Τετάρτη 4 Απριλίου 2018

3+ Χρόνια κυβερνητικής συμμετοχής : Που βαδίζουν οι Πράσινοι;

Μια συμβολή στον προσυνεδριακό διάλογο για τον απολογισμό και τις προοπτικές, ενόψει του επικείμενου ετήσιου συνεδρίου τους (14-15 Απριλίου)
του Γιάννη Παρασκευόπουλου
1.  Οι βασικές κατευθύνσεις της εκλογικής και κυβερνητικής συνεργασίας
Πολιτικό κόμμα σημαίνει κάτι πολύ περισσότερο από ένα μηχανισμό στελεχών: κάθε πραγματικό κόμμα είναι και κοινωνικοπολιτική παράταξη, με διακριτές προτεραιότητες, ιδιαίτερο ακροατήριο, και ρίζες σε μικρή έστω μερίδα της κοινωνίας. Οι Οικολόγοι Πράσινοι χρειαστήκαμε πολλά χρόνια και πολλούς αγώνες για να κατακτήσουμε κάποια από τα στοιχεία αυτά. Ακόμη και όταν απέρριπτα την ένταξη των Ο.Π.  στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, θεωρούσα αυτονόητο ότι τουλάχιστον θα τιμούσαμε τους δεσμούς με τα μέχρι τότε ακροατήριά μας, όπως και με τους εκτός Ο.Π. ανθρώπους που έδιναν στην κοινωνία μάχες παράλληλες με τις δικές μας. Στο πνεύμα αυτό πρότεινα, αμέσως μετά τις εκλογές:
· Στον πρώτο μας βουλευτή, να πάρει πρωτοβουλία να γνωρίσει από κοντά (και να στηρίξει στη συνέχεια) τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές συλλογικότητες που αγωνίζονται για θέματα της πράσινης ατζέντας. Για καλή τύχη, υπήρχε τότε στο γραφείο του συνεργάτης που μπορούσε και προσφερόταν να το οργανώσει.
· Στον πρώτο μας υπουργό Περιβάλλοντος, να επιδιώξει κατά προτεραιότητα συνεργασία με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και να στηριχθεί στις προτάσεις και τη δουλειά τους.
· Σε όσους θα πρότειναν εκ μέρους των Ο.Π. πρόσωπα για δημόσιες θέσεις, να αναζητήσουν εξίσου και υποψήφιους εκτός των κομματικών μελών, με εχέγγυο τους μέχρι τότε κοινούς μας αγώνες και κριτήριο την αναζήτηση εκείνων που θα μπορούσαν να προσφέρουν σε κάθε θέση τα περισσότερα με βάση την κατάρτιση, τις προσωπικές ικανότητες και την ακεραιότητά τους.
Με έκπληξη διαπίστωσα ότι τέτοιες προτάσεις ήταν τελείως εκτός κλίματος. Ο πρώτος πράσινος υπουργός δεν έβλεπε τις περιβαλλοντικές οργανώσεις καθόλου ως φυσικό του σύμμαχο, ο βουλευτής θεωρούσε ότι οι κοινωνικές πρωτοβουλίες μπορούσαν να ζητήσουν εκείνες να τον δουν. Βαρύτερη από όλα ήταν όμως, για μένα, η ομόφωνη απόφαση του Πανελλαδικού Συμβουλίου ότι οι Οικολόγοι Πράσινοι θα πρότειναν για δημόσιες θέσεις μόνο κομματικά τους μέλη. Αισθάνθηκα ότι δυστυχώς εξομοιωνόμασταν με πλευρές της πελατειακής πολιτικής που μέχρι τότε καταδικάζαμε: τη νομή της εξουσίας, την ιδιότητα του κομματικού μέλους ως προνόμιο και διαβατήριο για θέσεις εξουσίας και επαγγελματική αποκατάσταση, την «αυτάρκεια» των κομματικών μηχανισμών, την αποκοπή των όποιων δεσμών μας με ζωντανά και ενεργά τμήματα της κοινωνίας. Ήταν σαν να δικαιώναμε την κακόπιστη ισοπεδωτική γενίκευση ότι, όσοι ενεργοποιούνται στα κοινά και την πολιτική, το κάνουν πρώτα για το δικό τους προσωπικό συμφέρον.
Συμβολικό επιστέγασμα ήταν η άρνηση να εξετάσουμε, έστω ως ενδεχόμενο, την κατάθεση δήλωσης προς το προεδρείο της Βουλής για διακριτή συμμετοχή των βουλευτών μας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, αιτιολογώντας τη συμμετοχή αυτή πολιτικά. Η ειρωνεία είναι ότι προεκλογικά διατυμπανίζαμε (και εμείς και ο ΣΥΡΙΖΑ) ακριβώς  τη διακριτή συμμετοχή των ΟΠ στα ψηφοδέλτια του τελευταίου. 
Όλα αυτά συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι βασικό κίνητρο της υποστήριξης στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν τελικά η δυνατότητα να συνεχίσουμε άκοπα μια στοιχειώδη παρουσία στην κεντρική πολιτική, χωρίς το «κουραστικό» φορτίο να αναζητάμε υποστήριξη στην κοινωνία και να την ανανεώνουμε διαρκώς. Η επιθυμία για ουσιαστική ανασύνταξη μετά τους αλλεπάλληλους εσωκομματικούς εμφύλιους και τις οδυνηρές εκλογικές ήττες του 2012 και του 2014, φαίνεται ότι βάρυνε πολύ λιγότερο.
Από την πλευρά του, το Μαξίμου είδε στους ΟΠ ένα τρόπαιο με συμπαθές brand name, καθώς και ένα σχετικά εύκολο τρόπο να διευρύνει τα (περιορισμένα) ευρωπαϊκά του ερείσματα, καθώς το Ευρωπαϊκό Πράσινο Κόμμα παραδοσιακά στηρίζει κάθε κυβέρνηση όπου συμμετέχουν και δικά του μέλη. Πρακτικά, χωρίς πια δεσμούς εμπιστοσύνης με μικρό έστω μέρος της κοινωνίας και χωρίς δική μας άμεση συνεισφορά στα κοινωνικά ερείσματα της κυβέρνησης, οι όποιες προοπτικές των ΟΠ στηρίχθηκαν αποκλειστικά στην προσωπική εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού.
Η εμπιστοσύνη αυτή δοκιμάστηκε, όταν ο Γ. Τσιρώνης ως αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος απέτυχε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των περιβαλλοντικών οργανώσεων και να λειτουργήσει ως ασπίδα της κυβέρνησης στα θέματα αυτά. Η μετακίνησή του στο υπουργείο Γεωργίας φαίνεται ότι λειτούργησε πάντως αρκετά θετικότερα, τουλάχιστον μέχρι το πρόσφατο νομοσχέδιο για τα ζώα συντροφιάς, καθώς ο αγροτικός κόσμος είχε λιγότερες προσδοκίες στο πρόσωπό του και επιπλέον τον βλέπει πολύ πειστικότερο από τους παραδοσιακούς πολιτικούς που είχε συνηθίσει.
Στο τοπίο αυτό, λοιπόν, τα κεντρικά πολιτικά μας πρόσωπα είναι υποχρεωμένα να πετυχαίνουν διαρκώς πολλά πράγματα ταυτόχρονα:
· Να απολαμβάνουν σταθερά την εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού, που τους διατηρεί όχι μόνο στο υπουργικό συμβούλιο (και τις άλλες δημόσιες θέσεις), αλλά και στη Βουλή: με την προεκλογική συμφωνία του Σεπτεμβρίου 2015, κάθε μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένο να παραδώσει την έδρα του αν ο πρωθυπουργός κρίνει ότι εκδήλωσε σοβαρή πολιτική διαφωνία.
· Να διατηρούν και την εμπιστοσύνη (ή την ανοχή) του Ευρωπαϊκού Πράσινου Κόμματος ώστε να μπορούν στη συνέχεια να την προσφέρουν στην κυβέρνηση.  Μια αυτόνομη λοιπόν κάθοδος στις ευρωεκλογές, μπορεί να έχει ανταπόκριση μόνο αν πείθει ότι αντιπροσωπεύει κάτι παραπάνω από έναν απλό τακτικό ελιγμό για να συνεχίσουμε να προσφέρουμε υπηρεσίες στον ΣΥΡΙΖΑ.
· Να εγγυώνται, τέλος, και τη σταθερή πίστη των ΟΠ στις συμφωνίες με τον ΣΥΡΙΖΑ (όπως την ερμηνεύει ο τελευταίος, ως ισχυρότερος): κυρίως να διασφαλίζουν ότι οι εσωκομματικές δυσαρέσκειες παραμένουν υπό έλεγχο και να πείθουν ότι, όπου εκφράζονται κριτικές ή αντιπολιτευτικές απόψεις από μέλη ή οργανώσεις των ΟΠ, αυτές θα είναι πάντα μειοψηφικές και προσωπικές. 
Όλα αυτά μαζεμένα, θα αποτελούσαν πολύ βαρύ φορτίο ακόμη και για τον πιο ψύχραιμο  πολιτικό. Παράλληλα, όμως, προσφέρουν εύφλεκτο υλικό για διαρκείς εσωκομματικές αντιπαραθέσεις. Οι τελευταίες ξεπερνούν σε ένταση κάθε προηγούμενο, παρόλο που λείπουν πια σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές των προηγούμενων συγκρούσεων: ο Χρυσόγελος και ο Τρεμόπουλος, ο Πισσίας και οι ΠΑΣΠίτες, ο Καλογράνης και ο Τρωιάνος, η Κοντούλη και η Ελεάννα, αλλά και η Πράσινη Πολιτική και το Τσουνάμι που ουσιαστικά δεν λετουργούν πια. Εντυπωσιακό είναι ότι ο τωρινός εμφύλιος διχάζει εκείνους που αρχικά είχαν συμμαχήσει, τόσο για τη στέγαση των ΟΠ στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ όσο και για τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση.
Στις συνθήκες αυτές η ιδέα ενός μικρού κόμματος πλήρως ελεγχόμενου, είναι λογικό να  μοιάζει για κάποιους ελκυστική.  Ένα τέτοιο κόμμα, όμως, θα ήταν απλώς θέμα χρόνου να χάσει την όποια εμπιστοσύνη του Ε.Π.Κ. και, μαζί της, το μεγαλύτερο μέρος της αξίας του για την κυβέρνηση.

2.  Η συμμετοχή των ΟΠ στη διακυβέρνηση: περνώντας κάτω από τον πήχυ;
Για ένα κόμμα με ελάχιστη θεσμική εμπειρία και τραυματισμένο από συγκρούσεις και αποχωρήσεις ενεργών μελών, η συμμετοχή στη διακυβέρνηση μιας χώρας δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η κοινωνία μας κρίνει επιεικέστερα.
Για τις όποιες θετικές όψεις του απολογισμού μας, θα ενημερωθούμε ασφαλώς από τις επίσημες εισηγήσεις. Σημειώνω εδώ μόνο ότι θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και πόσα από τα θετικά υπήρχαν ήδη στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ (και θα γίνονταν έτσι κι αλλιώς), ή επιβάλλονταν από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Στις περιπτώσεις αυτές, τέτοια επιτεύγματα μας ανήκουν μόνο κατά ένα μέρος.
Ξεκινώντας με τα περιβαλλοντικά, μόνο το 2017 είχαμε στην Αττική 3 θεαματικά οικολογικά «ατυχήματα»: πολυήμερη δασική πυρκαγιά στον Κάλαμο, διαρροή πετρελαίου στον Σαρωνικό, πολύνεκρη πλημμύρα στη Μάνδρα. Στα μάτια των πολιτών, ιδίως των περιβαλλοντικά ευαίσθητων, η παρουσία οικολόγων στην κυβέρνηση δεν φάνηκε να κάνει ουσιαστική διαφορά με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, στοιχείο που εκμεταλλεύθηκε επιθετικά εναντίον μας και η προπαγάνδα της ΝΔ.
Στην προστασία των δασών, η προώθηση των δασικών χαρτών σκιάστηκε από την εξαίρεση των «οικιστικών πυκνώσεων» και τις αντιδράσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Τελικά κάναμε εμείς αυτό που ήθελαν από δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, αλλά δεν τολμούσαν τότε από τον φόβο των αντιδράσεων.
Για τον Αχελώο, η σαφώς θετική εξαγγελία του πρωθυπουργού για τήρηση νομιμότητας και εγκατάλειψη της εκτροπής, δεν φαίνεται άμεσος καρπός δικών μας πρωτοβουλιών. Από την άλλη, η λειτουργία του φράγματος της Μεσοχώρας ολοκληρώνει μια οικολογική καταστροφή και φέρνει την εκτροπή πιο κοντά από ποτέ. Ως ΟΠ δεν ζητήσαμε ποτέ  το αυτονόητο: ριζικό ανασχεδιασμό του έργου, για προσαρμογή του στη φέρουσα ικανότητα της περιοχής και στα νέα δεδομένα μετά την εγκατάλειψη της εκτροπής.
Στη συνταγματική αναθεώρηση, παραλίγο να πληρώσουμε πολύ ακριβά την άνευ όρων ψήφο μας στην εκλογή ΠτΔ για τον Προκόπη Παυλόπουλο, πάγιο αντίπαλο της προστασίας της δασικής γης: σε συμφωνία μαζί του, η πρόταση της Επιτροπής Κατρούγκαλου για το άρθρο 100 ανέτρεπε από το παράθυρο και το Άρθρο 24. Ευτυχώς που οι «53» του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχαν το πάγωμα της αναθεώρησης, γιατί το δικό μας δελτίο τύπου για την ομόφωνη απόφαση του ΠΣ χρειάστηκε σχεδόν 6 μήνες για να εκδοθεί και υπήρξαμε το μόνο κόμμα που δεν μπόρεσε να αναρτηθούν τα κείμενα του στην επίσημη ιστοσελίδα του διαλόγου. Δυστυχώς όμως η πρόσφατη πρωτοβουλία της Φ. Γεννήματα βρήκε θετική ανταπόκριση από τον πρωθυπουργό και η πόρτα είναι τώρα ξανά ανοικτή (και) για το χειρότερο.
Σε αρκετές περιπτώσεις, εκπρόσωποί μας εκτέθηκαν με παρουσία ή και υποστήριξη σε φορείς αντιοικολογικών συμφερόντων, όπως οι κυνηγοί ή οι αυθαίρετοι οικιστές, χωρίς να τηρήσουν ούτε καν ίσες αποστάσεις.
Για το πρόσφατο νομοσχέδιο για τα ζώα συντροφιάς, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό που ο απολογισμός του υπουργού μας εξαντλείται στην καταγγελία της κακοπιστίας μεγάλης ζωοφιλικής οργάνωσης, αντί για την αναζήτηση ρυθμίσεων τόσο θετικών που να συσπειρώνουν τη συντριπτική πλειοψηφία των ζωόφιλων και να απομονώνουν τους όποιους τελείως κακόπιστους.
Για τη γλυφοζάτη, το γνωστό καρκινογόνο φυτοφάρμακο που δίνονται σκληρές μάχες πανευρωπαϊκά για την κατάργησή του, ανανεώθηκε χωρίς συζήτηση για 5 χρόνια η ελληνική άδεια κυκλοφορίας από ένα υπουργείο Γεωργίας όπου συμμετέχουμε κι εμείς. Η εκ των υστέρων σημαντική αντίδραση του Γ. Δημαρά (που συσπείρωσε και το 25% των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ) δεν αναιρεί τη σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις: χωρίς καν Πράσινους στις κυβερνήσεις τους, Γαλλία και Ιταλία δρομολόγησαν ήδη την κατάργησή του, ενώ στη Γερμανία είχαμε μείζονα ενδοκυβερνητική κρίση.
Στις Σκουριές, η σημερινή κυβέρνηση χρειάστηκε πάνω από 1 χρόνο για να ανασύρει από το συρτάρι το θαμένο πόρισμα των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα η επιβολή προστίμου να ακυρωθεί ως καθυστερημένη και να ελπίζουμε τώρα μόνο σε θετική δευτεροβάθμια δικαστική απόφαση.
Στα «μικρά» (και σχετικά εύκολα) περιβαλλοντικά θέματα, τέλος, σημειώνω την απουσία πρωτοβουλιών για το θέμα της περιβαλλοντικής διακυβέρνησης της χώρας, όσο ήμασταν στο υπουργείο Περιβάλλοντος, αλλά και τα μηδενικά βήματα στο θέμα των ηλεκτρικών ΙΧ.
Στη διαφάνεια, μαζί με τα βήματα κάθαρσης, γίνονται δυστυχώς και βήματα προς τα πίσω. Οι ΟΠ ήμασταν η μόνη δύναμη που μπορούσε να αναδείξει μια κριτική διαφορετική από αυτή της ΝΔ, αλλά δεν το επιχειρήσαμε καν:
  • Δεν ξέρω αν και πόσο πρέπει να νιώθουμε ευτυχείς, που ο Ψυχάρης και ο Μπόμπολας αντικαταστάθηκαν από τον Μαρινάκη και τον Σαββίδη.
  • Το καρτέλ των μεγάλων τεχνικών εταιριών, τεκμηριώθηκε επίσημα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ότι λυμαινόταν για δεκαετίες όλα τα δημόσια έργα:  για τα δισεκατομμύρια όμως που χάσαμε ως χώρα, επιβλήθηκαν συνολικά πρόστιμα μόλις 80 εκ. ευρώ http://www.sofokleousin.gr/archives/337067.html  χωρίς μέχρι τώρα να ζητηθούν ούτε ποινικές ευθύνες ούτε επανόρθωση της ζημιάς. 
  • Λίγες      μέρες πριν αλλάξουν στάση αρκετοί υπουργοί και υπογραφεί το πρόσφατο Π. Δ. για το Ελληνικό με τις ακραίες παραχωρήσεις για 200 μ. ύψος ουρανοξυστών και για αποχαρακτηρισμό της μικρής δασικής έκτασης, ποσοστό 12% της LAMDA DEVELOPMENT αγοράστηκε από τον Όμιλο Πάνου Γερμανού http://www.news247.gr/epixeiriseis/lamda-development-se-olympia-group-panos-germanos-kai-vnk-capital-to-12-8-ths-etaireias.6529750.html  που διατηρεί παραδοσιακούς δεσμούς με την Αριστερά.
  • Για το κράτος δικαίου, οι επιθετικές πρακτικές της ΑΔΑΕ, με μαζικές παραβιάσεις του ακατάσχετου στους τραπεζικούς λογαριασμούς, συνεχίζονται χωρίς να έχουν ζητηθεί μέχρι στιγμής ευθύνες.

3. Το 3ο Μνημόνιο και η διαχείρισή του: η μεγάλη εικόνα
Το Μνημόνιο και η επικυριαρχία των δανειστών, δεν είναι ιδιομορφία ούτε της χώρας μας ούτε του Ευρωπαϊκού Νότου. Αποτελούν μέρος της πολύχρονης ιστορίας των πακέτων του Δ.Ν.Τ. σε δεκάδες χώρες, όπου η λιτότητα και οι «μεταρρυθμίσεις» αποδείχθηκαν κυρίως εργαλεία για εξαγωγικό αναπροσανατολισμό της οικονομίας,  προσέλκυση επενδύσεων με κάθε τίμημα και τυφλό κυνήγι της ανάπτυξης με απειλή ποινής θανάτου. Η Ελλάδα δεν έχει πια δικαίωμα να επιλέγει ούτε το είδος των επενδύσεων που θα δεχθεί, ούτε το περιβαλλοντικό και κοινωνικό τίμημα που θα πληρώνει γι’ αυτές.
Η αναδιαπραγμάτευση του 2015, τελευταία ευκαιρία της χώρας να μετριαστεί έστω ο στραγγαλισμός, σπαταλήθηκε σε αδιέξοδους ελιγμούς και κατέληξε σε ένα 3ο Μνημόνιο, μη αντιστρέψιμο πλέον. Για τις ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης (και, δυστυχώς, και των ΟΠ που προσυπέγραψαν τυφλά την καταστροφική στρατηγική της)  είχα γράψει αναλυτικά στο http://aristeristrouthokamilos.blogspot.gr/2016/01/3.html  Από πρώτο ελληνικό κόμμα που κατέθεσε το 2012 συγκεκριμένη πρόταση για το πλαίσιο και τους στόχους της επαναδιαπραγμάτευσης, οι ΟΠ του 2015 καταλήξαμε βουβοί και αμήχανοι παρατηρητές.
Το ασφυκτικό καθεστώς της Ελλάδας του 2018 δεν επιδέχεται δυστυχώς συνολική οικολογική διαχείριση. Μπορούμε μόνο να δίνουμε επιμέρους μάχες για να σώζουμε κάθε φορά ό,τι μπορούμε, ώστε τα αρνητικά βήματα να είναι όσο το δυνατόν πιο περιορισμένα και τα θετικά να υπολείπονται όσο το δυνατόν λιγότερο.
Το τοπίο αυτό επηρεάζει και τις κοινωνικές πρωτοβουλίες, καθώς από το καλοκαίρι του 2015 θεωρούνται πια αναπόφευκτες οι «εκπτώσεις» παντού. Η τάση είναι πλέον για εντονότερο κατακερματισμό της πράσινης ατζέντας σε επιμέρους θεματικές, με τις συλλογικότητες να επικεντρώνονται καθεμιά στα δικά της μέτωπα, προσπαθώντας να αποτρέψουν το χειρότερο ή αναζητώντας μάχες με πιθανότητες να κερδηθούν. Στο τοπίο αυτό, η επανασύνδεση ενός πράσινου κόμματος με τα φυσικά του ακροατήρια γίνεται ακόμη πιο δύσκολη.
Κάποιες πλευρές της εφαρμογής του Μνημονίου θα μπορούσαν να μας αφορούν ιδιαίτερα ως ΟΠ. Στις περισσότερες από αυτές ήμασταν απόντες.
Στο ασφαλιστικό, είχε προταθεί να ζητήσουμε ως αντιστάθμισμα την προώθηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και την επέκταση του επιδόματος ανεργίας και στους μακροχρόνια ανέργους. Τελικά το υπερψηφίσαμε στη Βουλή άνευ όρων.
Για τις ιδιωτικοποιήσεις, κρίσιμες μάχες δεν δόθηκαν ποτέ. Για την ΤΡΕΝΟΣΕ δεν ζητήσαμε έστω να επαναλειτουργήσει η TRENITALIA ως αγοραστής κάποιες από τις καταργημένες γραμμές, στο Ελληνικό δεν επιχειρήσαμε να διατηρήσουμε ούτε καν τη δασική προστασία στις λίγες δεκάδες στρέμματα με πραγματική δασική βλάστηση. Ακόμη και για τα θηριώδη  ύψη των ουρανοξυστών, η ανοικτή επιστολή στην υπουργό Πολιτισμού στάλθηκε αρκετές εβδομάδες  μετά την υπογραφή της στο σχετικό Π.Δ.
Για το υπερταμείο και τις ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ, αρκετοί αισθάνονται υπερήφανοι για την παρέμβασή μας που κατοχύρωσε το δημόσιο χαρακτήρα τους. Στον ίδιο όμως νόμο ψηφίσαμε ότι το δημόσιο συμφέρον για όλες τις δημόσιες επιχειρήσεις καθορίζεται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από τη διοίκηση του υπερταμείου, δηλαδή τους δανειστές, κατά την απόλυτη κρίση της (με περιορισμό μόνο την ευρωπαϊκή νομοθεσία): αν λοιπόν το υπερταμείο αποφάσιζε αύριο ότι το «δημόσιο συμφέρον» απαιτεί περικοπές στις δαπάνες διύλισης και θεωρήσει πολυτέλεια να έχουμε πόσιμο νερό στις βρύσες μας όταν πολύ πλουσιότερες ευρωπαϊκές πόλεις δεν έχουν, δεν θα είχε νομικό εμπόδιο να το επιβάλει.
Στη στελέχωση του Δημοσίου, οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος και Φορείς Διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών, παραμένουν αποψιλωμένοι από ανθρώπινο δυναμικό. Δρομολογούνται όμως προσλήψεις στην Ελληνική Αστυνομία για τους ιδιωτικούς φύλακες του μετρό και του Προαστιακού, καθώς και επιπλέον ιδιωτικοί φρουροί για τους βουλευτές με προοπτική να προσληφθούν και αυτοί στην Αστυνομία.
Από τα εκτός Μνημονίου θέματα, εμβληματική είναι η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να κλείσει την πληγή του Μακεδονικού με έναν έντιμο συμβιβασμό: οι ΟΠ καταφέραμε να μην έχουμε καμιά συμμετοχή στην ανάληψη της πρωτοβουλίας, να τη στηρίξουμε με ένα μόλις ΔΤ που θύμιζε περισσότερο ΝΔ παρά ΟΠ, να προσπεράσουμε αδιάφορα τη δικαίωση μιας πάγιας θέσης μας για την οποία έχουμε πληρώσει υψηλό πολιτικό τίμημα. Δεν καταδικάσαμε καν τη σφαίρα που στάλθηκε στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας, ούτε και τις απειλές θανάτου προς τους βουλευτές που θα ψηφίσουν την υπό διαπραγμάτευση συμφωνία- ανάμεσα τους και προς τους δύο δικούς μας βουλευτές.
Για τίποτε από αυτά, δεν έχουμε το ελαφρυντικό ότι μας φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ. Απλά η πολιτική και προγραμματική ανασυγκρότηση αποδεικνύεται ότι ήταν εξίσου αναγκαία προϋπόθεση ΚΑΙ για τη συμμετοχή μας σε κυβερνητικές ευθύνες. Αποφεύγοντας την ανασυγκρότηση μέσω της ένταξης μας στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ και επιλέγοντας συμμετοχή στην εξουσία από το παράθυρο ερήμην της ψήφου των πολιτών, καταδικάσαμε σε ουσιαστική αποτυχία και τη δική μας συμβολή μας στην κυβερνητική προσπάθεια. Παράλληλα στερήσαμε την κυβέρνηση από τα κοινωνικά στηρίγματα που, σε άλλες συνθήκες, θα κέρδιζε από μια αξιόπιστη πράσινη συνεργασία. 

4. Τελευταία χαραμάδα ανάκαμψης για τους ΟΠ: να γίνουμε καταλύτες στο διάλογο για τα περιθώρια οικολογικής βιωσιμότητας της χώρας
Συμβολικό επιστέγασμα της σημερινής μας ένδειας, είναι ότι δεν έχουμε καν ένα κεντρικό πολιτικό μήνυμα, ανάλογο με το «έλλειμμα βιωσιμότητας» που προβάλλαμε το 2003-2007 ή την Πράσινη Στροφή που προτείναμε το 2011-2.
Απέναντι σε έναν τέτοιο όγκο αποτυχιών και απώλειας αξιοπιστίας, μόνη δυνατότητα ανάκαμψης θα ήταν να επεξεργαστούμε και να προβάλουμε, έστω τώρα, ένα πειστικό πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο για το τι μπορεί ακόμη να σωθεί από την οικολογική βιωσιμότητα της χώρας και με τι στρατηγικές μπορεί να γίνει αυτό.
Ένα τέτοιο σχέδιο είναι εξ ορισμού πέρα από τις στενές κομματικές μας δυνάμεις, όχι μόνο τις σημερινές αλλά και εκείνες πολύ καλύτερων εποχών. Θα πρέπει λοιπόν να αναζητηθεί και να σχεδιαστεί σε συνεργασία με ευρύτερες κοινωνικές και ακαδημαϊκές δυνάμεις, που όμως δύσκολα θα εμπιστεύονταν μια κομματική πρόσκληση των σημερινών ΟΠ ή ακόμη και του Πράσινου Ινστιτούτου.
Για καλή μας ίσως τύχη, υπάρχουν σήμερα οργανισμοί που αποτελούν επίσημους θεσμικούς  συμβούλους της πολιτείας για θέματα περιβάλλοντος. Τέτοιοι φορείς,  με έντονη συμμετοχή και ανθρώπων από τους ΟΠ, φαίνονται να έχουν τα θεσμικά εχέγγυα να συναντήσουν ανταπόκριση σε πρωτοβουλίες για τον διάλογο αυτό. Πρώτοι και κύριοι αποδέκτες θα πρέπει να είναι οι μεγάλες περιβαλλοντικές οργανώσεις, τα σχετικά με το περιβάλλον τμήματα των Πανεπιστημίων της χώρας και άλλοι εξειδικευμένοι φορείς.
Αν από τις πρώτες διερευνητικές επαφές φανεί ότι υπάρχει ρεαλιστικό έδαφος για ένα τέτοιο Εθνικό Σχέδιο για τα Περιθώρια Βιωσιμότητας της χώρας, είναι σημαντικό τα επόμενα βήματα του διαλόγου να προχωρήσουν αρκετά γρήγορα, ώστε στις αρχές του 2019 να μπορεί να παρουσιαστεί δημόσια τουλάχιστον ένα αξιόπιστο περίγραμμα ικανό να εμπνεύσει ευρύτερες προσδοκίες στα οικολογικά ευαισθητοποιημένα τμήματα της κοινωνίας. Αν αυτό συμβεί, μπορούμε να εμφανίσουμε ένα νέο πρόσωπο και να ανακτήσουμε μέρος της χαμένης αξιοπιστίας μας ενόψει των ευρωεκλογών.
Δεν είμαι σε θέση να ξέρω αν όντως υπάρχουν άμεσα οι προϋποθέσεις για ένα τέτοιο σχέδιο, ούτε αν ο διαθέσιμος χρόνος επαρκεί. Πιστεύω όμως ότι, αν δεν μπορέσουμε να επιχειρήσουμε αξιόπιστα ούτε αυτό, η αποτυχία μας θα είναι τελειωτική.

5. Για επίλογο: εσωκομματική νομιμότητα και πολιτική νομιμοποίηση
«Ύστερ΄ απ΄ την εξέγερση της 17 του Ιούνη,
ο γραμματέας της Ένωσης Λογοτεχνών
έβαλε και μοιράσανε στη λεωφόρο Στάλιν προκηρύξεις
που λέγανε πως ο λαός
έχασε την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης, και δεν μπορεί να την ξανακερδίσει
παρά μονάχα με διπλή προσπάθεια.
Δεν θα΄ ταν τότε
πιο απλό, η κυβέρνηση
να διαλύσει το λαό
και να εκλέξει έναν άλλον;»
Μπέρτολντ Μπρεχτ, Η λύση (1953)
Το καταστατικό των Οικολόγων Πράσινων δίνει όλη την «εξουσία» στα απλά οργανωμένα μέλη, και μάλιστα αποκεντρωμένα, ανά Π.Κ. και περιφέρεια: αφού αυτοί θα έδιναν όλες τις μάχες, εισπράττοντας και τις θετικές ή αρνητικές αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες και τους υποστηρικτές μας, κάθε τι άλλο θα ήταν βαθιά αντιδημοκρατικό.
Στους ΟΠ, λοιπόν, τα μέλη είναι όπως ο λαός. Τι γίνεται, όμως, αν κάποιοι αποκτούσαν τη δυνατότητα να κάνουν στα αλήθεια αυτό που πρότεινε ειρωνικά ο Μπρεχτ στο ποίημά του; Ανώτατη εξουσία θα ήταν πια αυτοί που θα «εκλέγουν τα μέλη» μέσω μαζικών εγγραφών ατόμων που δεν θα συμμετείχαν στις μάχες προς τα έξω, θα έβρισκαν τον εσωκομματικό διάλογο αδιάφορο, θα ένιωθαν σύντροφοι μόνο με εκείνους που τους έγραψαν μέλη, συχνά δεν θα μοιράζονταν καν αρκετές από τις βασικές αξίες που υποτίθεται ότι μας ενώνουν. Με δυο λόγια, θα λειτουργούσαν απλά ως κατευθυνόμενες ψήφοι.
Τέτοιες πρακτικές ήταν πάντα στο DNA των πολιτευτών β’ κατηγορίας στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Εκεί όμως τέτοια μέλη είναι ήδη κομματικοί οπαδοί, κινητοποιούνται έστω στις εκλογές, η ενημέρωση των ΜΜΕ φθάνει ώς αυτούς και για τα εσωκομματικά. Σε συνθήκες λοιπόν εκατοντάδων χιλιάδων μελών αλλά και αυστηρών ορίων στην εμβέλεια της όποιας εσωκομματικής δημοκρατίας, τέτοιες εγγραφές ελάχιστο ρόλο παίζουν κεντρικά.
Ένα μικρότερο κόμμα, όμως, ανοιχτό και δημοκρατικό, μένει αθωράκιστο. Όσο οι Οικολόγοι Πράσινοι ήταν ζωντανό κόμμα με εκατοντάδες ενεργά μέλη, οι κατευθυνόμενες ψήφοι ήταν συχνά καθοριστικές, αλλά όχι και κυριάρχες. Ακόμη και με τη σταδιακή συρρίκνωση, οι στρατοί των κατευθυνόμενων ψήφων συχνά ήταν μεταξύ τους αντίπαλοι και αλληλοεξουδετερώνονταν. Στο συνέδριο του Απριλίου 2018, για πρώτη φορά δεν θα συμβαίνει ούτε αυτό: θα υπάρχει ένας μόνο τέτοιος «στρατός», στελεχωμένος από πολιτικούς φίλους ενός μόνο δημόσιου προσώπου.
Για κόμματα που επικαλούνταν την Άμεση Δημοκρατία και την Προτεραιότητα του Κοινωνικού, κάτι τέτοιο μπορεί να είναι το οριστικό τέλος και των δύο. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι:
· Από τα σημερινούς ταμειακά εντάξει (με ενημερότητα μέχρι και τέλη 2016), 40% επέλεξαν να γραφτούν μέλη μόνο μετά τις ευρωεκλογές του 2014 και τη δρομολόγηση της εκλογικής συστέγασης στο ΣΥΡΙΖΑ.
· Από τα ταμειακά εντάξει μέλη στα μέσα του 2011, όταν οι Οικολόγοι Πράσινοι ήταν αδιαμφισβήτητα πραγματικό κόμμα με πανελλαδική παρουσία, 90% έχει αποχωρήσει επίσημα ή σταμάτησε να πληρώνει συνδρομή πριν τα τέλη του 2016.
Από άποψη βάσης και εσωκομματικών ψήφων, λοιπόν, οι ΟΠ του 2018 είναι ριζικά διαφορετικός οργανισμός από τους Οικολόγους Πράσινους που έγραψαν τη μικρή ή μεγάλη ιστορία τους, ως αναγνωρίσιμο κόμμα με ρίζες και επιρροή στην κοινωνία.
Η πλευρά που ετοιμάζεται να κερδίσει το συνέδριο, μπορεί φυσικά να ορίσει η ίδια με πόση αυτάρκεια και αυθαιρεσία θα χρησιμοποιήσει την όποια πλειοψηφία της. Αν το θελήσει, όμως, μπορεί να λειτουργήσει και ως προσωπικό ασφαλείας για την ανασύνθεση του οικολογικού χώρου, όπως είχε κάνει το 1999-2002 η μικρή τότε ΠΡΑΣΙΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, (με τον Γ. Τσιρώνη ανάμεσα στους βασικούς). Δυστυχώς ή ευτυχώς, η επιλογή είναι μόνο δική τους παρόλο που αφορά όλους μας.
Όταν πρόκειται πάντως για πολιτικές αποφάσεις, δεν αρκεί να είναι νομότυπες. Από όσους  πολίτες ενδιαφέρονται για την οικολογία και εξακολουθούν να μας παρακολουθούν, οι αποφάσεις του συνεδρίου και των νέων οργάνων θα γίνονται δεκτές ως αποφάσεις των Οικολόγων Πράσινων μόνο αν πείθουν ως συνέχεια της διαδρομής του κόμματος που είχε κάποτε είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη τους. Διαφορετικά θα προσπερνιούνται και θα απαξιώνονται ως αυθαιρεσίες μιας μικρής ομάδας στελεχών που πιστεύουν πια σε άλλους θεούς, αλλά το κρύβουν για λόγους συμφέροντος.
Αποφάσεις που θα στηρίζονται σε τυπικές πλειοψηφίες αλλά όχι σε ενεργά μέλη, και που δεν θα επιζητούν να κριθούν από ανένταχτους πολίτες ενεργούς σε κοινωνικό επίπεδο για θέματα της πράσινης ατζέντας, μπορούν να είναι χρήσιμες σε προσωπικά συμφέροντα, όχι όμως και στις πράσινες αξίες ή, έστω, στο συλλογικό συμφέρον της κοινωνίας.

Αθήνα, 30 Μαρτίου 2018
Γιάννης Παρασκευόπουλος 
#

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου