του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Αν
δεν εξαρτιούνταν οι ζωές έντεκα εκατομμυρίων ανθρώπων απ’ αυτήν, η διελκυστίνδα
μεταξύ Κομισιόν και ΔΝΤ για το ποιος λέει αλήθεια και ποιος ψέματα για την
κατάσταση της ελληνικής οικονομίας θα ήταν απλώς ένα διασκεδαστικό σόου ή ένα
κακόγουστο αστείο. Δυστυχώς, αυτό δεν ισχύει. Και η κατάσταση γίνεται
τραγικότερη όταν ζητείται από τη σαστισμένη κοινωνία να διαλέξει πλευρά. Να
προτιμήσει τη λιγότερο οδυνηρή αλήθεια ή το πιο βολικό ψέμα; Γιατί σ’ αυτή τη
διελκυστίνδα και οι δυο πλευρές λένε μισές αλήθειες και μισά ψέματα. Για την
ακρίβεια, λένε αληθινά ψέματα.
Προφανέστατα
λέει αλήθεια το ΔΝΤ όταν επιμένει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο. Αλλά λέει
ψέματα όταν ισχυρίζεται ότι υπάρχει περίπτωση να γίνει βιώσιμο χωρίς δραστικό
κούρεμά του. Λέει ψέματα όταν αφήνει να εννοηθεί ότι θα γίνει βιώσιμο -ή
εξυπηρετήσιμο- ακόμη κι αν εφαρμοστούν όλα τα μέτρα για το χρέος -
βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα, μακροπρόθεσμα- που επεξεργάζεται ο ESM. Ποιος
θυμάται ότι την πρώτη μνημονιακή διετία το ΔΝΤ είχε επιβάλει στους Ευρωπαίους δανειστές
ως «καταστατικό» όριο χρέους το 110% του ΑΕΠ; Πού χάθηκε αυτό το όριο;
Πιθανότατα
είναι ειλικρινής η Κομισιόν όταν εκτιμά ότι, υπό προϋποθέσεις, η οικονομία θα
τρέξει το 2017 με ρυθμό ανάπτυξης 2,7%. Αλλά η αξιοπιστία αυτής της
ειλικρίνειας εξαϋλώνεται αν θυμηθεί κανείς ότι και για το 2013 -για παράδειγμα-
προέβλεπε, έπειτα από τα πρώτα πέντε χρόνια ύφεσης, ανάπτυξη 0,7%. Η χρονιά
έκλεισε με ύφεση άνω του 3%.
Λέει
αλήθεια το ΔΝΤ ισχυριζόμενο ότι είναι αδύνατον να πιαστούν και να διατηρηθούν
πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% - 2,5% του ΑΕΠ για περισσότερα από 2-3 χρόνια.
Αλλά λέει καραμπινάτο ψέμα αποκρύπτοντας ότι ήταν δική του εισήγηση η σταδιακή
αύξηση των απαιτούμενων πλεονασμάτων από 3% έως 4,5% μεταξύ 2014 και 2016, όταν
η Λαγκάρντ δήλωνε «εντυπωσιασμένη» από το πλεόνασμα 0,8% του 2013.
Λέει
αλήθεια η Κομισιόν όταν καταλογίζει υπερβολική απαισιοδοξία στις προβλέψεις του
ΔΝΤ, αλλά λέει ταυτόχρονα ψέματα όταν αποκρύπτει ότι η δική της υπεραισιοδοξία,
πολλάκις διαψευσμένη στο παρελθόν, έχει πολιτικά κίνητρα κι όχι στατιστικά
ερείσματα. Κι αντιστρόφως μπορεί να είναι ειλικρινής ο Τόμσεν υποσχόμενος
αναθεώρηση των προβλέψεων του ΔΝΤ αν τα νούμερα το υπαγορεύσουν, όμως
ταυτόχρονα ψεύδεται γιατί το deal, αν προκύψει, θα προκύψει όχι από τα
μαθηματικά, αλλά από το πολιτικό παζάρι με τον Σόιμπλε.
Στην
πραγματικότητα και η Κομισιόν και το ΔΝΤ είναι μέρος του ίδιου παλιού
προβλήματος. Ζουν σταθερά στην ίδια εικονική πραγματικότητα των χειραγωγούμενων
μεγεθών και της -πολιτικά και ιδεολογικά- μεροληπτικής στατιστικής.
Υποτίθεται
ότι η Ελλάδα συνελήφθη κλέπτουσα οπώρας το φθινόπωρο του 2009, με την αποκάλυψη
των greek statistics, που έκρυβαν ένα δημοσιονομικό έλλειμμα πολλαπλάσιο αυτού
που αποτυπωνόταν στα επίσημα στοιχεία. Ένα έλλειμμα που -με τη βούλα της Eurostat-
εκτιμάτο στο 3,6%, με τις υποψίες του Γ. Προβόπουλου ανέβαινε στο 8%, με την
αναθεώρηση της κυβέρνησης Παπανδρέου εκτινάχτηκε στο 12,4% και με το μαγικό
χέρι της Eurostat, ένα χρόνο αργότερα, καρφώθηκε στο 15,4%.
Η
εποπτευόμενη από την Κομισιόν Eurostat έλεγε «αλήθεια» και τον Οκτώβριο του
2009 και τον Νοέμβριο του 2010, αλλά η απόσταση από τη μια «αλήθεια» της στην
άλλη ήταν 13 ποσοστιαίες μονάδες και κόστισαν στην ελληνική κοινωνία
«δημοσιονομική προσαρμογή» 20% του ΑΕΠ μέχρι σήμερα. Αλλά, όπως κυνικά
ομολογούσε σε ρεπορτάζ των “New York Times” το 2012 ο τότε διευθυντής της
Eurostat Βάλτερ Ραντερμάχερ «η αλήθεια
δεν είναι δική μου δουλειά, εγώ είμαι στατιστικολόγος. Δεν μ’ αρέσουν οι λέξεις
‘σωστό’ ή ‘αληθές’. Η στατιστική είναι μια μέτρηση κατά συνθήκην». (ΝΥΤ,
6.4.2012). Το ψέμα, λοιπόν, μπορεί ανά πάσα στιγμή να οριστεί ως κατά συνθήκην
αλήθεια. Αλλά τη «συνθήκη» την ορίζει αυτός που έχει τη μεγαλύτερη πολιτική
ισχύ.
Αυτά,
στην εποχή της «διαφάνειας» και της αποκατάστασης της αξιοπιστίας της «ανεξάρτητης»
ΕΛΣΤΑΤ, μπορεί για κάποιους να ακούγονται πια ως γραφική προϊστορία, της οποίας
το ενδιαφέρον της εξαντλείται στη βεντέτα Γεωργίου - Γεωργαντά. Όμως, η
σύγκρουση Κομισιόν και ΔΝΤ για τα μεγέθη αποκαλύπτει ότι δεν έχουμε
απομακρυνθεί ούτε βήμα από την εποχή της «δημιουργικής λογιστικής».
Ίσα
ίσα, αυτό που αποτέλεσε τη ρετσινιά των greek statistics αποδεικνύεται ότι
είναι κάτι πολύ ευρύτερο, που έχει στοιχεία όχι απλά πολιτικής, αλλά ακόμη και
γεωπολιτικής αντιπαράθεσης. Η αποκάλυψη ότι το ΔΝΤ ζήτησε και συμμετείχε ως
παρατηρητής στον διάλογο ΕΛΣΤΑΤ - Eurostat (που εκ των υστέρων “διορθώθηκε” ως
εφάπαξ συμμετοχή) δίπλα στην Κομισιόν και την ΕΚΤ αποδεικνύει ότι οι αριθμοί
δεν έχουν ίχνος αθωότητας. Και, επιβεβαιώνοντας το ιστορικό κλισέ, η αναζήτηση
της ευημερίας των αριθμών πληρώνεται ακριβά με τη δυστυχία των ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου