Την παραμονή της επίσκεψής του στη Ρωσία, ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ έδωσε σε ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων συνέντευξη σε έναν από τους κορυφαίους στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες, το διευθυντή του μοσχοβίτικου περιοδικού «Άμυνα» Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ , ο οποίος είναι και εκδότης του βιβλίου «Η τουρκική στρατιωτική μηχανή- υπεροχή και αδυναμίες», το οποίο εκπονήθηκε από το Κέντρο ανάλυσης και στρατηγικών και τεχνολογιών (CAST) στην Μόσχα.
Η συνέντευξη του Ρώσου αμυντικού ειδικού που είναι σύμβουλος του Β.Πούτιν μας αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της σημερινής καταστάσεως της τουρκικής πολεμικής μηχανής, η οποία μας απειλεί στο Αιγαίο .
Η συνέντευξη του Ρώσου αμυντικού ειδικού που είναι σύμβουλος του Β.Πούτιν μας αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της σημερινής καταστάσεως της τουρκικής πολεμικής μηχανής, η οποία μας απειλεί στο Αιγαίο .
Την δεκαετία του 1980, οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις ήταν από τις μεγαλύτερες αριθμητικά στην Ευρώπη, ενώ και τώρα είναι ακόμα πολυάριθμες. Ποιος είναι ο λόγος για την τόσο μεγάλη προσοχή από την Άγκυρα στην στρατιωτική ισχύ ; Ποιες είναι οι εξωτερικές απειλές και από ποιες χώρες «βλέπει” η τουρκική κυβέρνηση;
Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ: «Η ίδια η Τουρκία είναι ένα μεγάλο κράτος, αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι ο πληθυσμός της έχει φτάσει τα 80 εκατομμύρια άνθρωποι και αυτός είναι ο λόγος που ο αριθμός των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι σχετικός με τον πληθυσμό.
Στις αρχές του 2016 οι ΤΕΔ είχαν δύναμη περίπου 443.000 στρατιώτες , τώρα, μετά την αποπομπή από το στρατιωτικό πραξικόπημα έχουν φτάσει τις 400 χιλιάδες άνδρες (εκτός από το πολιτικό προσωπικό, την στρατοχωροφυλακή και την ακτοφυλακή), πολύ χαμηλότερα από το σχετικό αριθμό των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Οι λόγοι για τον παραδοσιακά μεγάλο στρατό της Τουρκίας κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα είναι προφανείς. Αυτοί ιστορικά αφορούν τις συγκρουσιακές σχέσεις με τους περισσότερους από τους γείτονές της: την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, και τον σημαντικότερο…..την Ρωσία / ΕΣΣΔ.
Επιπλέον, η Ρωσία δεν ήταν μόνο ο πιο ισχυρός αντίπαλος, αλλά αποτελεί επίσης ένα είδος «υπαρξιακής” απειλής για την Τουρκία σε σχέση με την παραδοσιακή επιθυμία της Άγκυρας να ελέγχει τα Στενά της Μαύρης Θάλασσας, η απώλεια των οποίων για την Τουρκία θα ισοδυναμούσε με το διαμελισμό της χώρας και την απώλεια των πιο ανεπτυγμένων περιοχών της.
Φυσικά, μετά το 1991, όταν η ρωσική απειλή και η απειλή από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας ήταν ανύπαρκτες , άρχισαν να παρακμάζουν οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Αλλά τότε ήρθαν στο προσκήνιο οι παραδοσιακά εχθρικές σχέσεις με την Ελλάδα, την Κύπρο, καθώς και η καταπολέμηση των κουρδικών αποσχιστικών τάσεων, και σήμερα το Ιράκ και η Συρία.
Και τέλος, η οποιαδήποτε αποδυνάμωση του στρατού θα έθετε σε κίνδυνο το τουρκικό σύστημα διακυβέρνησης που βασίζονταν στις ένοπλες δυνάμεις .
Ποιες σημαντικές αλλαγές έχουν επέλθει στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις στη δεκαετία του 1990;
Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ: «Μετά το 1991, οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις μειώθηκαν κατά περίπου 200 χιλιάδες στρατιώτες. Ο στρατός σταδιακά άλλαξε την δομή του και μετέπεσε σε σύστημα δομής με την δημιουργία ταξιαρχιών. Η οργάνωση με βάση της Μεραρχία , η οποία υπήρχε στη δεκαετία του 1980 ήταν απομεινάρι του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και έτσι ο αριθμός των ενόπλων δυνάμεων μειώθηκε σημαντικά.
Οι τουρκικές δυνάμεις έχουν μειώσει την παρουσία τους στα σύνορα με την πρώην Σοβιετική Ένωση (τομέας της τρίτης στρατιάς),διότι τώρα κυρίως ασχολούνται με την καταπολέμηση των Κούρδων ανταρτών.
Αλλά σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις μετά το 1991 υπέστησαν λιγότερη συστολή και μετασχηματισμό από τις ένοπλες δυνάμεις άλλων χωρών του ΝΑΤΟ.
Ένας σημαντικός παράγοντας ήταν η μαζική προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού, που απελευθερώθηκε κατά τη διάρκεια των μειώσεων των ενόπλων δυνάμεων του ΝΑΤΟ, από τις αναπτυγμένες χώρες στην Ευρώπη, κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Γερμανία.
Αυτό είχε βελτιώσει σημαντικά το επίπεδο του τεχνικού εξοπλισμού του τουρκικού στρατού, μέχρι τα πολύ χαμηλά κλιμάκια, ιδιαίτερα σε σχέση με τα τεθωρακισμένα οχήματα, το πυροβολικό, και εν μέρει την αεροπορία.
Τέλος, η περίοδο 1990 – 2000 ήταν μια περίοδος ενεργού ανάπτυξης της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, που υποστηρίζονταν και συνεχίζει να υποστηρίζεται σθεναρά από την κυβέρνηση , βασιζόμενη κυρίως σε συνεργασίες με ξένες χώρες .
Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε το «μοντάρισμα» από την TAI αμερικανικών μαχητικών F-16C / D, με τα οποία έχει επανδρωθεί το μεγαλύτερο μέρος της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, την σύσταση της εταιρείας FNSS που «μοντάρει» τεθωρακισμένα οχήματα μάχης AIFV (ACV-15), της κατασκευής αυτοκινούμενων πυροβόλων των 155 χιλ. Firtina , την ανάπτυξη της εταιρείας Roketsan με κινεζική βοήθεια των αυτοκινούμενων πολλαπλών εκτοξευτών διαμετρήματος 107, 122 και 302 χιλιοστών Kasirga και ακόμη το τακτικό συγκρότημα πυραύλων J-600T Yildirim, ενώ υπάρχει η τεχνογνωσία για την κατασκευή υποβρυχίων, φρεγατών και πολεμικών σκαφών .
Μετά την καταστολή του στρατιωτικού πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου του 2016 άλλαξε κάτι στις ΤΕΔ;
Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ: Έγιναν σημαντικές αλλαγές στο οργανωτικό σχέδιο των ΤΕΔ. Πρώτα από όλα σημειώθηκε απότομη μείωση στο ρόλο του Γενικού Επιτελείου, ο επικεφαλής του οποίου επιλέγει και κατευθύνει το στράτευμα. Τώρα όλοι οι διοικητές των Ενόπλων Δυνάμεων απευθύνονται απευθείας στον πρόεδρο.
Ο πρόεδρος και ο πρωθυπουργός της Τουρκίας έχουν το δικαίωμα να δίνουν εντολές στους διοικητές άμεσα και να λαμβάνουν πληροφορίες από αυτούς, χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση του Γενικού Επιτελείου.
Αυξημένος είναι και ο ρόλος του υπουργείου άμυνας για την διαχείριση του συνόλου των ενόπλων δυνάμεων (σε αντίθεση με το Γενικό Επιτελείο).
Σε γενικές γραμμές, αυτό που λαμβάνει χώρα στην Τουρκία μετά τις 15 Ιουλίου 2016 δείχνει μια απότομη μείωση της αυτονομίας και του ρόλου της στρατιωτικής ελίτ στην πολιτική διαδικασία με την ολοκληρωτική υπαγωγή των τουρκικών δυνάμεων στις πολιτικές αρχές με επικεφαλής τον Πρόεδρο Ερντογάν.
Τι είναι οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις αυτή τη στιγμή;
Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ: Συνολικά, αντιπροσωπεύουν μια αντιφατική εικόνα. Το κύριο πρόβλημα είναι οι αμυντικές δαπάνες διότι η Τουρκία εξακολουθεί να είναι μάλλον φτωχή χώρα.
Πρώτον, είναι αναγκασμένη να διατηρεί υψηλό επίπεδο των στρατιωτικών δαπανών (το 2002 με 3,5 τοις εκατό του ΑΕΠ) σε βάρος άλλων τομέων του κράτους .
Κατά τα τελευταία 15 χρόνια, το επίπεδο των στρατιωτικών δαπανών ως προς το ΑΕΠ μειώθηκε σταθερά, κατρακυλώντας στο 1,6 τοις εκατό το 2016 (επίσημα στοιχεία, αλλά υπάρχουν και ανεπίσημες εκτιμήσεις).
Αυτό σύμφωνα με τα σύγχρονα πρότυπα, αναστέλλει σημαντικά τον ποιοτικό εκσυγχρονισμό των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, γεγονός που καθιστά δύσκολο να επιτευχθεί η «προσαρμογή τους « σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα.
Ως εκ τούτου, οι χερσαίες δυνάμεις της Τουρκίας εξακολουθούν να είναι σχετικά πίσω. Τόσο τεχνικά όσο και σε οργανωτικό επίπεδο, αλλά και σε ποιότητα οπλικών συστημάτων, κάτι που παραπέμπει σε ” επίπεδο ανεπτυγμένης χώρας του ΝΑΤΟ” την περίοδο 1970-1980.
Το μεγαλύτερο μέρος των αρμάτων μάχης είναι τα πεπαλαιωμένα (M60, Leopard 1), ενώ διαθέτουν ακόμη και άρματα (M48A5). Τα άρματα μάχης τρίτης γενιάς Leopard 2Α4, που προέρχονται από τη Γερμανία, με τη μορφή αναβαθμισμένων ελαφρώς, είναι λιγότερα από 350).
Διαθέτουν ως κύρια δύναμη ΤΟΜΠ τα παλαιά αμερικανικά τεθωρακισμένα οχήματα Μ113, ενώ τα AIFV είναι λίγα σε αριθμό. Το πυροβολικό ως επί το πλείστον επίσης, είναι παλαιού τύπου αμερικανικής κατασκευής (εκτός από τα οβιδοβόλα Panter και Firtina ).
O Τουρκικός εξοπλισμός του πεζικού είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα, και μέχρι στιγμής δεν είναι ακόμη πλήρως εφοδιασμένο με σύγχρονο εξοπλισμό ατομικής προστασίας (θωράκιση σώματος και κράνη Kevlar), ενώ χρησιμοποιεί τα ξεπερασμένα φορητά τυφέκια G3 και καλάσνικοφ.
Η ίδια εικόνα επικρατεί και στον τομέα των αντιαρματικών συστημάτων με τα RPG-7 να προέρχεται από τα αποθέματα του στρατού της Ανατολικής Γερμανίας .
Επίσης από το Νοέμβριο του 2016 στις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις υπήρχαν περίπου 193.000 κληρωτοί ενώ προσλήφθηκαν 15.700 οπλίτες με σύμβαση.
Αυτός ο τομέας αντισταθμίζεται κάπως από τους πολλούς επαγγελματίες υπαξιωματικούς και το σώμα των αξιωματικών, το οποίο αριθμεί περισσότερα από 66.000 άτομα. Ωστόσο, είναι σαφές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τεράστιο στρατό κληρωτών με όλα τα μειονεκτήματα ενός τέτοιου συστήματος στις σύγχρονες συνθήκες.
Δείτε τη συμμετοχή του τουρκικού στρατού στην στη Συρία από τον Αύγουστο του 2016 ( Επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη), η οποία απέδειξε το πολύ χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης του προσωπικού, ιδιαίτερα στα χαμηλότερα κλιμάκια , αλλά και έλλειψη τεχνικού εξοπλισμού των στρατευμάτων. Υπάρχουν, προφανώς, και μεγάλα προβλήματα όσο αφορά και τα κίνητρα του τουρκικού στρατιωτικού προσωπικού.
Ταυτόχρονα, πολύ σύγχρονη είναι η Τουρκική Αεροπορία. Πρόκειται για μία ομοιόμορφη δύναμη 235 μαχητικών αεροσκαφών F-16C / D, που βελτιώνονται συνεχώς και είναι εξοπλισμένα με νέα όπλα. Επιπλέον, η Πολεμική Αεροπορία διαθέτει περίπου 47 εκσυγχρονισμένα βομβαρδιστικά F-4E-2020 με βοήθεια των Ισραηλινών με αρκετά σύγχρονο εξοπλισμό.
Πρόσφατα δημιουργήθηκε μοίρα τεσσάρων σύγχρονων αεροσκαφών AWACS Boeing 737AEW ενώ τέλος, από το 2018 η Τουρκική Αεροπορία θα παραλάβει τα πρώτα πέμπτης γενιάς μαχητικά Lockheed Martin F-35A.
Η κύρια αδυναμία των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων παραμένει ο ανεπαρκής αριθμός μεταφορικών και επιθετικών ελικοπτέρων, αλλά η κατάσταση αυτή θα διορθωθεί με την έναρξη των παραδόσεων των νέων ελικοπτέρων T129 ATAK (μια τροποποιημένη έκδοση του ιταλικού A129 AgustaWestland, που έχει δώσει στις ΤΕΔ 19 μονάδες), και την προγραμματισμένη έναρξη παραγωγής ελικοπτέρων πολλαπλών χρήσεων T70 (Sikorsky S- 70i Black Hawk).
Οι ενεργές προσπάθειες για την ανάπτυξη μη επανδρωμένων αεροσκαφών είναι σε καλό δρόμο με την κατασκευή των μακράς εμβέλειας UAV Anka και Bayraktar TB2.
Ένα άλλο σοβαρό μειονέκτημα είναι η αδυναμία των τουρκικών επίγειων συστημάτων αεράμυνας. Η Τουρκία συνεχίζει να χρησιμοποιεί σχετικά μικρές ποσότητες ξεπερασμένων αντιαεροπορικών πυραυλικών συστημάτων SAM Hawk, Rapier και ακόμη το «αρχαίο» σύστημα Νίκη-Ηρακλή.
Στην περίπτωση αυτή η αγορά των σύγχρονων συστημάτων αντιαεροπορικών πυραύλων θα καθυστερήσει, καθώς και η ανάπτυξη των συστημάτων τους.
Για το Τουρκικό Ναυτικό , ο «πυρήνας» της δύναμης του είναι οι στόλοι υποβρυχίων, φρεγατών, πυραυλακάτων, όλων γερμανικής σχεδίασης .
Ποια είναι τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει η τουρκική μηχανή ;
Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ: Το κύριο πρόβλημα παραμένει η ήδη αναφερθείσα έλλειψη πόρων για τη διατήρηση σε πολύ υψηλό επίπεδο αυτών των μεγάλων δυνάμεων. Ενώ αναμένεται ότι μέχρι το 2020, το επίπεδο των στρατιωτικών δαπανών θα αυξηθεί σε δύο τοις εκατό του ΑΕΠ (όπως απαιτείται από τις υποχρεώσεις του ΝΑΤΟ), αλλά αυτό δεν θα αλλάξει την κατάσταση.
Παρ ‘όλα αυτά, η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών θα επιταχύνει τον τεχνικό εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας, παρέχοντας επαρκή χρηματοδότηση για βασικά προγράμματα, όπως τα μαχητικά F-35A, τα ελικόπτερα T129 και T70 , το άρμα μάχης Altay, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα σύγχρονα συστήματα αεράμυνας, τις πληροφορίες, τις επικοινωνίες, την διαχείριση, κά. Είναι πιθανό ότι η μείωση όμως του αριθμού των ενόπλων δυνάμεων θα συνεχιστεί.
Σε πολιτικό επίπεδο, ο κύριος κίνδυνος παραμένει η υποκείμενη αμοιβαία ένταση ανάμεσα στον κεμαλικό κατεστημένο και το καθεστώς του Ερντογάν, που έχει ξεσπάσει μετά τα γεγονότα της 15ης Ιουλίου, το 2016.
Παρά τις μεγάλης κλίμακας εκκαθαρίσεις , την καταπίεση και το πογκρόμ διώξεων , οι κύριες αιτίες μιας νέας κόντρας δεν έχουν απομακρυνθεί (και είναι απίθανο να εξαλειφθούν). Ως εκ τούτου, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τίποτα και είναι πιθανό να έχουμε νέες συγκρούσεις στο μέλλον.
Επιπλέον, οι στρατηγοί και το σώμα των αξιωματικών για πολιτικούς λόγους, ανήκει στο προηγούμενο καθεστώς και έτσι θα οδεύει η κατάσταση για μερικά χρόνια μέχρι την ολοκληρωτική εξάλειψη τους (θυμηθείτε ότι μέχρι τις 15 Ιουλίου, ήταν γνωστή μόνο η υπόθεση της «Εργκένεκον»).
Έτσι αναπόφευκτα ενδεχομένως να υπάρξει αποσταθεροποίηση από τους αποκαλούμενους «μικρούς» αξιωματικούς όταν αυτοί ανέλθουν τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας . Αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την μαχητική ετοιμότητα των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων και των ικανοτήτων τους.
Πως βλέπει η Τουρκία τη θέση της στο ΝΑΤΟ και το μέλλον της χώρας στη Συμμαχία; Υπάρχει οποιαδήποτε συζήτηση για το θέμα αυτό, οι θέσεις των Τούρκων είναι διαθέσιμες;
Μιχαήλ Μπαραμπάνωφ: Αυτό είναι ένα πολύ ενδιαφέρον αλλά ταυτόχρονα και πολύπλοκο θέμα. Από τη μία πλευρά, η τουρκική στρατιωτική ελίτ, θεωρεί ως προπύργιο την κεμαλική παράδοση και ολόκληρο το κοσμικό Ρεπουμπλικανικό σύστημα,ευνοώντας τον προσανατολισμό προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, θεωρώντας την ως μια λογική συνέχεια της εσωτερικής φιλοδυτικής πολιτικής και ως μέρος της πολιτικής του εκσυγχρονισμού και από την άλλη η πολιτική που προσανατολίζεται στο Ισλάμ .
Έγινε γνωστό όμως ότι μεταξύ των στρατηγών και των ανώτερων αξιωματικών υπάρχουν εκπρόσωποι και άλλων ιδεολογικών τάσεων, μεταξύ των οποίων οι Τούρκοι αναλυτές τους διακρίνουν σε «παραδοσιακούς» (αυτοί που είναι επιρρεπείς σε θρησκευτικές και συντηρητικές απόψεις του παραδοσιακού «οθωμανισμού»), σε «εθνικιστές» και «λαϊκιστές» (προσκολλημένοι σε ακραίες δεξιές εθνικιστικές και παν-τουρκικές απόψεις, με έκκληση προς στις αρχέγονες αρχές του κεμαλισμού) και σε «διεθνιστές» ή «Ευρασιανιστές» (ακολουθώντας τις σύγχρονες τάσεις, ακόμα και το είδος των απόψεων της αριστεράς, αλλά αντιτίθενται στην μονόπλευρη εστίαση στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και είναι πρόθυμοι να κάνουν «στροφή» προς την Ανατολή / Ασία »υπό την ευρύτερη έννοια, κλπ)
Για παράδειγμα η κύρια μάζα των εκδιωχθέντων αξιωματικών την περίοδο 2010-2014, με βάση την υπόθεση «Εργκένεκον» ανήκε στις πτέρυγες των «λαϊκιστών» και «διεθνιστών».
Μπορείτε να μιλήσουμε για αυτήν την περίοδο δοκιμασίας κατά την οποία έγινε εκκαθάριση της «αριστερής» πτέρυγας του εν λόγω σώματος . Αυτό είχε οδηγήσει σε μια ιδεολογική εκκαθάριση και κατεύθυνση του τουρκικού στρατού προς τον «ατλαντισμό», αλλά και τον θρησκευτικό συντηρητισμό.
Αντίθετα μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και τις καθαρίσεις, διώχθηκαν οι υποστηρικτές του «ατλαντισμού» και οι «παραδοσιακοί».
Ως αποτέλεσμα, σήμερα στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις να έχουν ενισχυθεί και πάλι οι πτέρυγες των «λαϊκιστών εθνικιστών» και «διεθνιστών-Ευρασιαστών».
Αυτό, μαζί με την προφανή αντιπάθεια προς την ηγεσία του ΝΑΤΟ και κορυφαίες δυτικές χώρες από τους Τούρκους αξιωματικούς (λόγω εμπλοκής ενεργά στο πραξικόπημα σύμφωνα με τους Τούρκους), έχει οδηγήσει σε απότομη αύξηση του σκεπτικισμού έναντι του ΝΑΤΟ από την νυν τουρκική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία. Η κοινή γνώμη μετά τις 15 Ιουλίου έχει τοποθετήσει σε δυσμενή θέση το ΝΑΤΟ.
Ως εκ τούτου, η Τουρκία είναι πιθανό να αυξήσει την «τιμή» της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ για τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλους εταίρους της συμμαχίας.», καταλήγει ο Ρώσος ειδικός.
Η « τιμή τιμή δεν έχει και χαρά όποιος την έχει» λέει η παροιμία, και η «τιμή» της Τουρκίας παίζει μεγάλο ρόλο στην αντιμετώπιση της από ΗΠΑ-ΝΑΤΟ και αυτό θα έχει σαφέστατα αντίκτυπο και στην Ελλάδα το επόμενο διάστημα κιόλας.
ΠΗΓΗ ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου