Του Γιάννη Μαύρου
Ιδρυτικού μέλους του ΣΥΡΙΖΑ
Μέλους
του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης
των
Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα
«…….Είναι τώρα η ύστατη στιγμή να καλέσει ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο τις δυνάμεις
της υπόλοιπης Αριστεράς αλλά όλες τις
δημοκρατικές πατριωτικές δυνάμεις του τόπου, όλους τους πολίτες, να επιλέξουν και να υποστηρίξουν , με την ψήφο
τους κατ’ αρχήν αλλά και με τους αγώνες τους στη συνέχεια, την δημιουργία ενός
ευρύτατου Μετώπου Εθνικής και Κοινωνικής Απελευθέρωσης για την σωτηρία και την αναγέννηση
της πατρίδας μας -και μαζί της Ευρώπης…….»
Τα
κόμματα που έφεραν τη Χώρα στο σημερινό καταστροφικό αδιέξοδο και με περίσσιο
θράσος και υποκρισία διεκδικούν ξανά την ψήφο του Ελληνικού Λαού για να
συνεχίσουν να τον …‘σώνουν’, σείουν διαρκώς την απειλή της εξόδου από το Ευρώ και
τα δεινά που παραμονεύουν αν δεν τους ψηφίσουμε. Το κόμμα της Αξιωματικής
Αντιπολίτευσης προτείνει μια ριζική αλλαγή οικονομικής πολιτικής, αποφεύγοντας
όμως να διατυπώσει «σχέδιο Β» για την περίπτωση που, ως κυβέρνηση, συναντήσει
τείχος στο Βερολίνο, τις Βρυξέλλες και την Φρανκφούρτη. Έτσι όμως δείχνει να
απευθύνεται περισσότερο στις «αγορές» και τα διεθνή κέντρα εξουσίας,
επιδιώκοντας τον κατευνασμό τους, αντί στον Ελληνικό Λαό, την ψήφο του οποίου
διεκδικεί. Ανεξάρτητα από τους λόγους που υποβάλλουν ή επιβάλλουν μια τέτοια
τακτική, το αποτέλεσμα είναι ότι δεν πείθει τον σκεπτόμενο πολίτη και εγείρει
υποψίες περί μυστικών συμφωνιών ή εκατέρωθεν διαβεβαιώσεων.... Οι υποψίες αυτές ενισχύονται από το
γεγονός ότι έχει υποβαθμισθεί το μεγάλο θέμα της διεκδίκησης των οφειλών της
Γερμανίας προς την Ελλάδα. Ήδη
στο “Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης” αναφερόταν μόνο το Κατοχικό Δάνειο ενώ
απουσίαζαν παντελώς οι πολεμικές επανορθώσεις, οι αποζημιώσεις προς τις
οικογένειες των θυμάτων της Κατοχής και οι κλεμμένοι αρχαιολογικοί θησαυροί.
Στο πρόσφατο όμως “Διαρκές Συνέδριο” και αυτή ακόμη η αναφορά στο Κατοχικό
Δάνειο απαλείφθηκε από την ομιλία του Προέδρου.
Το χειρότερο είναι ότι τόσο ο Πρόεδρος όσο και ο Γραμματέας του κόμματος δεν έκρυψαν την ενόχλησή τους στην επισήμανσή μου.
Το χειρότερο είναι ότι τόσο ο Πρόεδρος όσο και ο Γραμματέας του κόμματος δεν έκρυψαν την ενόχλησή τους στην επισήμανσή μου.
Διερωτάται
κανείς τι είδους ‘διαπραγματεύσεις’ θα διεξάγει μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με
τους εταίρους μας όταν υποβαθμίζει προεκλογικά το
μείζον εθνικό θέμα ενώ θα όφειλε να επιζητεί ισχυρή δεσμευτική λαϊκή εντολή για
να διεκδικήσει ανυποχώρητα τα δίκαιά μας, ανατρέποντας το διεθνές πολιτικό σκηνικό, καθίζοντας τη
Γερμανία στο σκαμνί του κατηγορουμένου και ξαναδίνοντας στον Ελληνικό Λαό την αξιοπρέπειά του και το αγωνιστικό του φρόνημα.
Ας
μην κρυβόμαστε, η Χώρα βρίσκεται υπό (οικονομική και πολιτική)
κατοχή ή καθεστώς ‘αποικίας χρέους’. Τόσο η Δανειακή Σύμβαση του 2010 όσο και
τα παράγωγά της είναι παράνομα και συνιστούν απεχθές χρέος (odious debt) και η
Χώρα έχει ισχυρότατα νομικά και πολιτικά ερείσματα να το διαγράψει. Αντ’ αυτού ο ΣΥΡΙΖΑ ομιλεί ασαφώς και παρακλητικά για
διαγραφή «του μεγαλύτερου μέρους» του δημοσίου χρέους την ίδια ώρα που
διαβεβαιώνει ποικιλοτρόπως ότι θα αποφύγει «μονομερείς
ενέργειες». Αν επικρατήσει αυτή η ‘λογική’ οδηγούμαστε
αναπότρεπτα σε μια παραλλαγή της παρούσας υποτιθέμενης «διαπραγμάτευσης», δηλαδή σ’ ένα νέο δικομματισμό διαχειριστών του συστήματος μέσα
στα ασφυκτικά πλαίσια της γερμανικής Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρώ που έχει οδηγήσει
όχι μόνο τη Χώρα μας αλλά συνολικά τον Ευρωπαϊκό Νότο σε αδιέξοδο και μαρασμό.
Μια πραγματική
διαπραγμάτευση
προϋποθέτει δύο μέρη, δηλαδή μια Ελλάδα που έχει ανακτήσει την εθνική της κυριαρχία
μέσα από την άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας –στην προκείμενη περίπτωση τις εκλογές- και, εκτελώντας την εντολή του Ελληνικού Λαού, απαιτεί
την άμεση καταβολή των γερμανικών οφειλών , την κατάργηση των μνημονίων και την
καταγγελία της Δανειακής Σύμβασης και των παραγώγων της. Τότε και μόνο τότε
μπορεί να διεξαχθούν πραγματικές διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των δανειστών,
δηλαδή την ‘τρόϊκα’, κατ’ αρχήν σε επίπεδο κορυφής, δηλαδή μεταξύ του Πρωθυπουργού, του κ. Γιούνκερ, της
κ. Λαγκάρντ και του κ. Ντράγκι, και κατόπιν σε επίπεδο υπουργών και
εμπειρογνωμόνων, με αντικείμενο τον
προσδιορισμό του νόμιμου χρέους της Χώρας και τους όρους εξυπηρέτησής του που
είναι συμβατοί με τις αντοχές της οικονομίας μας. Εφόσον οι διαπραγματεύσεις ναυαγούν
υπάρχει πάντα η διέξοδος της προσφυγής μας στον ΟΗΕ και η δυνατότητα σύστασης,
υπό την αιγίδα του, ad hoc διεθνούς επιτροπής λογιστικού
ελέγχου του δημοσίου χρέους που θα όφειλε να καταπιαστεί με τη διαχρονική
εξέλιξη του χρέους της Χώρας από την αρχή τουλάχιστον της Μεταπολίτευσης…. Παράλληλα
βέβαια πρέπει
να κινηθούν δικαστικές
διαδικασίες τόσο για την απόδοση ευθυνών για την υπαγωγή της Χώρας σε καθεστώς
μνημονίων όσο και την αποζημίωση των πληγέντων και τούτο όχι μόνο για λόγους
ηθικής τάξεως και ποινικής και κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, τόσο για την νομιμοποίηση μιας
νέας Μεταπολίτευσης στο εσωτερικό της Χώρας και την εξασφάλιση της αναγκαίας
εθνικής ομοψυχίας και λαϊκής στήριξης, όσο και για την αποκατάσταση της
διεθνούς αξιοπιστίας της και τη σηματοδότηση προς πάντες ότι το παλιό διεφθαρμένο
καθεστώς τελείωσε και μαζί του και η εξάρτηση της Χώρας. Κάτω από αυτό το
πρίσμα Πολιτικής οφείλει η Χώρα να αντιμετωπίσει το ζήτημα του νομίσματος. Όχι
έμφοβα με όρους παραμονής ή εξόδου από το Ευρώ αλλά ριζικής αλλαγής της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρώ ή διάλυσής τους ώστε να ξαναφτιάξουμε εξ αρχής
την Ευρώπη των εθνών και των λαών από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια.
Τα παραπάνω βέβαια φαντάζουν όνειρα θερινής νυκτός όχι μόνο γι’ αυτούς που
έχουν πολλά να χάσουν από μια τέτοια επαναστατική αλλαγή αλλά ακόμη και για
τους θιασώτες μιας ‘Κυβέρνησης της Αριστεράς’ και γι’ αυτό οι κατά καιρούς δηλώσεις ‘αρμοδίων’ και
‘επαϊόντων’ της σκοπό έχουν την σταδιακή ‘προσγείωση’ των προσδοκιών της
απαιτητικής ‘βάσης’ στις υπαγορεύσεις ενός επικαλούμενου ή υπονοούμενου
‘ρεαλισμού’. Η αλήθεια είναι ότι μια τέτοια, πραγματικά επαναστατική, αλλαγή
που αμφισβητεί όχι μόνο την από συστάσεως νεοελληνικού κράτους εξάρτηση αλλά
και το ισχύον καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και -δυνάμει- ολόκληρης της
‘Δύσης’, καμία ‘Κυβέρνηση της
Αριστεράς’, πόσο μάλλον ενός τμήματος της Αριστεράς, -έστω του μεγαλύτερου- δεν
μπορεί να την πραγματοποιήσει. Μόνο μια Κυβέρνηση Εθνικής και Κοινωνικής
Απελευθέρωσης, που θα στηρίζεται στη μεγάλη πλειοψηφία ενός Ελληνικού Λαού
συνεγερμένου και αναπτερωμένου, που θα εμπνέει τον απανταχού Ελληνισμό και ένα
νέο κίνημα φιλελληνισμού όπου γης και θα αξιοποιήσει τα διεθνή ερείσματα της
Χώρας καθώς και τις σημαντικότατες πλουτοπαραγωγικές της πηγές, πρώτα απ’ όλα
το ανθρώπινο δυναμικό της, μπορεί να αναλάβει και να φέρει εις πέρας ένα τέτοιο
τιτάνιο έργο. Απέναντι σ’ αυτή την
πραγματικότητα και αυτή τη δυνατότητα τι κάνει η Αριστερά; Αντί να πρωτοστατεί
στη δημιουργία του Μετώπου Εθνικής και Κοινωνικής Απελευθέρωσης που απαιτούν οι
περιστάσεις, αντί να συνεγείρει τον Ελληνικό Λαό και να διεκδικήσει,
υπηρετώντας τον, την ηγεμονία ενός νέου λαϊκού κινήματος αναγκαίου και ικανού
να στηρίξει τα παραπάνω, προκειμένου να μην δοκιμάσει τη συνοχή του κομματικού
της μηχανισμού αλλά και την στήριξη διεθνών και εγχώριων κέντρων ισχύος εν όψει
κυβερνητικής εξουσίας, δείχνει να φέρνει στα μέτρα της τους ορίζοντες και τις
προοπτικές της Χώρας και να αρκείται στο ρόλο της εναλλακτικής διακυβέρνησής
της εντός συστημικού πλαισίου, έστω και αν αυτό σημαίνει την απώλεια μιας
ανεπανάληπτης ιστορικής ευκαιρίας αναγέννησης της Ελλάδας και μαζί και της
Ευρώπης.
Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα μεγάλο δίλημμα. Συμφωνούμε με την μεγάλη
πλειοψηφία του Ελληνικού Λαού ότι πρέπει επί τέλους να τελειώνουμε με αυτή την
πολιτική και αυτούς τους πολιτικούς και τα κόμματα που κατέστρεψαν τη Χώρα αλλά
δεν εθελοτυφλούμε. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι έτοιμος να αναλάβει μόνος του και να
φέρει σε αίσιο πέρας το τιτάνιο έργο της ανοικοδόμησης της Ελλάδας που πρέπει
να συμβαδίσει με την επανίδρυση της Ευρώπης. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι, ελλείψει
ισχυρού Μετώπου Εθνικής και Κοινωνικής Απελευθέρωσης, να εκφυλιστεί σε
‘αριστερό’ διαχειριστή του συστήματος ή, ερχόμενος σε ρήξη με αυτό, δίχως τις
αναγκαίες κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις στο εσωτερικό και τις διεθνείς
συμμαχίες στο εξωτερικό, να οδηγηθεί η Χώρα σε περιπέτειες. Είναι τώρα η ύστατη
στιγμή να καλέσει ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο τις δυνάμεις της υπόλοιπης Αριστεράς αλλά όλες τις δημοκρατικές πατριωτικές δυνάμεις
του τόπου, όλους τους πολίτες, να
επιλέξουν και να υποστηρίξουν , με την ψήφο τους κατ’ αρχήν αλλά και με τους
αγώνες τους στη συνέχεια, την δημιουργία ενός ευρύτατου Μετώπου Εθνικής και
Κοινωνικής Απελευθέρωσης για την σωτηρία και την αναγέννηση της πατρίδας μας -και
μαζί της Ευρώπης- με γνώμονα τις αρχές του δικαίου και τις επιταγές της
αλληλεγγύης, της αξιοπρέπειας και της ανθρωπιάς που αποτελούν τους πυλώνες του
πολιτισμού μας.