Σάββατο 25 Μαΐου 2019

Όταν οι Ευρωπαίοι «ανησυχούν» για την Ελλάδα έρχονται πολύ χειρότερα

του Δημήτρη Καζάκη
Στις 16 Μαΐου συνεδρίασε το ECOFIN, δηλαδή το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών του Eurogroup (των χωρών της ευρωζώνης), το οποίο ασχολήθηκε και με το ζήτημα της Ελλάδας. Το Συμβούλιο αυτό συνεδρίασε – όπως συνηθίζουν όλα τα όργανα της Ευρωζώνης, ιδίως όταν παίρνουν αποφάσεις για τους λαούς της Ευρώπης – κεκλεισμένων των θυρών σε μια ακόμη επίδειξη μυστικής διπλωματίας και παρασκηνίου, που μπροστά της ωχριούν οι πιο σκοτεινές εποχές της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Το ECOFIN αποφάσισε – ερήμην βέβαια των Ευρωπαίων, αλλά και πρωτίστως των Ελλήνων πολιτών – να εξεταστεί η πορεία της Ελλάδας στην τακτική Σύνοδο του Eurogroup στις 13 Ιουνίου 2019. Στη Σύνοδο αυτή θα εξεταστεί ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός της Ελλάδας για μια ακόμη φορά ώστε να ληφθούν πρόσθετα μέτρα περικοπών έως το τέλος του 2019.
Γιατί «ανησυχεί» ο εκπρόσωπος των δανειστών;
Το κύριο όμως ζήτημα που απασχολεί το Ευρωκαρτέλ είναι το κατά πόσο η Ελλάδα μπορεί να αντιμετωπίσει τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό χωρίς προσφυγή εκ νέου στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για πρόσθετο δανεισμό. Ο Κλάους Ρέγκλινγκ, Γενικός Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού, ο οποίος συμμετέχει στις Συνόδους του Ecofin-Eurogroup με την ιδιότητα του άτυπου υπερυπουργού οικονομικών της ευρωζώνης, δήλωσε ότι «ανησυχεί» για την Ελλάδα.
«Και στην Ευρώπη, μπορούμε επίσης να διαπιστώσουμε ότι αυτή η ανάληψη κινδύνων, η οποία έχει αυξηθεί, έχει αντίκτυπο σε εκείνες τις χώρες όπου υπάρχουν κάποια ερωτηματικά σχετικά με την οικονομική πολιτική και τις οικονομικές εξελίξεις. Και ένα παράδειγμα είναι η Ελλάδα, όπου έχουμε δει τα πιστωτικά περιθώρια να αυξάνουν κατά σχεδόν 50 μονάδες βάσης τις τελευταίες εβδομάδες. Είχαμε μια σύντομη συζήτηση για την Ελλάδα. Ο Πρόεδρος της Ευρωομάδας την ανέφερε. Υπήρξε η ανακοίνωση της Ελλάδας σχετικά με δημοσιονομικά μέτρα. Ορισμένα από αυτά έχουν ήδη υλοποιηθεί μέσω κοινοβουλευτικών δράσεων.
Ανησυχούμε γι’ αυτό. Δεν έχουμε πλήρη αξιολόγηση, αλλά η προκαταρκτική εκτίμησή μας δείχνει ότι με αυτά τα μέτρα, ο αρχικός στόχος του πλεονάσματος 3,5% φέτος ενδέχεται να μην επιτευχθεί με σημαντικό περιθώριο. Και αυτό θα ισχύσει και για το επόμενο έτος. Φυσικά, για το επόμενο έτος, θα χρειαστεί ένας νέος προϋπολογισμός και τα μέτρα δεν έχουν εφαρμοστεί, οπότε όλα αυτά είναι λίγο ως πολύ για το μέλλον. Ωστόσο, για το τρέχον έτος, τα μέτρα εφαρμόστηκαν και ανησυχούμε επίσης για τη σύνθεση αυτών των δημοσιονομικών μέτρων, τα οποία δεν είναι φιλικά προς την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Φυσικά, θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε με τις ελληνικές αρχές, την Επιτροπή προφανώς, και με την ΕΚΤ. Θα υπάρξει έκθεση που θα παρουσιαστεί στην επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup. Αλλά υπάρχουν αυτές οι ανησυχίες.»
Αναγκαίες οι παροχές για την εξαπάτηση των ψηφοφόρων.
Είναι φανερό από τις δηλώσεις Ρέγκλινγκ ότι οι δανειστές κάνουν τα στραβά μάτια για τα πρόσφατα δημοσιονομικά μέτρα των επιδομάτων επαιτείας της κυβέρνησης Τσίπρα. Κατανοούν τους λόγους, δηλαδή τις προεκλογικές σκοπιμότητες του κυβερνώντος κόμματος. Κι επειδή έχουν να κάνουν με την πιο πετυχημένη διακυβέρνηση δοσίλογων στην Ελλάδα της μνημονιακής περιόδου, είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα στραβά μάτια προς το παρών.
Γι’ αυτό και δεν έθεσαν, ούτε θέτουν ζήτημα δημοσιονομικού εκτροχιασμού από τώρα. Ούτε διατυμπανίζουν τις διαφωνίες τους. Αφήνουν τον Τσίπρα να παίξει το παιχνίδι του και να πουλήσει φρούδες ελπίδες στους ηλίθιους που θα τον πιστέψουν, προκειμένου να μην συντριβεί ο ίδιος και το κόμμα του εκλογικά. Τον χρειάζονται και στη νέα κοινοβουλευτική περίοδο. Μαζί με τον Μητσοτάκη.
Κι έτσι προτιμούν να τηρήσουν σιγή ιχθύος και να μην διατυμπανίζουν το γεγονός ότι ακόμη κι αυτά τα πενιχρά, επισφαλή και αμφίβολα μέτρα κρατικής επαιτείας «δεν είναι φιλικά προς την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα», όπως δηλώνει ευθαρσώς ο κ. Ρέγκλινγκ. Άλλωστε μπορούν άνετα να υπάρξουν διορθωτικά μέτρα προκειμένου η Ελλάδα να τεθεί μετεκλογικά στην τροχιά των άνωθεν και έξωθεν πρωτογενών πλεονασμάτων του κρατικού προϋπολογισμού. Αρκεί η μεγάλη μάζα των ηλιθίων του εκλογικού σώματος να προσφέρει την εκλογική στήριξή της για μια ακόμη φορά στα κόμματα του δωσιλογισμού.
Η απομύζηση των νοικοκυριών ως «ανάπτυξη».
Η «ανάπτυξη» κατά τον κ. Ρέγκλινγκ δεν συμβιβάζεται ούτε καν με προσχηματικά μέτρα επιδομάτων επαιτείας σε επιλεγμένες κατηγορίες αναξιοπαθούντων. Πόσο μάλλον με μια γενναία άνοδο στα εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο του μέσου Έλληνα.
Γιατί όμως αυτό; Διότι πολύ απλά ο κ. Ρέγκλινγκ γνωρίζει πολύ καλά αυτό που απαγορεύεται ρητά να συζητηθεί δημόσια στην Ελλάδα. Τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι μηχανισμός όχι μόνο αναδιανομής, αλλά βίαιης αφαίμαξης εισοδήματος σε βάρος του συνόλου σχεδόν των νοικοκυριών προς όφελος των δανειστών.
Γνωρίζει πολύ καλά ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι εντελώς εικονικά, προϊόντα «δημιουργικής λογιστικής» και χρησιμεύουν ως πρόσχημα της όλο και μεγαλύτερης αφαίμαξης εισοδήματος, όλο και περισσότερων δραστικών περικοπών σε βάρος πρώτα και κύρια των κοινωνικών δαπανών, αλλά και ξεπουλήματος των πάντων σ’ ένα πρωτοφανές παζάρι ιδιωτικοποιήσεων, το οποίο δεν έχει πουθενά στον κόσμο το προηγούμενό του ούτε καν την εποχή της πιο άγριας αποικιοκρατίας.
Ο μηχανισμός αυτός απομύζησης εισοδήματος και πόρων υπέρ των δανειστών και των εγχώριων εκπροσώπων τους, έχει καταδικάσει τη μεγάλη πλειοψηφία των νοικοκυριών σ’ ένα σισύφειο κυνηγητό επιβίωσης. Από την μια όλο και περισσότερο αυξάνει το κόστος ζωής του μέσου νοικοκυριού, όχι μόνο λόγω τιμαρίθμου, αλλά κυρίως λόγω της μετατροπής των δημοσίων δαπανών σε ιδιωτική δαπάνη του νοικοκυριού. Κι από την άλλη όλο και περισσότερο συρρικνώνεται το διαθέσιμο εισόδημα του νοικοκυριού.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του ΟΟΣΑ το μέσο διαθέσιμο κατά κεφαλή εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα το 1995 ήταν 13.163 δολάρια ετήσια, ή 9.872 ευρώ με βάση την ισοτιμία εκείνου του έτους. Το 1995 σύμφωνα πάλι με τον ΟΟΣΑ όχι μόνο το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα επαρκούσε στο μέσο νοικοκυριό για τις άμεσες ανάγκες του, αλλά και του περίσσευε σχεδόν το 9,25% ως καθαρή αποταμίευση.
Η καθαρή αποταμίευση νοικοκυριών ορίζεται από τον ΟΟΣΑ ως η αφαίρεση της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών από το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, συν τη μεταβολή της καθαρής συμμετοχής των νοικοκυριών σε συνταξιοδοτικά ταμεία. «Η αποταμίευση των νοικοκυριών,» σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, «είναι η κύρια εγχώρια πηγή κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση κεφαλαιουχικών επενδύσεων, μια σημαντική ώθηση για τη μακροπρόθεσμη οικονομική μεγέθυνση. Ο δείκτης αυτός μετράται ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.»
Θυμηθείτε. Τότε είχαμε δραχμή και η ελληνική οικονομία βρισκόταν ακόμη υπό καθεστώς ελέγχου της κίνησης των κεφαλαίων από και προς το εξωτερικό. Το 1996 δεν είχαμε μόνο την εμφάνιση του ολέθρου επ’ ονόματι Σημίτης, αλλά και την πλήρη απελευθέρωση της εισαγωγής και εξαγωγής κεφαλαίου, η οποία οδήγησε σε απογείωση την διαφθορά, την διαπλοκή και την λεηλασία του εισοδήματος, αλλά και της περιουσίας του μέσου Έλληνα από την κάστα των ολιγαρχών, αλλά και του κρατικοδίαιτου παρασιτισμού στον τόπο μας.
Το ευρώ πληρώθηκε με υποβάθμιση των νοικοκυριών.
Το μέσο διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε τα επόμενα χρόνια. Το 2002 την πρώτη χρονιά του ευρώ – πάλι με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ – το μέσο κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα έφτασε τα 18.883 δολάρια ετήσια. Ή 17.939 σε ευρώ με βάση τις ισοτιμίες του έτους.
Ωστόσο η καθαρή αποταμίευση του 1995 είχε ήδη εξανεμιστεί χάρις όχι μόνο στις πολιτικές λιτότητας για λόγους «προσαρμογής» της ελληνικής οικονομίας στην ΟΝΕ προκειμένου να εισαχθεί το ευρώ στην υποβαθμισμένη οικονομία της χώρας μας. Όπως και στην πρωτοφανή λεηλασία της περιουσίας των νοικοκυριών διαμέσου σκανδάλων τύπου χρηματιστήριου, τα οποία έγιναν δυνατά όχι μόνο χάρις στην πολιτική κάλυψη των κυβερνήσεων Σημίτη, αλλά και λόγω του ανοίγματος των οικονομικών συνόρων της χώρας.
Αντί λοιπόν το 2002 – πάλι με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ – να εμφανίζει το μέσο νοικοκυριό έστω και μια ελάχιστη καθαρή αποταμίευση, εμφάνισε έλλειμμα εισοδήματος της τάξης του 2,01%. Με άλλα λόγια παρά την αύξηση του διαθέσιμου κατά κεφαλή εισοδήματος του νοικοκυριού στην περίοδο 1995-2002 κατά 82% σε τρέχουσες τιμές, το κόστος ζωής σε άμεσες καταναλωτικές δαπάνες του μέσου νοικοκυριού αυξήθηκε πολύ περισσότερο.
Πώς καλύφθηκε το έλλειμμα αυτό; Με εκτίναξη του ιδιωτικού δανεισμού από τις τράπεζες. Και μάλιστα με όρους αληθινά τοκογλυφικούς. Ολόκληρη η μεσομακροπρόθεσμη προοπτική μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας εξαρτήθηκε όχι από τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, αλλά σχεδόν αποκλειστικά από τον τραπεζικό δανεισμό. Η αντίστροφη μέτρηση για την αναπόφευκτη χρεοκοπία της χώρας είχε ξεκινήσει.
Το 2008 το διαθέσιμο κατά κεφαλή εισόδημα των νοικοκυριών είχε ανέλθει στα 24.399 δολάρια ετήσια, ή 16.598 ευρώ. Και πάντα με βάση τους υπολογισμούς του ΟΟΣΑ η καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών ως % του διαθέσιμου εισοδήματος όχι μόνο παρέμενε αρνητική, αλλά και αυξημένη κατά -3,84%.
Η πτώση σε τρέχουσες τιμές του κατά κεφαλή διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών σε ευρώ στην περίοδο 2002-2008 κατά 7,5%, αλλά και η αύξηση του εισοδηματικού ελλείμματος, αποτυπώνει ανάγλυφα το τι σημαίνει για μια οικονομία χωρίς ισχυρές παραγωγικές δομές πρωτογενούς και κυρίως δευτερογενούς τομέα να λειτουργεί μ’ ένα νόμισμα πιο «σκληρό» ακόμη κι από το δολάριο. Οι μόνοι κερδισμένοι αυτής της κατάστασης ήταν οι τραπεζίτες, οι τοκογλύφοι, αλλά και οι κάθε λογής κερδοσκόποι του χρήματος και των κονδυλίων.
Το 2009 το κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών έφτασε στα 24.587 δολάρια ετήσια, ή 17.689 ευρώ. Την ίδια χρονιά – πάντα με βάση τους υπολογισμούς του ΟΟΣΑ – η καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών παρέμεινε αρνητική στο -1,19% του διαθέσιμου εισοδήματος.
Ο μηχανισμός φτωχοποίησης των νοικοκυριών με τα μνημόνια.
Από το 2010 και κατόπιν με την εφαρμογή των μνημονίων και του προγράμματος γενικευμένης εκποίησης της χώρας, το κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα κατέρρευσε κυριολεκτικά. Το 2010 το ετήσιο κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών υποχώρησε στα 22.330 δολάρια, ή 16.789 ευρώ. Η δε καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών το ίδιο έτος εκτινάχθηκε στο -6,9% του διαθέσιμου εισοδήματος. Πάντα σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΟΟΣΑ.
Το 2014 το ετήσιο κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών βρέθηκε στα 19.644 δολάρια, ή 14.770 ευρώ. Η δε καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών σημείωσε νέο αρνητικό ρεκόρ φτάνοντας το -13,81% του διαθέσιμου εισοδήματος. Με άλλα λόγια το μέσο νοικοκυριό χρειαζόταν το 2014 επιπλέον 2.040 ευρώ κατά κεφαλή μόνο και μόνο για να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες καταναλωτικές του δαπάνες.
Το 2015 με την πρώτη φορά αριστερά και την περίφημη «διαπραγμάτευση» μην τυχόν και – Θεός φυλάξοι! – φύγουμε από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, το κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών βρέθηκε στα 19.351 δολάρια, ή 17.433 ευρώ, λόγω της τρομακτικής υποτίμησης του ευρώ έναντι του δολαρίου την ίδια χρονιά. Η καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών σημείωσε νέο αρνητικό ρεκόρ της τάξης του -15,47% του διαθέσιμου εισοδήματος.
To 2017 το ετήσιο κατά κεφαλή διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών βρέθηκε στα 19.919 δολάρια, ή 17.627 ευρώ. Η δε καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών σημείωσε επίσης νέο αρνητικό ρεκόρ με -16,91% του διαθέσιμου εισοδήματος. Κι έτσι η Ελλάδα βρέθηκε και παραμένει στη χαμηλότερη θέση από άποψη καθαρής αποταμίευσης των νοικοκυριών ανάμεσα σ’ όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ!
Το 2018 δεν έχει αποτυπωθεί ακόμη στα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ, αλλά από τα εθνικολογιστικά στοιχεία της Ελλάδας, που έχουμε κατά καιρούς αναλύσει, γνωρίζουμε πώς σημειώσαμε ακόμη νέα αρνητικά ρεκόρ. Με το 2019 να διαγράφεται ακόμη πιο δυσοίωνο για το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Το ξεπούλημα συμβάλει στην εικονική άνοδο του ΑΕΠ.
Τι σημαίνει αυτό; Κάτι πολύ απλό. Το κόστος ζωής στην Ελλάδα για το μέσο νοικοκυριό είναι πλέον απαγορευτικό. Φανταστείτε, ότι το μέσο νοικοκυριό παρουσιάζει αρνητική καθαρή αποταμίευση ύψους – σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ – κοντά στο 17% του διαθέσιμου εισοδήματος.
Κι αυτό σημαίνει ότι το μέσο νοικοκυριό προκειμένου μόνο και μόνο να ικανοποιήσει τις τρέχουσες καταναλωτικές του δαπάνες χρειάζεται σε επιπλέον διαθέσιμο εισόδημα σχεδόν 3.000 ευρώ κατά κεφαλή! Μόνο και μόνο για να καλύψει τις τρέχουσες ετήσιες καταναλωτικές δαπάνες.
Πώς καλύπτει το μέσο νοικοκυριό στην Ελλάδα το διογκούμενο έλλειμμα διαθέσιμου εισοδήματος; Και μάλιστα σε μια περίοδο χωρίς δανεισμό από τις τράπεζες;
Με άνθηση της τοκογλυφίας με μαύρο χρήμα και με το να ξεπουλά ότι έχει και δεν έχει. Τώρα πια γη και ακίνητα.
Το ξεπούλημα αυτό σε επίπεδο νοικοκυριών, συνιστά την πιο βίαιη αναδιανομή κυρίως ακίνητης περιουσίας που έχει υποστεί στην ιστορία του ο πληθυσμός της Ελλάδας. Ακόμη και σε σύγκριση με την περίοδο της παλιάς ναζιστικής κατοχής του πολέμου, όπου πουλιόντουσαν ακίνητα κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί.
Στο φαινόμενο αυτό μαζί, αλλά και στο γενικό ξεπούλημα της πάλαι ποτέ δημόσιας περιουσίας του ελληνικού κράτους, οφείλεται ως ένα βαθμό η άνοδος του ΑΕΠ. Πρόκειται για μια εικονική άνοδο, η οποία δεν θεμελιώνεται στην πραγματική βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της καθαρής αποταμίευσης των νοικοκυριών, αλλά αντίθετα στην όλο και μεγαλύτερη μεταφορά των δημοσιονομικών ελλειμμάτων στον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Κι αυτή η εικονική και οριακή άνοδος του ΑΕΠ θεμελιώνεται στην έξαρση του νέου δανεισμού από το κράτος, ο οποίος για να αναχρηματοδοτείται χρειάζεται επειγόντως την έξοδο στις αγορές. Πράγμα που ανησυχεί σφόδρα τους Ευρωπαίους δανειστές και τον βασικό τους εκπρόσωπο, τον κ. Ρέγκλινγκ.
Τι φοβούνται στ’ αλήθεια οι Ευρωπαίοι;
Φοβούνται ότι έως το τέλος του έτους σε συνδυασμό με τις προεκλογικές παροχές επαιτείας του κ. Τσίπρα, η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να καλύψει το δημοσιονομικό κενό με νέο δανεισμό από τις αγορές. Κι επομένως προκειμένου να μην κατεβάσει ρολά το ελληνικό κράτος, οι Ευρωπαίοι οφείλουν να συνδράμουν με νέα δανειακή διευκόλυνση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
Μόνο που η ανησυχία τους εντοπίζεται στο γεγονός ότι πολιτικά θα τους είναι δύσκολο να κυρώσουν από τα δικά τους κοινοβούλια ένα νέο γύρο μνημονίων για την Ελλάδα. Κι έτσι συσκέπτονται για να βρουν έναν δόκιμο τρόπο δανειακής διευκόλυνσης από τον ΕΣΜ, χωρίς να είναι ανάγκη να κυρωθεί κάτι τέτοιο με την μορφή νέου μνημονίου από τα δικά τους κοινοβούλια.
Όσο για το δικό μας κοινοβούλιο δεν νοιάζονται. Τα κόμματα και οι βουλευτές του δικού μας κοινοβουλίου είναι σε θέση να κυρώσουν το οτιδήποτε, να αποδεχθούν ακόμη και την επίσημη διάλυση της χώρας, αν το απαιτήσουν οι Ευρωπαίοι δανειστές. Αρκεί να είναι απόλυτα ελεγχόμενη η κομματική σύνθεση του ελληνικού κοινοβουλίου όπως σήμερα και φυσικά με το αζημίωτο για κόμματα και πολιτικούς.
Δεν έχουν πολλές επιλογές οι Ευρωπαίοι. Αν δουν ότι η έξοδος στις αγορές δεν επαρκεί, τότε θα αναγκαστούν στο τελευταίο τρίμηνο του 2019 να αποφασίσουν για νέο μνημόνιο. Προκειμένου να διευκολύνουν δανειακά οι ίδιοι από τον ΕΣΜ. Το μόνο ερώτημα είναι το πώς θα σκαρφιστούν να το κάνουν.
Ίσως τελικά να καταφύγουν στην περίφημη Προσωρινή Πιστοληπτική Γραμμή του ΕΣΜ, την οποία φάνηκαν διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν το 2014 προκειμένου να εμφανίσουν επί Σαμαρά ότι δήθεν η Ελλάδα «φεύγει από τα μνημόνια». Ατύχησαν τότε κι έτσι χρειάστηκαν τον Τσίπρα για να μας οδηγήσει στο 3ο και χειρότερο μνημόνιο.
Το θετικό για τους Ευρωπαίους δανειστές της Προσωρινής Πιστοληπτικής Γραμμής του ΕΣΜ είναι το γεγονός ότι δεν χρειάζεται να κυρωθεί από τα δικά τους κοινοβούλια. Χρειάζεται κύρωση μόνο από την ελληνική βουλή, μαζί βεβαίως με ακόμη πιο δραστικούς ακρωτηριασμούς του εισοδήματος και του κρατικού προϋπολογισμού σε βάρος των νοικοκυριών και των συνταξιούχων. Όλα στο βωμό του καθεστώτος «μεταμνημονιακής» κατοχής και εκποίησης της πατρίδας μας.
Το μόνο αληθινό ερώτημα είναι αν θα τους το επιτρέψει ο ελληνικός λαός, ανακυκλώνοντας μέσα από τις επικείμενες εκλογές τη σημερινή κομματική και πολιτική σύνθεση της βουλής. Πάντα με τους κατάλληλους κολαούζους τύπου Θεοδωράκη, Λεβέντη, Καμμένου, κοκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου