Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Ο εφιάλτης του «Italexit»



Χωρίς καμία αμφιβολία το συνταγματικό δημοψήφισμα στην Ιταλία της 4ης Δεκεμβρίου θα είναι σημαντικό όχι μόνο για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, αλλά και για το σύνολο της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Σε περίπτωση νίκης του ΟΧΙ, της άρνησης δηλαδή από τον ιταλικό λαό να μεταρρυθμιστεί το πολύ καλό για τα αστικοδημοκρατικά δεδομένα ιταλικό Σύνταγμα, όπως προτείνει ο Μ. Ρέντσι και η πλειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος ( PD), θα έχουμε αλυσιδωτές εξελίξεις στην πολιτική πραγματικότητα αυτής της χώρας.
Τελείως ενημερωτικά πρέπει να γίνουν δύο αναφορές:
1) Το ιταλικό Σύνταγμα είναι αποτέλεσμα ενός πολιτικού συμβιβασμού μεταξύ των τριών ιστορικών πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων, που αναδείχθηκαν μετά την νίκη και την κατάρρευση του ιταλικού φασισμού.
Τα τρία αυτά ρεύματα ήταν: το ρεύμα του αντιφασιστικού καθολικισμού, με επικεφαλής τον Ακ. Ντε Γκάσπερι, το ρεύμα του κόσμου της εργασίας του κομμουνιστικού κινήματος, με επικεφαλής τον Παλ. Τολιάτι και το αντιφασιστικό Λαϊκό Ρεύμα, με επικεφαλής τους σοσιαλιστές Π. Νένι – |Τζ. Σαραγκάτ και τον ρεπουμπλικανό Ούγκο Λα Μάλφα.
Οι τρεις αυτές ιδεολογικό-πολιτικές και πολιτισμικές ομάδες που πολέμησαν τον φασισμό και τροφοδότησαν, κύρια το Ιταλικό ΚΚ, το παρτιζάνικο κίνημα αμέσως μετά την εκτέλεση του Μουσολίνι και τη σύλληψη όλων των στελεχών της τελευταίας φασιστικής κυβέρνησης του «Σαλό», διαμόρφωσαν αυτό το Σύνταγμα που σήμερα θέλει να μεταρρυθμίσει ο Μ. Ρέντσι.

Έγινε αυτή η αναφορά, για να γίνει αντιληπτή και η φόρτιση που υπάρχει στην ιταλική δημοκρατική κοινωνία σε σχέση με το Σύνταγμα που γεννήθηκε από την αντιφασιστική αντίσταση και νίκη, αλλά και τον πρώτο ιστορικό συμβιβασμό των μεγάλων κοινωνικο-πολιτικών τάσεων της Ιταλίας.
2) Η μεταρρύθμιση που προτείνει ο Κος Ματ. Ρέντσι στοχεύει σε τρεις ουσιαστικές αλλαγές:
α) Η πρώτη αλλαγή είναι στην κατάργηση της Γερουσίας με τη σύνθεση που έχει σήμερα, αποτελούμενη από εκλεγμένους γερουσιαστές, εκλεγμένους περιφερειάρχες από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, πρώην πρωθυπουργούς και Προέδρους της Ιταλικής Δημοκρατίας, τους λεγόμενους «Senatori a vita» («ισόβιους») και εξαιρετικές προσωπικότητες των Επιστημών, των Γραμμάτων και των Τεχνών.
β) Η δημιουργία στη θέση της παλιάς γερουσίας ενός σώματος διορισμένων, που εκ των πραγμάτων θα μπορούν να εμποδίζουν την οποιαδήποτε νομοθετική δράση που θα προέρχεται από την αντιπολίτευση. Ο αριθμός των Γερουσιαστών θα μειωθεί από τους 315 σε 100 και αντί να εκλέγονται, θα επιλέγονται από την κυβέρνηση μέσω τοπικών συμβουλίων.
γ) Το βασικότερο, να ανοίξει τις πόρτες στο άμεσο μέλλον για τη διαφοροποίηση του εκλογικού συστήματος προς την κατεύθυνση του πλειοψηφικού. Το σημείο αυτό είναι και το πιο κρίσιμο θέμα, που ενώ δεν μπαίνει φανερά στο τραπέζι δημιουργεί και την μεγάλη πολιτική τριβή και αντιπαράθεση. Σε κάθε περίπτωση, ο Ρέντσι δεν θέλει να ισχυροποιήσει την κυβέρνηση, για να περνάει πιο εύκολα φιλολαϊκά μέτρα ας μη γελιόμαστε το ακριβώς αντίθετο επιδιώκει . Από τη μια, να προχωρούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις και από την άλλη, να ενισχύεται το πλαίσιο χειραγώγησης του λαού.
Το σημαντικότερο πάντως πολιτικό ζήτημα που δημιουργείται με αυτό το δημοψήφισμα είναι η επιδίωξη όλων των δυνάμεων που στηρίζουν το ΟΧΙ, η καθεμία με το δικό της πολιτικό σκεπτικό, ώστε να ηττηθεί η κυβέρνηση του Μ. Ρέντσι και από την πλευρά του ΝΑΙ φυσικά η υπεράσπισή της. Το λέμε αυτό, γιατί ο ίδιος ο Ρέντσι (που, σημειωτέον, ποτέ δεν έχει εκλεγεί από τον λαό σε εθνικές εκλογές) ζητά με το δημοψήφισμα που ο ίδιος πρότεινε μια πολιτική αναβάθμιση και νομιμοποίηση για να συνεχίσει το ίδιο μείγμα πολιτικής που ακολούθησε μέχρι σήμερα. Την πολιτική δηλαδή της λιτότητας της συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους, του περιορισμού του κόστους εργασίας και των εργατικών δικαιωμάτων. Από την άλλη το μεγάλο του μέλημα για τον ίδιο τον Ρεντσι και όχι μόνο είναι η σωτηρία των τραπεζών. Σϊγουρα, όμως, μια αναταραχή στις ιταλικές τράπεζες θα μεταδιδόταν και στο εύθραυστο ελληνικό τραπεζικό σύστημα για παράδειγμα. Κάτι που φάνηκε άλλωστε με την πτώση άνω του 3% στο ελληνικό χρηματιστήριο με αιχμή τις τραπεζικές μετοχές. Μάλιστα ο Μ. Ρεντσι έφτασε στο σημείο να επιλύσει ότι αν χάσει το δημοψήφισμα θα παραιτηθεί και η Ιταλία θα μπει σε μια μακρόχρονη πολιτική αστάθεια.
Παράλληλα εμφανίζεται έντονα εκ των πραγμάτων με αυτό το δημοψήφισμα και η αμφισβήτηση της πορείας της Ιταλίας μέσα στην Ευρωζώνη και την ΕΕ.
Τα βαθύτερα αίτια αυτής βέβαια της αμφισβήτησης, της Ε.Ε και της Ευρωζώνης, δεν έχουν να κάνουν με το ίδιο το δημοψήφισμα αυτό καθ΄ αυτό. Έχουν να κάνουν με την απόδοση της ιταλικής οικονομίας από το 1999, από τότε που υιοθέτησε το ευρώ. Η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών ( productivity), το κομμάτι της βιομηχανικής παραγωγής, το κομμάτι της οικονομικής παραγωγής που δεν εξηγείται από την εργασία και το κεφάλαιο υποχώρησε κατά περίπου 5% από τότε. Εκείνο που νοιώθει στην καθημερινότητά του και στην Ιταλία ο κάθε εργαζόμενος από τις πολιτικές που εκπορεύονται από την Ε.Ε είναι η ανεργία οι περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις, ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους, ότι ζεί χειρότερα από πριν. Αντιλαμβάνεται ότι έχουμε μια Ευρώπη διαφορετικών ταχυτήτων , μια Ευρώπη που δεν προωθείται η σύγκληση όπως τόσα χρόνια του έλεγαν.
Παράλληλα στην Ιταλία εδώ και καιρό σημαντικά τμήματα της εθνικής αστικής τάξης της χώρας «ερωτοτροπούν» με την έξοδο από την ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Δεν μπορούν να ανεχτούν μια χώρα εξαγωγική όπως η Ιταλία να λειτουργεί με τις επιταγές της Γερμανίας κυρίαρχης δύναμης μέσα στην ευρωζώνη. Με ένα σκληρό νόμισμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Βερολίνου. Έχουμε ίσως σε μεγαλύτερη ένταση κάτι παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει με τις εθνικές αστικές τάξεις και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια. Εκτός όμως από τα τμήματα αυτά της εθνικής αστικής τάξης, υπάρχει και ο κόσμος της εργασίας που σιγά σιγά ξεφεύγει από την ευρωλαγνεία και τα φοβικά σύνδρομα που του είχαν καλλιεργήσει τις τελευταίες δεκαετίες κύρια οι δυνάμεις της Ιταλικής κεντροαριστεράς με πρωτεργάτη το Δημοκρατικό Κόμμα .
Η Ανεργία η φτώχια και οπωσδήποτε το κτύπημα όλων των εργατικών κατακτήσεων που κερδήθηκαν με αίμα και θυσίες τις προηγούμενες δεκαετίες επηρεάζουν ώστε να δημιουργηθεί σήμερα ένα κλήμα αρνητικό για τις πολιτικές που εκπορεύονται από την Ε.Ε. Η αγανάκτηση ενάντια στις πολιτικές της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού σίγουρα θα εκφραστεί και σ΄ αυτό το δημοψήφισμα.
Το συνδικαλιστικό κίνημα πλειοψηφικά ( CIGIL CISL UIL) η FIOM το πανίσχυρο συνδικάτο Μετάλλου με τον ηγέτη του Λαντίνι, όπως και τα συνδικάτα της Βάσης COBAS, ανοιχτά και καθαρά έχουν ταχθεί με το ΟΧΙ
Στο μέτωπο του ΟΧΙ έχουν στρατευθεί πολιτικές δυνάμεις από την ριζοσπαστική αριστερά (S.I) Ιταλική Αριστερά ( Κομμουνιστική Επανίδρυση – Αριστερά και Ελευθερία ) ΚΚΙ – Rete dei Comunisti, μέχρι την δεξιά και ξενοφοβική Λέγκα του Βορρά, τον γνωστό μας Σ.Μπερλουσκόνι και ότι έχει απομείνει από το κόμμα του Forza Italia (F.I ), την μειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος (P.D) με τους Ντ’ Αλέμα -Μπερσάνι και φυσικά το Κίνημα 5 Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο που όλες οι δημοσκοπήσεις το φέρνουν ως πρώτο κόμμα στην Ιταλική πολιτική πραγματικότητα.
Το κίνημα 5 Αστέρων είναι μια ανερχόμενη δύναμη που στις γραμμές του βρίσκονται άνθρωποι της αριστεράς μέχρι και συντηρητικοί, ένα πολιτικό υποκείμενο γεμάτο αντιφάσεις, χωρίς ενιαία ιδεολογική βάση που συσπειρώνει πολιτικά πολίτες που έχουν έλθει σε ρήξη με το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα.
Σήμερα τα παραδοσιακά ιστορικά κόμματα της μεταπολεμικής Ιταλίας έχουν διαλυθεί ή μεταλλαχτεί και δεν υπάρχει το μεγάλο ΚΚΙ (PCI) ή το παλιό Σοσιαλιστικό Κόμμα ( PSI) και το πανίσχυρο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα ( D.C).
Με το ΝΑΙ έχει ταχθεί η πλειοψηφία του κυβερνόντος Δημοκρατικού Κόμματος όπως και μικρές δυνάμεις της Δεξιάς ( Alfano )που συγκυβερνούν ή στηρίζουν την κυβέρνηση Ρέντσι.
Αν ο Ματέο Ρέντσι , χάσει το δημοψήφισμα, πολύ πιθανό σύμφωνα και με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, να ξεκινήσει πρώτα στο κόμμα του η πορεία ανατροπής του αλλά και κατά δεύτερο λόγο τον σημαντικότερο, μία διαδικασία που θα κάνει τη θέση της Ιταλίας στην ευρωζώνη να τρίζει.
Το ιταλικό δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος, στις 4 Δεκεμβρίου, σίγουρα μπορεί να πυροδοτήσει μία σειρά γεγονότων, που μπορούν να θέσουν το μέλλον της ευρωζώνης εν αμφιβόλω. Για τον λόγο αυτό αυτές τις τελευταίες μέρες εντίνονται οι πιέσεις προς τον Ιταλικό λαό και η κοινωνικό πολιτική σύγκρουση στην γειτονική μας Ιταλία θα οξυνθεί.
Οι λαοί της Ευρώπης κύρια της Νότιας που έχουν μεγάλη παράδοση και σχέση με το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα παρά την κρίση εμπιστοσύνης που δυστυχώς παρουσιάζει η ευρωπαϊκή αριστερά είναι φυσιολογικό να αντιδρούν και να μην αποδέχονται τα επικοινωνιακά τερτίπια του συστήματος που προσπαθεί να βγει από την κρίση του με τις πλάτες του κόσμου της εργασίας. Απελευθερώνονται ποιο εύκολα από φοβικά σύνδρομα περί « επερχόμενης λαίλαπας» λόγο ανόδου της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς που όντως υπάρχει και πρέπει να κτυπηθεί.
Εκτός όμως από τον κίνδυνο της ακροδεξιάς υπάρχει και η δεξιά πολιτική που προωθούν γιατί αυτοί κυβερνούν τα σοσιαλδημοκρατικά και συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης. Η επικοινωνιακή δαιμονοποίηση της ακροδεξιάς δεν μπορεί να δίνει συγχωροχάρτια στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και στην συντηρητική δεξιά, στους διάφορους Ρέντσι Ολαν Φιγιόν ή Ραχόι και τους μεταλλαγμένους ηγέτες της «αριστεράς» τύπου Τσίπρα που σήμερα εφαρμόζουν, γιατί αυτοί κυβερνούν, τις ποιο αντεργατικές αντιλαϊκές πολιτικές. Ίσως θα ήταν χρήσιμο να δούμε και από αυτή την οπτική πολιτική γωνία το Ιταλικό δημοψήφισμα.
Η Ιταλία πάντως επανέρχεται και πάλι στην Ευρώπη σαν πολιτικός πρωταγωνιστής και πιθανόν σαν καταλύτης επιταχυντής σημαντικών εξελίξεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου