Έκανε λόγο, λοιπόν, για «νεοραγιάδες που μας καλούν να αποδεχτούμε τον στρατό κατοχής και πραξικοπημάτων (σ.σ. στην Κύπρο), προκειμένου να μας πιστοποιήσουν ότι δεν είμαστε εθνικιστές», κατήγγειλε όσους «χαρακτηρίζουν αυθαίρετα κάθε δημοκρατική - πατριωτική στάση του ελληνισμού ως εθνικισμό, υϊοθετώντας κάθε ψέμα της απέναντι πλευράς», και αναρωτήθηκε πως είναι δυνατόν να «παριστάνουν κάποιοι τους τιμητές του ΟΗΕ, και ταυτόχρονα να μας κατηγορούν για εθνικισμό, τη στιγμή μάλιστα που οι προτάσεις μας συνέπιπταν με εκείνες του επικεφαλής του ΟΗΕ». Κατά τον ίδιον, το κύριο πρόβλημα δεν είναι τόσο η Τουρκία, που σε τελική ανάλυση κοιτάζει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της, όσο «από εκείνους τους συμπολίτες μας που υποστηρίζουν τις απαιτήσεις της Τουρκίας. Που τις θεωρούν αυτονόητες και μας καλούν να τις ανεχτούμε και να τις αποδεχτούμε. Εμφανίζουν, μάλιστα, αυτή την παράδοση ως πράξη τάχατες ενάντια στον εθνικισμό. Είναι δείγμα νεοραγιαδισμού το να υποστηρίζεται ότι δεν θα πείραζε αν δίναμε εγγράφως στην Τουρκία το δικαίωμα επέμβασης, ακόμα και στο νότιο μέρος του νησιού. Διότι, όπως έλεγαν, αυτό μπορεί να το κάνει η Τουρκία, έτσι και αλλιώς, όποτε θέλει. Μας καλούν να παραδοθούμε.
Δηλαδή, υποστηρίζουν ότι κακώς ο ελληνισμός έκανε τις Θερμοπύλες, το αλβανικό έπος, την αντίσταση στην κατοχή και στη χούντα». Και κατέληξε με το ερώτημα: «Από που βρήκαν, άραγε, ότι η Τουρκία έκανε θετικές προτάσεις που εμείς τάχα απορρίψαμε;».
Βέλη προς … Αριστερά
Σε αρκετές αποστροφές του λόγου του, πάντως, ήταν ηλίου φαεινότερο ότι απαντά στους εξ’ αριστερών συντρόφους του, οι οποίοι, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, επανειλημμένως τον έχουν επικρίνει, χαρακτηρίζοντάς τον, μάλιστα, ως εκπρόσωπο του «εθνικιστικού λόμπυ» στην κυβέρνηση. Πολύ περισσότερο, επιχειρούν να τον ταυτίσουν με τον Π.Καμμένο, κάνοντας λόγο για «εθνικιστικό δίδυμο» (!).
Ο ίδιος, λοιπόν, αφού ανέφερε ότι «ο πατριωτισμός δεν έχει καμιά σχέση με τον ακραίο εθνικισμό και πολύ λιγότερο με τον σωβινισμό» και ότι «σκόπιμα κάποιοι διαστρεβλώνουν τη διαφορά ανάμεσα σε αυτούς του δυο όρους και τις πολιτικές στάσεις», παρατήρησε με νόημα: «Ο εφιάλτης στις Θερμοπύλες δεν ήταν ούτε δημοκράτης, ούτε πατριώτης, ούτε, πολύ λιγότερο διεθνιστής. Ήταν, απλά, εφιάλτης». Κατέληξε, δε, λέγοντας: «Η υπεράσπιση της πατρίδας και των δημοκρατικών - ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι μάχη δημοκρατική. Η μάχη για την εξάλειψη του οθωμανικού παρελθόντος ως προς την ανεξαρτησία της Κύπρου είναι δημοκρατική και αξιοπρεπής. Ο εθνικισμός, αναχρονισμός και ακρότητα, είναι της Τουρκίας που θέλει να κατέχει τρίτο κράτος, να το ελέγχει, να έχει δικαιώματα επέμβασης σ’ αυτό».
Όμως, οι μπηχτές προς τα αριστερά, αλλά και γενικότερα προς τους «ανανιστές» του ονομαζόμενου «φιλελεύθερου εκσυγχρονισμού», που βρίσκονται σε όλους τους πολιτικούς χώρους εντός και εκτός Ελλάδος, δεν περιορίστηκαν στα παραπάνω. «Ορισμένοι –είπε- δήλωσαν ότι η όποια διεκδίκηση για την κατάργησή τους (σ.σ. των Συνθηκών για το καθεστώς εγγυήσεων - στρατευμάτων), είναι έκφραση εθνικισμού, αν όχι ακροδεξιά πολιτική. Φαντάζομαι στο μυαλό τους τα εθνικοαπελευθερωτικά δημοκρατικά κινήματα, τα αντιφασιστικά κινήματα καθώς και τα αντικατοχικά φαντάζουν ως ακροδεξιά. Καταλαβαίνω από τις θέσεις που υποστηρίζουν, ότι η υπεράσπιση της πατρίδας θεωρείται αντιπαραγωγική. Είναι μια στάση που τη συναντά κανείς στον σύγχρονο ιστορικό αναθεωρητισμό στην Ελλάδα, ο οποίος υποστηρίζει ότι η αντίσταση στην τριπλή κατοχή της Ελλάδας στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου προκάλεσε τα δεινά της κατοχής. Ότι αυτά δεν προκλήθηκαν από την ίδια την κατοχή. Η αντίληψη αυτή, πιστεύει, ακόμα, ότι κακώς οι 300 του Λεωνίδα αντιστάθηκαν στον Ξέρξη».
Βομβαρδισμός από μεγάλα Δυτικά ΜΜΕ
Όλα δείχνουν ότι ο Ν.Κοτζιάς επέλεξε την εκδήλωση των Κυπρίων στη Νέα Υόρκη, προκειμένου να απαντήσει και στις βολές που δέχεται από μεγάλες «ναυαρχίδες» του Δυτικού Τύπου. Επιθέσεις που εκδηλώνονται σε μια περίοδο, κατά την οποία είναι ανοικτά: 1.Το Κυπριακό, παρά το προεκλογικό «διάλειμμα» στην Κύπρο, και με τους τουρκικούς σχεδιασμούς για να τορπιλιστεί το «πλαίσιο Γκουτιέρες». 2.Το Σκοπιανό και γενικότερα τα Δυτικά Βαλκάνια. 3.Σοβαρά θέματα στα ελληνοτουρκικά και τα ευρωτουρκικά. 4.Σειρά σημαντικών ζητημάτων στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Κι’ όλα αυτά, δίπλα σε μια περιοχή που κυριολεκτικά βρωμάει μπαρούτι, τη στιγμή που η Ελλάδα παραπατάει από την παρατεταμένη κρίση.
Μόλις χθες, για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα, η γερμανική εφημερίδα, Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), στοχοποίησε τον Ν.Κοτζιά, καλλιεργώντας, εμμέσως πλην σαφώς, την εικόνα ενός προσώπου που στο παρελθόν, όταν ήταν στην ΚΝΕ και στο ΚΚΕ, αν δεν ήταν πράκτορας της μυστικής υπηρεσίας της Ανατολικής Γερμανίας, «Στάζι», τουλάχιστον έχει συνεργαστεί μαζί της. Ένα ενδιαφέρον σημείο στη σελίδα της FAZ, που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο, ήταν η επιλογή της φωτογραφίας του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών με φόντο τη σκοπιανή σημαία (!). Να σημειωθεί πως μόλις προ ημερών, η εφημερίδα φιλοξένησε συνέντευξη του υπουργού Εξωτερικών της πΓΔΜ, Νίκολα Ντιμιτρόφ, ενώ επανειλημμένως έχει αναφερθεί στην άμεση ανάγκη να λυθεί το ονομαζόμενο «Μακεδονικό».
Γενικότερα, η στάση ισχυρών κύκλων της Γερμανίας -που αντικατοπτρίζεται και στα ΜΜΕ της- στο θέμα των Σκοπίων, γεννά αρκετά ερωτηματικά. Μόλις προ εβδομάδων, σε μια άλλη –πολλοστή σε γερμανικό Μέσον Ενημέρωσης- συνέντευξη που έδωσε ο Ν.Ντιμιτρόφ, στην «Ντόϋτσε Βέλλε», του είχαν βάλει φόντο τη σημαία με τον ήλιο της Βεργίνας. Για να μην μιλήσει κανείς για το Spiegel, το οποίο πολλάκις έχει καταγγείλει την Ελλάδα ως τον κύριο υπεύθυνο ακόμα και για την έκκρυθμη πολιτική κατάσταση στα Σκόπια. Και όλα αυτά προέρχονται από κύκλους μιας χώρας, η οποία, ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν, χάϊδευε τον ακραίο εθνικιστή, πρώην πρωθυπουργό των Σκοπίων, Νίκολα Γκρουέφσκι. Αυτόν, δηλαδή, που σήμερα καταγγέλλει η Γερμανία. Για να μην μιλήσει κανείς για το έτερο χαϊδεμένο παιδί των ίδιων κύκλων, τον Έντυ Ράμα, τον πρωθυπουργό της Αλβανίας, μιας χώρας δηλαδή η οποία είναι ο παράδεισος των ναρκωεμπόρων, του οργανωμένου εγκλήματος και της διαφθοράς. Μια χώρα – πραγματική χασισοφυτεία, που, όμως, ουδείς στην Ευρώπη διερωτάται σε ποια ταμεία καταλήγει το βρώμικο χρήμα των ναρκωτικών.
Αντίστοιχο δημοσίευμα με αυτό της FAZ, όπου επίσης, εμμέσως πλην σαφώς, αφήνονται υπόνοιες για σχέσεις Κοτζιά με την «Στάζι», είχε κάνει προ διμήνου και η «ναυαρχίδα» του βρετανικού Τύπου, οι Financial Times. Είναι η ίδια εφημερίδα που σε άλλα δημοσιεύματά της άφηνε να αιωρείται η εντύπωση ότι ο Ν.Κοτζιάς συνδέεται με τη ρωσική ακροδεξιά και το Κρεμλίνο. Τώρα, βέβαια, πως γίνεται σήμερα άλλοι να τον λένε και «άνθρωπο των Αμερικάνων», είναι απορίας άξιον. Ο υπουργός Εξωτερικών, ως γνωστόν, επανειλημμένως έχει αφήσει αιχμές για τον ρόλο του Λονδίνου τόσο στο Κυπριακό, όσο και στις –στενότατες- σχέσεις του με την Άγκυρα. Και στην τελευταία ομιλία του, στη Νέα Υόρκη, επίσης άφησε να εννοηθεί ότι η βρετανική πλευρά προέβη σε «περίεργες» παρεμβάσεις.
«Είχαμε την τύχη –εξήγησε- να υιοθετήσει ο ΓΓ του ΟΗΕ το βασικό μας σκεπτικό και να το αναπτύξει δημιουργικά με τον δικό του τρόπο. Μας μοίρασε δε κείμενο επ' αυτού το τελευταίο βράδυ, το μοναδικό κείμενο που μοίρασε ο ΟΗΕ, στο Κρανς Μοντάνα. Μόλις το παρουσίασε, έλαβα πρώτος το λόγο και δήλωσα τη συμφωνία της Ελλάδας μαζί του. Σχολίασα δε επί μακρών με επιμέρους προτάσεις τις θετικές πλευρές της πρότασής του. Δυστυχώς, το λόγο έλαβε τρίτος παράγοντας που αποδιοργάνωσε τη συζήτηση και παρεμπόδισε την εξέταση του εγγράφου του ΓΓ του ΟΗΕ. Αυτή η πράξη αποδιοργάνωσης στην αρχή της συζήτησης μαζί με την άρνηση της Τουρκίας -στο τέλος της συζήτησης- να συναινέσει στην πρόταση που έκανε ο ΓΓ να συμφωνήσουμε σε μια παράγραφο στην οποία συμπεριλαμβανόταν και η υποχρέωση της Τουρκίας να παραιτηθεί από τα όποια εγγυητικά και παρεμβατικά «δικαιώματα», οδήγησαν στη μη ολοκλήρωση της διεθνούς διάσκεψης για το Κυπριακό».
Παρασκήνιο
Βέβαια, όπως επανειλημμένως έχει κάνει, έτσι και σε αυτή την ομιλία του, ο Ν.Κοτζιάς δεν έχασε την ευκαιρία να επιτεθεί στον πρώην ειδικό απεσταλμένο του ΟΗΕ για το Κυπριακό, Μπάρθ Αϊντε. Αυτός, στις πρόσφατες εκλογές στη Νορβηγία, εξελέγη βουλευτής με τους σοσιαλδημοκράτες. Ως γνωστόν, παλαιότερα χρημάτισε στη χώρα του υπουργός Εξωτερικών και Άμυνας.
Αφού ανέφερε, λοιπόν, ότι η «έννοια και απαίτηση μετατροπής της Κύπρου σε φυσιολογικό, κανονικό, κράτος πρωτοδιατυπώθηκε σε επιστολή μου προς τον ΟΗΕ πριν την Γενεύη II (σ.σ. Κρανς Μοντάνα), δια της οποίας απέρριπτα το κείμενο των πολλαπλών φιλοτουρκικών νοθεύσεων που είχε ετοιμάσει ο Έιντε ενόψει της Γενεύης II», και είπε ότι είναι τιμή για τον ίδιον ότι τη διατύπωσή του την υϊοθέτησε ο Α.Γκουτιέρες, σημείωσε ότι, ως Ελλάδα, «στηρίζουμε το έργο του ΟΗΕ, συνδράμουμε με όλες τις δυνάμεις μας σε αυτό», και ότι ο Οργανισμός «βρίσκεται στην κορυφή της επιλογής μας».
Διευκρινίζοντας, επίσης, ότι «η κριτική στον Αϊντε δεν ήταν πολεμική προς τον ΟΗΕ», αλλά προς τον ίδιον, ανέφερε τα εξής: «Θα άξιζε τον κόπο να δούμε αν ο κύριος αυτός μπορεί να υπερασπιστεί τις φιλοτουρκικές του θέσεις στην δική του κοινωνία (σ.σ. στη Νορβηγία). Ας φέρω ένα παράδειγμα. Τον Ιανουάριο του 2017 στη Γενεύη, σε μια συνάντηση που είχαμε με τον ΟΗΕ, υπέβαλα την ερώτηση αν ο ειδικός σύμβουλος είναι μονοδιάστατα διαμεσολαβητής ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα, ή έχει πρώτιστο καθήκον του να υλοποιήσει τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Αφού μου απαντήθηκε ότι ισχύει το δεύτερο, ρώτησα γιατί τότε ο Αϊντε δεν υπερασπίζεται τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας του, για απομάκρυνση των κατοχικών στρατευμάτων. Η απάντηση εκ μέρους του ήταν ότι «δεν υπάρχουν τέτοιες αποφάσεις». Όταν του δείξαμε αντίγραφα αποφάσεων της ΓΣ του ΟΗΕ και του ΣΑ, μας δήλωσε -ενώπιον του γενικού γραμματέα- ότι δεν τις γνώριζε. Δηλαδή, ο ειδικός σύμβουλος του ΟΗΕ για το Κυπριακό δεν γνώριζε ούτε και μετά από δύο χρόνια διαμεσολάβησης τις αποφάσεις του Οργανισμού που αντιπροσώπευε. Συνολικά η συμπεριφορά του κ.Αϊντε δεν ήταν ενός ανθρώπου που αναζητούσε έντιμους συμβιβασμούς στη βάση των αποφάσεων του ίδιου του ΟΗΕ, του διεθνούς δικαίου, αλλά ενός παράγοντα που ήταν πεπεισμένος ότι μπορούσε να πιέσει την Κυπριακή Δημοκρατία, έστω και αδίκως, περισσότερο από ότι την Τουρκία».
Όσον αφορά αυτές καθαυτές τις προτάσεις που υπέβαλαν οι εμπλεκόμενος πλευρές για την επίλυση του Κυπριακού, ο ίδιος είπε ότι «για όλες τις πτυχές (σ.σ. του Κυπριακού) η Ελλάδα κατέθεσε εξ' αρχής τις προτάσεις της στον ΟΗΕ, στις άλλες εμπλεκόμενες πλευρές στις διαπραγματεύσεις και ευρύτερα. Η Ελληνική Δημοκρατία και η Κυπριακή κατέθεσαν τις προτάσεις τους σε αντίθεση με την άλλη πλευρά, την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Οι δύο τελευταίες περιορίστηκαν να καταθέσουν στην Κρανς Μοντάνα, πανομοιότυπα έγγραφα, έκτασης μισής σελίδας με τα οποία επέμεναν να διασφαλίζουν τον παράνομο έλεγχο της Τουρκίας επί της μεγαλονήσου». Και μιλώντας για τις θέσεις της τουρκικής πλευράς, παρατήρησε: «Δεν αποτελούν οι όποιες προτάσεις, επί παραδείγματι των Τούρκων, λύση. Στην πραγματικότητα είναι προτάσεις διαιώνισης του προβλήματος, δηλαδή, της κατοχής. Δηλαδή, η κακή πρόταση, δεν είναι ούτε καν κακή λύση».
Ίμβρος - Τουρκοκύπριοι
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκάλεσαν τα ανοίγματα που έκανε προς τους Τουρκοκύπριους με την ομιλία του ο Ν.Κοτζιάς. «Ελεύθερος Τουρκοκύπριος –ανέφερε- θα υπάρξει πάνω στο νησί μόνο με την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων. Η δημοκρατία σε όλη την Κύπρο, και ανάμεσα στους Τουρκοκύπριους, θα λειτουργήσει μόνο όταν θα καταργηθεί η στρατοκρατία των Τούρκων στην κατεχόμενη Κύπρο. Ο τουρκικός στρατός κατοχής είναι ένας παράγοντας που παρεμποδίζει και την ανάπτυξη της δημοκρατίας στην κατεχόμενη Κύπρο».
Και σε άλλο σημείο, αναφερόμενος στην κατάφωρη καταπάτηση των Συνθηκών που έχει υπογράψει η Τουρκία, και ειδικότερα στην περίπτωση της Ίμβρου, είπε: «Οι Τουρκοκύπριοι ζουν εδώ και 43 χρόνια σε μια περιοχή που έχει καταληφθεί από έναν ξένο στρατό, τον τουρκικό. Σε αυτή την περιοχή ζουν 220.000 άνθρωποι εκ των οποίων μόνο οι 95.000 είναι Τουρκοκύπριοι. Σε αυτόν τον πληθυσμό αντιστοιχεί σήμερα ένας στρατός 43.000 κατακτητών. Αυτοί δεν έχουν καταλάβει μόνο την Κύπρο και ασκούν κατοχή, αλλά παρεμποδίζουν την δημοκρατική ανάπτυξη της Βορείου Κύπρου και ασκούν πολιτική παρόμοια με εκείνη που ασκήσαν στην Ελληνική Ίμβρο. Ένα νησί με 11.000 πληθυσμό στις αρχές του 20ου αιώνα, όλοι Έλληνες. Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης το νησί θα έπρεπε να αυτοδιοικείται από τους Έλληνες κατοίκους. Όμως οι τούρκικες κυβερνήσεις ουδέποτε εφάρμοσαν τις διεθνείς συμφωνίες. Καταπατήσαν όλα τα δικαιώματα των Ιμβρίων με αποτέλεσμα να ζουν σήμερα στο νησί χιλιάδες τούρκοι έποικοι και 300 Έλληνες. Μόλις τώρα δε, αρχίζουν να σέβονται τα συμφωνηθέντα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου