Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

Ιστορία της σύγχρονης Τουρκίας

 

του Λεωνίδα Κουμάκη 

Η αφετηρία των σημερινών Τούρκων βρίσκεται στις νομαδικές φυλές της Μογγολίας και της Κίνας, μερικές από τις οποίες όταν μετακινήθηκαν δυτικά, εξισλαμίστηκαν. Οι φυλές αυτές το 1037 επεκτάθηκαν μέχρι τηνΠαλαιστίνη, μερικές μάλιστα εδραιώθηκαν στο εσωτερικό της ΜικράςΑσίας, μέσα στα τότε εδάφη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας,δηλαδή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δημιουργώντας ένα μικρόσουλτανάτο με έδρα το Ικόνιο.

Από αυτούς ακριβώς τους νομάδες της Μογγολίας και της Κίναςκατάγονται οι Οθωμανοί Τούρκοι οι οποίοι το 1453 κατέλυσαν τηνΒυζαντινή Αυτοκρατορία με την άλωση της Κωνσταντινούπολης καιεγκατέστησαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η αρχή του τέλους της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπήρξε το 1908 όταν ο τελευταίος «κυρίαρχος» σουλτάνος της ΟθωμανικήςΑυτοκρατορίας ΑμπτούλΧαμίτ υποχρεώθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων να υπογράψει ένα διάταγμα για την αναθεώρηση του οθωμανικού συντάγματος – η κατάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε 10 χρόνια αργότερα, το 1918.

Το 1909 οι Νεότουρκοι απέκτησαν τον πλήρη έλεγχο του οθωμανικού κράτους όταν με αφορμή αντεπανάσταση του σουλτάνου εναντίον τους, αποκεφάλισαν τον Αμπτούλ Χαμίτ και τοποθέτησαν στην κεφαλή του οθωμανικού κράτους τον σουλτάνο-μαριονέτα Μεχμέτ τον πέμπτο.

Η επικράτηση των Νεότουρκων με τις συνεχείς διακηρύξεις περί«ισότητας και δικαιοσύνης» προς όλους τους κατοίκους της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν εμπόδισε καθόλου τηναναρρίχηση στην κορυφή της ηγεσίας τους των πιο ακραίων, των πιοφανατικών και των πιο εξτρεμιστικών τους στοιχείων (Μεχμέτ ΤααλάτΠασάς, Εμβέρ Πασάς, Τσεβίτ Πασάς, Τζεμάλ Πασάς).

Οι άνθρωποι αυτοί, μεταξύ πολλών άλλων, ονειρεύονταν την
απελευθέρωση «αλύτρωτων» εδαφών σε μια αχανή έκταση πουξεκινούσε από τον Βαλκανικό χώρο και έφθανε μέχρι ...την Κίνα!

Ο πιο άμεσος όμως και ο πιο βασικός στόχος των Νεότουρκων, αμέσωςμόλις απέκτησαν τον πλήρη έλεγχο του οθωμανικού κράτους, ήταν οβίαιος εξισλαμισμός ή η φυσική εξόντωση όλων των μημουσουλμανικών εθνοτήτων που ζούσαν στην πολυεθνική ΟθωμανικήΑυτοκρατορία.

Οι «εκκαθαρίσεις» αυτές των Νεότουρκων ξεκίνησαν το 1914 από τηνΑνατολική Θράκη με τη γενοκτονία Ελληνικών πληθυσμών,συνεχίστηκαν το 1915 σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία με την ανηλεή σφαγή1.500.000 Αρμενίων και εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων στον Πόντο καιτα Μικρασιατικά παράλια, μέχρι και το 1922.

Ενδιάμεσα, οι Νεότουρκοι μπήκαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στοπλευρό των Γερμανών, προκειμένου να υπηρετήσουν την ιδέα τουΠαντουρκισμού, επιδιώκοντας μετά μανίας να εντάξουν στηναυτοκρατορία τους, μεταξύ άλλων, τον Καύκασο και το Αζερμπαϊτζάν.

Η ήττα της Τουρκίας μαζί με τον άξονα το 1918 και ο θάνατος του Εμβέρ Πασά στα πεδία των μαχών τον Αύγουστο του 1922, έθεσαν άδοξοτέλος στις επιδιώξεις των Νεότουρκων, αλλά η ιδέα του Παντουρκισμούμε τις διάφορες παραλλαγές του (Πανισλαμισμός, Παντουρανισμός,Τουρκισμός κ.ά.), δυστυχώς επηρεάζει ακόμα και σήμερα, είτε κρυφάείτε φανερά, την πολιτική της Τουρκικής Δημοκρατίας που ίδρυσε το1923 ο Μουσταφά Κεμάλ (για τους Τούρκους Ατατούρκ = πατέρας τωνΤούρκων), μετά την οριστική διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Το 1965 μάλιστα, η ιδεολογία του Παντουρκισμού απέκτησε στοτουρκικό κοινοβούλιο και τον επίσημο κοινοβουλευτικό της εκπρόσωπομε το κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης που ίδρυσε ο ΑλπασλάνΤουρκές.

Στην Τουρκική Δημοκρατία που εγκαθίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ,κυρίαρχο ρόλο ασκούσε ένα στρατιωτικό καθεστώς με έλεγχο σε κάθεδημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Οι διάδοχοί του, ο στρατηγός Ισμέτ Ινονού(φανατικός Νεότουρκος που ορκιζόταν πως θα κάνει τους πλούσιουςχριστιανούς να πουλάνε λεμόνια στον δρόμο), ο ΤζελάλΜπαγιάρ(υψηλόβαθμος στρατιωτικός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις σφαγέςτων μειονοτήτων της Μικράς Ασίας) αλλά και ο ΑντάνΜεντερές(αρχηγός συμμορίας ανταρτών με καθοριστική συμμετοχή στηνγενοκτονία Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων) – όλοι τους αποτελούσανεκφράσεις του στρατιωτικού κράτους που γεννήθηκε από τη μήτρα τωνΝεότουρκων και κρυβόταν πίσω από την παραπλανητική επιγραφή«Τουρκική Δημοκρατία».

Ένας άλλος πιστός εκφραστής των Νεότουρκων, ο Σουκρού Σαράτσογλου, που άσκησε τα καθήκοντα του πρωθυπουργού μέσα στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Ιούλιος 1942 – Αύγουστος1946), διαπραγματευόταν την είσοδο της Τουρκίας στον πόλεμο είτε στο πλευρό του φασιστικού άξονα είτε στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων, ανάλογα με τον αριθμό των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου καθώς και άλλων εδαφών που θα εξασφάλιζε σαν «αντάλλαγμα» μετάτο τέλος του πολέμου σε Θράκη, Κριμαία, Συρία, Ιράκ κ.α.!

Παράλληλα βρήκε την ευκαιρία, με εξουδετερωμένη την Ελλάδα κάτωαπό την μπότα των Γερμανών και την Ευρώπη βουτηγμένη στο αίματου δεύτερου μεγάλου πολέμου, να «εκκαθαρίσει» οικονομικά καιφυσικά, μη μουσουλμανικές μειονότητες με τον εξοντωτικό «φόρο περιουσίας» (VarlikVergisi) που επέβαλε σε αυτές τον Νοέμβριο του1942. Πρόκειται για μια ακόμα γενοκτονία Ελλήνων από τους Νεότουρκους στη διαχρονική τους στρατηγική «Η Τουρκία για τους Τούρκους».

Η τυχοδιωκτική τακτική της Τουρκίας κατά τη διάρκεια του Β’Παγκοσμίου Πολέμου, ολοκληρώθηκε με την «κήρυξη πολέμου» στηΓερμανία στις 23 Φεβρουαρίου 1945, λίγες εβδομάδες πριν από τονθάνατο του Αδόλφου Χίτλερ, όταν δηλαδή η ήττα των Γερμανών κατέστη πλέον βέβαιη.

Η δυτική όμως «πορεία» που καθιέρωσε μετά τον πόλεμο το τουρκικόκαθεστώς, με την ένταξή του στο ΝΑΤΟ (1952), είχε και μια ακόμααπαράβατη σταθερή: Την αταλάντευτη προσήλωση στην στρατηγικήσυνεργασία με το κράτος του Ισραήλ - άλλωστε κορυφαίοι στρατιωτικοίτου τουρκικού στρατού όσο και βασικοί ηγέτες των Νεότουρκων ήταν«Ντονμέδες» (Donme), δηλαδή βιαίως εξισλαμισμένοι Εβραίοι.

Οι άμεσες «επεμβάσεις» του τουρκικού στρατού με στρατιωτικάπραξικοπήματα (1960, 1971, 1980) αποσκοπούσαν στο νααποκατασταθεί η «σωστή πορεία» στην δρομολογημένη κατεύθυνσηαλλά και στην εξυπηρέτηση των διαχρονικών στόχων των Νεότουρκων.

Άλλωστε οι βασικές «σταθερές» στην στρατηγική του τουρκικούκαθεστώτος, με εναλλασσόμενους πρωθυπουργούς που δενπαρέκκλιναν από τη δεδομένη πορεία, επέτρεψαν την επίτευξηεντυπωσιακών «επιτυχιών»:

Το 1955 εξαπολύθηκε ένα φονικό πογκρόμ εναντίον των χριστιανών της Κωνσταντινούπολης, με την οργάνωση και την εποπτεία της τουρκικήςκυβέρνησης, το οποίο παραβίασε βίαια και απροκάλυπτα όλες τις υποχρεώσεις της «Τουρκικής Δημοκρατίας» από την Συνθήκη της Λωζάνης, υπό την αδιάφορη ανοχή ολόκληρου του δυτικού κόσμου.

Το 1964 αντιμετωπίστηκαν, με την ίδια ακριβώς αδιαφορία, οιαιφνιδιαστικές και μαζικές απελάσεις 10.000 Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης (περισσότεροι από 40.000 μαζί με τις οικογένειεςπου ακολούθησαν αναγκαστικά), οι οποίες συρρίκνωσαν δραματικά τονΕλληνισμό που ζούσε στην πόλη-έδρα του Οικουμενικού ΠατριαρχείουΚωνσταντινουπόλεως, ενός θρησκευτικού θεσμού που αριθμείδεκαεπτά ολόκληρους αιώνες!

Το 1974 πραγματοποιήθηκε η ανενόχλητη τουρκική εισβολή στηνΚυπριακή Δημοκρατία με βάση την στρατηγική της Βρετανίας («διαίρεικαι βασίλευε»), την υποστήριξη Αμερικανών, Γερμανών, Εβραίων αλλά και τηνσιωπηλή ανοχή ολόκληρης της Δύσης.

Το πολιτικό σύστημα της Τουρκικής Δημοκρατίας λειτουργούσε «ρολόι»για ολόκληρες δεκαετίες μέσα στους σταθερούς άξονες που χάραξαν οιΝεότουρκοι υπό το άγρυπνο βλέμμα των στρατιωτικών και με δεξί χέριγια όλες τις «βρόμικες» δουλειές –από πογκρόμ και δολοφονίες μέχρι ναρκωτικά– το περιβόητο «Βαθύ Κράτος» της Τουρκίας.

Όλα αυτά μέχρι που εμφανίστηκαν στον ορίζοντα οι τούρκοι ισλαμιστέςστα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Ένα από τα μέλη των ισλαμιστών, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, διετέλεσε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης (1994-1998) – μία από τις «δράσεις» του ήταν ο πολυήμερος αποκλεισμός του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως με αίτημα την έξωσή του, 17ολόκληρους αιώνες μετά την ίδρυση του στην ιστορική του έδρα!

Ο Νετσμετίν Ερμπακάν, ηγέτης του ισλαμικού κόμματος, κατάφερε το1996, να εξασφαλίσει πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα και ο ίδιος να γίνει πρωθυπουργός της Τουρκίας για έναν χρόνο (28/6/1996 - 30/6/1997).

Το στρατιωτικό κατεστημένο διαισθάνθηκε τον διαγραφόμενο κίνδυνο και έσπευσε να τον απομακρύνει από την εξουσία χρησιμοποιώντας«άλλα μέσα», όπως το Συνταγματικό δικαστήριο που κήρυξε το κόμματων ισλαμιστών παράνομο και οδήγησε τον ίδιο σε παραίτηση.

Την πενταετία που ακολούθησε, το στρατιωτικό καθεστώς επιστράτευσε δύο πεπειραμένους εκφραστές του: Τον Μεσούτ Γιλμάζ από 30/6/1997έως 11/1/1999 και, όταν δυσκόλεψαν τα πράγματα, τον υπέργηρο «ήρωα» της εισβολής στην Κύπρο ΜπουλέντΕτσεβίτ, από 11/1/1999έως 11 Νοεμβρίου 2002. Η δυναμική όμως των ισλαμιστών είχε ήδη μετατραπεί σε λαϊκό κύμα που τους επανάφερε στην εξουσία στις 18Νοεμβρίου 2002, με το φιλο-ισλαμικό κόμμα «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» (AdaletveKalkınmaPartisi, AKPARTİ) .

Με ολοένα και στενότερα περιθώρια ελιγμών το στρατιωτικό κατεστημένο προσπαθούσε να εμποδίσει τον ΡετζέπΤαγίπΕρντογάν να αναλάβει την εξουσία, έτσι ο πρωθυπουργός που διαδέχτηκε τονΜπουλέντ Ετσεβίτ στις 18 Νοεμβρίου 2002 ήταν ένας πιο«μετριοπαθής» ισλαμιστής, ο ΑμπτουλάχΓκιουλ. Για λίγους όμως μήνες. Η δύναμη των ισλαμιστών στα λαϊκά στρώματα δεν άφηνε περιθώρια για μια συνηθισμένη «επέμβαση» των στρατιωτικών, όπως και κατά το π αρελθόν.

Έτσι, στις 14 Μαρτίου 2003 ο ΡετζέπΤαγίπΕρντογάν ανέλαβε πρωθυπουργός της Τουρκίας μεθοδεύονταςυπομονετικά την εξασφάλιση πλήρους ελέγχου και κυριαρχίας, κάτι πουξεκίνησε τον Αύγουστο του 2007 με την εκλογή του ΑμπτουλάχΓκιουλστη θέση του 11ου Πρόεδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας και τηνέναρξη της έρευνας για τη συνωμοσία Εργκενεκόν που αποσκοπούσεστην ανατροπή της κυβέρνησης των ισλαμιστών με στρατιωτικόπραξικόπημα.

Οι Τούρκοι ισλαμιστές τα πρώτα χρόνια επένδυσαν σε ένα σύγχρονοκαι πολιτισμένο προσωπείο της Τουρκικής Δημοκρατίας απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ευρώπη, στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες(ιδιαίτερα του Καυκάσου), τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, μεμία εξαίρεση: Την Κυπριακή Δημοκρατία.

Ήταν το μόνο σημείο στο οποίο οι ισλαμιστές συμφωνούσαν πλήρως μετο στρατιωτικό κατεστημένο και τους εκφραστές του – η πρώτη από τις πολλές «αποδείξεις» που ακολούθησαν, ότι οι κυρίαρχες ιδέες τουΠαντουρκισμού ήταν κοινές με το παλιό καθεστώς αλλά και το ΒαθύΚράτος της Τουρκίας. Η διαφορά τους ήταν στους τρόπους με τους οποίους θα το πετύχουν, κάτι που χρειάστηκε μια ολόκληρη δεκαετία γιανα αποδειχτεί!

Για να «οικοδομηθεί» το νέο προσωπείο της Τουρκικής Δημοκρατίας οιισλαμιστές έκαναν στην αρχή αλλαγές που ήταν αδιανόητες γιαπερισσότερο από μισό αιώνα: Φιλελευθεροποιήθηκε η τουρκικήοικονομία, βελτιώθηκε σημαντικά ο τομέας της ατομικής, κοινωνικής καιθρησκευτικής ελευθερίας, υιοθετήθηκε η μετωπική σύγκρουση με τοστρατιωτικό κατεστημένο και το Βαθύ Κράτος (το οποίο αργότερα«οικειοποιήθηκε» πλήρως η ισλαμική εξουσία), εφαρμόστηκε ηεκκαθάριση των «Ντονμέδων», δηλαδή των εξισλαμισμένων Εβραίωναπό τον τουρκικό στρατό και το κόμμα των ισλαμιστών, διαφημίστηκεσε όλους τους τόνους η πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» με όλουςτους γείτονες – με την εξαίρεση (πάντα) της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Όλα αυτά είχαν μεγάλη απήχηση και έτυχαν μεγάλης υποστήριξης απότο τουρκικό εκλογικό σώμα και την τουρκική κοινωνία, παρά τις επαναλαμβανόμενες προειδοποιήσεις πολλών πολιτικών αναλυτώνμέσα και έξω από την Τουρκία, πως οι ισλαμιστές του ΡετζέπΤαγίπΕρντογάν είχαν «κρυφή ατζέντα».

Σταδιακά, η «κρυφή ατζέντα» των ισλαμιστών άρχισε να αποκαλύπτεταιστο μεν εσωτερικό με τον απόλυτο έλεγχο του στρατού, των δυνάμεωνασφαλείας, της δικαιοσύνης, τον περιορισμό των ατομικών ελευθεριώνκαι την σταδιακή φίμωση του τύπου, στο δε εξωτερικό μέσα από τηναπροκάλυπτη διεκδίκηση μιας επεκτατικής «επιρροής», η οποία θαξεκινάει από τις παρυφές της Κεντρικής Ευρώπης και τα Βαλκάνια, θασυνεχίζεται στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, τη Διώρυγατου Σουέζ και θα φθάνει μέχρι τον Ινδικό ωκεανό με το «δόλωμα» της κοινής θρησκείας, σαν μέσο ελέγχου των μουσουλμανικών πληθυσμών.

Όλα αυτά με την γνωστή «οθωμανική πρακτική» του απροκάλυπτουεπεκτατισμού και της επιβολής με το ζόρι (απειλή ή χρήση βίας) σεπλήρη αντίθεση με τις αρχικές διαβεβαιώσεις περί «μηδενικώνπροβλημάτων», κατά το πρότυπο των πρώτων Νεότουρκων πουμοίραζαν υποσχέσεις «ισότητας» και «δικαιοσύνης» πριν από τις γενοκτονίες με τις οργανωμένες σφαγές άμαχων πληθυσμών.

Η στρατηγική όμως της νέο-οθωμανικής και παν-ισλαμικήςμεγαλομανίας πέρα από τα σύνορα της Τουρκίας, επέβαλε και τηδιάρρηξη μιας εκ των δύο «σταθερών» που ακολούθησε η ΤουρκικήΔημοκρατία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: Την έντονη και δημόσιααντιπαράθεση με το κράτος του Ισραήλ προκειμένου να διευκολυνθεί ηεπικοινωνιακή «διείσδυση» και η νέο-οθωμανική επιρροή στον αραβικόκαι μουσουλμανικό κόσμο σε Μέση Ανατολή, Ασία και Αφρική. Η αλλαγήστρατηγικής στον τομέα αυτό εγκαινιάστηκε το 2009 στο Νταβός της Ελβετίας, με την πρωτοφανή επίθεση του Ρ. Τ. Ερντογάν στονΙσραηλινό Πρόεδρο Σιμόν Περές.

Η νέα όμως τουρκική στρατηγική, κλόνισε επικίνδυνα όλες τις σταθερέςισορροπίες της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκικής Δημοκρατίαςδημιουργώντας νέα δεδομένα.

Όταν μάλιστα η Κυπριακή Δημοκρατία συμφώνησε με το Ισραήλ τηνσυνεκμετάλλευση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης που βρίσκεταιμεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, με την τεχνική υποστήριξη μεγάληςαμερικανικής εταιρίας, οι ισορροπίες ανατράπηκαν εντελώς καιδιαμορφώθηκε ένα νέο σκηνικό που έβαλε μεγάλα αδιέξοδα στην «νεο-οθωμανική κυριαρχία» που αποτελεί τον άμεσο στόχο των ισλαμιστών.

Σταδιακά, η εικόνα της «περιφερειακής υπερδύναμης» που χτίστηκεμεθοδικά για ολόκληρες δεκαετίες άρχισε να κατεδαφίζεται με ραγδαίουςρυθμούς, από τα πολλά και σοβαρά μέτωπα (και σφάλματα) που έγιναν,προκειμένου οι ισλαμιστές να πετύχουν το όνειρο της «νεο-οθωμανικήςκυριαρχίας» τους.

Η ραγδαία απομυθοποίηση της «σαρωτικής δύναμης» της Τουρκίας(βασικό, συστατικό στοιχείο της νεο-οθωμανικής κυριαρχίας) συντελείται

• με τη διάλυση του τουρκικού στρατού από τις συνεχείς διώξεις–ιδίως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου2016– και τις διαδοχικές τρομοκρατικές ενέργειες μέσα στηνΤουρκία με υψηλό φόρο αίματος,

• την επιμονή σε ρητορική «μεγάλης δύναμης» που δεν έχειπλέον αντίκρισμα,

• την απουσία της καταλυτικής δύναμης που αντλούσε η Τουρκίααπό την υποστήριξη των Αμερικανών, των Βρετανών και τουΙσραήλ,

• την ολοένα και μεγαλύτερη απομόνωση από τη Δύση χάριν μιαςαμφίβολης «επιρροής» σε Ανατολή, Ασία και Αφρική,

• την μεγαλομανία που δεν γνωρίζει όρια ούτε όμως έχει και καμιάεπαφή με την πραγματικότητα,

• την κατάρριψη ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους (24Νοεμβρίου 2015) και την εσπευσμένη αναδίπλωση και«προσέγγιση» με τη Ρωσία αλλά με εξαιρετικά υψηλό «τίμημα»,

• τις εισβολές στον βάλτο της Συρίας και στο Ιράκ μετά από πολυετή «συνεργασία» με το Ισλαμικό Κράτος,

• τον εμφύλιο πόλεμο με τους Κούρδους, τους Αλεβίδες και κάθε Τούρκο που δεν υποκλίνεται στην ισλαμική εξουσία,

• την επιμονή συγκέντρωσης εξωφρενικών εξουσιών στα χέρια του φαύλου «Προέδρου» Ρ. Τ. Ερντογάν με την υποστήριξη των πιο ακραίων εξτρεμιστών του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος(MilliyetçiHareketPartisi, MHP) της Τουρκίας και τέλος,

• την Τουρκική απόπειρα επιβολής τετελεσμένων στην Λιβύη καιτην Ανατολική Μεσόγειο με την «συμφωνία» ενός μηεκλεγμένου αλλά διορισμένου από τον ΟΗΕ «Προέδρου» οοποίος επιφορτίστηκε εντελώς διαφορετικές αρμοδιότητες,

συνθέτουν ένα μόνο τμήμα του πολύπλοκου σκηνικού που επικρατεί στην Τουρκία στην αρχή της δεύτερης δεκαετίας του εικοστού πρώτουαιώνα.

Η απροκάλυπτα επιθετική και επεκτατική ρητορική της τουρκικής ισλαμικής εξουσίας, η θρασεία ανάμειξη της σε Βαλκάνια, Αφρική, Ασία,Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή, η ρήξη της με τις αραβικέςχώρες που έχυσαν το αίμα τους για να ανατρέψουν την υπό τουρκική καθοδήγηση «Αραβική Άνοιξη», οδηγούν την Τουρκία του 2020 σε ένααβέβαιο και πολύ επικίνδυνο μέλλον.

Ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταγράψει την συνέχεια και το αιματηρότέλος της ισλαμικής εξουσίας στην Τουρκία, καθώς και τα αποτελέσματα της πολιτικής που ασκήθηκε από αυτήν - έξω και πέρα από κάθε έννοια σεβασμού της διεθνούς έννομης τάξης και των στοιχειωδών υποχρεώσεων ενός κανονικού κράτους μέσα στο διεθνές γίγνεσθαι.

 

Υστερόγραφο: Το παραπάνω κείμενο αποτελεί μέρος του προλόγου της 5ης έκδοσης (έτος 2020) του διαχρονικού βιβλίου «Το Θαύμα – Μια πραγματική ιστορία» το οποίο είναι διαθέσιμο εντελώς δωρεάν τόσο στην 5η Ελληνική έκδοση (2020) όσο και στην 3η Αγγλική έκδοση (2019) από την Βιβλιοθήκη του International Hellenic Association. Η δωρεάν ηλεκτρονική έκδοση του 2020 περιλαμβάνει επικαιροποιημένη βιβλιογραφία εκατοντάδων πηγών σε Ελληνικά, Αγγλικά, Γαλλικά και Τουρκικά βιβλία.

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου