Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2021

Τριμερής: Ψάχνουν μέσα από τουρκικές φόρμουλες του Ετζεβίτ την κοινή βάση

 

του Γιάννου Χαραλαμπίδη

Στρατηγικές επιλογές και κίνητρα σε Τ/κ και Τουρκία και τα προβλήματα της στρατηγικής συμφωνίας του Προέδρου - Τι αναφέρεται σε βρετανικά έγγραφα για τις τουρκικές αξιώσεις στις 18 Ιουλίου του ’74, τις «αυτόνομες περιοχές» της κ. Λουτ και τις χωριστές κυβερνήσεις της ισότιμης κυριαρχίας

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ 2.jpg

Αύριο ο Αντόνιο Γκουτέρες θα επιδιώξει, κατά τη διάρκεια μιας άτυπης Τριμερούς με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη και τον κατοχικό ηγέτη Ερσίν Τατάρ, να εξεύρει κοινή βάση για την επανέναρξη των συνομιλιών, παρά το γεγονός ότι επί μακρόν ελέγετο ότι αυτό το ζήτημα είχε επιλυθεί και ότι υπάρχει πλαίσιο λύσης επί τη βάσει των ψηφισμάτων του Σ.Α. του ΟΗΕ.

Γιατί και πώς η επανενσωμάτωση των Τ/κ στο ενιαίο κράτος είναι ρεαλιστική λύση
Η άρση του εμπάργκο των Τ/κ μέσω της Ζυρίχης και η συμμετοχή στο φυσικό αέριο
Πώς και γιατί η Άγκυρα μπορεί να έχει οφέλη από το ενιαίο κράτος ή κόστος
Πρόταση του Προέδρου: Θα πάμε στο ενιαίο και μετά θα το διαλύσουμε για να κάνουμε τη διχοτομική ομοσπονδία

Από τον Ετζεβίτ στον… Κληρίδη

Πίσω, βεβαίως, από τον Αντόνιο Γκουτέρες τα νήματα κινούν οι Βρετανοί, οι οποίοι μαζί με τον ΓΓ του ΟΗΕ θα ήθελαν να δουν τον τετραγωνισμό του κύκλου μεταξύ μιας ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα, που στηρίζεται σε δυο ισότιμα συνιστώντα κράτη, και στην αρχή της πολιτειακής ισότητας από τη μια και των δύο χωριστών κρατών με ισότιμη κυριαρχία από την άλλη. Από τη Σκύλλα, δηλαδή, στη Χάρυβδη. Από τη μία τουρκική θέση στην άλλη. Και με τους Βρετανούς κατά τρόπον ιδιαιτέρως πονηρό να χρησιμοποιούν τη θέση του Προέδρου για αποκεντρωμένη ομοσπονδία για να προωθήσουν μέσω των Ην. Εθνών εκείνη των "δύο αυτόνομων περιοχών" με "δύο στην ουσία κυβερνήσεις", που παραπέμπουν σε πολιτική και πολιτειακή ισότητα και ισότιμη κυριαρχία.

Αυτή η συγκεκριμένη θέση, που εμφανίστηκε ως γεφύρωση των διαφορών και ως εργαλείο κοινής βάσης για επανέναρξη των συνομιλιών, έχει προταθεί στις 18 Ιουλίου του 1974 στο Λονδίνο προς τη βρετανική Κυβέρνηση από τον Τούρκο Πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετζεβίτ. Είναι, δε, καταγεγραμμένη σε απόρρητο βρετανικό έγγραφο, το οποίο έχει αποδεσμευτεί και φέρει κωδικό FCO 9/1812. Τότε, λίγο πριν από την εισβολή, ο Ετζεβίτ πρότεινε τη δημιουργία δύο αυτόνομων περιοχών και δύο κυβερνήσεων στο πλαίσιο μιας ομοσπονδίας με κοινή πρόσβαση σε αεροδρόμια και λιμάνια. Και αυτά δεν ελέχθησαν μόνο από τους Βρετανούς, λίαν προσφάτως, αλλά και από την ίδια την απεσταλμένη του Γ.Γ., Τζειν Χολ Λουτ, η οποία επιδίωξε να τις προωθήσει. Το τραγικό, όμως, είναι άλλο: Ότι και η θέση του Προέδρου για αποκεντρωμένη ομοσπονδία συνιστά τουρκική θέση, όπως καταγράφεται σε βρετανικό έγγραφο του Ιουνίου του 1996, όταν ο τότε Πρόεδρος Κληρίδης είχε επαφές στο Λονδίνο με την αγγλική Κυβέρνηση.

Αφού δεν δέχεται η Άγκυρα…

Η τουρκική πλευρά έχει καταφέρει μέσα από μία μολυσμένη διαδικασία διαλόγου, που διαρκεί τα τελευταία 47 χρόνια, να χρησιμοποιήσει την ομοσπονδία ως όχημα μεταφοράς προς τη λύση των δύο κρατών και ως προηγούμενο στάδιο της πλήρους τουρκοποίησης. Και είναι πρόδηλον ότι ο συμβιβασμός και η κοινή βάση, την οποία ψάχνει ο Γ.Γ. του ΟΗΕ και οι Βρετανοί, είναι η θέση του Ετζεβίτ όπως διατυπώθηκε στις 18 Ιουλίου του 1974 και επιβλήθηκε διά πυρός και σιδήρου με την εισβολή στις 20 Ιουλίου και στις 14 Αυγούστου, όταν είχε προελάσει ο Αττίλας 2. Συνεπώς, στην καλύτερη των περιπτώσεων θα έχουμε την προηγούμενη διχοτομική τουρκική θέση για να αποτραπεί η υφιστάμενη! Και τότε και σήμερα ο στόχος για την Τουρκία είναι ένας: Η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, διότι επικρατούσε η ακόλουθη αντίληψη: Δεν θα διεκδικήσουμε κάτι καλύτερο από την τουρκική ομοσπονδία, διότι η Άγκυρα δεν θα αποδεχθεί οτιδήποτε είναι προς το συμφέρον μας ή και των δύο Κοινοτήτων, παρά μόνο ό,τι είναι προς το δικό της συμφέρον. Η πραγματικότητα αυτή αποτυπώνεται στη δημόσια δήλωση του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, Γιώργου Βασιλείου, ότι η λύση του Κυπριακού θα εξυπηρετεί τα τουρκικά συμφέροντα. Κάθε φορά που η δική μας πλευρά επιδιώκει να προσεγγίσει τις τουρκικές θέσεις, η Άγκυρα δεν εκλαμβάνει την όποια καλή μας πρόθεση ως τέτοια, αλλά ως αδυναμία. Κι εφόσον κατοχύρωνε τη δική της τουρκική θέση, προχωρούσε στην επόμενη. Και εμείς κάναμε σημαία μας, όπως και σήμερα, την προηγούμενη τουρκική θέση. Επειδή η Τουρκία θέλει δυο κράτη, εμείς υιοθετούμε την προηγούμενη δική της για αποκεντρωμένη ομοσπονδία.

Ο τίτλος ιδιοκτησίας…

Το ερώτημα που εγείρεται για τον Πρόεδρο ενόψει της αυριανής Τριμερούς είναι το ακόλουθο: Θα συνεχίσει στη βάση της τουρκικής λύσης της ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα, που διαλύει την Κυπριακή Δημοκρατία, ή θα θέσει επί τάπητος το θέμα της συνταγματικής αποκατάστασης και της μετεξέλιξης του υφιστάμενου ενιαίου κράτους στην πρακτική υιοθέτηση τέτοιων συνταγματικών τροποποιήσεων, ώστε να βελτιωθεί η Ζυρίχη και όχι να νομιμοποιηθεί ο γεωγραφικός πληθυσμιακός και διοικητικός διαχωρισμός μέσω μιας ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα;

Ο Πρόεδρος έχει προχωρήσει στη διατύπωση μιας πρότασης, που έχει δύο σκέλη. Το πρώτο αφορά στην επιστροφή των Τουρκοκυπρίων στους θεσμούς του Συντάγματος του ’60. Την ονομάζει, δε, στρατηγική συμφωνία. Και το δεύτερο αφορά στη μετεξέλιξή του σε μία ομοσπονδία, που θα έχει όμως συνομοσπονδιακό χαρακτήρα. Το πρώτο σκέλος είναι πολύ πιο ρεαλιστικό από το δεύτερο. Ούτως ή άλλως και τα δύο απορρίπτονται από την τουρκική πλευρά. Εάν όμως υιοθετηθεί η θέση πως ό,τι απορρίπτεται από την τουρκική πλευρά δεν πρέπει να προτείνεται από την ελληνοκυπριακή, τότε θα πρέπει να πούμε στην Άγκυρα να καθορίσει τη λύση και να την υπογράψουμε. Δεν είναι ανάγκη να γίνει διαπραγμάτευση. Ή θα πρέπει να αποδεχθούμε σιωπηρώς ή άλλως πως ότι η κατάσταση θα μείνει ως έχει. Η ομοσπονδία, για να περάσει από την ουτοπία στον ρεαλισμό, θα πρέπει να γίνουν δεκτές οι τουρκικές θέσεις και να υπογραφεί διχοτόμηση ως προηγούμενο στάδιο της πλήρους τουρκοποίησης. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν αποτελεί λύση, αλλά διάλυση. Και είναι χειρότερη διχοτόμηση από την υφιστάμενη. Διότι, όπως έλεγε ο μακαρίτης Ντενκτάς το 1964, όταν εκδόθηκε το ψήφισμα 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που αναγνώριζε την Κυπριακή Δημοκρατία, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπιζε η άλλη πλευρά ήταν το εξής: Τα Ην. Έθνη είχαν δώσει τον κρατικό τίτλο ιδιοκτησίας στην κυπριακή Κυβέρνηση, η οποία ελέγχεται πλέον από τους Ελληνοκυπρίους μετά την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων.

Ο ρεαλισμός του ενιαίου κράτους και η στρατηγική συμφωνία…

Η στρατηγική συμφωνία του Προέδρου με την επιστροφή των Τουρκοκυπρίων στο ενιαίο κράτος της Ζυρίχης για να πάμε σε μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία έχει το εξής πρόβλημα: Θα έρθουν οι Τουρκοκύπριοι και η Τουρκία να αναγνωρίσουν το ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας και μετά θα αρχίσουμε διαδικασία για τη διχοτόμησή του με την υιοθέτηση των δυο ισότιμων συνιστώντων κρατών, εκ των οποίων το ένα θα είναι το ψευδοκράτος, το οποίο θα έχει κατάλοιπο εξουσίας, δηλαδή θα δύναται να παράγει πρωτογενές δίκαιο και χωριστή κυριαρχία; Βεβαίως, εάν επιστρέψουν οι
Τουρκοκύπριοι στο ’60 γιατί να θέλουν να την διαλύσουν; Γιατί να θέλουν, αφού η επιστροφή των Τουρκοκυπρίων στο Σύνταγμα του ’60 είναι ρεαλιστική για τους εξής λόγους:

  1. Η Κυπριακή Δημοκρατία και το Σύνταγμά της αναγνωρίζονται από τον ΟΗΕ ως το μόνο κράτος στη νήσο Κύπρο. Το ίδιο ισχύει και για την ΕΕ, στην οποία η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε επί τη βάσει του Πρωτοκόλλου 10. Δηλαδή ολόκληρη με αναστολή του κεκτημένου στο βόρειο τμήμα, επειδή εκεί δεν μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματικός έλεγχος λόγω της κατοχής που αποτυπώνεται σε μία υποτελή στον τουρκικό στρατό. Αυτό αναφέρει η απόφαση της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής. Ποιος είναι ο ρεαλισμός, δηλαδή η πραγματικότητα; Η ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, από την οποία πηγάζουν δικαιώματα και η οποία παράγει δίκαιο εσωτερικά και σε διεθνές επίπεδο. Και δη εντός της ΕΕ.
  2. Η Τουρκία πρέπει να αποφασίσει εάν θα αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία με την επανενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων και όχι να αποφασίσουμε εμείς αν θα διαλύσουμε την Κυπριακή Δημοκρατία για να αναγνωρίσουμε το ψευδοκράτος. Η υποχρέωση της Άγκυρας να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία περιλαμβάνεται στην αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, όταν η Τουρκία εξέδωσε δική της δήλωση, με την οποία ισχυριζόταν ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Και αυτή η αντίδραση της ΕΕ στηρίχτηκε πάνω στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ην. Εθνών 541 και 550, που καθορίζουν ρητώς ότι δεν μπορεί να αναγνωριστεί το ψευδοκράτος διεθνώς και ότι σε συνδυασμό με το ψήφισμα 186 του 1964 μόνο η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίζεται ως κράτος στη νήσο Κύπρο. Αυτή είναι μία άλλη πραγματικότητα, δηλαδή ρεαλισμός. Η ανυπαρξία του ψευδοκράτους σε διεθνές επίπεδο και ο τοπικός του χαρακτήρας κυρίως ως προς τα θέματα της αναγνώρισης θα γίνουν πραγματικότητα, δηλαδή ρεαλισμός, μέσα από μία ομοσπονδία ή συνομοσπονδία. Διότι το υφιστάμενο ψευδοκράτος θα γίνει ισότιμο συνιστών κράτος ή χωριστό κράτος. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Τατάρ ισχυρίζεται πως για να προχωρήσει η διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού θα πρέπει να εκδοθούν νέα ψηφίσματα, τα οποία στην ουσία θα διαφοροποιούνται από εκείνα που αναγνωρίζουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Θέλει, δηλαδή, να θεωρηθεί η Κυπριακή Δημοκρατία ως εκλιπούσα πριν από τη λύση για να μην υπάρχει ίχνος νομικής ή άλλης συνέχειας με τη διευθέτηση του προβλήματος. Επιδιώκει, δηλαδή, με αυτόν τον τρόπο την παρθενογένεση. Εξ ου και το γεγονός ότι δέχεται προσωπικό απεσταλμένο του ΓΓ του ΟΗΕ και όχι ειδικό σύμβουλο κατόπιν απόφασης του Σ. Ασφαλείας. Ο μοναδικός τρόπος για να αποτραπεί η παρθενογένεση και η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η επανενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στο συνταγματικό θεσμικό της πλαίσιο για να προχωρήσει η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος από Συνέλευση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, που θα εκλεγούν από τις δύο κοινότητες. Και εφόσον καταρτίσουν το θεσμικό πλαίσιο επί τη βάσει της Ζυρίχης, θα είναι δυνατόν να το παρουσιάσουν ενώπιον του λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, για να το ψηφίσει.

Μοντέλο λύσης

Επίμονα έχουμε αναφερθεί προσφάτως αλλά και προ αμνημονεύτων ετών στο ενιαίο αποκεντρωμένο κράτος της Ισπανίας. Κανένα βεβαίως μοντέλο δεν μπορεί να μεταφυτευτεί αλλά να αποτελέσει σημείο αναφοράς αναπροσαρμοσμένο στα δεδομένα της Κύπρου, δηλαδή στη δημιουργία δύο ή έξι ζωνών σε ενιαίο κράτος με αυτοδιοικούμενες περιοχές σε τοπικό επίπεδο, χωρίς κρατικές εξουσίες και με μία ενιαία κεντρική Κυβέρνηση, όχι με δύο ή τέσσερεις και με κατάλοιπα εξουσίας που δημιουργούν πρωτογενές δίκαιο και αποσχιστικές τάσεις. Βασικό, δε, δημοκρατικό στοιχείο είναι η αρχή ένας άνθρωπος μία ψήφος, κυρίως στην εκτελεστική εξουσία, για την εκλογή δηλαδή Προέδρου και Αντιπροέδρου. Υπάρχουν διάφορες φόρμουλες και σενάρια που μπορούν να αναλυθούν χωρίς να προκύπτουν ακρωτηριασμοί των αρχών και αξιών της ΕΕ ή ρατσιστικές πρακτικές, οι οποίες θα περάσουν από τη σφαίρα του παράνομου στη σφαίρα του νόμιμου μέσα από τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την εφαρμογή πρωτογενούς δικαίου, δηλαδή παρθενογένεσης, με τη δική μας υπογραφή.

Το μαστίγιο

Βεβαίως υπάρχει και η αντίληψη ότι η Τουρκία θα απορρίψει ό,τι εμείς εισηγούμαστε. Υπό αυτές τις συνθήκες, ή θα δεχθούμε ό,τι μας λέει η Άγκυρα ή θα πρέπει να οικοδομήσουμε πολιτική επί τη βάσει της οποίας θα πρέπει να πληρώνει κόστος. Εφόσον δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου καθορίζει, τότε δεν θα έχουν τύχη οι ενταξιακές της διαδικασίες ή οτιδήποτε άλλο προκύπτει από αυτές. Ταυτοχρόνως, θα πρέπει να κινητοποιηθούν οι διαδικασίες για την εφαρμογή κυρώσεων όπως συνέβη στις περιπτώσεις της Υπερδνειστερίας, της οποίας κυβερνητικά στελέχη δεν επιτρέπεται να εισέλθουν στο εδάφους τής ΕΕ ή σε αυτές της Ρωσίας και της Μολδαβίας. Οι κυρώσεις επί της τελευταίας ήταν συνδεδεμένες με την υπόθεση των τετελεσμένων στην Αμμόχωστο, αλλά εμείς οι ίδιοι τις αποσυνδέσαμε για το χατίρι της Πενταμερούς. Όσο δε για τη Ρωσία, οι κυρώσεις επιβάλλονται επειδή κατέχει την Κριμαία, η οποία δεν είναι έδαφος κράτους-μέλους της ΕΕ. Πόσω μάλλον για τη δική μας περίπτωση, που υπάρχει η κατοχή κράτους-μέλους της ΕΕ. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο της ΕΕ αλλά κυρίως δικό μας, διότι φραστικά και μόνο τοποθετείται το Κυπριακό ως θέμα εισβολής και κατοχής. Στην πράξη, η διευθέτηση του προβλήματος περιορίζεται σε δικοινοτικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να αθωώνεται η Τουρκία και να βγάζει την ουρά της έξω.

Το καρότο…

Το επόμενο συναφές ερώτημα είναι, μετά το μαστίγιο των κυρώσεων τι οφέλη, τι καρότο, μπορούν να έχουν οι Τουρκοκύπριοι αλλά και η Τουρκία από την επιστροφή τους σε ένα αναθεωρημένο δημοκρατικό πολιτειακό σύστημα, που θα στηρίζεται στο ενιαίο κράτος του ’60;

Πρώτο, τερματισμό του εμπάργκο, το οποίο η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι υπάρχει σε βάρος της τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Η ύπαρξη είναι αποτέλεσμα της εισβολής και κατοχής.

Δεύτερο, οι Τουρκοκύπριοι θα μπορούν να έχουν τη διεθνή αναγνώριση που τους προσφέρουν οι διατάξεις του ’60 και οι όποιες αναθεωρήσεις θα γίνουν στο πλαίσιο της διευθέτησης του προβλήματος.

Τρίτο, η Τουρκία θα επιλύσει ένα χρόνιο πρόβλημα και θα ανοίξει ο δρόμος για την ΕΕ χωρίς να βρίσκεται στα πόδια της το Κυπριακό ως εμπόδιο. Τα θέματα της Ασφάλειας και γεωπολιτικής μπορούν να επιλυθούν με την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και την ταυτόχρονη κατάργηση των εγγυήσεων και της παρουσίας ξένων στρατευμάτων κατά τρόπον ώστε να περάσουμε από μία συγκρουσιακή σε μία συμμαχική σχέση. Η απόρριψη τέτοιων συναινετικών προτάσεων θα αφήσει εκτεθειμένη την Τουρκία εάν πει όχι και θα αυξηθούν οι πιθανότητες επιβολής κόστους.

Τέταρτο, οι Τουρκοκύπριοι θα μπορούν να συμμετάσχουν στα οφέλη και στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου εφόσον επανενσωματωθούν στη έννομη τάξη του ’60 χωρίς να έχουν διχοτομικές αξιώσεις. Για την Τουρκία, μια λύση του Κυπριακού, όπως περιγράφεται, θα τη διευκόλυνε να συμμετάσχει και αυτή στα ενεργειακά ζητήματα με τις χώρες της περιοχής επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου και όχι επί τη βάσει της αυταρχικής της πολιτικής. Δεν μπορεί η Άγκυρα να ισχυρίζεται ότι τέτοιες φόρμουλες δεν αποτυπώνουν τη λογική και πρακτική στρατηγική του αμοιβαίου οφέλους. Το αντίθετο, εξουδετερώνουν τα τουρκικά επιχειρήματα και ο Ερντογάν μένει γυμνός. Μεταφέρεται η συζήτηση στο εσωτερικό της τουρκοκυπριακής Κοινότητας αλλά και στην ίδια την Τουρκία με τις προτάσεις αυτές, διότι θα πρέπει να απαντήσουν κατά πόσον θα έχουν λόγο και οφέλη από το φυσικό αέριο, κατά πόσον θα τερματιστεί το εμπάργκο, κατά πόσον θα μπορούν να εκπροσωπούνται διεθνώς και κατά πόσον θα συμμετέχουν στη διοίκηση ενός ενιαίου κράτους με αποκεντρωμένο χαρακτήρα.

Αναφερόμαστε δηλαδή σε ένα κανονικό κράτος, στο οποίο, εάν πιστεύει ο Πρόεδρος, θα πρέπει να κάνει σημαία.

*Δρ των Διεθνών Σχέσεων

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 26/09/2021)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου