Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Εκνευρίστε τις εξουσίες, αρχίστε να σκέπτεστε




(Ψηφιακός Μεσαίωνας ή Άμεση Δημοκρατία;)

Γράφει ο Κώστας Λάμπος



 Αφιερώνεται στον εγγονό μου Θησέα-Επίκουρο  

«Μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος»

Πρωταγόρας



Είναι στη φύση του κεφαλαίου, κατά «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό’, να κανιβαλίζει και να βαμπιρίζει. Αυτή η ιδιότητα του μεγάλου κεφαλαίου να τρώει το μικρό είναι γνωστή από την εποχή του πρώιμου καπιταλισμού και καταγράφτηκε ως δόγμα ‘lese faire laissez passer’ και επί το λαϊκότερον ως ‘ελεύθερος ανταγωνισμός’. Ελεύθερος ανταγωνισμός όμως μεταξύ άνισων μεγεθών κεφαλαίων και υπό διαφορετικές, ευνοϊκές για το μεγάλο και δυσμενείς για το μικρό κεφάλαιο, συνθήκες δεν υπήρξε ποτέ, δεν μπορεί και δεν θα υπάρξει ποτέ και στο μέλλον, πράγμα που οδηγεί στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα ολιγοπωλιακής παραγωγής και ακραίας ανισοκατανομής του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου και αποκαλύπτει ότι το δόγμα περί ‘ελεύθερου ανταγωνισμού’ δεν είναι παρά μια ταξική ιδεολογία που εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Αυτή η πραγματικότητα έγινε, ακόμα και από την εποχή του λεγόμενου ‘πρώιμου καπιταλισμού’, κατανοητή από το μικρό κεφάλαιο, το οποίο ως πολιτικά αριθμητικά υπέρτερο διεκδίκησε και κατάφερε, συμμαχώντας με τα πλατιά λαϊκά στρώματα των αγροτών και των εργατών, να ανατρέψει το παλιό πολιτικό σύστημα της μοναρχίας και να επιβάλλει το σύστημα της λεγόμενης ‘αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας’ με την ψευδαίσθηση ότι με την υποτιθέμενη ‘λαϊκή κυριαρχία’ θα περιόριζε την αυθαιρεσία του μεγάλου κεφαλαίου και δια της κρατικής εξουσίας θα εξασφάλιζε όρους λειτουργίας της οικονομίας που θα προστάτευε το μικρό κεφάλαιο αφήνοντάς του περιθώρια επιβίωσης, ‘περάσματος’ που θα του επέτρεπαν να γίνει από θύμα θύτης, δηλαδή μεγάλο κεφάλαιο.

Αυτές οι ψευδαισθήσεις κατέρρευσαν πολύ γρήγορα, όταν μέσα σε μερικές δεκαετίες το μεγάλο κεφάλαιο μετεξελίχθηκε σε μονοπωλιακό κεφάλαιο, το οποίο με τη σειρά του και σχετικά γρήγορα συσπειρώθηκε, γκρεμίζοντας, με εργαλεία του τους παγκόσμιας εμβέλειας θεσμούς όπως ο ΟΗΕ, ο ΟΠΕ, το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΝΑΤΟ, οι 1000 αμερικανικές βάσεις στον πλανήτη, οι λογής-λογής μυστικές υπηρεσίες, στοές και λέσχες, οι προδοτικές τοπικές ελίτ, κ.λπ., κ.λπ., κάθε έννοια προστατευτικών εμποδίων, νόμων, συνόρων, εθνικής, πολιτικής, πολιτιστικής και πολιτισμικής υπόστασης και κυριαρχίας, στην οντότητα του νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, που ως αμερικανισμός αντιμετωπίζει εχθρικά και ως ‘δυνάμεις του κακού’ όχι μόνο την Ρωσία, και την Κίνα, αλλά ακόμα και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η νευρικότητα του αμερικανισμού[1] οφείλεται στο γεγονός ότι πίστεψε πως αρκούσε από μόνη της η κατάρρευση του κρατικού καπιταλισμού ‘σοβιετικού τύπου’ για να επιβάλλει την παγκόσμια ηγεμονία του και όταν ξύπνησε από την ψευδαίσθηση του νεοφιλελεύθερου θριάμβου του, βρήκε μπροστά του τον κρατικό μανιακό καπιταλισμό νεοτσαρικού και νεοκινεζικού τύπου που τον αμφισβητούν ως παγκόσμιο ηγεμόνα. Αυτή η πραγματικότητα ανάγκασε τον αμερικανισμό να μετεξελιχθεί σε Trumpισμό που σημαίνει αποχώρηση των ΕΠΑ από κάθε διεθνή συμφωνία που τις δεσμεύει και επιλογή μοναχικής πορείας των ΕΠΑ προς την παγκόσμια ηγεμονία εναντίον όλων.

Αυτές οι εξελίξεις αποκάλυψαν επίσης ότι κάθε εθνική ή ‘συμμαχική’ οντότητα μεγάλου κεφαλαίου, πέρα από τα ανταγωνιστικά μεγάλα κεφάλαια με τα οποία βρίσκεται σε αλληλοεξοντωτικό ανταγωνισμό, είναι αναγκασμένη να απαλλοτριώσει, να απορροφήσει και στην ανάγκη να καταστρέψει το μικρό και μικρομεσαίο κεφάλαιο, που, ταμπουρωμένο πίσω από αστικοδημοκρατικούς θεσμούς και ιδεολογίες περί ‘ελεύθερου ανταγωνισμού’, στέκεται εμπόδιο στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Αυτή η διαδικασία εξολόθρευσης του πολιτικά αφελούς, ανυπεράσπιστου και προδομένου από τα παραδοσιακά συντηρητικά, σοσιαλδημοκρατικά και συστημικά ‘αριστερά’ κόμματα, μικρού κεφαλαίου το οδηγεί απέναντι στην παγκοσμιοποιητική πολιτική του μεγάλου κεφαλαίου σε μια απότομη ακροδεξιά στροφή που καταγράφεται ως μια ραγδαία επανεμφάνιση νεοφασιστικών και νεοναζιστικών μορφωμάτων που πλημυρίζουν το ένα μετά το άλλο τα δυτικά αστικά κοινοβούλια και σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα λίγες, αλλά προοπτικά είναι πολύ πιθανό, αν οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού δεν ακυρώσουν ριζικά το καπιταλιστικό υπόδειγμα, να αναρριχηθούν σε πολλές αν όχι σε όλες τις κυβερνήσεις των δυτικών χωρών με κατάληξη την Νέα Φασιστική Τάξη Πραγμάτων των ‘από πάνω’ απαλλοτριωτών με την αφελή συγκατάθεση και την βοήθεια των ‘από κάτω’, των απαλλοτριωμένων.

Οι ‘πορτοκαλί επαναστάσεις’ λ. χ., με τα δολάρια της CIA, που τις δυό-τρεις τελευταίες δεκαετίες μετακίνησαν δια πυρός και σιδήρου τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης από το σοβιετικό μπλοκ και την ρωσική επιρροή προς την αντιρωσική στρατηγική ανασυγκρότησης του κεφαλαίου υπό την ηγεμονία του αμερικανισμού, καθώς επίσης και η λεγόμενη ‘αραβική άνοιξη’ που αναδιάταξε τις σχέσεις ισχύος και εξάρτησης των χωρών της αραβικής χερσονήσου και της βόρειας Αφρικής υπέρ της ηγεμονικής στρατηγικής του αμερικανισμού, κατάφεραν να εμποδίσουν τους λαούς αυτών των χωρών να κάνουν ένα βήμα μπροστά από τον ψευδώνυμο ‘υπαρκτό σοσιαλισμό’ προς τον ουμανισμό της άμεσης δημοκρατίας και μ’ αυτό κατάφεραν να πισωγυρίσουν την ιστορία. Στο μεταξύ η καπιταλιστική παρακμή, η οικονομική κρίση και η κοινωνική αποσύνθεση επιτρέπει σε αμφιλεγόμενες και σκοτεινές προσωπικότητες και σε αόρατες πολιτικές δυνάμεις να καβαλήσουν ένα κύμα απροσδιόριστου ευρωσκεπτισμού που προσανατολίζεται εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι εναντίον του καπιταλισμού, με τελικό στόχο την επιστροφή στον ζόφο του 19ου και στον 20ου αιώνα, την στιγμή που το ζητούμενο είναι οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού να εισβάλλουν δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο και να οδηγήσουν την ΕΕ πέρα και έξω από τον καπιταλισμό, ενάντια σε κάθε ηγεμονισμό και συνεπώς σε έναν καλύτερο, δημοκρατικότερο και ειρηνικό κόσμο.

Με αυτές τις εμπειρίες οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού των χωρών της Ευρώπης άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι αυτές οι εξελίξεις θα πισωγυρίσουν και την δική τους ιστορία και γι αυτό προσπάθησαν να αντιδράσουν με τα αυθόρμητα κινήματα των χωρών της Νότιας Ευρώπης τα οποία έδωσαν στις πλατείες την έννοια του αρχαιοελληνικού δημόσιου χώρου και ξαναζωντάνεψαν τον δημόσιο διάλογο συντονιζόμενοι με την μακραίωνη διαχρονική στρατηγική τους για κοινωνική ισότητα και άμεση δημοκρατία. Δυστυχώς όμως το σύστημα κατάφερε με κατασκευασμένους ‘ηγέτες του κομματικού σωλήνα’ και των μυστικών υπηρεσιών και με κάποιες ‘πρόθυμες αριστερές πρωτοπορίες’ να ξαναγυρίσει τον κόσμο στους καναπέδες για να υποστούν οι εργαζόμενοι μια σκληρή μακρόχρονη λιτότητα και να υποκύψουν στην ισοπεδωτική απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων αυξάνοντας την ανεργία, διπλασιάζοντας τον χρόνο ημερήσιας εργασίας των επισφαλώς εργαζόμενων και μειώνοντας δραστικά την αμοιβή της εργασίας και το ισχνό κοινωνικό κράτος. Κι όλα αυτά την στιγμή που οι σύγχρονες επιστήμες και τεχνολογίες μπορούν να εξαλείψουν οριστικά την φτώχεια από τον πλανήτη και να εξασφαλίσουν καθολική ευημερία, πραγματική δημοκρατία, κοινωνική ισότητα και οικουμενική ειρήνη με μια-δυό ώρες δημιουργική ατομική εργασία την ημέρα, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι οι επιστήμες και η τεχνολογία θα περάσουν στον έλεγχο των αυτενεργών δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού και συνεπώς θα πάψουν να είναι εργαλεία υποδούλωσης της ανθρωπότητας στο κεφάλαιο.

Πολλοί οπαδοί, αγράμματοι ή επαγγελματίες πολιτικοί θεράποντες της συντηρητικής ιδεολογίας και της ‘δεξιάς πολιτικής’, αποδίδουν αυτή την αδυναμία των δυνάμεων της άμεσης δημοκρατίας[2] στο υποτιθέμενο γεγονός ότι αυτές συμπεριφέρονται ως ‘όχλος’, ο οποίος ‘από την φύση του’, τάχα, αδυνατεί να αυτοκυβερνηθεί και συνεπώς η ‘μοίρα του’ είναι να τον εξουσιάζουν βασιλείς, σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία, ‘ηγέτες’, μεσσίες, αρχηγοί κομμάτων, λομπίστες, διάφορες διαπλεκόμενες συμμορίες και παγκόσμιοι ηγεμόνες. Αλλά και οι λεγόμενοι προοδευτικοί, δημοκράτες, ‘αριστεροί’, σοσιαλδημοκράτες, ‘κομμουνιστές’ μέχρι και κάποιοι αναρχικοί αντιμετωπίζουν τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού ως ‘μάζες’ που δεν έχουν τάχα δική τους κοινωνική συνείδηση αντίστοιχη του κοινωνικού τους Είναι και γι αυτό οφείλουν να ακολουθούν ‘φωτισμένους ηγέτες’ και ‘αριστερές’, ‘επαναστατικές πρωτοπορίες’, με αποτέλεσμα αντί να απελευθερώνονται να αλλάζουν απλώς αφεντικά. Την ίδια περίπου αντίληψη για τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού έχει και η συστημική ‘πνευματική ηγεσία’, η αστική ιντελιγκέντσια που με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο σιτίζεται στο πρυτανείο της εξουσίας, η οποία αρνείται να ξεκολλήσει από τον Πλάτωνα που δίδασκε ότι η τυραννία είναι προτιμότερη από την δημοκρατία γιατί στην δημοκρατία τάχα καταλήγουν να κυβερνούν οι δημαγωγοί και αν οι ευγενείς, οι άρχοντες και οι ‘φιλόσοφοι’ θέλουν να μην τους κυβερνάνε χειρότεροί τους, τότε είναι υποχρεωμένοι να κυβερνούν, δηλαδή, να εξουσιάζουν τις κοινωνίες αυτοί οι ίδιοι. Βέβαια ούτε και ο Πλάτωνας δεν όρισε την δημοκρατία με όρους Δήμου, δηλαδή κοινωνίας και γι αυτό δεν κατάφερε, προφανώς γιατί ήταν αντίθετο με τα προσωπικά και τα ταξικά του συμφέροντα, ούτε στην Ιδανική Πολιτεία του να φανταστεί μια κοινωνία χωρίς αφεντικά και δούλους. Η μακρόχρονη, αργόσυρτη και βασανιστική διαδρομή της ανθρωπότητας διαψεύδει καθημερινά τους ιδεολόγους της ανισότητας και τους προφήτες του καπιταλισμού γιατί αποκαλύπτει ότι ‘τα πάντα ρει και ουδέν μένει ως έχει’, ότι ο κόσμος εξελίσσεται και αλλάζει ασταμάτητα, πράγμα που καταγράφεται ως διαρκής προσέγγιση, στη διάσταση του ιστορικού χρόνου βέβαια, του διαχρονικού στρατηγικού στόχου των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού που δεν είναι άλλος από την κατάκτηση της κοινωνικής ισότητας, κατάκτηση που προϋποθέτει την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και της απάνθρωπης ανισοκατανομής του κοινωνικού πλούτου. Η ιστορία διδάσκει επίσης ότι, όπως καμιά δύναμη και καμιά εξουσία δεν κατάφερε να σταματήσει την πρόοδο της ανθρωπότητας και να διαιωνίσει την βαρβαρότητά της, έτσι και ο παρακμασμένος πια καπιταλισμός δεν είναι και δεν μπορεί να γίνει η μοίρα της.

Η σημερινή παρακμιακή πραγματικότητα, ως αντικειμενική αδυναμία του καπιταλισμού να ανταποκριθεί στις ζωτικές ανάγκες της ανθρωπότητας, η πραγματικότητα των αρχών του 21ου αιώνα, όπως αυτή ορίζεται τόσο από τις δυνατότητες της σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας όσο και από τις σύγχρονες ανάγκες του πλανήτη, των τοπικών κοινωνιών και της ανθρωπότητας δεν μπορεί να κρυφτεί κάτω από το χαλί, γιατί, τόσο ως ιστορική εμπειρία και συλλογική μνήμη, όσο και ως επιστημονικά έγκυρη και κοινωνικά χρήσιμη γνώση, διαμορφώνεται σταδιακά σε σύγχρονη οικουμενική ουμανιστική συνείδηση των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού και ολοκληρώνεται ως διαχρονική στρατηγική της κοινωνικής ισότητας. Στους κόλπους αυτής της ιστορικής διεργασίας οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού κατανοούν όλο και περισσότερο ότι η κοινωνική απελευθέρωσή τους προϋποθέτει πρώτα-πρώτα την απελευθέρωσή τους από την άγνοια των όρων συγκρότησης και κίνησης των κοινωνιών και της ιστορίας που τους επιβάλλουν οι σκοταδιστικοί μύθοι και η καπιταλιστική ιδεολογία και αποκρυσταλλώνονται σε δόγματα και ταμπού, σε θεσμούς, δομές και δουλείες που όλα περιστρέφονται γύρω από την λεγόμενη ‘ιερότητα της ατομικής ιδιοκτησίας’[3] και ιδιαίτερα της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, που εντελώς παράλογα, βίαια, άδικα και καταχρηστικά έχει αναγορευθεί σε ‘δικαίωμα δικαιωμάτων’ πάνω και από το δικαίωμα στην ζωή και στην ελευθερία.

Από τότε που οι κοινωνίες επέτρεψαν σε κάποια από τα μέλη τους ή δεν τα απέτρεψαν από το να αποσπάσουν και να ιδιοποιηθούν μέρος της κοινής κληρονομιάς, από τότε άρχισαν οι οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, περιφερειακές και εθνικές ανισότητες οι οποίες τελικά παίρνουν την μορφή του θανάσιμου ανταγωνισμού, των κοινωνικών συγκρούσεων, των απάνθρωπων εμφύλιων και των καταστροφικών παγκόσμιων πολέμων που στις μέρες μας καταγράφονται ως καπιταλιστική βαρβαρότητα, ως «ο θάνατός σου η ζωή μου». Αυτή η συγκεκριμένη σύγχρονη πραγματικότητα δεν μπορεί να γίνει κατανοητή και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να ξεπεραστεί με τα πνευματικά και ιδεολογικά εργαλεία του 19ου και του 20ου αιώνα και γι αυτό χρειάζεται σύγχρονη συγκεκριμένη ανάλυση από τη σκοπιά των σύγχρονων συμφερόντων των κοινωνιών και της ανθρωπότητας, πράγμα που προϋποθέτει μια κοσμοαντίληψη απαλλαγμένη από ότι χωρίζει τους ανθρώπους, τις κοινωνίες και τα έθνη μεταξύ τους και όλοι γνωρίζουμε ότι αυτά που μας χωρίζουν ως άτομα, κοινωνίες και έθνη είναι πρωταρχικά η ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής και διανομής του κοινωνικού πλούτου και εργαλειακά και δευτερευόντως μας χωρίζουν οι κατασκευασμένες, από τις εκάστοτε και κατά τόπους εξουσίες, θρησκείες του μίσους και ταξικές ιδεολογίες του θανάτου.

Υπ’ αυτήν την έννοια και σε συνθήκες καλπάζουσας καπιταλιστικής παρακμής ο αγώνας για έναν καλύτερο κόσμο, αυτόν της κοινωνικής ισότητας, δεν μπορεί να εξαντλείται σε ικεσίες της συνδικαλιστικής, κομματικής και ‘πνευματικής’ ηγεσίας προς το κεφάλαιο και τους πολιτικούς υπαλλήλους του για δημιουργία θέσεων απασχόλησης, για καλύτερες αμοιβές και συνθήκες εργασίας που το κεφάλαιο δεν μπορεί και δεν θέλει να προσφέρει. Ο αγώνας των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού αποκτά ουσία και προοπτική μόνον όταν αποσκοπεί και επικεντρώνεται στο ξεπέρασμα όλων ανεξαίρετα των θρησκειών και στην κατάργηση της μοναδικής και αποκλειστικής αιτίας όλων των ανισοτήτων και των δεινών της ανθρωπότητας, δηλαδή της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και διανομής του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου. Ο αγώνας των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού δεν ονειρεύεται έναν τάχα καλύτερο καπιταλισμό γιατί ο καπιταλισμός έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο και πρέπει να ανατραπεί για να μπορέσουν οι τοπικές κοινωνίες να αναδομηθούν πάνω στην αρχιτεκτονική της κοινωνικής ισότητας και της αταξικής δημοκρατίας σε τοπικό, εθνικό και οικουμενικό επίπεδο. Αυτό όμως σημαίνει ότι αυτός ο αγώνας χαρακτηρίζεται και είναι ως αντίθεση αντικαπιταλιστικός και ως θέση ουμανιστικός. Ο αγώνας των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού δεν μπορεί και δεν πρέπει να πέφτει στην παγίδα ψευτοθεωριών που του επιφυλάσσουν ρόλο αντικειμένου της ιστορίας που συμπεριφέρεται ως επαίτης, γιατί ο ιστορικός ρόλος αυτών των δυνάμεων είναι να αναδειχθούν στο υποκείμενο της ιστορίας που αυτό θα αποκαταστήσει σχέσεις κοινωνικής ισότητας στη Λογική της ανεκπλήρωτης επιταγής για Ισότητα, Ελευθερία, Αδελφοσύνη, συνθήκη ικανή και αναγκαία για την οποία είναι η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας γενικά και της ατομικής ιδιοκτησίας ειδικότερα πάνω στα μέσα παραγωγής.

Σίγουρα δεν είναι εύκολη υπόθεση να περάσουμε από τον φόβο των ‘θεών’ που αποτελούν κακόγουστα φετίχ της εξουσίας του κεφαλαίου[4], του βίαιου και αδίκου νόμου, από το σύνδρομο της προσωπολατρικής εξουσίας του ‘πατερούλη’ και της αυθεντίας στην αποαποικιοποίηση του μυαλού μας από σκοταδιστικά δόγματα και εξουσιαστικά ιδεολογικά ταμπού που αποσκοπούν στην απενοχοποίηση του συστήματος του κεφαλαίου και της μήτρας του της ατομικής ιδιοκτησίας. Όμως η άλλη επιλογή που μας επιφυλάσσει το κεφάλαιο σε οποιαδήποτε εκδοχή του με την βοήθεια της σύγχρονης εξουσιαστικής τεχνολογίας της υποδούλωσης είναι ο ‘προ των θυρών’ ψηφιακός Μεσαίωνας προγραμματισμένων ρομποτανθρώπων μπροστά στον οποίο θα ωχριά ο περασμένος σκοταδιστικός Μεσαίωνας των χιλίων χρόνων. Όλα αυτά σημαίνουν ότι η καμπάνα δεν χτυπάει μόνο για τους άλλους αλλά και για εμάς και συνεπώς ο καλύτερος κόσμος της κοινωνικής ισότητας και της άμεσης δημοκρατίας δεν είναι υπόθεση των άλλων, αλλά και δική μας.

_____________________








[1] Βλέπε Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής. ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.

[2] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η Μεγάλη Πορεία της ανθρωπότητας προς την Κοινωνική Ισότητα και τον Ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.

[3] Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας. (Η ατομική ιδιοκτησία ως μήτρα βίας, εξουσίας, ανισότητας, εγκληματικότητας, σκοταδισμού και ανηθικότητας), ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017.

[4] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2015 και 2016.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου