Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

Κυρία Λαγκάρντ, κύριε Γιούνκερ, εσείς δεν σέβεστε τις δεσμεύσεις σας!


του Renaud Vivien*


“…….η κυρία Λαγκάρντ καλά θα έκανε να ξαναδιαβάσει το πρώτο άρθρο του καταστατικού της οργάνωσης που διευθύνει, άρθρο το οποίο αναγνωρίζει ως αποστολή του ΔΝΤ να «συμβάλει στην καθιέρωση και διατήρηση υψηλού επιπέδου απασχόλησης και πραγματικού εισοδήματος, και στην ανάπτυξη των παραγωγικών πόρων όλων των κρατών μελών του……..».

Λίγες μέρες πριν τις εκλογές στην Ελλάδα, το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξαναχτύπησαν και υποτροπίασαν, εφιστώντας προσοχή ενάντια σε οποιοδήποτε απόπειρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Η Κριστίν Λαγκάρντ, διευθύντρια του ΔΝΤ, δήλωσε πως «ένα χρέος παραμένει ένα χρέος . Πρόκειται για μια σύμβαση», ενώ ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, διακήρυξε ότι «η Ευρώπη περιμένει από την Ελλάδα να σεβαστεί τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι των εταίρων της». Για να πιέσουν λοιπόν την επερχόμενη κυβέρνηση να συνεχίσει να εφαρμόζει τα προγράμματα λιτότητας και να αποπληρώνει το χρέος της, ο κύριος Γιούνκερ και η κυρία Λαγκάρντ επικαλούνται την ηθική και τη νομιμότητα (το σεβασμό των δεσμεύσεων που ανέλαβαν τα κράτη και το δίκαιο των συμβάσεων). Ωστόσο, το Διεθνές Δίκαιο υπαγορεύει κάτι εντελώς διαφορετικό και επιτρέπει σε ένα κράτος να αποκηρύξει τα χρέη του.
Στην έκθεση για το «απεχθές χρέος» που συνέταξε για λογαριασμό των Ηνωμένων Εθνών, ο νομικός σύμβουλος Ρόμπερτ Χόουζ (Robert Howse)** υπενθυμίζει ότι η υποχρέωση για ένα κράτος να αποπληρώσει τα χρέη του ουδέποτε έχει αναγνωριστεί στην ιστορία ως μια άνευ όρων και ασυνθηκολόγητη αρχή. Η υποχρέωση εξόφλησης ενός χρέους δεν είναι απόλυτη και υπόκειται σε δύο θεμελιώδεις περιορισμούς.
Κατ’αρχάς, όπως επιτάσσει το Διεθνές Δίκαιο, ένα κράτος δεσμεύεται  ενώπιον του λαού του. Στην πραγματικότητα, η υποχρέωση να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα υπερισχύει οποιασδήποτε άλλης υποχρέωσης έχει αναλάβει, συμπεριλαμβανομένων εκείνων απέναντι στους πιστωτές του. Το άρθρο 103 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών το αναφέρει ξεκάθαρα.
Το δε νομικό επιχείρημα της «κατάστασης ανάγκης» είναι ακόμα πιο σαφές αναφορικά με το χρέος: «Δεν μπορούμε να αναμένουμε από ένα κράτος να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήριά του, να εγκαταλείψει τις δημόσιες υπηρεσίες του, και να παραδώσει έτσι την κοινότητά του στο χάος και την αναρχία απλά και μόνο για να αντλήσει οικονομικούς πόρους για την αποπληρωμή των ξένων και εγχώριων πιστωτών του. Υπάρχουν όρια για το τι μπορούμε να αναμένουμε από ένα κράτος, όπως ακριβώς και από ένα άτομο». Επομένως, η κατάσταση ανάγκης και ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών επιτρέπουν σε ένα κράτος να θεμελιώσει νομικά μια μονομερή άρση πληρωμής του χρέους εφόσον ο προϋπολογισμός του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στις θεμελιώδεις ανάγκες του πληθυσμού του: κάτι που συμβαίνει αδιαμφισβήτητα στην περίπτωση της Ελλάδας.
Να προσθέσουμε επίσης ότι, σε οικονομικό επίπεδο, μια αναστολή της αποπληρωμής του χρέους έχει πολύ θετικά αποτελέσματα. Όπως επισήμαναν δύο πρώην οικονομολόγοι της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης, ο Εντουάρδο Λέβι Γεγιάτι (Eduardo Levy Yeyati) και ο Ούγκο Πανίτσα (Ugo Panizza), στα αποτελέσματα των ερευνών τους για τις παύσεις πληρωμών σε σαράντα περίπου χώρες, «οι περίοδοι παύσης πληρωμών σηματοδοτούν την αρχή της οικονομικής ανάκαμψης». Ο βραβευμένος με το Νόμπελ οικονομικών, Τζόζεφ Στίγκλιτς (Joseph Stiglitz), συμμερίζεται τη διαπίστωση αυτή και δείχνει ότι οι δήθεν καταστροφικές συνέπειες από ένα μορατόριουμ του χρέους τις οποίες προαναγγέλουν οι πιστωτές προκειμένου να εκφοβίσουν τη χώρα οφειλέτη απέχουν πολύ από την πραγματικότητα: «Εμπειρικά, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν και να καθιστούν αξιόπιστη την ιδέα πως μια παύση πληρωμών οδηγεί σε μια μακρά περίοδο αποκλεισμού από τις χρηματαγορές (...) Ως εκ τούτου, στην πράξη, η απειλή να δει κανείς να κλείνει η στρόφιγγα των πιστώσεων στερείται πραγματικότητας».
Κατά δεύτερον, η υποχρέωση εξόφλησης ενός χρέους δεν ισχύει παρά μόνο εφόσον πληρούνται οι όροι της εν λόγω δέσμευσης, σε συνάρτηση με τη χρηματοοικονομική ικανότητα του κράτους να πληρώσει το χρέος του. Όπως επισημαίνει ο Χόουζ, η αρχή της συνέχειας του κράτους και το δίκαιο των συμβάσεων εμπίπτουν σε περιορισμούς για λόγους ισότητας, δικαιοσύνης, απάτης, θεμελιώδους μεταβολής των περιστάσεων, κακής πίστης, αναρμοδιότητας του υπογράφοντος τη σύμβαση, κατάχρησης δικαιώματος, κ.λπ.
Η συγκρότηση από την επερχόμενη ελληνική κυβέρνηση μιας επιτροπής λογιστικού ελέγχου του ελληνικού χρέους (με συμμετοχή των πολιτών) θα επέτρεπε να εντοπιστούν με ακρίβεια οι παρατυπίες στη διαδικασία σύναψης των χρεών, ξεκινώντας από το χρέος προς την ίδια την Τρόικα (ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ), η οποία από μόνη της διακρατεί το 80% του συνολικού χρέους, μετά τα μέτρα διάσωσης των ιδιωτικών τραπεζών που λήφθησαν το 2010 και το 2012. Να θυμίσουμε δε ότι τα δάνεια που παρείχε η Τρόικα στην Ελλάδα από το 2010 και εξής χρησιμοποιήθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους για την αποπληρωμή των παλαιών πιστωτών, κυρίως γαλλικών και γερμανικών τραπεζών, οι οποίοι, πριν την παρέμβαση της Τρόικας, κατείχαν περί το 50% επί του συνόλου των τίτλων του ελληνικού χρέους.
Η παρέμβαση αυτή συνοδεύτηκε από πλήθος παρατυπιών, οι οποίες θέτουν εκ των πραγμάτων υπό αμφισβήτηση την ισχύ των δεσμεύσεων στις οποίες τόσο αρέσκεται να αναφέρεται τόσο ο κύριος Γιούνκερ όσο και η κυρία Lagarde.
Η Τρόικα υπέπεσε ευθύς εξαρχής σε κατάχρηση δικαιώματος. Όπως επισημαίνει ο Εμπειρογνώμονας των Ηνωμένων Εθνών για το χρέος το 2012, «οι πιστωτές και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις υποχρεούνται να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και να μην επωφελούνται από μια κρίση για να επιβάλουν στον οφειλέτη διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Η Τρόικα όμως έπραξε το ακριβώς αντίθετο, μιας και επωφελήθηκε της χρηματοοικονομικής δυσχέρειας της Ελλάδας για να της επιβάλει προγράμματα λιτότητας (Μνημόνια) έναντι δανείων.
Επιπλέον, τα συγκεκριμένα μέτρα λιτότητας είναι παράνομα σύμφωνα με το ελληνικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές Δίκαιο. Σε μια έκθεση που συνέταξε για λογαριασμό του Επιμελητηρίου Εργασίας της Βιέννης***, ο νομικός σύμβουλος Αντρεάς Φίσερ-Λεσκάνο (Andreas Fischer-Lescano) αποδεικνύει ότι τα Μνημόνια της Τρόικας παραβιάζουν μια σειρά από θεμελιώδη δικαιώματα όπως αυτά στην υγεία, στην εκπαίδευση, στη στέγαση, στην κοινωνική ασφάλιση, σε έναν δίκαιο μισθό, στην ιδιοκτησία, καθώς και στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και στη συλλογική διαπραγμάτευση. Όλα αυτά τα δικαιώματα προστατεύονται από πολλά νομικά κείμενα τα οποία δεν δεσμεύουν μόνο τα κράτη αλλά και τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς και όργανα όπως ακριβώς αυτά που απαρτίζουν την Τρόικα.
Η ισχύς των Μνημονίων και των δανείων που τα συνοδεύουν είναι αντικανονική λόγω του γεγονότος ότι η Τρόικα, σύμφωνα πάντα με τις ευρωπαϊκές Συνθήκες, είναι αναρμόδια να νομοθετεί σχετικά με το δικαίωμα στην απεργία, την υγεία, το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, την εκπαίδευση και τη ρύθμιση των μισθών. Τέλος, ο αποκλεισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τη διαδικασία εκπόνησης και υπογραφής των Μνημονίων παραβιάζει την αρχή διάκρισης των εξουσιών που προστατεύεται από τις ευρωπαϊκές Συνθήκες.
Όλες αυτές οι παραβιάσεις επιτρέπουν πράγματι στην Ελλάδα να ακυρώσει τις δεσμεύσεις της ως προς την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας και αποπληρωμής του χρέους προς την Τρόικα.
Καταδεικνύουν επίσης το χάσμα ανάμεσα στις δεσμεύσεις του ΔΝΤ και της ΕΕ, από τη μια, και την ίδια την πραγματικότητα από την άλλη. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυρία Λαγκάρντ καλά θα έκανε να ξαναδιαβάσει το πρώτο άρθρο του καταστατικού της οργάνωσης που διευθύνει, άρθρο το οποίο αναγνωρίζει ως αποστολή του ΔΝΤ να «συμβάλει στην καθιέρωση και διατήρηση υψηλού επιπέδου απασχόλησης και πραγματικού εισοδήματος, και στην ανάπτυξη των παραγωγικών πόρων όλων των κρατών μελών του».

* Γενικός γραμματέας της CADTM Βελγίου (www.cadtm.org).
** Robert Howse, «The concept of odious debt in public international law», UNCTAD (Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το εμπόριο και την ανάπτυξη), Ιούλιος 2007.
*** Έκθεση « Human Rights in Times of Austerity Policy », 17 Φ