Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2018

Η βαριά σκιά του αμφιλεγόμενου στρατηγού

της Νεφέλης Λυγερού

«Η Μακεδονία είναι και παραμένει ελληνική» είπε από μικροφώνου ο Φράγκος Φραγκούλης, την ώρα που εκστασιασμένοι διαδηλωτές κραύγαζαν ρυθμικά τη γηπεδική ιαχή: «Είναι τρελός, είναι τρελός ο στρατηγός!». Μία παρέα που εκείνη την ώρα χαζολογούσε, δέχτηκε έντονες επιπλήξεις από το πλήθος. Για την πλειονότητα των παρισταμένων, άλλωστε, η εμφάνιση του πρώην αρχηγού ΓΕΣ λειτούργησε σαν πρόσταγμα «προσοχής». Εν μέσω βροχής και οχλαγωγίας πάλευαν να μην χάσουν ούτε μία κουβέντα του ανθρώπου, που αν και γενικά δεν του αρέσουν τα συλλαλητήρια, ήταν χωρίς αμφιβολία ο απόλυτος πρωταγωνιστής του συγκεκριμένου.

Ένας λαοφιλής στρατηγός αποτελεί εξαρχής μία αντίφαση, τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα. Αυτό, όμως, είναι και ο ίδιος: ένας τσεχωφικός χαρακτήρας, γεμάτος αντιφάσεις που διαπλέκονται μεταξύ τους, κατακτώντας μία ιδιόρρυθμη συνοχή. Σε αντίθεση, όμως, με τον Τσέχωφ, που εκτός από τις αντιθέσεις προσδίδει και ραθυμία στους χαρακτήρες του, ο Φραγκούλης διακατέχεται από έναν ζήλο με ό, τι και αν καταπιάνεται. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι, ίσως, που τον έχει μετατρέψει σε ένα είδος ροκ σταρ των ενόπλων δυνάμεων και όχι μόνο. Οι οπαδοί του φτάνουν να τον θεωρούν μέχρι και «κομμάτι της εθνικής μας εφεδρείας». Η Λιάνα Κανέλλη τον είχε αποκαλέσει «μούσα του ελληνικού λαού».
Ακόμα και μετά την αποστρατεία του, ηγείται της παρελάσεως της 25ης Μαρτίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ φτάνει μέχρι και το Τορόντο ως επίτιμος καλεσμένος της ομογένειας. Παρουσίες, φωτογραφίες, τηλεοπτικές εμφανίσεις, «κοπή πίτας», βραβεία, ομιλίες και πολλά ακόμα. Αρχετυπικός επαναστάτης του 20ού αιώνα για τους φίλους και θαυμαστές του. Επικίνδυνος ή γραφικός για τους ακόμα πιο φανατικούς πολέμιούς του, που στο άκουσμά του ονόματος και μόνο, αναφωνούν «άλλος Παπάγος μας βρήκε».
Αριβίστας, διανοούμενος, λεκτικά ανυποχώρητος, χειμαρρώδης, πραγματιστής, εύθικτος, ονειροπόλος, καραβανάς, αδίστακτος, απόλυτος και άτρωτος είναι κάποιοι από τους χαρακτηρισμούς που κατά καιρούς τον συνοδεύουν. Θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος και ευάλωτος, αν κρίνει από τη σύσπαση του προσώπου του, κατά τη διάρκεια της επίμαχης ομιλίας του. Ένας επικαλυμμένος λυγμός μαρτύρησε την υποφώσκουσα ψυχολογική ένταση και συγκίνηση ενώπιον του γιγαντιαίου πλήθους.

Από τα πατρικά παραμύθια στον στρατό

Γεννήθηκε στην Κομοτηνή και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας  στο Αμύνταιο και στον Άγιο Παντελεήμονα. Φοίτησε στο σχολείο της περιοχής, όπου, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, «είχα δάσκαλο απόγονο Μακεδονομάχου τον Παπαπέτρου». Ο επίτιμος αρχηγός στρατού ακόμα και σήμερα διατηρεί ιδιαίτερα καλές σχέσεις με την Ημαθία, ενώ στην Μονή της Καλλίπετρας έχει εναποθέσει τα οστά των γονέων του, «ώστε να μνημονεύονται καθημερινά».
Ο πατέρας του, Στέργιος, γεννημένος το 1914 στη Χαριούπολη της Ανατολικής Θράκης, από πατέρα Σφακιανό και μάνα Ανατολικοθρακιώτισσα, του εμφύσησε την αγάπη του για την πατρίδα, περιγράφοντας στα παραμύθια που του έλεγε έναν τόπο λατρευτό και ευλογημένο. «Αλλά, έξω από τον κόσμο του παιδικού ονείρου, αιωρούνταν ερωτηματικά εάν θα πρέπει να συνεχίσω κι εγώ να τον αγαπώ. Ήθελα να διαπιστώσω ο ίδιος αν, μετά τον ξεριζωμό της Μικρασιατικής Καταστροφής, υπήρχαν ακόμα ψήγματα των Ελλήνων και των λαών της Μικράς Ασίας, ή αν είχαν απομείνει μόνο τα σπασμένα μάρμαρα».
Η αναζήτηση αυτή θα σφράγιζε την μετέπειτα ακαδημαϊκή του πορεία. Εκτός από τις νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις μεταπτυχιακές στο ευρωπαϊκό δίκαιο και τις διεθνείς και ευρωπαϊκές σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, είναι και διδάκτωρ γεωπολιτικής του Ιονίου Πανεπιστημίου. Η διατριβή του, μάλιστα, έχει να κάνει με τα πατρικά παραμύθια που τον στοίχειωσαν και μετατράπηκαν σε μία βαθιά γνώση της σύγχρονης Τουρκίας. Δημοσιεύθηκε πρόσφατα σε βιβλίο με τον τίτλο «Ποια Τουρκία; Ποιοι Τούρκοι». Εκεί ανέπτυσσε την ιδέα ότι πολλοί Τούρκοι είναι εξισλαμισμένοι Βυζαντινοί.

Σκληροτράχηλος και ευγενής

Εισήλθε πρώτος το 1970 στη Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε το 1973, επίσης πρώτος, με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Είναι κάτι για το οποίο ο ίδιος αισθάνεται ιδιαίτερα περήφανος, αν και συχνά πυκνά χρησιμοποιείται ως τεκμήριο για πιθανές σχέσεις με τη χούντα. Οι φίλοι του επιμένουν ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο βαθιά δημοκράτη, με ευαισθησίες και ιδιαίτερο σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. «Όσο σκληροτράχηλος φαίνεται, άλλο τόσο ευγενής και χιουμορίστας είναι», λέει χαρακτηριστικά ένας από αυτούς.
Ανεβαίνοντας τα σκαλιά της ιεραρχίας αποφοίτησε από τη Σχολή Πολέμου και τη Σχολή Εθνικής Αμύνης. Θεωρείται αυθεντία σε θέματα στρατιωτικής ασφάλειας και πληροφοριών. Ήταν αυτός, άλλωστε, που ως επικεφαλής του σχετικού τομέα τον ανέπτυξε. Μιλάει τρείς ξένες γλώσσες: αγγλικά, ρωσικά και τουρκικά.
Ψηλός και με σωματική δομή καταδρομέα, υπηρέτησε στις Ειδικές Δυνάμεις. Υπήρξε μάχιμος ως καταδρομέας και θεωρείται από τους καλύτερους αλεξιπτωτιστές που έχουν περάσει, σύμφωνα με μαρτυρίες συναδέλφων του. Μόνο μετά από ένα σοβαρό ατύχημα αναγκάστηκε να περιορίσει τις καταδρομικές ασκήσεις και πτώσεις με αλεξίπτωτο.
Υπηρέτησε ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Άγκυρα (1991-1994). «Ήταν μια χειμωνιάτικη μέρα του Νοεμβρίου του 1991, όταν, αντισυνταγματάρχης, έφτασα στην Άγκυρα με την ιδιότητα του Στρατιωτικού Ακολούθου της Ελληνικής Πρεσβείας», διηγείται. Έμεινε τρία χρόνια και το καλοκαίρι του 1998 επανήλθε στην Άγκυρα ως Ακόλουθος Άμυνας.
Το 2002 ορίστηκε διοικητής της 32ης ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Το 2004 προήχθη σε υποστράτηγο και το 2007 σε αντιστράτηγο, αναλαμβάνοντας τη διοίκηση του Β΄ Σώματος Στρατού. Το 2009 διορίστηκε γενικός επιθεωρητής στρατού και το καλοκαίρι του ίδιου έτους ανέλαβε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού μετά από απόφαση του τότε υπουργού Άμυνας Ευάγγελου Μεϊμαράκη, με την σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή. Στη θέση εκείνη παρέμεινε μέχρι την 1η Νοεμβρίου 2011.

Η κόντρα με τον Τόσκα

Ως αρχηγός ΓΕΣ είχε αποκτήσει μεγάλη επιρροή στον Στρατό Ξηράς, αφενός λόγω του κύρους του, αφετέρου επειδή –λένε– είχε φροντίσει να τοποθετήσει ανθρώπους της εμπιστοσύνης του σε θέσεις-κλειδιά. Ως ανώτατος αξιωματικός είχε την τάση να διατηρεί σχετικά υψηλό βαθμό αυτονομίας από τους πολιτικούς προϊσταμένους του, με το επιχείρημα ότι έτσι μπορούσε να ανταποκριθεί πληρέστερα στα καθήκοντά του.
Τεταμένες ήταν οι σχέσεις του με τον τότε υπουργό Άμυνας Πάνο Μπεγλίτη και τον υποστράτηγο Νίκο Τόσκα, που τότε ήταν επικεφαλής του υπουργικού γραφείου. Σύμφωνα με πληροφορίες, η κακή σχέση των δύο ανδρών αξιωματικών πάει πολύ πιο πίσω, τότε που και οι δύο φοιτούσαν στη Σχολή Ευελπίδων. Όποια και αν είναι η αλήθεια, η κόντρα αυτή ήταν που οδήγησε και στην αποστρατεία του. Τα βασικά σημεία τριβής τους ήταν το σχέδιο που υπέβαλε ο Τόσκας το Νοέμβριο του 2009 για την αναδιάρθρωση της Δομής Δυνάμεων, το οποίο και περιλάμβανε μεταξύ άλλων μείωση των «περιττών», όπως χαρακτηρίζονταν μονάδων.
Καταργούνταν η Στρατιά στη Λάρισα, οι περισσότερες μονάδες στη Μακεδονία και διατηρούνταν σχεδόν όλες οι μονάδες και τα κέντρα εκπαίδευσης σε Νότια Ελλάδα. Όταν ο Φράγκος αντέδρασε, ο Τόσκας τον κατηγόρησε, όπως και τον Ευάγγελο Βενιζέλο που είχε υποστηρίξει τον αρχηγό ΓΕΣ, ότι εκκινούσαν από μικροπολιτικές σκοπιμότητες, λόγω της σχέσης τους με τη Βόρειο Ελλάδα.
Τον Δεκέμβριο του 2011 ο στρατηγός Φράγκος κατέθεσε υπέρ των 39 ανδρών της Μονάδας Υποβρυχίων Καταστροφών του Λιμενικού Σώματος στο δικαστήριο, όπου δικάζονταν για τα συνθήματα που είχαν φωνάξει εναντίον μεταναστών στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2010 στην Αθήνα. Από τότε η μοίρα του είχε καθοριστεί. Το όνομά του Φραγκούλη, μάλιστα, επιχειρήθηκε να συνδεθεί με ένα υποτιθέμενο πραξικόπημα, για το οποίο άφησε υπαινιγμούς η ίδια η τότε κυβέρνηση. Από την πλευρά της η ηγεσία της ΕΥΠ διέψευσε οποιαδήποτε τέτοια υποψία.
Όπως και να έχει, διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι η Άγκυρα, έχοντας εγκαίρως διαγνώσει την αποχώρηση Φράγκου, ανέβασε το θερμόμετρο στο Αιγαίο, επιδιώκοντας να δοκιμάσει την κατάσταση των ελληνικών Ειδικών Δυνάμεων. Μετά την αποστρατεία του, συχνά δημοσιεύματα εμφάνιζαν τον πρώην αρχηγό ΓΕΣ να ιδρύει ή να συμμετέχει σε νέο εθνικιστικό κόμμα. Είχαν, μάλιστα, κυκλοφορήσει και σενάρια ότι θα είναι υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης απέναντι στον Γιάννη Μπουτάρη, με τον οποίο τον χωρίζει ιδεολογικό χάος.

Μπήκε «πικραμένος» στην κυβέρνηση

Όποιος τον γνωρίζει ξέρει ότι απεχθάνεται τον πολιτικαντισμό και ότι δεν τρέφει εκτίμηση για τους σημερινούς πολιτικούς, τους οποίους σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις χαρακτηρίζει «κατώτερους των περιστάσεων». Ο ίδιος, άλλωστε, δεν διακρίνεται για τη διπλωματική γλώσσα του. Παροιμιώδης έχει μείνει η δημόσια λεκτική επίθεσή του στον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ με αφορμή τον θάνατο των τριών αξιωματικών στην Κίναιρο! Λέγεται πως μιλώντας ενώπιον κοινού είχε πει «Βούλωστο μωρή αδελφή».
«Δεν θέλω να μπλέξω με αυτούς. Θα μου πουν τίποτα και θα τους πάρει ο διάολος», λέει κάθε φορά που τον ρωτάνε γιατί δεν κατεβαίνει στην πολιτική. Η αλήθεια είναι ότι έχει κατά καιρούς δεχτεί προτάσεις από όλα σχεδόν τα κόμματα. Ο Αντώνης Σαμαράς, μάλιστα, όχι απλά τον βολιδοσκόπησε για επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της ΝΔ, αλλά του έριξε στα πόδια του ως δώρο και το υπουργείο Άμυνας. Ο στρατηγός δεν ανταποκρίθηκε.
Η μοναδική εμπλοκή του με την πολιτική έγινε με τη διαμεσολάβηση του πρέσβη Κωνσταντίνου Μπίτσιου, πρώην διπλωματικού συμβούλου του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή και πρώην διευθυντή του ιδιαιτέρου γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια. Μέσα από τη σχέση φιλίας και εμπιστοσύνης που διατηρούσε μαζί του, από την εποχή που και οι δύο υπηρετούσαν στην Άγκυρα, δέχτηκε να συναντηθεί με τον Κάρολο Παπούλια, τον οποίον επίσης συμπαθούσε.
Αυτός ήταν που τον έπεισε να αναλάβει το υπουργείο Άμυνας της υπηρεσιακής κυβέρνησης του Πικραμμένου που ορκίστηκε στις 17 Μαΐου 2012. Λέγεται, μάλιστα, ότι ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας επικαλέστηκε το εθνικό συμφέρον και την επιτακτική ανάγκη διαφύλαξης των ανοιχτών εθνικών μετώπων για να τον πείσει. Την περίοδο εκείνη, πάντως, του είχαν χρεώσει μία χειραψία με το Νίκο Μιχαλολιάκο. Ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής είχε σπεύσει από τα πίσω έδρανα της Βουλής, είχε προσεγγίσει τα υπουργικά έδρανα μόνο και μόνο για να χαιρετήσει τον στρατηγό.

Τα παιδιά του φραπόγαλου

Αμέσως μετά τη σύντομη θητεία του παρέμεινε ένα εμβληματικό πρόσωπο για τον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και σημείο αναφοράς για τον λεγόμενο πατριωτικό χώρο. Κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στην κοπή πίτας του Συνδέσμου Αποστράτων Αξιωματικών, έδωσε συνέντευξη σε εφημερίδα της Κομοτηνής.
Μεταξύ άλλων του τέθηκε το ερώτημα για το σύνθημα «όπου τελειώνει η λογική, αρχίζει ο στρατός». Τον ρώτησαν πώς αισθάνεται, όταν το ακούει. «Αισθάνομαι πάρα πολύ καλά γιατί ξέρω ότι ο στρατός διοικείται διά της λογικής και δεν είναι άλογος. Βέβαια η απόλυτη πειθαρχία και η τάξις πολλές φορές προβληματίζουν τους νέους μας και εκεί που ήταν τα παιδιά του φραπόγαλου, ξαφνικά είναι συγκροτημένες προσωπικότητες, έτοιμες να αναλάβουν πρωτοβουλίες και ευθύνες. Άρα δεν υπάρχει αυτό το σύνθημα παρά μόνο ως ένας μύθος που καλά υπάρχει και ανδρώνεται, διότι έτσι είναι πιο προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες».

«Τούμπα, Τούμπα, Βιετνάμ»

Ο στρατηγός εκτός από την πατρίδα και την οικογένειά του (τη σύζυγο και τα δύο του παιδιά) έχει μια ακόμα μεγάλη αδυναμία, τον ΠΑΟΚ. Μάλιστα όσοι υπηρέτησαν τη στρατιωτική θητεία δίπλα του, θυμούνται ακόμα να τους ρωτάει επιμόνως «Τι ομάδα είσαι;». Αν η απάντηση ήταν Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός τότε η άδεια δινόταν με μισή καρδιά. Στην περίπτωση, όμως, που απαντούσαν ΠΑΟΚ, η άδεια διευρυνόταν!
Η αγάπη για την ομάδα του τον έχει μετατρέψει σε αθλητικό σχολιαστή σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές της συμπρωτεύουσας. Ο πρώην αρχηγός ΓΕΣ τοποθετείται μετά από αγώνες, έχει άποψη για τις μεταγραφές και το νέο γήπεδο, ενώ δεν διστάζει να κράξει και τους παίκτες, μετά από έναν κακό αγώνα. Μέχρι που πρότεινε στον μεγαλομέτοχο του ΠΑΟΚ Ιβάν Σαββίδη να αναλάβει και την ομάδα μπάσκετ. Ο στρατηγός διατηρεί σχέσεις με τον Πόντιο επιχειρηματία.
Σύμφωνα με τον Φραγκούλη Φράγκο, γνωρίστηκαν το 2008, στη γιορτή της Παναγίας Σουμελά. Από το 2013 και μετά έχει, μάλιστα, παρέμβει αρκετές φορές μιλώντας με θετικά λόγια γι αυτόν. Πολλές φορές, μάλιστα, συνδυάζει τις τοποθετήσεις του για τον ΠΑΟΚ με τις δημόσιες πολιτικό-κοινωνικές παρεμβάσεις του.
Ενδεικτικό παράδειγμα η εμφάνισή του στην εκπομπή του βετεράνου ποδοσφαιριστή του ΠΑΟΚ Αχιλλέα Ασλανίδη, στον ραδιοφωνικό σταθμό Μετρόπολις της Θεσσαλονίκης. Εκεί ήταν που μίλησε για γαϊδούρια και εθνομηδενιστές, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από πατριώτες. «Ντροπή τους! Να πλένουν το στόμα τους όλα αυτά τα γαϊδούρια, τα γαϊδούρια, που βρίζουν τον Ελληνισμό και τον Ποντιακό Ελληνισμό», είπε με τον γνωστό θυελλώδη τρόπο του.

Υπέρ του ΝΑΙ

Αυτή δεν ήταν η μοναδική δημόσια παρέμβασή του, κατά τη διάρκεια της αποστρατείας του. Σε ερώτηση για το τί θα έλεγε, εάν είχε μπροστά του τον υπουργό Εθνικής Άμυνας, Πάνο Καμμένο, είπε: «Τι θα του έλεγα; Να γίνει υπουργός Εθνικής Άμυνας»! Όταν φίλοι, γνωστοί και θαυμαστές του λένε ότι «κάτι πρέπει να κάνουμε», ο στρατηγός απαντάει με νόημα ότι αυτό που θα κάνουμε, πρέπει να το κάνουμε όλοι μαζί.
Στενός φίλος του είναι ο Χρήστος Μανωλάς, επίσης απόστρατος αρχηγός ΓΕΣ. Αν και ο ένας είναι φανατικός ΠΑΟΚτζης και ο άλλος ΑΕΚτζης πάνε συχνά μαζί στο γήπεδο της Τούμπας. Οι κακές γλώσσες τους θέλουν να συσπειρώνουν γύρω τους πολλούς απόστρατους. Αν και έχει δηλώσει αντιμνημονιακός, λέγοντας ότι δεν του αρέσει να κάνουν κουμάντο οι ξένοι στην Ελλάδα, στο δημοψήφισμα του 2015 τάχθηκε δημόσια υπέρ του ΝΑΙ. «Επιβάλλεται όσο ποτέ άλλοτε οι Έλληνες να αποφασίσουν με σύνεση και ψυχραιμία, για την επιβίωση μας ως έθνους μέσα στην Ευρώπη με ένα ηχηρό ΝΑΙ την Κυριακή», είχε δηλώσει.
Με τούτα και με τα άλλα, η εμφάνισή του στο συλλαλητήριο αναζωπύρωσε τα σενάρια περί εμπλοκής του στην πολιτική, μέσω της ιδρύσεως δικού του κόμματος. Κάποιοι, μάλιστα, ισχυρίζονται ότι κάτι τέτοιο είναι ήδη στα σκαριά. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται πώς ο ίδιος έχει πει στον στενό κύκλο του ότι «αν υπήρχε η απαραίτητη χρηματοδότηση θα προχωρούσε σήμερα κιόλας».
Ο ίδιος μέχρι στιγμής το αρνείται, παρότι η αποκωδικοποίηση της ομιλίας του δείχνει καθαρά  το ιδεολογικό πλαίσιό του, που συμπυκνώνεται στο δόγμα: πατρίδα, ορθοδοξία, ένοπλες δυνάμεις και οικογένεια. Φίλοι του ισχυρίζονται ότι δεν έχει πολιτικές βλέψεις, παρά τις φήμες για το αντίθετο. Αρκείται να λειτουργεί αποτρεπτικά. Ξέρει ότι το όνομα του και μόνο ασκεί επιρροή και οι παρεμβάσεις του επηρεάζουν το κλίμα. Κάποια κόμματα αναγκάζονται να μετατοπίζονται σε εθνικά ζητήματα για να μην έρθουν σε αντίθεση με τους ψηφοφόρους 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου