του Βαγγέλη Σαρακινού
Σε όλα τα δημοκρατικά πολιτεύματα επικρατεί μία βασική αρχή: Η Πολιτεία είναι εκ του Συντάγματος υποχρεωμένη να προστατεύει τους πολίτες, ακόμη και όταν οι ίδιοι, εκουσίως, με τις πράξεις τους δηλαδή, προκαλούν ή δημιουργούν την δυναμική για πρόκληση κακού στον εαυτό τους. Δυστυχώς, στις δύο πρόσφατες μεγάλες τραγωδίες στην Αττική, στην Μάνδρα και στο Μάτι, αποδείχθηκε ότι η Πολιτεία δεν τήρησε διαχρονικά αυτήν την συνταγματική υποχρέωσή της.Αναμφισβήτητα βρισκόμαστε μπροστά σε μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της σύγχρονης ιστορίας μας, με δεκάδες θύματα και τεράστιες καταστροφές. Από την πρώτη στιγμή, όμως, μπροστά στις εικόνες της καταστροφής και του πόνου για τους νεκρούς, εκδηλώθηκε ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης. Ο πόνος και ο όλεθρος άγγιξε τους κατοίκους όλης της χώρας, οι οποίοι, σε αυτήν την Ελλάδα της κρίσης και των ελλείψεων, ανταποκρίθηκαν, σχεδόν υπερβολικά, στέλνοντας ένα πολύ σημαντικό μήνυμα, αυτό της ενότητας.
Άναρθρες κραυγές που ακούστηκαν αριστερά-δεξιά πνίγηκαν μέσα σε αυτό το κύμα της αλληλεγγύης. Και έτσι έπρεπε να γίνει. Προείχε και προέχει η ανακούφιση, όπου είναι δυνατόν, των πληγέντων. Αυτή είναι, ωστόσο, η λαϊκή ανάγνωση της τραγωδίας. Όλες αυτές τις ημέρες δεν έλλειπε εντελώς η πολιτική αντιπαράθεση. Το εθνικό πένθος, όμως, δεν επέτρεπε οξείς χαρακτηρισμούς, αν και δεν έλειψαν, και δόθηκε έτσι η δυνατότητα να ακουστούν στον δημόσιο λόγο απόψεις ειδικών.
Η επιστημονική ανάγνωση
Όλοι γνωρίζαμε ότι το Μάτι δεν χτίστηκε χθες. Μάθαμε, όμως, αυτές τις ημέρες από τον πρόεδρο του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, Ευθύμιο Λέκκα, ότι το Μάτι, όπως και η Μάνδρα, είχε «δρόμους-παγίδες». Ότι η πρόσβαση στον αιγιαλό είχε αποκοπεί από μάνδρες. Ότι υπήρχαν οικοδομικές και πολεοδομικές αυθαιρεσίες, οι οποίες δεν έγιναν χθες.Το ίδιο γεγονός, την έλλειψη διεξόδου προς τις παραλίες, επισήμανε και η πρώην Ειδική Γραμματέας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος Μαργαρίτα Καραβασίλη. Η ίδια, μάλιστα, έκανε ένα βήμα παραπάνω, καταγγέλλοντας πιέσεις που δέχθηκε το 1992, αλλά και την περίοδο 2006-2008.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Πανελλαδικού Συνδέσμου Μελετητών Γεωτεχνικών, Νίκος Χλύκας, μας ενημέρωσε ότι «είναι πολλά τα ‘Μάτια’ και η αλήθεια είναι ότι αυτοί οι οικισμοί αναπτύχθηκαν παράνομα, αυθαίρετα, μέσα στα δάση και υπάρχει μία πραγματικότητα παγιωμένη δεκαετίες τώρα, η οποία δεν ανατρέπεται εύκολα». Μας ενημέρωσε, επίσης, για «αυθαίρετες πόλεις κατά κανόνα, αλλά μέσα στα δάση».
«Φως, νερό, τηλέφωνο» και η «θάλασσα δική μας»
Την ίδια ώρα το ΤΕΕ (Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας) έδωσε στην δημοσιότητα στατιστικά στοιχεία δηλώσεων αυθαίρετης δόμησης στο Μάτι Αττικής, σύμφωνα με τα οποία η Περιφερειακή Ενότητα Ανατολικής Αττικής είναι διαρκώς η πρώτη σε αριθμό δηλώσεων περιοχή της χώρας, με ποσοστό περίπου 9,8%. Στο Μάτι λοιπόν, σύμφωνα με το ΤΕΕ, δηλώθηκαν 327 κτίσματα, από τα οποία τα 156 ήταν της κατηγορίας 5, δηλαδή παντελώς αυθαίρετα, ή με υπέρβαση μεγεθών άνω του 40%, μετά το 1983.Επίσης, από την στατιστική επεξεργασία του συνόλου των δηλώσεων στο Μάτι Αττικής προκύπτει ότι το 52% των δηλώσεων δεν έχει κάποια οικοδομική άδεια (ο αντίστοιχος μέσος όρος στην επικράτεια είναι 25%) και ότι το 93% των δηλούμενων αυθαιρέτων είναι εκτός σχεδίου (αντίστοιχος μέσος όρος στην επικράτεια 29%). Προκύπτει, επίσης, ότι σε ποσοστό 86% πρόκειται για δευτερεύουσες, εξοχικές κατοικίες και μόνο το 10% αποτελεί κύρια και μοναδική κατοικία.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία «το 17% αφορά κτίσματα προ του 1975, το 32% αφορά κτίσματα μέχρι το 1982, το 28% κτίσματα από το 1983 έως το 2003 και το 23% αυθαίρετα κτίσματα από το 2004 έως τις 28/7/2011 (ημερομηνία «κόκκινης γραμμής» για τη δήλωση αυθαιρέτων)».
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι οι αυθαιρεσίες έχουν μεγάλο βάθος χρόνου. Κοντολογίς, το «φως, νερό, τηλέφωνο» και κυρίως η ανοχή του Κράτους στην παροχή αυτών των υπηρεσιών, σε αυθαίρετες, μη νόμιμες ή για κάθε λόγο ελεγχόμενες δομήσεις δημιούργησε μία de facto κατάσταση, σε πολλές περιοχές της χώρας και της Αττικής. Η ανοχή του κράτους ώθησε κάποιους να αποκτήσουν και την «δική τους θάλασσα», με μάνδρες που αποκόπτουν την πρόσβαση στον αιγιαλό, αλλά παραλλήλως δημιουργούν και συνθήκες εγκλωβισμού με τις τραγικές συνέπειες που είδαμε στο Μάτι.
Η πολιτική ανάγνωση της τραγωδίας
Η πολιτική ανάγνωση των γεγονότων, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για τραγωδίες που καταδεικνύουν ότι μπαίνει ζήτημα ζωής και ασφάλειας των πολιτών, οφείλει να λαμβάνει υπόψη της, τις προηγούμενες αναγνώσεις: την λαϊκή και την επιστημονική. Διαφορετικά δεν είναι πολιτική.Στην τραγωδία της Αττικής, κυβέρνηση και κόμματα, όφειλαν να διδαχθούν την ενότητα και την αλληλεγγύη που επέδειξε ο λαός και την αναγνώριση διαχρονικής ευθύνης με την παράλληλη αναγκαιότητα της λήψης άμεσων μέτρων που υπογραμμίζουν οι επιστήμονες. Ζούμε, όμως, στην Ελλάδα και δυστυχώς για άλλη μία φορά, ήδη από το βράδυ της Πέμπτης, ο πολιτικός λόγος έδειξε να μπαίνει και πάλι στο πεδίο της στείρας αντιπαράθεσης και του «πολιτικού χουλιγκανισμού».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κράτησε χαμηλούς τόνους και για την ώρα κινείται ακόμη σε αυτό το πλαίσιο. Είναι κάτι που επιβάλλει η κατάσταση, αλλά και οι επικρίσεις που δέχθηκε για την αντιπολιτευτική τακτική του στην τραγωδία της Μάνδρας και στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών του 2017, κάτι που οδήγησε τελικά στην αλλαγή του επικοινωνιακού επιτελείου του.
Υπάρχουν, ωστόσο, στελέχη στο κόμμα του, όπως ο τομεάρχης Εσωτερικών Μάκης Βορίδης, που δεν κρατιούνται να την πέσουν στην κυβέρνηση, κάνοντας λόγο για «θρασίμια» που θα πάνε στην θέση τους. Και η ίδια η ΝΔ, όμως, στις ανακοινώσεις της, επικεντρώνει την κριτική μόνο στο διαχειριστικό κομμάτι, δείχνοντας ότι δεν λαμβάνει υπόψη της, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που επισήμαναν επιστήμονες και φορείς για το διαχρονικό βάθος των ευθυνών. Οι χρονολογίες, άλλωστε, που ανέφεραν η κ. Καραβασίλη και το ΤΕΕ δείχνουν και δικές της κυβερνήσεις.
Λάδι στην φωτιά έριξε βέβαια και ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Τόσκας, ο οποίος δεν βρήκε ούτε ένα επιχειρησιακό λάθος στην αντιμετώπιση της ομολογουμένως ιδιαίτερα δύσκολης κατάστασης. Δύσκολης, λόγω σφοδρότητας του φαινομένου και ειδικών συνθηκών επί του πεδίου, που κατέληξε σε τραγωδία με τον θάνατο δεκάδων συνανθρώπων μας.
Την ίδια ώρα η Φώφη Γεννηματά αποδίδει στην κυβέρνηση «εγκληματικές ευθύνες», υποστηρίζοντας ότι στην χθεσινή συνέντευξή τους τα κυβερνητικά στελέχη «ομολόγησαν ότι αποφάσισαν να αφήσουν τους ανθρώπους να καούν αβοήθητοι» και έκανε λόγο για «τεράστιες πολιτικές ευθύνες, αλλά και ποινικές ευθύνες τις οποίες θα πρέπει να αναζητήσει η Δικαιοσύνη». Υπενθυμίζει, μάλιστα, ότι πριν από ενάμιση μήνα το κόμμα της είχε ζητήσει εκλογές για να προληφθούν τα χειρότερα και επαναφέρει το θέμα «να φύγει άμεσα αυτή η κυβέρνηση»!
Ας «σπάσουμε αβγά»
Υπουργοί δείχνουν πάντως να έχουν λάβει υπόψη τους, όσα ακούστηκαν αυτές τις ημέρες. Οι εξαγγελίες του υπουργού Υποδομών, Χρήστου Σπίρτζη, για έλεγχο όλων των οικοδομικών αδειών στο Μάτι και για γκρέμισμα κτισμάτων, όπου χρειαστεί, προς αυτήν την κατεύθυνση κινούνται και εντός αυτού του πλαισίου βρίσκονται. Το ίδιο και οι δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος Σωκράτη Φάμελλου ότι το Μάτι δεν μπορεί να οικοδομηθεί και πάλι με τον ίδιο τρόπο και ότι η περιοχή επιβάλλεται να κηρυχθεί αναδασωτέα. Ανάλογη στάση κράτησε και ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης, τονίζοντας την ανάγκη για «ριζικές παρεμβάσεις», αλλά και για «μέτρα ανασχεδιασμού της Πολιτικής Προστασίας».Σε μια προσπάθεια να κλείσει την συζήτηση που άνοιξε το βράδυ της Πέμπτης σχετικά με τα αιτήματα της αντιπολίτευσης για παραιτήσεις ο πρωθυπουργός στην ομιλία του προς το Υπουργικό Συμβούλιο είπε ότι η κυβέρνηση δεν έχει σκοπό να δραπετεύσει. «Θέλω να αναλάβω ακέραια, ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου και ενώπιον του ελληνικού λαού, την πολιτική ευθύνη για την τραγωδία», σημείωσε με έμφαση στην ομιλία του ο κ. Τσίπρας. Τόνισε, μάλιστα, ότι «οι αποκεφαλισμοί την ώρα της μάχης αποτελούν πράξη δειλίας», αν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για «πιθανή απόδοση ευθυνών» όταν περάσει εντελώς ο κίνδυνος.
Ο πρωθυπουργός άνοιξε, ωστόσο, μία άλλη συζήτηση, αυτήν της αναμόρφωσης του οικιστικού πλαισίου, καλώντας τους πάντες, και την αντιπολίτευση, στην κατάρτιση ενός «εθνικού σχεδίου για το οικιστικό», που θα αντιμετωπίζει «επιτέλους τις οικιστικές στρεβλώσεις δεκαετιών». Αν χρειαστεί να «σπάσουμε αβγά», να δουλέψουν μπουλντόζες, να υπάρξει σύγκρουση, ας γίνει, φέρεται να είπε ο πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ότι δεν «πρόκειται με σταυρωμένα χέρια, και με μέτρα-ασπιρίνες, και μεγάλα λόγια, να περιμένουμε άβουλοι την επόμενη τραγωδία».
Αλήθεια, αν και αυτή η τραγωδία δεν ανοίξει έναν ουσιαστικό εθνικό διάλογο για το που και πως χτίζουμε, τι άλλο πρέπει να περιμένουμε; Αν σε αυτόν τον διάλογο δεν προσέλθει με προτάσεις και η αντιπολίτευση, τότε τι θα μας μείνει; Αν περιοριστούμε μόνο στις διαχειριστικές ευθύνες των κρατούντων και σε άναρθρες κραυγές για καρατομήσεις τότε θα έχουμε για άλλη μία φορά «λεηλασία του πένθους» για μικροκομματική χρήση. Οι δύο πρόσφατες τραγωδίες στην Αττική, όμως, και ο τρόπος με τον οποίο τις αντιμετώπισαν πολίτες και ειδικοί δεν αφήνει στο πολιτικό σύστημα την πολυτέλεια για μια τέτοια ανάγνωση της κατάστασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου