Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Αριστερή μελαγχολία...

Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης

Όταν μετά τις θερινές διακοπές επανακυκλοφόρησε ο Δρόμος της Αριστεράς, κάποιοι φίλοι με ρώτησαν: «Γιατί δεν γράφεις; Έχεις τίποτα με την εφημερίδα;». Έσπευσα να τους διαβεβαιώσω ότι για τον πολύ αγαπητό μου Ρούντι Ρινάλντι, και όλους τους συνεργάτες της εφημερίδας, τρέφω πάντα απέραντη εκτίμηση και αγάπη. Επιτελούν σπουδαίο έργο, και προσφέρουν στο κοινό ένα έντυπο ποιότητας, που λείπει πολύ από τον ελληνικό Τύπο. Το πρόβλημα είναι αποκλειστικά δικό μου.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ Η ΕΥΤΥΧΩΣ, έχω «μια κάποια ηλικία», που μου επιτρέπει να γνωρίζω καλά το «χθες» και να είμαι σε θέση να βλέπω καθαρά το οικτρό «σήμερα». «Νεολαίος» κάποτε, και δημοσιογράφος αργότερα, έζησα έντονα το «σκηνικό της Αριστεράς» μιας άλλης εποχής, τότε που υπήρχαν οράματα και ηγέτες που μπορούσαν να εμπνεύσουν. Τότε, που Κομμουνιστές και Σοσιαλιστές είχαν «φτερά» και καθοδηγούσαν τις μάζες. Είχαν κάτι να πουν. Σήμερα, μ’ έχει καταλάβει μια… «Αριστερή μελαγχολία» διαπιστώνοντας, ότι αυτή η ιδεολογία που από αιώνες αποτελούσε την ελπίδα των «κολασμένων της Γης», πέθανε. Εδώ στην Ελλάδα, την εξετέλεσε ο Τσίπρας και το κόμμα του.
Καμιά ακροδεξιά και κανένας φασισμός, δεν μπόρεσε μέσα στο πέρασμα του χρόνου να καταφέρει τέτοιο εξοντωτικό χτύπημα στην Αριστερά, όπως αυτό του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι έδειξε στον κόσμο ότι χάριν της εξουσίας, υπέκυψε στις εντολές του άκρατου καπιταλισμού των ξένων τραπεζιτών. Μπήκε στην υπηρεσία Γερμανών, Αμερικανών και σιτίζεται από τις Βρυξέλλες. Σήμερα, όταν λες πως είσαι «Αριστερός», οι πολίτες σου γυρίζουν περιφρονητικά τις πλάτες. Η λέξις «απατεών» καθιερώθηκε στους χαρακτηρισμούς που εκτοξεύονται από αγανακτισμένους ανθρώπους γι’ αυτούς που υποδύονται κάτι που δεν είναι, και το χρησιμοποίησαν για να ξεγελάσουν τους αφελείς. Και, δυστυχώς, οι Συριζαίοι εξαφάνισαν το ήθος της Αριστεράς. Όσο για το ΚΚΕ, αυτό ανήκει πλέον σαν απολίθωμα στο Μουσείο της Ιστορίας. Τι να πούμε, λοιπόν, από εκεί και πέρα; Αλλά εδώ παρατηρούμε ένα γενικότερο φαινόμενο: Παγκοσμίως η Αριστερά έχει συρρικνωθεί δραματικά. Έχει πάψει εδώ και χρόνια να πρωταγωνιστεί στο διεθνές πολιτικό σκηνικό. Αποτελεί θέμα έρευνας για τους ιστορικούς του μέλλοντος. Ας δούμε λίγο το αριστερό πανόραμα του «χθες», για να καταλάβουμε καλύτερα, τι συμβαίνει σήμερα.


Ο νεοφιλελευθερισμός και οι τραπεζίτες, εξαγόρασαν την «Αριστερά» και την εξευτέλισαν στα μάτια των «σκλάβων» του ευρωπαϊσμού
Στα 1991 ένας σημαντικός διανοητής της Αριστεράς, ο Ντανιέλ Μπενσάιντ, έγραφε: «Στο ματς του αιώνα μεταξύ σοσιαλισμού και βαρβαρότητας, η βαρβαρότητα έχει κερδίσει σαφές προβάδισμα. Μπαίνουμε στον 21ο αιώνα, έχοντας λιγότερες ελπίδες απ’ όσες είχαν οι πρόγονοί μας στο κατώφλι του 20ού…».
Ο Έντσο Τραβέρσο, από το Πιεμόντε, καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας ιστορικών έργων, στο βιβλίο του «Αριστερή μελαγχολία» (εκδόσεις 21ος παράλληλος σε μετάφραση Νίκου Κούρκουλου) παρατηρεί ότι: «Η Αριστερή μελαγχολία υπήρχε πάντα διακριτική, σεμνή, συχνά υπόγεια, στις περισσότερες περιπτώσεις απαγορευμένη από τον δημόσιο λόγο, λογοκριμένη από την προπαγάνδα, και πάντα απρόθυμη να εκτεθεί στο φως της ημέρας…». Σύμφωνοι! Αλλά, από την εποχή της αθλιότητας των λαϊκών στρωμάτων, όπως την περιγράφει ο Ντίκενς, ο Μπαλζάκ και άλλοι συγγραφείς, μέχρι τα χρόνια προ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, του Μεσοπολέμου και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αριστερά ασφαλώς εγνώρισε ελάχιστες νίκες και πολύ περισσότερες ήττες. Αλλά, οι θυσίες και οι απογοητεύσεις, δεν πήγαιναν χαμένες. Διότι, οι ηγέτες που έπεφταν, ακριβώς επειδή η ζωή τους και οι αγώνες τους είχαν συνέπεια, γίνονταν σύμβολα για να εμπνεύσουν τους επόμενους. Η αγαπημένη Ρόζα Λούξεμπουργκ την παραμονή του τραγικού της θανάτου, υπενθύμιζε την «παράδοση ηττών» που είχαν σημαδέψει την Ιστορία των επαναστάσεων. Μιλούσε για την μελαγχολία του Μπλανκί και της Λουίζ Μισέλ, μετά την καταστολή της Παρισινής Κομμούνας. Έχουμε τη «μελαγχολία» της ίδιας της Ρόζας, που στη φυλακή του Βρόνκε συλλογιζόταν το σφαγείο του μεγάλου πολέμου, και τη συνθηκολόγηση του γερμανικού σοσιαλισμού. Κι όταν δολοφονήθηκε στις 15 Γενάρη του 1919 ο Καρλ Λήμπκνεχτ, η προοδευτική Αριστερά, βυθίστηκε στην απελπισία. Ο μεγάλος Ζωρές που δεν έκρυβε τη μελαγχολία του για τον θάνατο της Λούξεμπουργκ, «της μικρόσωμης γυναίκας με την ηρωική ψυχή», δέχτηκε τις σφαίρες του νεαρού δολοφόνου, καθώς καθόταν με τους συντάκτες της Ουμανιτέ, σε μια γωνία του εστιατορίου «Κρουασάν», και συζητούσε για τη σύλληψη του Κάουτσκι.
Δεν είναι τυχαίο, που συνηθίζουμε να μνημονεύσουμε τον Ζωρές την ημερομηνία του θανάτου του, και όχι της γεννήσεώς του. Διότι, όπως μου έλεγε σωστά κάποτε ο Ηλίας Τσιριμώκος, «Το είδος του θανάτου, συμβολίζει καμιά φορά περισσότερο από οποιαδήποτε πράξη, το νόημα της ζωής ενός ανθρώπου…». Κι αναφερόταν ακριβώς στη δολοφονία του «Πατριάρχη του Σοσιαλισμού».
ΕΧΟΥΜΕ ΑΚΟΜΑ, τη μελαγχολία του Γκράμσι, που σε μια φασιστική φυλακή ξανασκεφτόταν τη σχέση ανάμεσα σε «πόλεμο θέσεων» και «πόλεμο κινήσεων», μετά την αποτυχία των ευρωπαϊκών επαναστάσεων. Τη μελαγχολία του Τρότσκι στην έσχατη μεξικανική εξορία του, κλεισμένου πίσω από τους οχυρωμένους τοίχους του καταφυγίου του στο Κογιοακάν. Και τη μελαγχολία του Τσε Γκεβάρα στα βουνά της Βολιβίας. Πραγματικά. Η μνήμη της Αριστεράς, είναι μια αχανής ήπειρος, φτιαγμένη από νίκες και ήττες. Οι πρώτες ήσαν μεθυστικές, αλλά τις περισσότερες φορές εφήμερες. Οι δεύτερες στάθηκαν συχνά διαρκείς.
Η μελαγχολία της Αριστεράς, δεν μπορεί ν’ αποσιωπήσει τις συσσωρευμένες ήττες του παρελθόντος, αλλά και την πρωτοφανή ανικανότητα σημερινών φορέων να αντιταχθούν στο Δ’ Ράιχ της γερμανοευρωπαϊκής ενώσεως. Η βαρβαρότητα, η γερμανική απολυταρχία, ίδια πάντοτε στο πέραμα του χρόνου, το «ευρωπαϊκό πνεύμα» του Χίτλερ, θριαμβεύουν στις μέρες μας, προς δόξαν των διεθνών τραπεζιτών. Το «ευρώ» είναι το «υπερόπλο» της Γερμανίας με το οποίο ισοπέδωσε τα έθνη. Απούσα η Αριστερά διεθνώς σ’ αυτόν τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην πιο ύπουλη δικτατορία που εφαρμόστηκε ποτέ. Ασύλληπτο αίσχος: Ο νεοφιλελευθερισμός και οι τραπεζίτες, εξαγόρασαν την «Αριστερά» και την εξευτέλισαν στα μάτια των «σκλάβων» του ευρωπαϊσμού.
Συνεχώς μου έρχεται στη μνήμη, η σκηνή από την ταινία του Θ. Αγγελόπουλου, «Το βλέμμα του Οδυσσέα». Δείχνει σε μια απέραντη γαλήνια λίμνη, μια σχεδία με το άγαλμα του Λένιν «ξαπλωμένο», να χάνεται στο βάθος του ορίζοντα. Καληνύχτα θείε Λένιν… Δεν θέλουμε όμως να απαλλαγούμε από το αγωνιστικό φορτίο του παρελθόντος, έστω και αν συχνά αυτό αποδεικνύεται βαρύ. Οι ιστορικοί θα πρέπει να μελετήσουν και να εξηγήσουν το φαινόμενο της εξουδετέρωσης της Αριστεράς. Νομίζω, ότι η κρίση του Μαρξισμού εκδηλώθηκε στα 1980, για να φτάσει σήμερα η Αριστερά να μην έχει «πνευματικό καταφύγιο». Χρεοκόπησε αυτή τη παράταξη, από τη στιγμή που δεν έχει σθένος και δύναμη να φωνάξει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαλυθεί, διότι εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα των διεθνών τραπεζών, και αυτή είναι που φτωχοποίησε τους ανθρώπους. Το «δόγμα του σοκ» της μαφίας της λέσχης Μπίλντερμπεργκ, τα καθάρματα τύπου Τζ. Σόρος, έκαναν τους πολίτες να μην μπορούν να καταλάβουν τι συνέβη και ποιος ευθύνεται για την επιστροφή τον εργασιακό Μεσαίωνα. Πού είναι η Αριστερά να φωνάξει; Ποιος, αν φώναζα, ποιος θα με άκουγε, από τις στρατιές των αγγέλων; Έλεγε στον τοίχο του ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Ούτε οι στρατιές των αγγέλων ούτε οι φάλαγγες των ανθρώπων όμως ακούνε πια επαναστατικές φωνές. Τη δεκαετία του 1950 το ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, είχε πάνω από δύο εκατομμύρια μέλη, και κατείχε μια ηγεμονική θέση στην ιταλική κουλτούρα. Τι απέγινε αυτό το κόμμα; «Άκρα του τάφου σιωπή».
Μελαγχολία και απογοήτευση επομένως; Ευτυχώς μας δίνει μια αχτίδα ελπίδας ο Μπρεχτ με τον στίχο του: «Να ξαναρχίσεις μπορείς και με την τελευταία σου πνοή…».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου