του δυνατού, με
ασφάλεια την επαγγελματική τους δραστηριότητα προς όφελος και της εθνικής οικονομίας. Η
διαμόρφωση δε της προθεσμίας παραγραφής υπό τους ανωτέρω όρους, που αποτελούν και εκδήλωση
της ειρηνευτικής λειτουργίας του δικαίου, συμβάλλει στην καλλιέργεια της αναγκαίας σε ένα κράτος
δικαίου σχέσης εμπιστοσύνης των διοικούμενων προς τη Διοίκηση (πρβ. Σ.τ.Ε. 1738/2017 Ολομ. σκ. 5
και 6, 2649/2017 Ολομ. σκ. 33, Σ.τ.Ε. 172-3/2018 επταμ. σκ. 11, Σ.τ.Ε. 732/2019 επταμ. σκ. 9) […]»,
ήχθη στη δικαστική κρίση ότι «[…] η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 95 του ν. 4387/2016,
με την οποία θεσπίσθηκε ενιαία ρύθμιση για την παραγραφή των αξιώσεων για καταβολή
εισφορών των εντασσομένων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, με την οποία ορίζεται η διάρκειά της σε
είκοσι έτη, αντίκειται στην κατοχυρωμένη στο άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος αρχή της
αναλογικότητας, καθόσον χρόνος παραγραφής είκοσι ετών δεν συνιστά εύλογη διάρκεια της
οικείας προθεσμίας, η οποία, κατά τα προεκτεθέντα, απαιτείται να είναι σχετικά σύντομη (πρβ. Σ.τ.Ε.
732/2019 επταμ. σκ. 11, Σ.τ.Ε. 1611/2020 επταμ. σκ. 6, βλ. και Δ.Ε.Ε. απόφαση της 17.9.2014,
C-341/13, Cruz & Companhia Lda κατά Instituto de Financiamento da Agricultura e Pescas IP IFAP,
σκ. 62 έως 65 για προθεσμία παραγραφής είκοσι ετών επί ανάκτησης αχρεωστήτως καταβληθείσας
επιστροφής κατά την εξαγωγή, βλ. και Δ.Ε.Ε. αποφάσεις της 2.2.2011 για τις συνεκδικασθείσες
υποθέσεις C-201/2010 και C-2002, Ze Fu Fleischhandel και Vion Trading κατά Hauptzollamt
Hamburg-Jonas, σκ. 43 έως 47 για προθεσμία παραγραφής τριάντα ετών, ομοίως, επί ανάκτησης
αχρεωστήτως καταβληθείσας επιστροφής). Εξάλλου, η ανωτέρω διάταξη αντίκειται στην αρχή της
ασφάλειας δικαίου κατά το μέρος που η εικοσαετής παραγραφή, που θεσπίσθηκε, μάλιστα, σε χρόνο
κατά τον οποίο οι υπαγόμενοι στις ρυθμίσεις του νέου ασφαλιστικού νόμου είχαν ήδη υποστεί διάφορες
οικονομικές επιβαρύνσεις για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας (π.χ.
περικοπές αποδοχών, αύξηση φορολογικών συντελεστών, επιβολή νέων φόρων και εκτάκτων
εισφορών, μείωση αφορολογήτου ορίου στο φόρο εισοδήματος, κ.λπ.), ισχύει αναδρομικώς, δηλαδή
και για απαιτήσεις που είχαν γεννηθεί έως την έναρξη ισχύος της νέας διάταξης, υπάγονταν στην
προβλεπόμενη εδώ και δεκαετίες για το μεγαλύτερο, έως την ίδρυση του Ε.Φ.Κ.Α., ασφαλιστικό φορέα,
το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., δεκαετή παραγραφή, όπως είναι και οι εν προκειμένω ένδικες, και δεν είχαν ακόμη
παραγραφεί. Δεν δικαιολογείται δε τόσο μακρός χρόνος παραγραφής ούτε η αναδρομική
εφαρμογή της νέας ρύθμισης από λόγους που συνδέονται με τις δυσχέρειες κατά την
οργάνωση του νέου ασφαλιστικού φορέα και την ένταξη σε αυτόν όλων των μέχρι τότε φορέων
κοινωνικής ασφάλισης και όλων των εργαζομένων τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο
τομέα (μισθωτών του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα, αυτοαπασχολουμένων, ελεύθερων
επαγγελματιών, αγροτών), ούτε από την έως την ίδρυση του Ε.Φ.Κ.Α. ενδεχόμενη αδράνεια
των διαφόρων φορέων κοινωνικής ασφάλισης να μεριμνήσουν για την είσπραξη των
απαιτήσεών τους, ανεξαρτήτως των λόγων στους οποίους οφειλόταν η αδράνεια αυτή, καθώς
και αν προβλήματα οργανωτικά και λειτουργικά των εν λόγω φορέων, τα οποία δεν είχαν
επιλυθεί επί δεκαετίες, θα αποτελούσαν επαρκή λόγο για την πρόβλεψη τόσο μακρού χρόνου
παραγραφής (πρβ. Σ.τ.Ε. 2934-5/2017 επταμ. σκ. 12, Σ.τ.Ε. 172-3/2018 επταμ. σκ. 10 και 12, Δ.Ε.Ε.
αποφάσεις της 2.2.2011 για τις υποθέσεις C-201/2010 και C-2002, Ze Fu Fleischhandel και Vion
Trading κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas, σκ. 43) […]».
Για την πλήρωση του κενού που καταλείπεται λόγω αντισυνταγματικότητας της
διάταξης του αρθ. 95 του Ν. 4387/2016, το ΣτΕ επεξέτεινε την καθολική και ομοιόμορφη
εφαρμογή του κανόνα της δεκαετούς παραγραφής των αξιώσεων για την καταβολή
6
εισφορών όλων των εντασσόμενων στον e-ΕΦΚΑ φορέων, ο οποίος κρίθηκε ότι
αποτελεί εύλογο χρόνο παραγραφής των εν λόγω αξιώσεων που εφάρμοζε κατά το
προϊσχύσαν δίκαιο το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, δηλαδή ο μεγαλύτερος πρώην φορέας κύριας ασφάλισης
μισθωτών της χώρας, και τελεί σε αρμονία προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου που αξιώνει
σαφήνεια και προβλέψιμη εφαρμογή των σχετικών κανονιστικών ρυθμίσεων (σκ. 8).
Κατ’ ακολουθίαν, κατά το διενεργούμενο έλεγχο εάν έχει υποπέσει σε παραγραφή η
ασφαλιστική οφειλή του κ. Στεφανή, δοθείσας της – στο πλαίσιο της συμμόρφωσης της
Διοίκησης κατά τα άρθρα 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 1 του ν. 3068/2002 (βλ. και αρθ. 72
ΠΔ 18/1989) με τις δικαστικές αποφάσεις -, υποχρέωσης εφαρμογής χρόνου αναζήτησης μη
καταβληθεισών εισφορών εντός της 10ετούς προθεσμίας παραγραφής, δύναται να
διαμορφωθεί ασφαλής διοικητική κρίση σχετικά με το γεγονός ότι ο χρόνος παραγραφής
απασών των εισφορών που καταλογίσθηκαν για το προ της διαγραφής του κ.
Στεφανή από το Μητρώο Μελών ΤΕΕ χρόνο, την 01/04/2007, είχε συμπληρωθεί την
01/01/2018, δηλαδή πριν την ταμειακή τους βεβαίωση, δια της έκδοσης της υπ’ αριθ.
14189/05.11.2018 Πράξης.
Συνεπώς, μη νομίμως αναζητούνται οφειλές οι οποίες κατά το χρόνο καταλογισμού
του κ. Στεφανή από το τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ ήταν ήδη παραγεγραμμένες.
ΙΙ.ΙΙΙ.ΙΙ Επικουρικά: Επί της εικοσαετούς παραγραφής των ασφαλιστικών εισφορών
κατ’ αρθ. 249 ΑΚ
Όπως έχει παγίως νομολογηθεί, η διάταξη στο άρθρο 137 του ν. 3655/2008 (Α
58) που ορίζει ότι: «Α. Παραγραφή απαιτήσεων υπέρ των ΦΚΑ. [...] Για τα παρακάτω χρέη προς τους ΦΚΑ ισχύει η εικοσαετής παραγραφή, που αρχίζει από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από ειδικές διατάξεις που αφορούν τους ΦΚΑ και τους εντασσόμενους σε αυτούς φορείς, κλάδους ή λογαριασμούς. α. Απαιτήσεις από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές [...]», εφαρμόζεται μόνο επί απαιτήσεων που γεννώνται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Συνεπώς, ελλείψει σχετικής ειδικής διάταξης, οι αξιώσεις που γεννώνται πριν τις 03/04/2008 υπόκεινται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 ΑΚ και του αρθ. 251 ΑΚ που ορίζει ως σημείο έναρξης της παραγραφής τη γέννηση της αξιώσεως και τη δυνατότητα δικαστικής της επιδίωξης (βλ. αντί πολλών ΔΕΦΑΘ 3286/2020). Εν προκειμένω, στην όλως υποθετική περίπτωση που ήθελαν προκριθούν ως εφαρμοστέες οι διατάξεις περί παραγραφής του ΑΚ – γεγονός για το οποίο η Ανεξάρτητη Αρχή είναι κατηγορηματικά αντίθετη αφ’ ης στιγμής δημοσιεύτηκε η προρρηθείσα υπ’ αριθ. 1833/2021 απόφαση του ΣτΕ που διακήρυξε την αντισυνταγματικότητα της 20ετούς παρέλευσης χρόνου για τη συμπλήρωση της προθεσμίας παραγραφής των μη καταβληθεισών εισφορών προς όλους τους τ. ΦΚΑ – θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, έως σήμερα, τα αρμόδια Τμήματα του τ. ΦΚΑ και του e-ΕΦΚΑ δεν αποδεικνύεται ότι έχουν προβεί σε κάποια διακοπτική της παραγραφής ενέργεια από αυτές που περιοριστικά προβλέπονται στις διατάξεις 260 ΑΚ επ. και για το λόγο αυτό η προθεσμία 20ετούς παραγραφής εξακολουθεί να τρέχει. Μάλιστα, ήδη έως 31/12/2021 υποπίπτουν σε παραγραφή μη καταβληθείσες εισφορές έως 31/12/2001, για τις οποίες έχει, πλέον, απολεσθεί η δυνατότητα του e-ΕΦΚΑ για σύνταξη / κοινοποίηση νομίμου τίτλου (βεβαίωσης υπό ευρεία εννοία), συνεπώς μη συννόμως έχουν βεβαιωθεί ταμειακώς και δέον όπως ακυρωθούν και οι αντίστοιχες καταλογιστικές εγγραφές στον Πίνακα Οφειλών του κ. Στεφανή. ΙΙ.IV Αυτοτελές αίτημα για επανέλεγχο του υπολογισμού της ασφαλιστικής οφειλής του κ. Στεφανή Εξαιτίας της μη σύννομης κοινοποίησης των καταλογιστικών πράξεων στον ενδιαφερόμενο, ο οφειλέτης έχει στερηθεί το δικαίωμα ελέγχου και επαλήθευσης των εισφορών που του καταλογίστηκαν καθώς και της μεθόδου υπολογισμού αυτών, με αποτέλεσμα, στο πλαίσιο της αίτησης αμφισβήτησης της οφειλής του, να τίθεται ζήτημα επανελέγχου και της ορθότητας προσδιορισμού της τελικά διαμορφωμένης οφειλής καθεαυτής. Αναλυτικότερα: 7 ΙΙ.IV.I Επί του μη νομίμου καταλογισμού του εργαζομένου μηχανικού με εργοδοτικές εισφορές για τις οποίες υπόχρεη απόδοσης ήταν η εργοδότρια εταιρεία ΔΕΗ Α.Ε. Με το Ν. 4491/1966 «Περί ασφαλίσεως του Προσωπικού της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού», η ΔΕΗ ανέλαβε και ενεργούσε την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της, συσταθείσης προς τούτο ιδίας υπηρεσιακής μονάδας, αποκαλουμένης «Υπηρεσίας Ασφαλίσεως». Ο ίδιος Νόμος ορίζει στο μεν άρθρο 1 εδάφ. β΄ ότι «Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, παύει η υποχρεωτική ασφάλισις εις το ΙΚΑ ή ετέρους Οργανισμούς, κυρίας ασφαλίσεως, των εκ του προσωπικού της ΔΕΗ υπαγομένων εις την παρ’ αυτή ασφάλισιν», στο εδάφιο δε α΄ του άρθρου 2 ότι «Εις την διά του παρόντος καθιερουμένην ασφάλισιν υπάγονται υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως πάντες οι μετά της Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού συνδεόμενοι διά σχέσεως εργασίας ή εμμίσθου εντολής και τα μέλη των οικογενειών των, κατά τα ειδικώτερον εν τοις επομένοις οριζόμενα». Τη Διεύθυνση Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ (ΔΑΠ – ΔΕΗ) διαδέχτηκε ο ΟΑΠ-ΔΕΗ που ιδρύθηκε με το άρθρο 34 του Ν. 2773/199 και ενεργούσε ως οιονεί καθολικός διάδοχος της ΔΕΗ σε όλα τα σχετικά θέματα, υποχρεούμενος να καλύπτει και να εξασφαλίζει όλες τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει η τελευταία με την ιδιότητα του ασφαλιστικού φορέα, ακόμη και αυτές που είχαν γεννηθεί πριν από την έναρξη λειτουργίας των οργάνων και υπηρεσιών αυτού, την 01/01/2001. Ο κλάδος κύριας ασφάλισης του ΟΑΠ - ΔΕΗ, με το άρθρο 3 του Ν. 3655/2008, εντάχθηκε ως Τομέας Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ ενώ με το άρθρο 70 του ίδιου Νόμου συστήθηκε το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ταμείο Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας» (ΤΑΥΤΕΚΩ), στον οποίο εντάχθηκαν ως Τομείς οι κλάδοι επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγείας του Οργανισμού. Περαιτέρω, σύμφωνα με το αρθ. 7 του ΑΝ 2326/1940 παρ. 1 εδ. α, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, που ορίζει, μεταξύ άλλων, τη διαδικασία εισφοροδότησης των υπαγόμενων στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ μισθωτών πολιτικών Μηχανικών: «[...] Το Δημόσιο και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής υποχρεούνται σε παρακράτηση και απόδοση στο ΤΣΜΕΔΕ των εισφορών των ασφαλισμένων και του εργοδότη εντός του επόμενου μήνα εκείνου που κατέστησαν απαιτητές οι αντίστοιχες αποδοχές ή αμοιβές, συνυποβαλλόμενων των σχετικών αναλυτικών καταστάσεων σε ηλεκτρονική μορφή ή μαγνητικό μέσο [...]». Εκ των ανωτέρω διατάξεων, συνάγεται ότι η ΔΕΗ ΑΕ και τα διάδοχά της νομικά πρόσωπα ανέλαβαν εκ του νόμου την κοινωνική ασφάλιση του προσωπικού της περαιτέρω δε η ίδια, για όσα μέλη του προσωπικού της, λόγω ιδιότητας, υπάγονταν υποχρεωτικώς στην ασφάλιση ετέρων ασφαλιστικών φορέων, όπως εν προκειμένω του τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, είχε, εκ της ιδιότητάς της ως εργοδότριας εταιρείας, την αυτοτελή υποχρέωση παρακράτησης των εισφορών εργαζομένου από τις μισθολογικές αποδοχές τους και την αυτοτελή διττή υποχρέωση αφενός απόδοσης των εργοδοτικών εισφορών που βάρυναν την ίδια και αφετέρου απόδοσης των παρακρατούμενων εισφορών εργαζομένων προς τους τ. ΦΚΑ. Στην εδώ εξεταζόμενη περίπτωση, ο αναφερόμενος επί 35ετία ελάμβανε μισθοδοτικούς λογαριασμούς με ανάλυση κρατήσεων αποκλειστικά υπέρ ασφάλισης ως μισθωτού της ΔΕΗ (ΔΑΠ – ΔΕΗ / ΟΑΠ – ΔΕΗ / ΤΑΠ ΔΕΗ ΤΟΥ ΙΚΑ – ΕΤΑΜ & ΤΑΥΤΕΚΩ), χωρίς ποτέ να διενεργηθούν κρατήσεις από τη ΔΕΗ υπέρ τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, τόσο κατά το χρόνο που η ίδια ενεργούσε και ως κοινωνικοασφαλιστικός φορέας (έως την καθολική διαδοχή της από τον ΟΑΠ – ΔΕΗ) για την ασφάλιση του προσωπικού της όσο και μετέπειτα. Εξ αντιδιαστολής, ούτε το τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ αναζήτησε ποτέ τις αναλογούσες εισφορές για τον εργαζόμενο μηχανικό από τη ΔΕΗ ΑΕ όταν μάλιστα, κατά τα κοινώς γνωστά όπως προκύπτει από έτερες περιπτώσεις μισθωτών μηχανικών, αφενός τηρούσε την πρακτική γνωστοποίησης στους εργοδότες της υποχρέωσης προς παρακράτηση και απόδοση στο Ταμείο των εισφορών των ασφαλισμένων μηχανικών οποιαδήποτε και εάν ήταν η μορφή της εργασίας την οποία προσέφεραν (ΣτΕ 401/1990) αφετέρου δια πράξεων επιβολής εισφορών καταλόγιζε διαχρονικά τους 8 εργοδότες με μη καταβληθείσες εργοδοτικές εισφορές για τους μισθωτούς ασφαλισμένους του Ταμείου, δι’ αποφάσεων του Διοικητικού του Συμβουλίου1. Συνεπώς, για τις εργοδοτικές εισφορές έπρεπε να εκδοθούν Πράξεις Επιβολής Εισφορών κατά της ΔΕΗ ΑΕ και όχι κατά του κ. Στεφανή. Με την επίρριψη στον ενδιαδερόμενο της υποχρέωσης απόδοσης ασφαλιστικών εισφορών προς τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, την οποία (υποχρέωση) δεν έφερε εκ του νόμου ο ίδιος ο μισθωτός μηχανικός αλλά κατά το σκέλος των εργοδοτικών εισφορών υπόχρεη ήταν αποκλειστικά η εργοδότρια εταιρεία, επιχειρείται από το Φορέα ανεπίτρεπτη μετακύλιση οικονομικού βάρους σε μη υπόχρεο. Για το λόγο αυτό πάσχει η τελικώς διαμορφωμένη ασφαλιστική οφειλή του - όπως προσδιορίστηκε από τον τ. ΦΚΑ - και δέον όπως επανυπολογισθεί, αφαιρουμένης της αναλογίας εργοδοτικών εισφορών που μη νομίμως αναζητούνται από τον ίδιο. ΙΙ.ΙV.ΙΙ Επί του επανελέγχου επιβολής εισφορών για κλάδους επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας (εφάπαξ) και υγείας Σύμφωνα με το Ν. 3518/2006 «Αναδιάρθρωση των κλάδων του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΣΜΕΔΕ) και ρύθμιση άλλων θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας», στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του τ. ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ υπάγονταν κατ’ αρθ. 13 εδ. β «οι μέχρι 31.12.1992 μισθωτοί που είναι ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας σύνταξης του ΤΣΜΕΔΕ εφόσον δεν υπάγονται σε άλλο επικουρικό φορέα» και αντίστοιχα για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος κατ’ αρθ. 20 εδ. α «οι μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένοι στο ΤΣΜΕΔΕ εφόσον δεν υπάγονται στην ασφάλιση άλλου φορέα πρόνοιας για την λήψη εφάπαξ βοηθήματος με εξαίρεση την ασφάλιση στο Ταμείο Πρόνοιας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων». Επιπλέον, με το αρθ. 27 ορίζεται σε παρ. 1 ότι «Για την είσπραξη των εισφορών των Κλάδων Επικουρικής Ασφάλισης, Εφάπαξ και Ειδικών Παροχών εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει τον κλάδο κύριας σύνταξης. Οι διατάξεις της νομοθεσίας που διέπουν τον κλάδο κύριας σύνταξης εφαρμόζονται και για τα λοιπά θέματα των Κλάδων του προηγούμενου εδαφίου τα οποία δεν ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου» και σε παρ. 3 ότι «Από την έναρξη λειτουργίας των νέων Κλάδων καταργείται κάθε άλλη αντίθετη διάταξη πλην του εδαφίου β
της παρ. 1 του άρθρου 34 του Ν. 915/1979 [περί ΕΛΠΠ]».Σε αυτό, το πλαίσιο, δοθείσας της υπαγωγής του κ. Στεφανή στην ασφάλιση του
προσωπικού της ΔΕΗ τόσο για κύρια ασφάλιση όσο και για τους κλάδους επικουρικής
ασφάλισης & εφάπαξ (τ. ΤΑΥΤΕΚΩ), η οφειλή του θα πρέπει να επανυπολογισθεί και δη να
μειωθεί κατά το σκέλος που στις καταλογισθείσες εισφορές, πιθανολογείται, ότι έχει
συνυπολογισθεί αναλογία για κλάδους επικουρικής ασφάλισης & προνοίας (εφάπαξ) τ. ΕΤΑΑ
– ΤΣΜΕΔΕ, πλέον της υποχρέωσης αναδρομικής διαγραφής του ασφαλισμένου από τον
ΕΛΠΠ.
Αντίστοιχα, θα πρέπει να επανυπολογισθεί η ασφαλιστική οφειλή του κ. Στεφανή και
δη να μειωθεί κατά το σκέλος που οι καταλογισθείσες εισφορές πιθανολογείται ότι
περιλαμβάνουν ποσοστό για κλάδο υγείας τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, λαμβανομένων υπόψη των
αρχών της καλής πίστης και του ανταποδοτικού χαρακτήρα της ιατροφαρμακευτικής –
νοσοκομειακής περίθαλψης και δοθέντος ότι ο κ. Στεφανής ουδέποτε έκανε χρήση των εν
λόγω παροχών υγείας που εδικαιούτο στο πλαίσιο της ασφαλίσεώς του στον ανωτέρω
Φορέα, γεγονός αποδεικνυόμενο και από τη μη έκδοση βιβλιαρίου ασθενείας. Συνεπώς,
εισφορές για κλάδο υγείας του τ. ΦΚΑ, στις παροχές του οποίου ουδέποτε είχε πρόσβαση ο
ασφαλισμένος, δεν θα πρέπει να αναζητούνται.
1 Για το αυτό ζήτημα, δηλαδή για τις περιπτώσεις υποχρέωσης επιμερισμού της εισφοράς ανάμεσα στους
εργαζομένους και τους εργοδότες (αρθ. 4 παρ. 1 εδ ββ Ν. 3518/2006) όπως οι εισφορές προσδιορίζονταν
κατά τα οριζόμενα υπό των διατάξεων του άρθρου 44 Ν. 2084/1992, στις περιπτώσεις πολιτικών
μηχανικών που παρέχουν εξαρτημένη εργασία ως μηχανικοί και συνακόλουθα της υποχρέωσης
απόδοσης των εργοδοτικών εισφορών εκ μέρους των εργοδοτών, έχει εκδοθεί και η υπ’ αριθ. 258/2008
Γνωμοδότηση του ΝΣΚ.
9
ΙΙ.V Επανεξέταση της υπόθεσης του κ. Στεφανή υπό το πρίσμα των συνταγματικά
κατοχυρωμένων αρχών που διέπουν τη σχέση ασφαλιστικού φορέα – ασφαλισμένου
και του Άρθρου 1ου του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ
Η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους
δικαίου και θεμελιώνεται ιδίως στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδ. α΄ του
Συντάγματος, ειδικότερη έκφανση της οποίας αποτελεί η αρχή της προστατευόμενης
εμπιστοσύνης του διοικουμένου, επιβάλλει σαφήνεια και προβλέψιμη εφαρμογή των
θεσπιζόμενων ρυθμίσεων ιδίως όταν πρόκειται για διατάξεις που δύνανται να επιφέρουν
σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους διοικουμένους, όπως είναι οι διατάξεις που
προβλέπουν την επιβολή επιβαρύνσεων με τη μορφή ασφαλιστικών εισφορών, απαιτεί, δε,
ειδικότερα, η κατάσταση του διοικουμένου όσον αφορά τον έλεγχο της εκ μέρους του
τήρησης των κανόνων της νομοθεσίας να μην μπορεί να τίθεται επ’ αόριστον εν αμφιβόλω.
Η κατοχυρωμένη στο αρθ. 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος αρχή της
αναλογικότητας επιβάλλει ο χρόνος αναζήτησης των οφειλομένων ασφαλιστικών εισφορών
εκ μέρους των ασφαλιστικών φορέων να είναι εύλογος, επίκαιρος και σύντομος, δεδομένης
της αυξανόμενης ταχύτητας και πολυπλοκότητας των σύγχρονων βιοτικών σχέσεων και
συναλλαγών και του συνακόλουθου πολλαπλασιασμού των νομικών υποχρεώσεων των
διοικουμένων, που απαιτούν, κατ’ αρχήν, ταχεία εκκαθάριση των εκάστοτε τρεχουσών
υποχρεώσεών τους. Το «εύλογο» του χρόνου συναρτάται άμεσα και με το γεγονός ότι η
ανεπίκαιρη αναζήτηση, λόγω της χρονικής απόστασης από το χρόνο γέννησης της
κοινωνικοασφαλιστικής υποχρέωσης, δεν συμβάλλει στην ορθή κατά το χρόνο ισχύος της
εφαρμογή της διαρκώς μεταβαλλόμενης νομοθεσίας ενώ το «αναγκαίο» του σύντομου
χρόνου συναρτάται με το δικαίωμα αποτελεσματικής άμυνας των υποχρέων που
αποδυναμώνεται εξαιτίας της δυσχέρειας απόδειξης περιστατικών αναγόμενων στο απώτερο
παρελθόν.
Η αρχή της χρηστής διοίκησης επιτάσσει τη μη αναδρομική επιβάρυνση του
ασφαλισμένου με ασφαλιστικές εισφορές εάν συντρέχουν σωρευτικά δύο προϋποθέσεις: α) η
εύλογη και σταθερή επί μακρόν πεποίθηση του ασφαλισμένου ότι δεν οφείλει τις βαρύνουσες
αυτόν ασφαλιστικές εισφορές. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου η πιο πάνω αρχή
ισχύει και όταν έχει δημιουργηθεί επί μακρόν εύλογη και σταθερή πεποίθηση στον
ασφαλισμένο ότι έχει καταβάλει τις νόμιμες ασφαλιστικές εισφορές. Περαιτέρω,
αντλώντας επιχείρημα από την υπ’ αριθ. 1833/2021 απόφαση της Ολομέλειας του
Συμβουλίου της Επικρατείας (τμήμα του σκεπτικού της οποίας παρατίθεται ανωτέρω υπό
στοιχ. ΙΙ.ΙΙΙ.Ι), θα πρέπει να θεωρήσουμε, μεταστρέφοντας την παλαιότερη θεωρητική
και νομολογιακή γραμμή, ότι αποκαθίσταται και η απότοκος της αδράνειας της
διοίκησης διαμόρφωση δικαιολογημένης πεποίθησης στον ασφαλισμένο ότι δεν θα
αναζητηθούν οφειλές του απώτερου παρελθόντος και β) ο κίνδυνος σοβαρού κλονισμού
της οικονομικής κατάστασης του ασφαλισμένου.
Τέλος, το Άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ κατοχυρώνει
τη διατήρηση της δίκαιης ισορροπίας που πρέπει να τηρείται μεταξύ της προστασίας της
περιουσίας του προσώπου και των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος του κοινωνικού
συνόλου. Το ΕΔΔΑ έχει διατυπώσει ως γενική αρχή ότι οι δημόσιες αρχές δεν θα πρέπει να
εμποδίζονται να διορθώνουν τα λάθη τους, ακόμα και εκείνα που απορρέουν από δική τους
αμέλεια. Παραταύτα, η παραπάνω γενική αρχή δεν μπορεί να επικρατήσει σε μια
κατάσταση όπου ο ενδιαφερόμενος καλείται να φέρει έναν υπέρμετρο βάρος ως
αποτέλεσμα μέτρου ή απόφασης που προκλήθηκε από λάθος ή αδράνεια των
δημοσίων αρχών, χωρίς υπαιτιότητά του. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να γίνει
διαφορετική προσέγγιση ως προς την αναλογικότητα για να αποφασισθεί εάν το βάρος που
φέρει ο υπόχρεος είναι δυσανάλογο2.
2 Το ΕΔΔΑ έχει σε περιπτώσεις καταλήξει ότι εν τέλει το βάρος που επωμίζεται ο αιτών είναι υπέρμετρα επαχθές
και συνεπώς παραβιάζεται το περιουσιακό του δικαίωμα και περαιτέρω το κατ’ αρθ. 8 δικαίωμα για σεβασμό της
οικογενειακής του ζωής, όταν το επίμαχο μέτρο προκαλεί σοβαρές συνέπειες στην ποιότητα και την απόλαυση
10
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, κατά την επανεξέταση του καταλογισμού του κ.
Στεφανή με σωρευόμενες ασφαλιστικές εισφορές που αναδράμουν σε βάθος 35ετίας, θα
πρέπει να απαντηθούν από τη Διοικούσα Επιτροπή ειδικώς τα κατωτέρω κρίσιμα
ερωτήματα:
(i) Εάν εκτιμάται ως «εύλογος» ο χρόνος ελέγχου από το τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ επί της
ασφαλιστικής κατάστασης του ήδη επί δεκαετία συνταξιούχου μηχανικού εν έτει 2018 και εάν
εκτιμάται ως «επίκαιρος» ο χρόνος αναζήτησης εισφορών που σήμανε για τον ίδιο την
«αναβίωση» ασφαλιστικής υποχρέωσης που γεννήθηκε το έτος 1983.
(ii) Εάν εκτιμάται ως δικαιολογημένη η επί μακρόν διαμορφωμένη πεποίθηση του
ασφαλισμένου ότι είχε στο ακέραιο συμμορφωθεί με τις κοινωνικοασφαλιστικές του
υποχρεώσεις δοθείσας της εισφοροδότησης για υποχρεωτική υπαγωγή του στην κύρια
ασφάλιση ως προσωπικού της ΔΕΗ ΑΕ και εάν είχε έδαφος η εύλογη προσδοκία του ότι δεν
θα του αναζητηθούν εισφορές άλλες από αυτές που εξοφλούσε μέσω της μισθοδοσίας του,
δοθείσας της επί μακρόν θετικής συνέργειας μεταξύ των δύο φορέων, της ΔΕΗ και του
τ. ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, για μη απόδοση – αναζήτηση εισφορών εκατέρωθεν.
(iii) Εάν, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η μη καταβολή εισφορών προς το τ.
ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ από τον κ. Στεφανή δεν συνδέεται με πρόθεση αποφυγής τους αλλά
οφείλεται σε δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της εφαρμοστέας κοινωνικοασφαλιστικής
νομοθεσίας που συγκροτεί εξαιρετικό πλαίσιο – πέραν του συνήθους – και που άγει στην
υπαγωγή του σε διπλή ασφάλιση για μια απασχόληση (υπερασφάλιση), του γνωστοποιήθηκε
ποτέ από αμφότερους τους ΦΚΑ, η μοναδική δυνατότητα διακοπής της ασφάλισης στο τ.
ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, με την εντοπισμένη διάταξη που αποτελεί το μοναδικό σημείο
διασταύρωσης των παράλληλα εφαρμοζόμενων θεσμικών πλαισίων, δηλαδή η κατ’ αρθ. 27
παρ. 2 του Ν. 1759/1988 υποβολή εξώδικης δήλωσης μέσα σε προθεσμία (2) μηνών από
την ενεργοποίηση της ανωτέρω διάταξης ότι δεν επιθυμεί τη συνέχιση της υποχρεωτικής του
ασφάλισης στο ΤΣΜΕΔΕ.
(iv) Εάν εκτιμάται ότι ο καταλογισμός του συνταξιούχου με ασφαλιστική οφειλή από
σωρευόμενες εισφορές που ανέρχονται σε € 85449,86 πραγματοποιήθηκε από το τ. ΕΤΑΑ –
ΤΣΜΕΔΕ εγγύς του χρόνου κτήσης του εισοδήματος που συνδέεται με την παροχή της
ασφαλιστέας εργασίας και εάν η καταναγκαστή εξόφληση της ανωτέρω ασφαλιστικής
οφειλής ενέχει στοιχεία αιφνιδιασμού, συνεπάγεται την ανατροπή του οικονομικού
προγραμματισμού του συνταξιούχου, την οικονομική του εξουθένωση, τη διακινδύνευση της
αξιοπρεπούς του διαβίωσης και εν τέλει την προσβολή του πυρήνα του περιουσιακού του
δικαιώματος.
Τα ανωτέρω ζητήματα που φέρονται προς εκτίμηση κατόπιν υποβολής
αιτήσεως αμφισβήτησης (ένστασης) του καταλογισθέντος, ασκούν ουσιώδη επιρροή
στην έκβαση της υπό εξέταση υπόθεσης και για το λόγο αυτό επιτάσσεται η ειδικά
αιτιολογημένη εκτίμηση από το όργανο επανελέγχου.
Εν συνόψει, η Ανεξάρτητη Αρχή, κατά τον έλεγχο νομιμότητας του καταλογισμού
του κ. Στεφανή, έχει διαμορφώσει ασφαλή πεποίθηση σχετικά με τα κατωτέρω:
α) η τελικώς προσδιορισθείσα οφειλή θα πρέπει να επανυπολογισθεί, αφαιρουμένων: α)
των εργοδοτικών εισφορών που δεν βαρύνουν τον υπόχρεο αλλά για τις οποίες θα έπρεπε
να εκδοθούν ΠΕΠ κατά της εργοδότριας εταιρείας ΔΕΗ ΑΕ, β) τυχόν συνυπολογισμένων
εισφορών για κλάδους επικουρικής ασφάλισης, εφάπαξ & υγείας,
β) οι εισφορές που έχουν βεβαιωθεί εις βάρος του για περιόδους οφειλής από 04/2007
έως 12/2016 αναζητούνται μη νομίμως λόγω διαγραφής του από το Μητρώο Μελών του ΤΕΕ
από 01/04/2007,
γ) οι εισφορές που του καταλογίσθηκαν έως 01/04/2007 έχουν υποπέσει στη δεκαετή
παραγραφή της υπ’ αριθ. 1833/2021 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της
της οικογενειακής ζωής και επηρεάζει αναπόφευκτα τον τρόπο που οργανώνεται η τελευταία (βλ.
αντιπροσωπευτική υπόθεση Moskal v. Poland no. 10373/05, Final 01/03/2010).
11
Επικρατείας που κήρυξε την αντισυνταγματικότητα του θεσπισθέντος με το άρθρο 95 παρ. 1
του ν. 4387/2016 γενικού κανόνα της εικοσαετούς παραγραφής των μη καταβληθεισών
εισφορών προς όλους τους ΦΚΑ και η οποία, εν προκειμένω, συμπληρώθηκε την
01/01/2018, δηλαδή πριν την ταμειακή τους βεβαίωση με την έκδοση της υπ’ αριθ.
14189/05.11.2018 Πράξης,
δ) οι καταλογιστικές πράξεις δεν έχουν κοινοποιηθεί νομίμως στον οφειλέτη με
αποτέλεσμα να είναι ακυρώσιμη η ταμειακή βεβαίωση της οφειλής λόγω μη οριστικοποίησης
των νομίμων τίτλων στους οποίους ερείδεται,
ε) η αναζήτηση εισφορών 33 ετών, μετά 35 έτη, αντιστρατεύεται τις συνταγματικές αρχές
της ασφάλειας του δικαίου, της αναλογικότητας, της χρηστής διοίκησης, της δικαιολογημένης
εμπιστοσύνης του ασφαλισμένου και προσβάλλει τον πυρήνα του περιουσιακού του
δικαιώματος, κατά το Άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ.
Κατόπιν των ανωτέρω, η Ανεξάρτητη Αρχή αιτείται: (i) να επιληφθείτε του σύντομου
προσδιορισμού εκδίκασης της υπ’ αριθ. πρωτ. 113522/25.09.2019 αίτησης αμφισβήτησης
οφειλής που έχει υποβάλει ο κ. Στεφανής και εκκρεμεί για υπερδιετές χρονικό διάστημα που
υπερβαίνει το εύλογο και (ii) να διερευνηθεί, κατά την επανεξέταση της υπόθεσης, το
σύννομο του καταλογισμού του συνταξιούχου με αναδρομικές ασφαλιστικές εισφορές, στο
πλαίσιο και υπό το πρίσμα των προαναφερόμενων επισημάνσεών μας, για την
αποκατάσταση της διαταραχθείσας νομιμότητας, το συντομότερο δυνατό.
Σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων για την ανταπόκριση στα κρίσιμα θέματα που
θίγουμε επί της υπόθεσης του κ. Στεφανή και εξ αφορμής αυτής και παραμένουμε στη
διάθεσή σας για οιανδήποτε πληροφορία ή διευκρίνιση.
Με εκτίμηση
Βέρα Θεοφυλάκτου
Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:
κ. Νικόλαος Στεφανής
e-mail: nstanos@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου