Τετάρτη 23 Μαρτίου 2022

Τέλος εποχής για το κόμμα Die Linke: Τι οδήγησε στην αποχώρηση του Όσκαρ Λαφοντέν

 

Καθείς εφ’ ω ετάχθη. Αυτή η φράση θα μπορούσε να περιγράψει τις επιλογές που καθορίζουν τις εξελίξεις στο αριστερό κόμμα της Γερμανίας.

Καθείς εφ’ ω ετάχθη. Αυτή η φράση θα μπορούσε να περιγράψει με τον καλύτερο τρόπο τις επιλογές που καθορίζουν τις εξελίξεις στο αριστερό κόμμα της Γερμανίας Die Linke. Και όλοι κι όλες στο συγκεκριμένο κόμμα, σε επίπεδο ανώτατης στελέχωσης, δείχνουν να ανταποκρίνονται στο νόημα της φράσης. Σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά, όμως, σημασία αποκτά το πού τελικά τάσσεται κανείς.

Το κόμμα της Αριστεράς υπέστη στρατηγική ήττα στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές. Μπήκε στη Μπούντεσταγκ μόνο και μόνο χάρη στο ότι κατάφερε να εκλέξει απευθείας δυο υποψηφίους σε μονοεδρικές έδρες, καθώς δεν κατάφερε να πιάσει το απαιτούμενο όριο του 5%. Και αυτό σε μια εκλογική διαδικασία που έλαβε χώρα εν μέσω πανδημίας και εκτεταμένης φτωχοποίησης και ανασφάλειας στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Ήδη το γεγονός πως ένα αριστερό κόμμα δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια σχετικά με τις πολιτικές διαχείρισης της πανδημίας και των οικονομικο-κοινωνικών συνεπειών της στα φτωχά στρώματα είναι από μόνο του ενδεικτικό.

Τα ‘λεγε η Βάγκενκνεχτ

Υπάρχει μια θεωρία για την πάλη των τάξεων. Αυτή τη θεωρία την ανέπτυξε στα μέσα του 19ου αιώνα ο Γερμανοεβραίος διανοητής και επαναστάτης Καρλ Μαρξ μαζί με τον επίσης Γερμανό Φρίντριχ Ένγκελς. Κεντρική ιδέα σε αυτή την θεωρία είναι πως στο καπιταλιστικό σύστημα εδράζεται πάνω στη εκμετάλλευση της υπεραξίας που παράγει η ζωντανή εργασία των ανθρώπων όταν αυτή συνδυάζεται με το κεφάλαιο που κατέχει ο καπιταλιστής. Και επειδή μόνο αυτός ο συνδυασμός μπορεί να παραγάγει κέρδος για τον καπιταλιστή, υπάρχει εξαρχής μια αντίφαση. Οι εργάτες και οι εργάτριες είναι απαραίτητες για την παραγωγική διαδικασία αρά και για την παραγωγή κέρδους. Αυτό τους δίνει ισχύ να διεξάγουν εργατικούς και πολιτικούς αγώνες που βελτιώνουν τη θέση τους, δηλαδή διασφαλίζουν καλύτερες συνθήκες ζωής και εργασίας. Ταυτόχρονα, επειδή τα συμφέροντα της εργατικής τάξης είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με αυτά των καπιταλιστών και καθώς είναι σε θέση να επηρεάζει την παραγωγή, είναι αυτή η τάξη η μόνη που μπορεί να ανατρέψει τον καπιταλισμό. Αυτή είναι η βασική αντίθεση στον καπιταλισμό, που συνοδεύεται από επιμέρους «δευτερεύουσες αντιθέσεις» και κάθε φορά στην εκάστοτε συγκυρία μια αντίθεση αναδεικνύεται σε κύρια και η διαμάχη στην κοινωνία συνεχίζεται. Αυτά λέει η μαρξιστική θεωρία εν ολίγοις.

Τον Σεπτέμβρη η Ζάρα Βάγκενκνεχτ, μια από τις εμβληματικές πολιτικούς του αριστερού κόμματος της Γερμανίας είχε καταστήσει σαφές, πως η εκλογική ήττα του κόμματος οφείλεται στο ότι το κόμμα της απομακρύνθηκε από την εργατική τάξη, μπερδεμένο

μέσα σε ένα πλέγμα δικαιωματισμού όπου το «ψωμί» της εργάτριας έχασε την κεντρική του σημασία στον πολιτικό λόγο και στην δράση του κόμματος. Όχι πως η Linke δεν έθετε ζητήματα σχετικά με τον μισθό και το κοινωνικό κράτος. Αλλά προέκυπτε όλο και μεγαλύτερη δυσκολία να τα επικοινωνήσει με την εργατική τάξη. Με τεράστιο ποσοστό μελών και στελεχών που δεν ανήκουν στην εργατική τάξη, αλλά έχουν σπουδάσει και ασκούν διανοητικά και γραφειοκρατικά επαγγέλματα, ζουν σε συγκεκριμένες μεγάλες πόλεις, έχουν συγκεκριμένες προσωπικές στάσεις και ιδιαίτερα συμφέροντα, προκύπτει δυσκολία επικοινωνίας με το «υποκείμενο», όπως αρέσει στις μαρξίστριες και τους μαρξιστές να ονομάζουν το προλεταριάτο. Για να το πούμε απλά, το να ξεκινάς μια συζήτηση για μια δράση σε σχέση με τον μισθό ή με το υποστελεχωμένο νοσοκομείο ή τη δυσκολία του να βρεις θέση στον παιδικό σταθμό με έναν εργάτη ή μια εργάτρια και μετά από 3 λεπτά να τους εξηγείς με ύφος καθηγητή από καθ’ έδρας για το ότι πρέπει να μιλάει με αρσενικά και θηλυκά και ουδέτερα και πως τελικά πέρα από τα προβλήματα του μισθού και της υλικής ζωής υπάρχουν και τα δικαιώματα των διαφόρων κοινωνικών μειονοτήτων, είναι αντιπαραγωγικό. Γιατί η εργάτρια καίγεται για το που θα βάλει το παιδί της τη Δευτέρα το πρωί πριν πάει στο σούπερ μάρκετ ή στο εργοστάσιο να δουλέψει. Αποξενώνει αυτούς και αυτές που είναι αποδεδειγμένα οι φυσικοί φορείς της αλληλεγγύης προς τις μειονότητες και που είναι σε θέση να επιδράσουν για αλλαγές, οι οποίες θα είναι προς όφελος όλης της κοινωνίας (εντάξει, ίσως όχι για τους καπιταλιστές).

Πάνω σε αυτή τη μετατόπιση προς τον δικαιωματισμό έρχεται να κάτσει και η πολιτική πρακτική του αριστερού κόμματος. Το κόμμα ήταν πάντα χωρισμένο στα δυο. Πραγματιστές και Ριζοσπάστες, ανατολικοί και δυτικοί, προερχόμενοι από τη γραφειοκρατία της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και πρώην μέλη της δυτικογερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, καθώς και κόσμος από τον εξωκοινοβουλευτικό κομμουνιστικό χώρο, συνέθεσαν μια πολιτική δύναμη η οποία χαιρετίστηκε από πολύ κόσμο από τα φτωχά στρώματα της Γερμανίας. Μαχητικότητα στη διεκδίκηση, εργατικοί αγώνες καθώς και μια κουλτούρα σύγχρονης Αριστεράς που έχει χώρο για όλες και όλους ανεξάρτητα καταγωγής, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, θρησκείας, οικολογική και φιλειρηνική, ενάντια στο ΝΑΤΟ, αυτά ήταν τα διακηρυγμένα στοιχεία της πολιτικής του αριστερού κόμματος. Και πάνω σε αυτά οργάνωνε την πολιτική του δράση.

Η άλλη όψη του μεταλλίου ήταν η ανάγκη για καταξίωση μέσα στο πολιτικό σκηνικό. Το αριστερό κόμμα από την ίδρυσή του έπρεπε να αντιμετωπίσει τον πρακτικό αποκλεισμό του από τα υπόλοιπα κόμματα. Αυτά κατηγορούσαν το αριστερό κόμμα πως είναι κομμουνιστικό, αποτελεί συνέχεια της δικτατορίας στην πρώην Ανατολική Γερμανία. Η κρατική πολιτική ασφάλεια, η περιβόητη Προστασία του Συντάγματος, παρακολουθούσε μέλη και διαδικασίες. Το κόμμα ήταν στο πολιτικό περιθώριο, είχε όμως δεσμούς με μάζες. Σχεδόν 12% πήρε στις εκλογές του 2009 εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το μήνυμα έφτανε στους παραλήπτες. Και στις παραλήπτριες. Το κόμμα πήρε επιλογές ένταξης στο πολιτικό σύστημα με το να συμμετέχει σε τοπικές κυβερνήσεις: Βερολίνο, Βραδεμβούργο, Θουριγγία, Μεκλεμβούργο. Και όσο σημαντική και αν ήταν αυτή η αναγνώριση, το να δέχονται δηλαδή τα άλλα κόμματα, Πράσινοι και Σοσιαλδημοκράτες, να συγκυβερνούν μαζί σου, άλλο τόσο υπονομευτική ήταν στην προσπάθεια χτισίματος ενός ριζοσπαστικού χαρακτήρα, στην προσπάθεια διαμόρφωσης μια εναλλακτικής πρότασης για τις υποτελείς τάξεις και τις κοινωνικές μειονότητες. Η συμμετοχή στις συγκυβερνήσεις καθιστούσε το αριστερό κόμμα φορέα διαχείρισης του νεοφιλελευθερισμού και άσκησης πολιτικών που στόχευαν ενάντια στα συμφέροντα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Παρόλα αυτά ο κόσμος δεν τους γύριζε εντελώς την πλάτη, παρόλο που για παράδειγμα η στεγαστική κρίση στο Βερολίνο φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή και αυτού του κόμματος.

Ο εκ των συνιδρυτών του κόμματος Όσκαρ Λαφοντέν δεν δίσταζε να προχωρά σε ανατρεπτικές κινήσεις, καθ’ όλη την πολιτική του διαδρομή. Πρωθυπουργός του κρατιδίου του Σάαρλαντ από το 1985 ως το 1998, επικεφαλής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος από το 1995 ως το 1998, υποψήφιος καγκελάριος στις πρώτες εκλογές της επανενωμένης Γερμανίας τον Δεκέμβρη του 1990 και υπουργός Οικονομικών στην πρώτη κυβέρνηση του Γκέρχαρντ Σρέντερ από το 1998 ως τον Μάρτη του 1999. Αυτή η κυβέρνηση προέκυψε μετά από 16 χρόνια κυβερνήσεων του χριστιανοδημοκράτη Χέλμουτ Κολ και ήταν συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων. Ο Λαφοντέν δοκίμασε να εφαρμόσει μια φιλεργατική πολιτική, αλλά συνάντησε τείχος. Η κυβέρνηση Σρέντερ θα έμενε στην ιστορία ως η κυβέρνηση που κορύφωσε τις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις ενάντια στο μισθό και στα δικαιώματα των εργαζομένων στη Γερμανία. Ο Λαφοντέν παραιτήθηκε από υπουργός λίγο πριν την έκρηξη του πολέμου του ΝΑΤΟ ενάντια στην Γιουγκοσλαβία και κατήγγειλε την επιθετικότητα της Δύσης. Τελικά το 2005 εγκατέλειψε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα για να ιδρύσει το εκλογικό μόρφωμα «για την εργασία και την κοινωνική δικαιοσύνη», το οποίο στη συνέχεια θα συμπράξει με το Kόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού (PDS), μετεξέλιξη του κυβερνώντος κόμματος της πάλαι ποτέ Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας για να προκύψει από εκεί το κόμμα Die Linke.

Οι διαφωνίες μέσα στο κόμμα ήταν πάντα υπαρκτές, όμως τα τελευταία χρόνια η αντιπαράθεση ολοένα και κλιμακώνονταν. Ο Λαφοντέν, παντρεμένος με την Βάγκενκνεχτ από το 2014, αποτελεί τη χαρακτηριστική μορφή του παραδοσιακού αριστερού εργατικού ηγέτη.

Εκτός από τη μοναξιά υπάρχει και ο ιμπεριαλισμός

Αναφέραμε πριν το παράδειγμα της εργάτριας που δεν έχει που να στείλει το παιδί της όταν πάει για δουλειά και στην (φανταστική) συζήτηση με την σπουδαγμένη ακτιβίστρια του κόμματος δέχεται κριτική επειδή είπε «όλοι» αντί για «όλ@» και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το κοινωνικό φύλο και το ζήτημα του παιδικού σταθμού ξεχνιέται. Ή το παράδειγμα του Βερολίνου, όπου οι ακτιβιστές του κόμματος μιλούν για τα πανάκριβα ενοίκια, για τα οποία όμως το κόμμα τους το μόνο που κάνει είναι να τα αφήνει να αυξάνονται και άλλο καθώς… συγκυβερνάει!

Ήδη πριν τις εκλογές η Βάγκενκνεχτ πέρασε από διαδικασία διαγραφής από το κόμμα γιατι έκανε κριτική στον δικαιωματισμό και στην ανεπαρκή ενασχόληση του κόμματός της με τα ζητήματα του κόσμου της εργασίας. Δεν διεγράφη. Όμως το ρήγμα βάθαινε.

Στις 27 Φλεβάρη ο καγκελάριος Σολτς ανακοίνωσε έναν πρωτοφανή προϋπολογισμό ύψους εκατό δισεκατομμυρίων ευρώ για τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις. Η υφήλιος όλη κουνήθηκε από τη θέση της στο άκουσμα της είδησης, καθώς μνήμες φρικτών εποχών ξύπνησαν, με μια Γερμανία και πάλι πάνοπλη να επιχειρεί τη σύγκρουση με τη Ρωσία για την Ουκρανία…

Στις τάξεις του αριστερού κόμματος δεν ήταν σαφές πως θα καταψηφιστεί αυτός ο πολεμικός προϋπολογισμός. Έπρεπε να γίνει συζήτηση εις βάθος, ώστε το κόμμα να καταψηφίσει τελικά. Αυτοί και αυτές που βλέπουν θετικά μια ισχυρή γερμανική πολεμική μηχανή είναι μέσα στο κόμμα και έχουν ισχύ. Ο Λαφοντέν λοιπόν θεώρησε αυτή τη συζήτηση ως το τελευταίο όριο που ξεπεράστηκε. Κατήγγειλε λοιπόν το κόμμα πως έχει φύγει τελείως από τις αρχές του. Δεν είναι πια αριστερό κόμμα, με την εργατιά και την ειρήνη, αλλά μια καρικατούρα των Πρασίνων.

Πολλά λέγονται για τον Λαφοντέν, όπως ίσως για κάθε συνεπή αριστερό ηγέτη: πως είναι εξουσιομανής, νάρκισσος, εγωκεντρικός, άρρωστος, Ναπολέων. Πως αντιδρά για λόγους προσωπικής προβολής. Δεν είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιούνται τέτοιες κατηγόριες για κάποιον που ασκεί πολιτική προς όφελος της εργατικής τάξης και όλων των καταπιεσμένων, των γυναικών, των μεταναστών, των LGBTQI, για την οικολογία και την ειρήνη, για το ψωμί. Το αριστερό κόμμα μπαίνει ακόμα πιο βαθιά στην κρίση και την ερχόμενη Κυριακή γίνονται εκλογές στο κρατίδιο του Λαφοντέν, στο Σάαρλαντ. Το κόμμα είχε πάρει 12% το 2017 και τώρα η πρόγνωση δίνει 4%. Καταστροφή δηλαδή που συνεχίζεται. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου