Του Δημήτρη Ι. Μανακανάτα
Είναι σαφές ότι σχεδόν μετά από μια δεκαπενταετία εξοπλιστικής απραξίας διαβλέπουμε στον ορίζοντα μια ελπιδοφόρα κινητικότητα. Και θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η παρατεταμένη περίοδος της απραξίας δεν οφειλόταν αποκλειστικά στην οικονομική κρίση – όπως πολλοί θέλουν να πιστεύουν ή θέλουν να κάνουν τους υπολοίπους θα πιστεύουν- δημιουργώντας μια «ιδεολογία» θυματοποίησης, σε συνδυασμό και την συνεχώς αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα.
Η απραξία οφειλόταν στις λάθος αξιολογήσεις των πολιτικών ηγεσιών και σε μια ευρεία γκάμα λόγων – «δικαιολογιών» ανάλογα την ηγεσία και την «πελατεία» της, με δύο όμως βασικούς άξονες. Το πολιτικό κόστος και την λάθος εκτίμηση του είδος και της διάρκειας της απειλής.
Δυστυχώς οι ηγεσίες της χώρας ξέχασαν το πόσο απότομα είχαν αφυπνιστεί από μια αναλόγου τύπου παραμέληση της άμυνας (για άλλους λόγους) το 1996 με την κρίση των Ιμίων, που και τότε όπως και σήμερα που η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι, διαλύθηκαν οι αυταπάτες και οι αντιλήψεις περί διπλωματικής λύσεις με ΜΟΕ, περί γόνιμού διαλόγου με γνώμονα την καλή γειτονία, με «ζεϊμπέκικα» και άλλες τέτοιου είδους προσεγγίσεις που το μόνο που είχαν ως αποτέλεσμα ήταν το να κερδίζει χρόνο η Τουρκία και εμείς να οδηγούμαστε στην συνέχεια σε μια άνευ προηγουμένου εξοπλιστική φρενίτιδα
.Μια φρενίτιδα, από το 1996 και μέχρι το 2003, που όμως ενδυνάμωσε την άμυνα της χώρας και σήμερα μερικά από τα αξιόλογα οπλικά συστήματα που αγοράσθηκαν τότε, αποτελούν το «ανάχωμα» στην τουρκική προκλητικότητα. Δυστυχώς όμως δεν εξασφαλίσθηκε η αναγκαία μακροπρόθεσμη υποστήριξη, η στόχευση για εκσυγχρονισμό και το χειρότερο απ΄ όλα δεν υπήρξε σχεδιασμός για την δημιουργία μιας αξιόλογης εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας που θα μπορούσε να δίνει λύσεις στις εξοπλιστικές ανάγκες.
Απέναντι όμως, η δυναμικά ανερχόμενη Τουρκία όχι μόνο ενίσχυσε σταδιακά ποσοτικά και ποιοτικά την στρατιωτική της ισχύ, αλλά κατέφερε σε μεγάλο βαθμό και να υποστηρίζει εν μέρη κάποια συστήματα, αλλά και να σχεδιάζει και να κατασκευάζει εγχώρια. Και ας μην ξεχνάμε ότι καίτοι γνώρισε οικονομικές και πολιτικές κρίσεις, οι οποίες όμως δεν επηρέασαν ποτέ την ενίσχυση της άμυνας και την δημιουργία αμυντικής βιομηχανίας ικανής να υποστηρίζει την στρατιωτική της μηχανή. Το τελευταίο αποτελεί και την απάντηση στους πρεσβευτές της ιδεολογίας της «θυματοποίησης»…
Στο σημερινό λοιπόν πιεστικό πλαίσιο που έχει περιέλθει η χώρα είναι επιτακτική η ενδυνάμωση της παραμελημένης αμυντικής μας ισχύος, και αποτελεί σε κάθε περίπτωση μονόδρομο. Φυσικά και υπάρχει το δυσεπίλυτο πρόβλημα της εξεύρεσης πόρων και φυσικά ή μείωση του κονδυλίου για την άμυνα στον νέο προϋπολογισμό δεν αποτελεί ορθή κίνηση, αλλά ευελπιστούμε ότι θα γίνουν κινήσεις απόλυτα σταθμισμένες για αναβαθμίσεις που θα οδηγήσουν στην δημιουργία πολλαπλασιαστών ισχύος. Είναι βέβαιο ότι το «επείγον» ορισμένων προμηθειών όπως έγινε με τις τορπίλες για τα νέα υποβρύχια δεν διευκολύνει την συμπίεση τιμών, αλλά ήταν ορθή κίνηση δεδομένης της απειλής.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει επιτέλους να μπει μια τελεία στις ασυντόνιστες και σπασμωδικές κινήσεις και στην «ιδεολογία» της θυματοποίησης. Δεν είμαστε η Ελβετία, αυτή είναι η γειτονία μας και αυτή ήταν πάντα. Καιρός να κατεβούμε από το
«συννεφάκι» και να αντιληφθούν οι ιθύνοντες αλλά και το σύνολο των πολιτών ότι η προβολή της γεωστρατηγικής μας αξίας δεν έχει τόσο μεγάλη «ανταλλακτική» αξία, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι ένα όραμα πολύ μακρινό και φυσικά οι σχέσεις με τις ΗΠΑ είναι θερμές αλλά όχι τόσο ώστε να εγκαταλείψουν την διπλωματική οδό των «ίσων αποστάσεων».
Χωρίς καμία δόση υπερβολής η δεκαετής και πλέον παραμέληση της άμυνας προκάλεσε ανατροπή στο ισοζύγιο ισχύος Ελλάδος και Τουρκίας. Και σίγουρα αυτό δεν θα αλλάξει με προσεγγίσεις του τύπου θα πρέπει να γίνει προσαρμογή των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων σε κατώτερες αριθμητικά οροφές κύριων οπλικών συστημάτων δομής. Φυσικά και κάποια στιγμή αυτό θα συμβεί όχι γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίξει ένα τέτοιο οικοδόμημα οικονομικά αλλά επειδή εκεί οδηγεί το μέλλον. Φυσικά και η παρούσα εποχή αποτελεί κομβικό σημείο διεθνώς σε ότι αφορά τους στόλους των μαχητικών αεροσκαφών με τα 5ης γενιάς, που ουσιαστικά αποτελούν ένα σύνολα αισθητήρων που εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά ούτε σε εμάς υπάρχει το εν λόγω σύστημα ούτε στους απέναντι και φυσικά δεν υπάρχει και ανάλογη υποδομή για να αποτελέσει πολλαπλασιαστή ισχύος.
Καλές είναι οι τεχνολογικές προσεγγίσεις και εκεί οδηγεί το μέλλον και φυσικά και πρέπει να επενδύει κανείς στο μέλλον, αλλά στον μικρόκοσμο της ελληνο-τουρκικής αντιπαράθεσης γνώμονας είναι οι δυνατότητες του αντιπάλου και το πως θα επιτύχεις να καταστείς ισχυρός πυλώνας αποτροπής.
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό, όταν εχθρός παρατάσσει δυνάμεις η εξίσωση πρέπει να περιλαμβάνει τον αριθμό δυνάμεων που πρέπει εσύ να παρατάξεις για να είσαι δύναμη αποτροπής ή το ποιοτικό πλεονέκτημα που θα εξισορροπεί την κατάσταση. Αυτός λοιπόν είναι ο στόχος και εδώ δεν χωρά η «ιδεολογία» της θυματοποίησης με προσεγγίσεις του τύπου, η δημοσιονομική κατάσταση έχει οδηγήσει σε έλλειψη οικονομικών πόρων και άρα δεν μπορώ να πάρω ΕΠΟΠ με αποτέλεσμα να οδηγηθώ σε συρρίκνωση.
Καθήκον της κυβέρνησης είναι να ενημερώσει υπεύθυνα τον ελληνικό λαό χωρίς κινδυνολογία και τότε ο λαός θα αναγνωρίσει ότι και η θητεία πρέπει να αυξηθεί και ότι μέρος του πολυδιαφημιζόμενου «πρωτογενούς πλεονάσματος» μπορεί εν μέρει να διατεθεί για την θωράκιση της χώρας.
Άλλωστε πλέον όλοι γνωρίζουν ότι ούτε χρόνος υπάρχει, ούτε εύκολες και ανώδυνες λύσεις. Και οι επιλογές είναι μόλις δύo: Είτε υποχώρηση στις νέες τουρκικές απαιτήσεις με προδιαγεγραμμένη πορεία όπως γνωρίζουμε από το παρελθόν, είτε η επιβεβλημένη προσπάθεια αναχαίτισης του τουρκικού επεκτατισμού. Θυμίζουμε ότι η ιστορία μας και οι επιτυχίες μας ως λαός, ήταν πάντα κόντρα στις αριθμητικές εκτιμήσεις των τρίτων…
HellasJournal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου