του Βασίλη Ασημακόπουλου[1]
…….Με
την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ (- ΕΚΜ τότε) στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης
(Μάιος- Ιούνιος 2012) και την έναρξη διαδικασιών ενοποίησης του εκλογικού
συμμαχικού σχήματος ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, είχαμε επισημάνει ότι η κρατικοποίηση ενός κόμματος,
είναι ο βασικός τρόπος συστημικής ενσωμάτωσης, διάβρωσης και ελέγχου ενός
ριζοσπαστικού κινήματος ……….
Στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, ιδιαίτερα
σε εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς όπως ο ελληνικός, που χαρακτηρίζεται ως
κυρίαρχος-κυριαρχούμενος, οι κοινωνικές συγκρούσεις έχουν εθνικές μορφές ή
λαμβάνουν και γεωπολιτικούς προσανατολισμούς (λ.χ. Εθνικός διχασμός 1915-1922,
εμφύλιος 1944-1949, μεταπολιτευτική περίοδος 1974-1985). Από τη δεκαετία του
’70 ειδικότερα κυριαρχεί η δυναμική των διαδικασιών συσσώρευσης κεφαλαίου σε
παγκόσμια κλίμακα, λαμβάνοντας και
θεσμοποιημένα χαρακτηριστικά την περίοδο 1986-1991, με κυρίαρχες μορφές την
τάση συγκρότησης υπεριμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων ανταγωνιζόμενων μεταξύ τους
αλλά και στο εσωτερικό τους, την
απελευθέρωση των αγορών και τη διασφάλιση της δικτατορίας του διεθνοποιημένου
μονοπωλιακού κεφαλαίου σε βάρος των δυνάμεων της μισθωτής εργασίας και της αυτοαπασχόλησης.
Η κυρίαρχη κεφαλαιοκρατική κίνηση εγγράφεται μέσα από τις διαδικασίες
διεθνοποίησης του καπιταλισμού- εσωτερίκευσης της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης-
καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Η
δυναμική της διεθνοποίησης του καπιταλισμού επιβάλλεται στα αντισυστημικά
κόμματα μέσα από τους εσωτερικευμένους μηχανισμούς οικονομικού καταναγκασμού
και ακολουθούν στη συνέχεια άλλες μορφές επιβολής και ελέγχου (πρόκληση
εσωτερικών αντιδράσεων, εθνική-διεθνοπολιτική κρίση). Μορφές οικονομικού
καταναγκασμού είναι η διαχείριση του δημοσίου χρέους από το χρηματιστικό
κεφάλαιο, η μετατροπή χωρών σε αποικίες χρέους, η λειτουργία της ΕΚΤ ως
θεματοφύλακα της δικτατορίας του μονοπωλιακού κεφαλαίο εντός της διαδικασίας
ολοκλήρωσης της ομοσπονδιακής νεοφιλελεύθερης Ε.Ε.
Με την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ (- ΕΚΜ τότε)
στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης (Μάιος- Ιούνιος 2012) και την έναρξη
διαδικασιών ενοποίησης του εκλογικού συμμαχικού σχήματος ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, είχαμε
επισημάνει ότι η κρατικοποίηση ενός κόμματος, είναι ο βασικός τρόπος συστημικής
ενσωμάτωσης, διάβρωσης και ελέγχου ενός ριζοσπαστικού κινήματος (βλ. Σχετικά με
το ενιαίο κόμμα, Αυγή της Κυριακής, 15-7-2012). Η μελέτη και η εμπειρία του ΠΑΣΟΚ, από το
οποίο προερχόμασταν μας είχε οδηγήσει στα εξής δύο πολιτικά συμπεράσματα.
Αφενός ότι η κρατικοποίηση ενός αριστερού σοσιαλιστικού κόμματος αποτελεί τον
υλικό όρο, με βάση το αναπαραγόμενο γραφειοκρατικό κοινωνικό στρώμα, στο οποίο
στηρίζεται η σταδιακή ανατροπή της πολιτικής γραμμής και η τελική αναίρεση του
στρατηγικού στόχου, οδηγώντας το πολιτικό κόμμα σε μεταμόρφωση στο αντίθετό
του. Αφετέρου επισημαίναμε ότι πρόκειται για αντικειμενική
διαδικασία (βλ. Η «πασοκοποίηση» ως αντικειμενικό προτσές, Αυγή της Κυριακής,
20-7-2014). Η πάλη ενάντια στην κρατικοποίηση και η σημασία της, μας οδήγησε,
ως συλλογικότητα Νέος Αγωνιστής, να προτείνουμε στο ιδρυτικό συνέδριο του
κόμματος (7ος/2013) την προσθήκη για το ασυμβίβαστο, η οποία
έγινε δεκτή από το σώμα του συνεδρίου, ενάντια στην εισηγητική θέση της
επιτροπής καταστατικού (αρ. 27 παρ. 5 του Καταστατικού).
Ο Συνασπισμός
από την ίδρυσή του (12ος/1988) μέχρι το 2000, αποτέλεσε κόμμα, όπου
κυριαρχούσε η σχέση νομιμοποίησης του καπιταλιστικού συστήματος (Κοινό Πόρισμα
ΚΚΕ-ΕΑΡ, συγκυβέρνηση Τζαννετάκη και οικουμενική, θέση για το Μάαστριχτ, θέση
για το ευρώ, υψηλός βαθμός κρατικοποίησης στελεχών, αστική αντίληψη για το
εθνικό φαινόμενο κλπ). Την περίοδο που ανοίγει το 2001 με το Χώρο Διαλόγου,
συνεχίζει με τη συγκρότηση του συμμαχικού ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών το 2004 και
ολοκληρώνεται το 2012 με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ επικρατεί η αντισυστηματική τάση της
ανατροπής (θέσεις για το Ευρωσύνταγμα 2005 και την Ευρωσυνθήκη 2008,
αντιμνημονιακή πάλη 2010-2012, κινηματικές πρακτικές καθ’ όλη την περίοδο
2001-2012). Μέχρι και σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ
δεν ελέγχεται ούτε από την εγχώρια κεφαλαιοκρατία, ούτε από το διεθνή
παράγοντα. Γι’ αυτό και προκαλεί τις
βίαιες αντιδράσεις τους.
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ,
έπρεπε κατά τη γνώμη μου, να συνδεθεί με συγκεκριμένη πρόταση συνταγματικής
αναθεώρησης. Η άποψη αυτή στηρίζεται στη διάκριση ανάμεσα στην κυβέρνηση και
την εξουσία και στο στρατηγικής σημασίας ζήτημα της δομής του κράτους, εφόσον
δεν κινούμαστε σε μια αλλαγή φρουράς στο πλαίσιο του μνημονίου, αλλά σε μια
αντιμνημονιακή κατεύθυνση με σοσιαλιστικό προσανατολισμό. Έπρεπε δηλαδή,
εφόσον η διαδικασία της αναθεώρησης κατά το Σύνταγμα (αρ. 110Σ) προβλέπει
πρόταση από 50 τουλάχιστον βουλευτές ως προς τις υπό αναθεώρηση διατάξεις,
πλειοψηφία 3/5 ή απλή πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, μεσολάβηση
βουλευτικών εκλογών και πλειοψηφία 3/5 ή απλή πλειοψηφία αναλόγως της
προηγούμενης ψηφοφορίας ως προς το περιεχόμενο των υπό αναθεώρηση διατάξεων και
με δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ήδη αξιωματική αντιπολίτευση και με ρεαλιστική
πιθανότητα να γινόταν στις επόμενες εκλογές κυβέρνηση, να εγγράψει στη θεσμική
δομή της οργάνωσης του κράτους υλικές κατακτήσεις των εργαζομένων, ενισχύοντας
τη δημοκρατία και κατοχυρώνοντας το αναπαλλοτρίωτο χαρακτήρα του δημοσίου και
εθνικού πλούτου της χώρας, διασφαλίζοντας σε θεσμικό και δικαιοπολιτικό επίπεδο
τους «από κάτω» από μια μελλοντική αρνητική εκλογική συγκυρία, καθώς σ’ αυτούς τους τρεις άξονες εκδηλώνεται
η βαρβαρότητα της μνημονιακής πολιτικής. Συγκεκριμένα θα μπορούσε μια πρόταση
αναθεώρησης του Συντάγματος να περιλάβει μια αναλυτική περιγραφή και κατοχύρωση
των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, την έμπρακτη αναγνώριση της κοινωνικής
ασφάλισης ως δημοσίου αγαθού με την εξαίρεση των ασφαλιστικών ταμείων από την
πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και τη συνταγματική κατοχύρωση του 65ου
έτους ως ανώτατο ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης με δυνατότητα ευνοϊκότερων
νομοθετικά ρυθμίσεων. Την συνταγματική κατοχύρωση της μικροϊδιοκτησίας με τη
συνταγματική απαγόρευση της κατάσχεσης πρώτης κατοικίας. Την συνταγματική
απαγόρευση του μονοπωλίου της κεφαλαιοκρατίας στα ΜΜΕ και την κοινωνικοποίησή
τους ως δημοσίου αγαθού. Τη συνταγματική καθιέρωση της απλής αναλογικής ως
πάγιου εκλογικού συστήματος, με πρόβλεψη για δημοψηφίσματα κατόπιν λαϊκής
πρωτοβουλίας και μορφές άμεσης δημοκρατίας. Τον εθνικό έλεγχο της τραπεζικής
πίστης. Την ενίσχυση του αρ. 106 Σ στην κατεύθυνση του αναπαλλοτρίωτου
χαρακτήρα του εθνικού και δημοσίου πλούτου της χώρας. Σχετικές επιτροπές του κόμματος που είχαν
συγκροτηθεί στο πλαίσιο μιας ενδεχόμενης αναθεωρητικής διαδικασίας το 2013,
κατέληξαν σε συγκεκριμένες προτάσεις σ’ αυτήν την κατεύθυνση, ειδικότερα η
επιτροπή για τις εργασιακές σχέσεις και εκείνη για το πολιτικό σύστημα. Θα
μπορούσε αυτή η γραμμή, μαζί με τα
θέματα του χρέους ν’ αποτελέσουν ένα πλαίσιο αναφοράς της οργάνωσης προς τις κυριαρχούμενες
κοινωνικές τάξεις. Ο χρόνος βέβαια για την ανάπτυξη μιας τέτοιας πρότασης ήταν
την περίοδο 2013-2014. Ακολουθήθηκε μονοδιάστατα η αντιπολιτευτική γραμμή του
180-120 για την προεδρική εκλογή, που πέτυχε τον στόχο της, που ήταν η πτώση
της κυβέρνησης και πρόκληση εκλογών.
Τέλος για το
ζήτημα των πολιτικών συμμαχιών. Η μεγάλη κατάκτηση του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο
2012-2014 είναι η συγκρότηση της οργάνωσής του. Και ένα από τα καλύτερα κείμενά
του είναι το καταστατικό του. Το καταστατικό πρέπει να τηρείται. Ένα επιχείρημα που λεγόταν στο ΠΑΣΟΚ υπέρ της σχετικοποίησης
του καταστατικού, ήταν ότι το καταστατικό είναι για να υπηρετεί το κόμμα και
όχι το κόμμα το καταστατικό. Επρόκειτο απλώς για προσπάθεια αιτιολόγησης της
αυτονομημένης και αυθαίρετης λειτουργίας της ηγετικής ομάδας από την κομματική
βάση. Στο καταστατικό προβλέπεται συγκεκριμένος τρόπος επιλογής
υποψηφίων βουλευτών (αρ. 23 παρ. 1) και συγκεκριμένος τρόπος σύγκλησης του
Διαρκούς Συνεδρίου (αρ. 16 παρ. 2). Δεν ορίζεται ότι οι εν ενεργεία βουλευτές είναι αυτοδικαίως υποψήφιοι
στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Επιπλέον προβλέπεται οικονομικός
απολογισμός και καλό θα είναι να γίνει επίσημη ενημέρωση της οργάνωσης από την
αρμόδια επιτροπή για το θέμα της καταβολής μέρους της βουλευτικής αποζημίωσης
στο κόμμα για τις δομές αλληλλεγγύης. Ζήτημα πολιτικών συμμαχιών υπό τη μορφή
ένταξης στα ψηφοδέλτια βουλευτών μνημονιακών κομμάτων ή κομμάτων που στήριξαν
μνημονιακές κυβερνήσεις κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να τίθεται. Το Διαρκές
Συνέδριο πρέπει να διακηρύξει ότι κρίσιμο στοιχείο
για τον απεγκλωβισμό πολιτικών στελεχών και κυρίως βουλευτών από τις
μνημονιακές πολιτικές είναι ο παράγοντας χρόνος. Δεν έχουν θέση στα ψηφοδέλτια
του ΣΥΡΙΖΑ στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές όσοι βουλευτές στήριξαν τις
μνημονιακές κυβερνήσεις από τον Ιούλιο 2011 μέχρι και σήμερα (σημ: αναφέρομαι
στον Ιούλιο 2011, καθώς τον Μάιο -Ιούνιο 2011 είχαμε τις πλατείες που
αποτέλεσαν σημείο τομής στην αντιμνημονιακή πάλη, από την οπτική της μαζικής,
κινηματικής και από τα κάτω συμμετοχής μαζί βεβαίως με τα γεγονότα του
Οκτωβρίου 2011, με τις μαχητικές απεργίες και τις εξεγερσιακές καταστάσεις σε
όλη τη χώρα στις 28-10-2011). Είτε είναι σήμερα βουλευτές, είτε όχι, είτε έχουν
διαφοροποιηθεί στη συνέχεια, είτε όχι".
Αθήνα, 30-12-2014