Η κρίση καταργεί θέσεις εργασίας, πλήττει από ποσοτική άποψη περισσότερο τους κατέχοντες αλλά προκαλεί απελπισία κυρίως ανάμεσα στους μη κατέχοντες, και γενικά δημιουργεί ένα δυσμενή συσχετισμό δυνάμεων εναντίον των μισθωτών. Ταυτόχρονα όμως παράγει ιδιαίτερες εντάσεις ανάμεσα στον κόσμο της εργασίας και στους υποστηρικτές των θεσμίσεων για την προστασία του περιβάλλοντος και την ποιότητα ζωής... Οι υποψήφιοι εργαζόμενοι στο εργοτάξιο του Βωβού στον Ελαιώνα διαδηλώνουν εναντίον των «αντιρρησιών» που διεκδικούν το χώρο για πράσινο, οι αγρότες της περιοχής του Ασωπού προπηλακίζουν γνωστό ιερωμένο που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την υπόθεση του εξασθενούς χρωμίου και τις επιπτώσεις του στον υδροφόρο ορίζοντα και στα αγροτικά προϊόντα. Όπως παλιότερα οι αγρότες της Θεσσαλίας, που ήθελαν την εκτροπή του Αχελώου παρά την αντίθεση των περιβαλλοντολόγων ή οι εργαζόμενοι στην εταιρεία TVX στη Χαλκιδική, που διαδήλωναν με σύνθημα «Η μεγαλύτερη ρύπανση είναι η ανεργία», ή όπως οι απολυμένοι των Εταιρειών Λιπασμάτων που κυκλοφορούσαν το 2003 προκήρυξη με ευθείς αντιοικολογικές νότες , έτσι και σήμερα διάφορες κατηγορίες εργαζομένων φαίνονται πρόθυμες στο να συνεργήσουν στην παράκαμψη κάποιων προδιαγραφών ποιότητας - του περιβάλλοντος ή των προϊόντων - με στόχο τη διάσωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Το «περιβάλλον της κρίσης» δεν είναι ό,τι καλύτερο για την ανάπτυξη ενός λόγου ποιότητας ζωής, για την ενδυνάμωση των περιβαλλοντικών κεκτημένων και για την ενίσχυση ή ανάδυση ποιοτικών προϊόντων. Η κοινωνία των πολιτών – σώμα που εξ ορισμού αναπτύσσει συλλογισμούς και δράσεις για την ολότητα των πολιτικών υποθέσεων – υφίσταται επίσης τον αντιπερισπασμό των βιοτικών προβλημάτων. Όμως και αυτή η «κατάσταση πνευμάτων» υπόκειται στη δράση και άλλων, αντίθετων δυνάμεων. Η κρίση συνεπάγεται μια σειρά από «οικολογικές» προσαρμογές, ατομικές και συλλογικές, που δημιουργούν μια νέα δυναμική στην κοινωνική συνείδηση. Αν εξαιρέσουμε εκείνα τα στρώματα του πληθυσμού που «τυχαίνει» να είναι χαμηλόμισθοι ή άνεργοι και αδυνατούν αντικειμενικά να προβούν σε καταναλωτικές επιλογές με οποιοδήποτε άλλο κριτήριο πέραν της φθήνειας, .τα υπόλοιπα στρώματα μπορούν να ανακαλύπτουν τα υφιστάμενα περιθώρια για εξοικονόμηση προσωπικών μετακινήσεων, τροφής, ένδυσης, υπόδυσης, αναψυχής..Οι μικρομεσαίοι ανακαλύπτουν την οικονομία που συνεπάγεται η χρήση των μαζικών μέσων μεταφοράς, η σωστή επιλογή της ποσότητας και ποιότητας τροφής, η περιστολή της ενεργειακής σπατάλης, η επανάπαυση στην ήδη υπερφορτωμένη με υποκάμισα γκαρνταρόμπα , ο περιορισμός των εξωτικών ταξιδιών. Πρόκειται για ένα είδος λιτότητας, που θα μπορούσε εν μέρει να ονομασθεί «Οικολογική», η οποία προστίθεται στη λιτότητα των επιχειρηματικών παραγόντων και στις πιο «ορθολογικές» επιλογές που προβαίνουν αυτοί οι τελευταίοι μέσα στο περιβάλλον της κρίσης .
Είναι όμως οι παραπάνω «παθητικές προσαρμογές» ικανές να αντιμετωπίσουν συνολικά την κρίση; Οπωσδήποτε όχι. Οι διάφορες κατηγορίες «αυθόρμητης λιτότητας» ατομικών καταναλωτών, επιχειρήσεων, κρατικών μηχανισμών όπως του ελληνικού, ακόμη και ολόκληρων εθνικών οικονομιών - που τείνουν να περικόψουν τα εθνικά κόστη παραγωγής - αδυνατούν να αντιμετωπίσουν την παγκοσμιοποιημένη πλέον κρίση, που παραμένει ένα φαινόμενο ποσοτικής αναντιστοιχίας και δυσαρμονίας. Εν τέλει η θεραπεία της κρίσης φαίνεται να απαιτεί τη προσφυγή στην «περισσοτερότητα» - σύμφωνα με έναν όρο που εισήγαγε και ταυτόχρονα εξόρκιζε ο μεγάλος διανοητής Αντρέ Γκορζ, θέλοντας να δείξει την εγγενή οικονομική τάση της μεγέθυνσης.(3) Ή ακόμη η θεραπεία της κρίσης παραπέμπει στο τίτλο ενός παλιού φιλμ του Μίκλος Γιάντσο : «Ιδιωτικά βίτσια, δημόσιες αρετές»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου