Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΠΡΟΣ ΦΙΛΟΥΣ ΠΟΥ ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΕΙΡΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΝΟΥΣΙΜΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΑΣ


του Άντη Ροδίτη 

Είχαμε την ευλογία προ 150 ετών να αλλάξουμε αφεντικό στο νησί μας και να βρεθούμε υπό τον έλεγχο των Άγγλων. Τα στρατηγικά συμφέροντα της εποχής μάς τους έφεραν. Τα πρώτα χρόνια λειτουργήσαμε όμορφα και δημοκρατικά και σε συνεργασία με τους Τουρκοκύπριους που ένιωσαν να φεύγει η γη κάτω από τα πόδια τους με την εγκατάλειψή τους από την μητέρα πατρίδα τους. Εμείς ως η πιο ισχυρή πληθυσμιακά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά κοινότητα είχαμε το πάνω χέρι σε όλα. Δεν μας αρκούσε όμως αυτό. Θέλαμε Ένωση και μόνο Ένωση. Αυτό ήταν κόκκινο πανί τόσο για τους Άγγλους αποικιοκράτες όσο και για τους Τουρκοκυπρίους που ένιωθαν πως έτσι θα βρίσκονταν κάτω από τον καταλυτικό έλεγχο της ισχυρής κοινότητας αντί κάτω από κάποιον σχετικά ουδέτερο τρίτο. Και παρόλο που ο απλός λαός ζούσε ήσυχα και σε συνεργασία (μάλιστα εκλέγοντας και ανάμειχτα δημοτικά συμβούλια και ακόμη και Τουρκοκύπριο Δήμαρχο στη Λευκωσία αρχές του περασμένου αιώνα και με ελληνοκυπριακές ψήφους) οι ΕΛΙΤ των δυο πλευρών άρχισαν σιγά-σιγά να ξεσηκώνονται για τα δικά τους ΘΕΛΩ και ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ που σταδιακά εξελίχθηκαν στην αντιπαράθεση των δεκαετιών ’50, ’60 και ’70 που κατέληξαν στην τουρκοποίηση,
τον εκτοπισμό, την καταστροφή και τον σκοτωμό. Θεωρητικά εμείς, ως η μεγάλη πλειοψηφία, είχαμε το δικαίωμα να θέλουμε την Ένωση, όμως αγνοήσαμε και δεν σεβαστήκαμε την ύπαρξη και τις ανησυχίες της μειοψηφίας, οδηγώντας τα πράγματα από το κακό στο χειρότερο. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος μάς είχε προειδοποιήσει από το 1931 να σοβαρευτούμε και πως σταδιακά θα φτάναμε στην καλύτερη δυνατή αυτοκυβέρνηση ή και στην Ένωση, όχι όμως με αντιπαράθεση και ένοπλες εξεγέρσεις. Η Εκκλησία της Κύπρου, εξασθενημένη από την στάση των Άγγλων που δεν την ήθελαν να έχει πολιτικό ρόλο αλλά μόνο πνευματικό (εν αντιθέσει με την Οθωμανική Περίοδο που έπαιζε τον ρόλο του μεσάζοντα μεταξύ εξουσίας και λαού, με πολλά συνεπαγόμενα οικονομικά και άλλα οφέλη) άρχισε να ξεσηκώνει τον λαό για Ένωση και Μόνο Ένωση. Οι νουθεσίες Βενιζέλου (του μόνου Έλληνα πολιτικού με διορατικότητα και εκτίμηση διεθνώς) αγνοήθηκαν και (με παρένθεση την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου) προχωρήσαμε στα αντάρτικα που εκ των πραγμάτων οδήγησαν και σε άδικες δολοφονίες απλών ανθρώπων, σε προσφυγοποιήσεις ολόκληρων γειτονιών που δεν ένιωθαν ασφαλείς (το 58, το 63-64 και καταληκτικά με το πραξικόπημα και την εισβολή του 74 στην ολοκληρωτική καταστροφή, τον εκτοπισμό και διάλυση της ειρηνικής συνύπαρξης του νησιού μας). Κι ενώ υπήρξαν περιπτώσεις κατά διαστήματα που θα βελτίωναν τα πράγματα, εμείς (Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι) βλέπαμε μόνο τα εγωϊστικά μας ΘΕΛΩ και τα μικρο-συμφέροντά μας και διαλύσαμε τα πάντα. Ευκαιρίες ομαλοποίησης είχαμε πάρα πολλές διαχρονικά, μέσα από τις οποίες θα είχαμε ειρήνη, συνεργασία, πρόοδο και ευημερία, και ταυτόχρονα θα ελέγχαμε λίγο-πολύ την ζωή του νησιού, από κοινού με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας αλλά με ξεκάθαρο πάνω χέρι ημών. Αρχές μάλιστα του 20ού αιώνα είχαμε την ευκαιρία να προσηλυτίζαμε μεγάλο μέρος των Τουρκοκυπρίων, που λόγω Αγγλοκρατίας πλέον, ήθελαν να επανέλθουν στην χριστιανική θρησκεία, αλλά ο εγωϊσμός μας δεν το επέτρεψε… Κάτι ανάλογο το 56 με τις προτάσεις αυτοκυβέρνησης που οι Άγγλοι τότε ακόμη μιλούσαν μόνο με τον Μακάριο για το είδος της λύσης, αλλά όπως συνήθως θέλαμε το κάτι παραπάνω και καταλήξαμε στη Ζυρίχη. Κι επειδή αυτή δεν μας άρεσε παρόλο που επιφανειακά την χαιρετίσαμε με το ΝΕΝΙΚΗΚΑΜΕΝ, αρχίσαμε από την πρώτη στιγμή να δραστηριοποιούμαστε (και οι δυο Κοινότητες) με παράνομο οπλισμό και τελικά (με τις ευλογίες Μακαρίου-Γιωρκάτζη και Κιουτσιούκ-Ντενκτάς) τινάξαμε τα πάντα στον αέρα, με αποκορύφωμα το πραξικόπημα που έφερε την εισβολή. Οι όποιες προσπάθειες νούσιμης αντιμετώπισης των διαφόρων καταστάσεων σταματούσαν στις ετσιθελικές κινήσεις των φανατικών των δυο πλευρών, τους οποίους οδηγούσαν ή ακολουθούσαν οι επίσημοι ηγέτες!!! Κάθε νούσιμη πρωτοβουλία επανένωσης διαπομπευόταν ως προδοτική. Το τραγικότερο όλων είναι πως τριάντα χρόνια μετά (δηλ το 2004), όταν επιτέλους φάνηκε πως ωριμάσαμε ως λαός και με την νούσιμη πολιτική μας καταφέραμε να μπούμε στην ΕΕ ως ενωμένο νησί (μακριά από εθνικισμούς και φανατισμούς με παραμερισμό Ντενκτάς) προτιμήσαμε και πάλι τα μικρο-συμφέροντα και τα εγωϊστικά μας ΘΕΛΩ και ρίξαμε στον κάλαθο των αχρήστων την προοπτική του νησιού μας να ζήσει ειρηνικά σε συνεργασία στο ευρωπαϊκό περιβάλλον που θα διασφάλιζε μια νούσιμη συνέχεια. Οι πρωτεργάτες της καταστροφικής πορείας του ’60 (Τάσσος και Ντεντκάς) έκαναν εκκλήσεις στον λαό να πει ΟΧΙ. Τα δάκρυα του Τάσσου ικανοποίησαν τον εθνικισμό μας και τα ρίξαμε όλα, για μια ακόμη φορά, στον κάλαθο των αχρήστων. Και τότε η βόρεια κατεχόμενη γη μας ήταν σχεδόν όπως την είχαμε αφήσει τριάντα χρόνια πριν. Όμως προτιμήσαμε τον ευσεβοποθησμό και την διαιώνιση της κατοχής. Δεν είχαμε το κουράγιο και την πίστη να δοκιμάσουμε να ενώσουμε δυνάμεις, αφού παρασυρθήκαμε από τους ακραίους της κάθε πλευράς πως θα ήταν αδύνατη η ομαλή και όμορφη συνεργασία μας. Ούτε ευρωπαϊκό κεκτημένο, ούτε διεθνείς συνθήκες μάς ηρεμούσαν για να προχωρήσουμε μπροστά νούσιμα και με αισιοδοξία, αξιοποιώντας και την δεδομένη στιγμή την θετική στάση της Τουρκίας που ήθελε να δείξει ευρωπαϊκό πρόσωπο και να ανοίξει διάπλατα τον δρόμο της προς την Ευρώπη. Δεν καταλάβαμε τίποτε. Και μείναμε στο μηδέν. Κι ακόμη και πρόσφατα συνεχίσαμε το ίδιο βιολί. Στο Μον Πελεράν και στο Κραν Μοντανά πετύχαμε να έχουμε μιαν αξιοπρεπή συμφωνία, με την στήριξη και του νέου ΓΓ των ΗΕ που φάνηκε ξεχωριστά νούσιμος και προοδευτικός, αλλά φοβηθήκαμε και πάλι την αντίδραση των εθνικιστών που τα ήθελαν όλα δικά τους ή των συμφεροντολόγων που δεν ήθελαν να χάσουν τα κοτσιανιάσματα που τους έφερε η διχοτόμηση..."




1 σχόλιο:

  1. Τα θερμά μου συγχαρητήρια για το "εκ βαθέων" νούσιμο άρθρο σας. Το μόνο που έχω να προσθέσω σαν ελλαδίτης είναι ότι και ο Πλαστήρας κράτησε για το κυπριακό ανάλογη στάση με αυτή του Βενιζέλου. Και ο νοών νοείτω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή