Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Γερμανικός ηγεμονισμός έβαλε πλώρη για τα Βαλκάνια



της Νάντιας Βαλαβάνη

Συνέντευξη στο Τvxs.gr και 
στη δημοσιογράφο Αγγελική Δημοπούλου
Δημοσιεύτηκε στις 12.9.2014


Στις 28 Αυγούστου, η Γερμανία διοργάνωσε στο Βερολίνο, Διάσκεψη για τα Δυτικά Βαλκάνια. Λέτε ότι πρόκειται για κίνηση εκτός θεσμικού πλαισίου. Γιατί η Γερμανία προχώρησε στη κίνηση αυτή; Τι επιδιώκει; 

Αναμφίβολα η παραπάνω διοργάνωση κινείται έξω από το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι διοργανώνεται λιγότερο από τέσσερις μήνες μετά την πραγματοποίηση της Υπουργικής Διάσκεψης ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων από την τότε Ελληνική Προεδρία. Πρόκειται λοιπόν για ένα νέο εξωθεσμικό και ad hoc forum, ενταγμένο στην προσπάθεια της Γερμανίας να εντείνει και να επεκτείνει την ηγεμονία της στην Ευρώπη και ειδικότερα στα Βαλκάνια. Απ’ τη Διάσκεψη αυτή αποκλείστηκαν τόσο η Ελλάδα όσο και η Ιταλία, που ασκεί την Προεδρία της ΕΕ, ενώ έλαβαν μέρος κράτη-μέλη, όπως η Αυστρία, η Κροατία, η Σλοβενία και η Γαλλία, προφανώς επειδή ενδέχεται να προσεγγίζουν περισσότερο τις Γερμανικές θέσεις για την περιοχή. Χαρακτηριστικό αυτής της διοργάνωσης ήταν ότι η Γερμανία βρέθηκε να επιμερίζει η ίδια ρόλους μεταξύ των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, τόσο στο πλαίσιο της Διάσκεψης όσο και δημόσια, στην Κοινή Συνέντευξη Τύπου. Προφανώς ο γερμανικός ηγεμονισμός έχει βάλει πλώρη για να εδραιωθεί και «αυτοτελώς» στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις τύχες των λαών της Βαλκανικής. 

Μπαρόζο και Φούλε «νομιμοποίησαν» με την παρουσία τους τη Διάσκεψη. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; 

Δεν αρκεί η παρουσία του – ακόμα τότε - Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Επιτρόπου Διεύρυνσης, για να νομιμοποιηθεί η διάσκεψη ως «ευρωπαϊκή». Η κίνηση αυτή σε κάθε περίπτωση βρίσκεται έξω από τις καθιερωμένες λειτουργίες και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, παρά τις προσπάθειες και τις έντονες πιέσεις που ασκούνται, ώστε να αποτελέσει νέο ευρωπαϊκό «θεσμό», καθώς αποφασίστηκε ότι θα πραγματοποιείται κάθε χρόνο - το 2015 στη Βιέννη και το 2016 στο Παρίσι.
Επιπλέον, και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ανακοινώθηκε η περαιτέρω οικονομική ενίσχυση της περιοχής από το Βερολίνο τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ. Δεν μπορεί σε μια περίοδο έντονης λιτότητας, όταν οι λαοί της Ευρώπης χάνουν βασικά κοινωνικά κεκτημένα, χρήσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία της Ένωσης να χρησιμοποιούνται για ηγεμονικούς τυχοδιωκτισμούς. Δε χρειαζόμαστε γενικότερα μια Ευρώπη υπό την ηγεμονία μιας χώρας ή ενός ισχυρού μπλοκ κρατών-μελών. 

Η Ελλάδα - ανάμεσα σε άλλες χώρες - δεν έλαβε πρόσκληση για τη Διάσκεψη, ωστόσο σε αυτή συζητήθηκε ένα θέμα που την αφορά άμεσα, το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ... Πού έγκειται το γερμανικό ενδιαφέρον; 

Πράγματι, παρά την απουσία της Ελλάδας συζητήθηκε μέχρι και το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, όπως φαίνεται από την αναφορά του στην Τελική Διακήρυξη του Προεδρείου της ως «εξέχον ζήτημα», αλλά και το γεγονός ότι το εν λόγω ζήτημα χαρακτηρίστηκε ως «εκκρεμές διμερές θέμα». Είναι φανερό ότι το Βερολίνο εντάσσει στους σχεδιασμούς του και την επίλυση του ονοματολογικού προβλήματος, «παραγκωνίζοντας» τις τρέχουσες διαπραγματευτικές διαδικασίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έγινε η παραμικρή νύξη στην υφιστάμενη διαπραγματευτική διαδικασία για κοινά αποδεκτή λύση με την μεσολάβηση του ΟΗΕ ή στις αποφάσεις Ευρωπαϊκών Συμβουλίων, σύμφωνα με τις οποίες το ζήτημα εντάσσεται στο πλαίσιο του σεβασμού σχέσεων καλής γειτονίας και της προώθησης της περιφερειακής σταθερότητας και αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. 

Αντιδρώντας η κυβέρνηση έκανε παράσταση για την «αδόκιμη αναγραφή» FYR of Macedonia στη Διάσκεψη. Θεωρείτε επαρκή την αντίδραση; 

Ασφαλώς όχι. Το ζήτημα δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στο θέμα του τρόπου αναγραφής της ΠΓΔΜ. Η κυβέρνηση πρέπει να δώσει εξηγήσεις αν και κατά πόσον προχώρησε σε διάβημα για το γεγονός ότι η Γερμανία, παρουσία ορισμένων εταίρων και του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διοργάνωσε μια Διάσκεψη, στην οποία συζητήθηκε η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων και το θέμα της ονομασίας - χωρίς την παρουσία της Ελλάδας. Και αν ναι, σε ποιους διαμαρτυρήθηκε; Στην Κυβέρνηση της ΠΓΔΜ; Στον κ.Μπαρόζο; Στην Γερμανίδα Καγκελάριο; Αλλά και σε ποιες ενέργειες θα προχωρήσει για να μην ξαναϋπάρξουν τέτοιες εξελίξεις; Ποια είναι η γενικότερη στρατηγική της Κυβέρνησης για την επίλυση του ονοματολογικού και σε ποιες συμμαχίες βασίζεται; Eάν λ.χ. η Γερμανία έχει σημαντικό ρόλο σε αυτήν την στρατηγική, τι συμπεράσματα μπορούν να αποκομισθούν από τo γεγονός ότι διοργάνωσε αυτή τη Διάσκεψη; Ποια είναι η σημασία που αποδίδεται στον ρόλο της Ελλάδας στα Βαλκάνια, όταν μόλις τέσσερις μήνες αφού διοργάνωσε - ως Προεδρία ΕΕ - την Υπουργική Σύνοδο ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων, οργανώνεται Διάσκεψη - σε υψηλότερο επίπεδο - από κράτη - μέλη και ευρωπαίους αξιωματούχους, η οποία δεν την περιλαμβάνει; 

Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής το κυπριακό βρίσκεται πάντα ψηλά στην ατζέντα. Ο Τούρκος Πρωθυπουργός συνεχίζει να κρατά άκαμπτη θέση στο ζήτημα. Πως πρέπει να αντιδράσει η ελληνική πλευρά; 

Η τουρκική αδιαλλαξία δεν περιορίζεται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων ή στη σκληρή ρητορική, που υπονομεύει τις προϋποθέσεις για λύση. Εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους, όπως αποδεικνύεται απ’ τις τουρκικές σεισμογραφικές έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ κι υφαλοκρηπίδα, αλλά και από τις πληροφορίες ότι ο Τούρκος Πρόεδρος ενεθάρρυνε, κατά την επίσκεψή του στα κατεχόμενα, την χωρίς όρια και όρους ενίσχυση του τουρκικού εποικισμού με γενική χορήγηση ιθαγένειας, προκαλώντας σοβαρές αντιδράσεις και από τουρκοκυπριακούς κύκλους. Την ίδια στιγμή ο κ. Ερντογάν ζητά υποκριτικά απ’ την ελληνική πλευρά να αποδείξει αν ενδιαφέρεται «ειλικρινώς» για λύση! Απέναντι σε αυτή τη στάση είναι απαραίτητος ο διαρκής και πολυδιάστατος συντονισμός με την Κύπρο και βέβαια μια ενεργητική σε περιφερειακό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο προσπάθεια να κατανοηθεί η αναγκαιότητα - ειδικά στην παρούσα συγκυρία, που η ευρύτερη γειτονιά της Ευρώπης «φλέγεται» - επίτευξης βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό, δηλ. λύσης στο πλαίσιο μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα. Και όχι μιας συνομοσπονδίας, που θα παγιώσει αντί να περιορίσει τους διαχωρισμούς ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων και πρακτικά θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας de jure διχοτόμησης. 

 Αύριο αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή νέες κυρώσεις από την ΕΕ ενάντια στη Ρωσία. Η Ρωσία έχει απειλήσει με «ασύμμετρη» απάντηση σε μια τέτοια περίπτωση. Μπορούν η ΕΕ αλλά και η Ελλάδα να αντέξουν τα αντίποινα της Ρωσίας; 

Όπως επαναλαμβάνουμε καθημερινά, η λογική του εμπορικού πολέμου έναντι της Ρωσίας όχι μόνο βασίζεται σε προσέγγιση τύπου «δύο μέτρων και δύο σταθμών» σε διεθνές επίπεδο, αλλά οδηγεί νομοτελειακά σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο, από τον οποίο κανένας λαός δεν έχει να κερδίσει και μόνο οι έμποροι όπλων θα επωφεληθούν. Η Ελλάδα - ειδικά στην παρούσα οικονομική συγκυρία - και η ΕΕ δεν έχουν κανένα λόγο να δοκιμάζουν τις αντοχές τους στα Ρωσικά αντίποινα μετά από κάθε νέο γύρο κυρώσεων. Μπορεί να μη γίνεται να αναιρεθούν τα ευρωπαϊκά «λάθη» και η ανάμιξη στην Ουκρανία, που συνέβαλαν καθοριστικά στην δημιουργία της κρίσης, ούτε η τυφλή συμπόρευση της Ελλάδας με αυτά, τουλάχιστον όμως τώρα πρέπει να υπάρξει ενεργή προσπάθεια, η κατάσταση να μην επιδεινωθεί παραπέρα και – μέσω του ΟΑΣΕ αλλά και φιλειρηνικών πρωτοβουλιών - να υποστηριχθεί η ειρηνευτική διαδικασία. Η περιοχή χρειάζεται ενίσχυση του ρόλου του ΟΗΕ και του ΟΑΣΕ κι όχι του ΝΑΤΟ, και μια ΕΕ που να προωθεί την ειρήνη και την σταθερότητα αντί να προτάσσει εκβιαστικά διλήμματα στους γείτονές της και να επιβάλλει νεοφιλελεύθερες συμφωνίες σύνδεσης σε βάρος των λαών. 

Η κυβέρνηση εγκάλεσε το ΣΥΡΙΖΑ για τις δηλώσεις Δρίτσα για το ΝΑΤΟ. Ποια είναι η δική σας άποψη επί του θέματος; Πρόκειται για δηλώσεις εκτός γραμμής του κόμματος; 

Για μια ακόμα αφορά η Κυβέρνηση επιχείρησε να αποσπάσει την προσοχή από τις συνέπειες της καταστροφικής πολιτικής της, που βιώνει καθημερινά ο ελληνικός λαός, αλλά και τη συρρίκνωση του διεθνούς ρόλου της Ελλάδας, κινδυνολογώντας ότι δήθεν η εξωτερική πολιτική μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγούσε στην υπονόμευση των εθνικών συμφερόντων. Όμως είναι η κυβερνητική πολιτική, που θέτει σε δοκιμασία τα συμφέροντα του λαού και του τόπου. Όπως αποδεικνύεται σήμερα περισσότερο από ποτέ, η νατοϊκή λογική στρατιωτικών παρεμβάσεων και όξυνσης περιφερειακών κρίσεων όχι μόνο δεν συνεισφέρει, αλλά υπονομεύει την ασφάλεια της Ελλάδας, της Ευρώπης και της ανθρωπότητας. Η Ελλάδα δεν μπορεί να συμπορεύεται τυφλά και άβουλα σε αυτούς τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Πρέπει να προωθήσει μια πολυδιάστατη, ενεργά φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, που να διασφαλίζει τα συμφέροντα της χώρας και το ρόλο της στις διεθνείς εξελίξεις, αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες και όλα τα δικαιώματά της. Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να συμφωνήσει με την κυβερνητική «εξωτερική πολιτική της μη-διπλωματίας»: Δηλαδή την άσκηση μιας άκριτης, διαδοχικής ευθυγράμμισης με τις εκάστοτε θέσεις ισχυρών χωρών, ανεξάρτητα από τις άμεσες επιπτώσεις τους στην χώρα μας και την περιφερειακή σταθερότητα. Και την απουσία οποιασδήποτε πρωτοβουλίας, που να ξεφεύγει από την πεπατημένη των αποσπασματικών ή επικοινωνιακών, σπασμωδικών κινήσεων. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση θα διαμορφώσει ενεργή στρατηγική δημιουργίας συμμαχιών. Με αξιοποίηση της καίριας γεωπολιτικής θέσης της χώρας μας - που σήμερα βρίσκεται και πάλι στο κέντρο ραγδαίων περιφερειακών εξελίξεων - με σκοπό την ουσιαστική παρέμβαση της Ελλάδας στους ευρωπαϊκούς σχεδιασμούς. Μια στρατηγική αξιοποίησης των πολυδιάστατων δυνατοτήτων της ελληνικής διπλωματίας. 

Ιδιαίτερη προβολή, κατά την τελευταία περίοδο, έχει δοθεί και στην εξέλιξη των ελληνοαλβανικών σχέσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ πώς τις αξιολογεί; 

Ο ΣΥΡΙΖΑ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην προώθηση και βελτίωση των ελληνοαλβανικών σχέσεων. Αυτό, όμως, προϋποθέτει τον σεβασμό εκ μέρους της Αλβανίας της αρχής καλής γειτονίας, των ανθρώπινων και μειονοτικών δικαιωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, μας ανησυχεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι η Αλβανική ηγεσία προχώρησε στην ακύρωση της συμφωνίας του 2009 για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Ελλάδα, ενώ υπήρξαν και δικαστικές διώξεις για την υπογραφή της, και μάλιστα με την κατηγορία της προδοσίας. Προβληματικός είναι και ο νόμος για την αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση, που ψηφίστηκε πρόσφατα, καθώς προβλέπει παρεμβάσεις στο διοικητικό πλαίσιο περιοχών, στις οποίες διαμένει η Ελληνική Εθνική Μειονότητα, που αλλοιώνουν τον δημογραφικό τους χαρακτήρα. Είναι σημαντικό να υπάρξει σταθερή δραστηριοποίηση της ελληνικής διπλωματίας - σε διμερές, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο - για την επίλυση αυτών των ζητημάτων. 

Και μια ερώτηση για ένα ζήτημα εσωτερικής πολιτικής. Ένα θέμα που αναδείξατε με ερώτησή σας προς τον υπ. Οικονομικών είναι αυτό των 28 ακινήτων που το Δημόσιο πούλησε σε ιδιώτες μέσω ΤΑΙΠΕΔ και πλέον τα νοικιάζει από αυτούς. Τι σημαίνει αυτό οικονομικά για το Ελληνικό Δημόσιο; Γιατί εκτιμάτε ότι προχώρησε σε μια τέτοια κίνηση; 

Πρόκειται για την πιο παράλογη και σκανδαλώδη, από κάθε άποψη, απαίτηση ιδιωτικοποίησης, την οποία επέβαλλαν οι δανειστές ως μνημονιακή υποχρέωση και έγινε αποδεκτή απ’ όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις της τετραετίας των μνημονίων διαχρονικά. Ας σημειωθεί ότι η πώληση, με τη μέθοδο sale-and-lease-back, 28 δημοσίων κτιρίων με στεγασμένες δημόσιες υπηρεσίες, ανάμεσα τους 4 Υπουργείων - Δικαιοσύνης, Παιδείας, Υγείας και Πολιτισμού -, της ΓΑΔΑ και της Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, κτιρίων ΔΟΥ κ.α. – εμφανιζόταν προπαγανδιστικά ως «απελευθέρωση» των φορολογούμενων από ένα «βάρος» υπέρ της καταβολής μισθών και συντάξεων και της ανάπτυξης με δημιουργία θέσεων εργασίας. 

Αντί όλων αυτών, βέβαια, σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης, το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύτηκε να καταβάλλει στις κτηματικές εταιρείες της Εθνικής, ΠΑΝΓΑΙΑ και της Eurobank, Eurobank Properties, ως «προικοδότηση» για την πώληση των δύο κτηματικών υπηρεσιών στο διεθνές πολυεθνικό κεφάλαιο – μια πώληση που ολοκληρώθηκε αμέσως μετά -, εγγυημένο μίσθωμα 30 εκ. ευρώ ετησίως επί 20 χρόνια, δηλαδή 600 εκ. ευρώ συνολικά. Ταυτόχρονα, το ποσόν των 261,31 εκατ. ευρώ (δηλ. περίπου 960 ευρώ ανά τ.μ.), που εισέπραξε συνολικά από την πώληση τους, κατατέθηκε κατευθείαν στον Ειδικό Λογαριασμό των δανειστών για το χρέος στην Τράπεζα της Ελλάδας. 

Με άλλα λόγια, το Ελληνικό Δημόσιο, που μέχρι σήμερα δεν κατέβαλλε νοίκι «στον εαυτό του», «φορτώθηκε» με ένα «χαράτσι» 600 εκ. ευρώ - εγγυημένο για τους νέους ιδιοκτήτες, που «επένδυσαν» χωρίς κανένα επιχειρηματικό ρίσκο, χωρίς να διακινδυνεύουν ότι στις συνθήκες της κρίσης μπορεί να τους μείνουν τα κτίρια άδεια και να χάνουν μισθώματα. Αντιθέτως, ακόμα και για το μοναδικό κτίριο από τα 28, το οποίο παραμένει άδειο, χωρίς να στεγάζει οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία, το κτίριο του «Κεράνη» στον Πειραιά, οφείλει να καταβάλλει κανονικά το προβλεπόμενο μίσθωμα... Το Ελληνικό Δημόσιο επιβαρύνεται, επιπλέον, με τα ποσά της ετήσιας ασφάλισης και της ετήσια «κανονικής» («ελαφριάς») συντήρησης και για τα 28 κτίρια για τα επόμενα 20 χρόνια. 

Μετά τη λήξη των 20 χρόνων το Δημόσιο, εφόσον ενδιαφέρεται, έχει δικαίωμα πρώτης προαίρεσης, δηλ. μπορεί να τα αγοράσει πριν οι ιδιοκτήτριες εταιρείες απευθυνθούν σε άλλους πιθανούς αγοραστές. Μόνο που αν το κάνει, θα πρέπει να τα πληρώσει όχι στην «τιμή ευκαιρίας», που τα πούλησε, αλλά στην τότε αγοραία τιμή τους. Έτσι, δηλ., αν τυχόν ξαναβρεθεί ιδιοκτήτης τους, θα πρέπει να τα έχει αγοράσει μέλλον περισσότερο από δύο φορές, ενώ το ποσόν, το οποίο εισέπραξε αρχικά από την πώληση τους, ουδέποτε διοχετεύτηκε για τις ανάγκες του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά «εξαφανίστηκε» απευθείας στη «μαύρη τρύπα» ενός μη βιώσιμου χρέους. 

 Όσο για την παρούσα κατάσταση, οι νέοι ιδιοκτήτες & «μισθωτές» έχουν εμφανισθεί από τον Ιούνιο στους διαδρόμους του Υπουργείου Οικονομικών, διεκδικώντας τα ενοίκια «τους». Κι οι οικονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών καλούνται να βρουν τρόπο να καλύψουν τις απαιτήσεις τους. 

Φαίνεται να ανοίγει ακόμη μια μαύρη τρύπα στον προϋπολογισμό... 

Ακριβώς. Κυριολεκτικά «τρύπα», καθώς τα κονδύλια που απαιτούνται για πληρωμή ενοικίων για το μισό 2014, περίπου 15 εκ. ευρώ, δεν είναι προϋπολογισμένα στον τρέχοντα Προϋπολογισμό. Πολύ περισσότερο δεν έχουν προβλεφθεί στο Μεσοπρόθεσμο 2014-2018 - και στην πραγματικότητα απαγορεύεται η προσθήκη κονδυλίων τέτοιου ύψους – τα μισθώματα για τα αντίστοιχα έτη, που φθάνουν περίπου τα 135 εκατ. €. 

 Υπέβαλα Επίκαιρη Ερώτηση για συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το πώς το Υπουργείο σκοπεύει να καλύψει αυτά τα ποσά, η συζήτηση της όμως την περασμένη Τρίτη ματαιώθηκε με τη συνήθη δικαιολογία: λόγω «κωλύματος Υπουργού». Φαίνεται ότι και ο σημερινός Υπουργός Οικονομικών βαδίζει την πεπατημένη του προκατόχου του, που δεν εμφανιζόταν ποτέ, ώστε να συζητηθούν οι προγραμματισμένες, στο πλαίσιο του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, Επίκαιρες Ερωτήσεις για θέματα ιδιωτικοποιήσεων. Όσον με αφορά, ματαιώθηκε η συζήτηση όλων των Επίκαιρων Ερωτήσεων μου για θέματα ιδιωτικοποιήσεων κατά το διάστημα των 2 περίπου χρόνων της θητείας αυτής της Βουλής. Ας σημειωθεί ότι οι Επίκαιρες Ερωτήσεις που έκανα σε άλλους Υπουργούς για άλλα θέματα, συζητήθηκαν κανονικά.