Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Δίκαιη λύση στο Κυπριακό με πρωταγωνιστή το λαό


*Του Γιώργου Μαρίνου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

Από το 1974, την τουρκική εισβολή και κατοχή της Κύπρου, μέχρι σήμερα κατατέθηκε ένας σημαντικός αριθμός σχεδίων «επίλυσης του Κυπριακού», πραγματοποιήθηκε μεγάλος αριθμός διαπραγματεύσεων, με την εμπλοκή του ΟΗΕ, των ΗΠΑ, της ΕΕ, των ελληνικών κυβερνήσεων, καλλιεργήθηκε κλίμα ευφορίας για βιώσιμη και δίκαιη λύση, ιδιαίτερα με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.

Η ουσία είναι ότι 40 χρόνια μετά, το πρόβλημα παραμένει, διαιωνίζεται και σήμερα είμαστε μπροστά σε ένα νέο διχοτομικό σχέδιο.

Μετά το 1974, ξεχωρίζουν οι ακόλουθες βασικές συμφωνίες και σχέδια για την «επίλυση του Κυπριακού».

Α. Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, και του Τουρκοκύπριου Ραούφ Ντενκτάς, το Φλεβάρη του 1977.

Β. Συμφωνία υψηλού επιπέδου μεταξύ του Σπύρου Κυπριανού και του Τουρκοκύπριου Ραούφ Ντενκτάς, το Μάρτη του 1979.

Γ. Δέσμη μέτρων του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Μπούτρος Γκάλι, το Δεκέμβρη 1993.

Τα παραπάνω σχέδια δεν έφεραν αποτέλεσμα και ο ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, τον Νοέμβρη του 2002, παρουσίασε το πρώτο «Σχέδιο Ανάν», το οποίο η κυπριακή κυβέρνηση, αποδέχθηκε ως βάση για συζήτηση.

Δ. Μέσα από διαπραγματεύσεις, εκβιασμούς, συμβιβασμούς, προετοιμάστηκε το τελικό (πέμπτο) σχέδιο το οποίο τέθηκε σε δημοψήφισμα τον Απρίλη του 2004, τόσο στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα που εγκρίθηκε όσο και στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα που απορρίφθηκε με 75,83%.

Επί της ουσίας, ήταν διχοτομικό σχέδιο νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής και κατοχής της Κύπρου, με παρέμβαση των Αμερικανών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.

Προέβλεπε τη σύσταση Συνομόσπονδου κράτους, («Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία»), με δύο ομόσπονδα κρατίδια, συνιστώσες.

Δεν προέβλεπε επιστροφή των προσφύγων, ούτε αποζημίωση για τις καταπατημένες περιουσίες τους. Δεκάδες χιλιάδες Τούρκοι έποικοι θα παρέμεναν στην Κύπρο. Ενα μέρος του τουρκικού στρατού θα παρέμενε στο νησί με δικαίωμα επέμβασης στο «νότο».

Διαιώνιζε το καθεστώς των εγγυητριών δυνάμεων (Ελλάδα, Τουρκία, Μ. Βρετανία), με δικαίωμα ακόμα και στρατιωτικής επέμβασης.

Καθιέρωνε Ανώτατο Δικαστήριο για την αντιμετώπιση των διαφορών ανάμεσα στα τρία κρατικά όργανα, στη σύνθεσή του προβλέπονταν και τρεις μη Κύπριοι πολίτες.

Παρέμενε το καθεστώς των βρετανικών βάσεων.


Στο «Σχέδιο Ανάν» αντιτάχθηκε το ΚΚΕ και το κατήγγειλε, υπέρ τάχθηκαν το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΝασπισμός αλλά και η ΝΔ, κρατώντας καιροσκοπική, «διπλωματική» στάση.

Ε. Συμφωνία 8ης Ιουλίου 2006 μεταξύ του Προέδρου της Δημοκρατίας Τ. Παπαδόπουλου και του Τουρκοκύπριου Ταλάτ.

Τον Φλεβάρη του 2008 εκλέχτηκε Πρόεδρος της Κύπρου ο ΓΓ του ΑΚΕΛ Δ. Χριστόφιας και στη βάση της Κοινής Δήλωσης Χριστόφια - Ταλάτ, το Μάρτη του 2008, άρχισαν νέες διαπραγματεύσεις.

Τον Απρίλη του 2010, εκλέχτηκε Πρόεδρος ο Ντ. Ερογλου στα Κατεχόμενα.

Ο Ερογλου, με την ανάληψη των καθηκόντων του, έδειξε τις προθέσεις του, δηλώνοντας ότι στο νέο κράτος «κυρίαρχα είναι τα συνιστώντα κρατίδια» κι αυτά «θα έχουν δικαίωμα σύναψης συμφωνιών με άλλα κράτη, χωρίς αυτές να μεταβιβάζονται στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση».

Για τις τελευταίες εξελίξεις

Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν ανάμεσα στον Δ. Χριστόφια και στον Ερογλου, και πάγωσαν τον Μάρτη του 2012 που αποσύρθηκε από τις απευθείας συνομιλίες ο πρόεδρος του ψευδοκράτους. Μέχρι τότε είχε διαμορφωθεί ένα έγγραφο συγκλίσεων/αποκλίσεων της περιόδου 2008 - 2012, που περιέγραφε τις προσεγγίσεις, αλλά και τις διαφωνίες.

Το Φλεβάρη του 2013 εκλέχτηκε Πρόεδρος της Κύπρου ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ) Ν. Αναστασιάδης και στις 11 Φλεβάρη 2014 δημοσιεύτηκε η κοινή ανακοίνωση Ν. Αναστασιάδη - Ερογλου για την έναρξη των νέων συνομιλιών για το Κυπριακό.

Διαδικασία που συνδέεται με συστηματικές παρεμβάσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ που στοχεύουν στην προώθηση λύσης που συνδέεται με την πιο αποτελεσματική για τα μονοπωλιακά συμφέροντα εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, αλλά και την προώθηση των γενικότερων ιμπεριαλιστικών σχεδίων στην περιοχή (Συρία, Παλαιστίνη, Ιράκ, Ιράν κ.λπ.).

Για την ανακοίνωση Αναστασιάδη - Ερογλου

Ο κορμός της Κοινής Ανακοίνωσης κινείται στη λογική του «Σχεδίου Ανάν».

Επί της ουσίας, πρόκειται για Συνομοσπονδιακή, διχοτομική λύση που προβλέπει «ομόσπονδο κράτος» και δύο κυρίαρχα «συνιστώντα κράτη», με τριχοτομημένη κυριαρχία και ιθαγένεια, νομιμοποιώντας τα τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής και κατοχής.

Πρέπει να σημειώσουμε πως η θέση για «συνιστώντα κράτη» δεν περιλαμβάνεται στην κοινή ανακοίνωση Μακαρίου - Ντενκτάς το 1977, ούτε στην κοινή ανακοίνωση Κυπριανού - Ντενκτάς το 1979. Η θέση αυτή εμφανίζεται στο «σχέδιο Ανάν», και δεν υπάρχει στη συμφωνία Παπαδόπουλου - Ταλάτ 8 Ιούλη 2006.

Επανέρχεται στην κοινή δήλωση Χριστόφια - Ταλάτ και όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση του ΑΚΕΛ, «η αναφορά σε "συνιστώσες πολιτείες" περιλαμβανόταν μεν και στα κοινά ανακοινωθέντα Χριστόφια - Ταλάτ αλλά στην πορεία, όταν διαπιστώσαμε κακόπιστες ερμηνείες στην τουρκοκυπριακή πλευρά, διαφοροποιήθηκε στα έγγραφα συγκλίσεων/αποκλίσεων».

Επίσης, έχει σημασία να αναφερθεί, πως η θέση για «διζωνική - δικοινοτική ομοσπονδία» που είναι η βάση των διαπραγματεύσεων όλων των χρόνων, έχει κατά καιρούς προκαλέσει συζητήσεις όσον αφορά το σκέλος της «διζωνικότητας». Κι αυτό γιατί, ενώ η θέση αυτή εμφανίστηκε ως στοιχείο συμβιβασμού, για να ξεπεραστεί η επιμονή της Τουρκικής /Τουρκοκυπριακής πλευράς για τα «δύο κράτη» χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια ως θέση «αρχής» και αξιοποιήθηκε τόσο στο «Σχέδιο Ανάν», όσο και σήμερα, για να καλυφθεί η διχοτομική λύση.

Η επιμονή της κυπριακής προεδρίας να προβάλλει πως η κοινή ανακοίνωση εξασφαλίζει το τρίπτυχο, μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μια διεθνής προσωπικότητα δοκιμάζεται στην πράξη από την πραγματικότητα των «δύο συνιστώντων κρατών».

Επιπλέον, αποδεικτικό στοιχείο που τεκμηριώνει ότι πρόκειται για συνομοσπονδιακή λύση αποτελεί η αναφορά στο «κατάλοιπο εξουσίας» που θα ασκούν τα «συνιστώντα κράτη» σε σχέση με τις εξουσίες του ομόσπονδου κράτους.

Το πρόβλημα αυτό είναι πολύ σοβαρό και δεν ξεπερνιέται από τις διαβεβαιώσεις της κυπριακής κυβέρνησης που υποστηρίζει πως, αφού συμφωνηθούν οι αρμοδιότητες της Ομόσπονδης Κυβέρνησης, όσες εξουσίες εναπομείνουν, δηλαδή το κατάλοιπο εξουσίας, ανατίθενται από το ομοσπονδιακό Σύνταγμα στις πολιτείες, δηλαδή στα «συνιστώντα κράτη».

Στην πράξη, οι εξουσίες των «συνιστώντων κρατών» μπορούν να ισχύσουν για κεντρικά ζητήματα διακυβέρνησης και άσκησης ακόμα και εξωτερικής πολιτικής που θα μειώνει ή θα ακυρώνει και την «ενιαία διεθνή προσωπικότητα».

Τοποθέτηση κομμάτων

Το ΑΚΕΛ υποστηρίζει πως η κοινή ανακοίνωση είναι πίσω από τις «συγκλίσεις» που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις Χριστόφια - Ταλάτ και τάσσεται υπέρ της στήριξης των συνομιλιών, με προϋποθέσεις.

Σε σχετική ανακοίνωση στις 16 Ιούνη, το ΑΚΕΛ μεταξύ των άλλων εκτιμά πως «το χάσμα εξακολουθεί να διευρύνεται και αυτό προκαλεί δικαιολογημένη ανησυχία... Η ευθύνη για τη διαμορφωθείσα κατάσταση βαραίνει την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή πλευρά... Είναι φανερό ότι ο στόχος της τουρκοκυπριακής πλευράς είναι διττός: Οριστική απαλλαγή από τις συγκλίσεις και φόρτωμα της ευθύνης στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Σε αυτή της την επιδίωξη διευκολύνεται από την απροθυμία του Προέδρου της Δημοκρατίας να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση από εκεί που είχαμε μείνει με τις συγκλίσεις».

Την αντίθεσή τους με την κοινή ανακοίνωση έχουν εκφράσει η ΕΔΕΚ, η «Συμμαχία Πολιτών» και το ΔΗΚΟ.

Στην Ελλάδα, υπέρ της κοινής ανακοίνωσης έχει ταχθεί η κυβέρνηση, η οποία παράλληλα είναι υποστηριχτής των αποκαλούμενων «Χιαστί» συνομιλιών (συναντήσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους Τουρκοκύπριους και της Τουρκικής με τους Ελληνοκύπριους), οι οποίες συνιστούν μορφή της «τετραμερούς» που υπονομεύει το διεθνή χαρακτήρα του Κυπριακού, το εντάσσει στο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, υποβαθμίζει τον ενιαίο χαρακτήρα της «κυπριακής δημοκρατίας».

Ενώ, ο ΣΥΡΙΖΑ, οποίος είναι ενταγμένος στο παιχνίδι των ψεύτικων προσδοκιών για το ρόλο της ΕΕ, αλλάζει κατά καιρούς τη στάση του και σε σχετική απόφαση της Πολιτικής Γραμματείας ανέφερε πως: «Επειδή στο κοινό ανακοινωθέν υπάρχουν ασάφειες και γκρίζες ζώνες», ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις για την τελική του κατάληξη.

Οι βασικοί άξονες της θέσης του ΚΚΕ

Το ΚΚΕ στηρίζει τις θέσεις του στους ακόλουθους βασικούς άξονες:

Το κυπριακό πρόβλημα είναι διεθνές πρόβλημα, εισβολής και κατοχής του βορείου τμήματος της Κύπρου από την Τουρκία. Εχει τη σφραγίδα των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και των γενικότερων ιμπεριαλιστικών σχεδίων στην περιοχή. Ο διεθνής χαρακτήρας αναφέρεται και στις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Το ΚΚΕ απαιτεί την αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων και γενικότερα την εξάλειψη των συνεπειών της τουρκικής εισβολής του 1974, την επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους, να σταματήσει ο εποικισμός και να αποχωρήσουν οι έποικοι εκτός περιπτώσεων που αφορούν ανθρωπιστικούς λόγους.

Το ΚΚΕ θεωρεί πως αποτελεσματική κατεύθυνση της πάλης για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα είναι η κατεύθυνση για μια Κύπρο που αφέντης θα είναι ο λαός της, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Λατίνοι και Μαρωνίτες.

Μια Κύπρο ενιαία, Ανεξάρτητη, με μια και μοναδική κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα, χωρίς ξένες βάσεις και στρατεύματα, χωρίς ξένους εγγυητές και προστάτες.

Με τη δημοσίευση της κοινής ανακοίνωσης Αναστασιάδη - Ερογλου, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ (11/2/14) εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία αποκαλύπτει το διχοτομικό χαρακτήρα των προβλέψεών της, και τονίζει πως, το ΚΚΕ δηλώνει για μια ακόμη φορά ότι θα αντιταχθεί σε λύσεις - ανοιχτής ή συγκαλυμμένης - διχοτόμησης, που στο παρελθόν απέρριψε ο ίδιος ο κυπριακός λαός. Θα στηρίξει τον αγώνα για δίκαιη λύση του κυπριακού προβλήματος, προς όφελος όλων των εργαζομένων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Θα συνεχίσει να προβάλλει τη μοναδική ρεαλιστική φιλολαϊκή διέξοδο για την Ελλάδα και την Κύπρο που είναι η αποδέσμευση από την ΕΕ, η κοινωνικοποίηση του πλούτου, με το λαό στην εξουσία».

Η πορεία των διαπραγματεύσεων

Από τις 6 Μάη 2014, που άρχισε η φάση των «ουσιαστικών συνομιλιών», μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί συναντήσεις Αναστασιάδη - Ερογλου, αλλά και αρκετές συναντήσεις των διαπραγματευτών Ανδρέα Μαυρογιάννη και Κουντρέτ Οζερσαϊ.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, έχουν τεθεί στο τραπέζι τα ζητήματα που αφορούν το περιουσιακό, την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, τις αρμοδιότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης κ.ά., αλλά η ελληνοκυπριακή πλευρά διαμαρτύρεται γιατί η τουρκοκυπριακή δεν έχει καταθέσει προτάσεις επί όλων των θεμάτων.

Μπορούμε να πούμε πως οι προσδοκίες που καλλιεργούνται στον κυπριακό λαό και ευρύτερα, δεν ακουμπούν σε πραγματικά δεδομένα. Οι δηλώσεις του Τούρκου πρωθυπουργού Ερντογάν, τον Νοέμβρη του 2013 ότι «δεν υπάρχει κράτος στον κόσμο με το όνομα Κύπρος», αλλά και σειρά παρόμοιων τοποθετήσεων που συνδέονται με την επιμονή της Τουρκικής /Τουρκοκυπριακής πλευράς σε διχοτομική λύση, δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος. Ηδη έχει ανακηρυχτεί Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), στο βόρειο τμήμα της Κύπρου και συνεχίζονται οι τουρκικές προκλήσεις στην περιοχή.

Στη συνεδρίαση του Κυπριακού Εθνικού Συμβουλίου 14 Ιούλη, έγινε λόγος για τουρκική αδιαλλαξία, και σημειώθηκαν οι δυσκολίες για την «Τρίτη Φάση» των συνομιλιών, τη φάση που αποκαλείται «πάρε - δώσε».

Βασικά συμπεράσματα

Πρώτο: Οι προτάσεις του ΟΗΕ, τα τελευταία χρόνια, δεν αντιμετωπίζουν το Κυπριακό ως διεθνές πρόβλημα, ως ζήτημα εισβολής και κατοχής, αλλά κινούνται στην κατεύθυνση της συνομοσπονδιακής λύσης.

Αποδείχθηκε πως οι ισχυρισμοί ότι με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα δοθεί λύση στο Κυπριακό, καλλιέργησαν αυταπάτες για τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ, η οποία συγκεντρώνει την προσοχή της στην προάσπιση και επέκταση των συμφερόντων των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, την εκμετάλλευση των εργαζομένων.

Η επίκληση των λεγόμενων «ευρωπαϊκών αρχών» και το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», από τις κυπριακές κυβερνήσεις είναι στοιχείο αποπροσανατολισμού του κυπριακού λαού, διευκολύνει την παρέμβαση της ΕΕ για την επιβολή διχοτομικής λύσης, όπως έκανε η ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία και με τη στήριξη του «Σχεδίου Ανάν».

Η στάση της ΕΕ, μετά τη διαπίστωση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της Κύπρου αποσκοπεί στον έλεγχο του ενεργειακού πλούτου με τον καθορισμό ελεγχόμενης «μεσογειακής ΑΟΖ», και σε συμβιβασμό στο Κυπριακό, που θα της επιτρέψει την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων και την εξασφάλιση της τροφοδοσίας της ΕΕ με φυσικό αέριο, στο πλαίσιο του στόχου να μειωθεί η ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία.

Τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα των μονοπωλίων τους και να διατηρήσουν ισορροπίες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ενισχύουν τη θέση για «συνεκμετάλλευση» των ενεργειακών πόρων της Κύπρου, της Ελλάδας με την Τουρκία. Ενώ, ταυτόχρονα, αναβαθμίζουν το βόρειο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου ως κρατική οντότητα, ζήτημα που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.

Το τελευταίο διάστημα έχει ενισχυθεί η προσπάθεια ωραιοποίησης του ρόλου των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και προβάλλεται η «συμβολή» τους στην αναζήτηση λύσης.

Η προσέγγιση αυτή είναι πολύ επικίνδυνη.

Ο ρόλος των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα, το 1967 και στην Κύπρο το 1974, η στήριξη της εισβολής της Τουρκίας, αποτελεί μέρος της γενικότερης πρακτικής του αμερικάνικου και ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού στην περιοχή. Και οι πολιτικές δυνάμεις που καλλιεργούν συγχύσεις έχουν μεγάλες ευθύνες.

Παρά την προσπάθεια δημιουργίας κλίματος ευφορίας κατά την επίσκεψη του Αμερικανού αντιπροέδρου Μπάιντεν, τον Μάη, στην Κύπρο, έγινε φανερό πως το ενδιαφέρον των ΗΠΑ δεν αφορά τη δίκαιη επίλυση του κυπριακού προβλήματος αλλά την προώθηση των αμερικανικών οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων.

Επίσης, η ενδυνάμωση των οικονομικών, πολιτικών και στρατιωτικών σχέσεων της Κύπρου με το Ισραήλ, όπως η δημιουργία άξονα Ισραήλ - Ελλάδας - Κύπρου περικλείουν κινδύνους για μεγαλύτερη εμπλοκή της Κύπρου και της Ελλάδας στο κουβάρι των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.

Πριν από 10 περίπου χρόνια είχαν καλλιεργηθεί φρούδες ελπίδες, πως η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα οδηγήσει σε δίκαιη λύση του Κυπριακού. Σήμερα, καλλιεργούνται ελπίδες πως οι υδρογονάνθρακες είναι «εργαλείο επίλυσης» του Κυπριακού. Ωστόσο, η ζωή δείχνει πως στις συνθήκες του καπιταλισμού οι πηγές Ενέργειας είναι αντικείμενο σφοδρής διαπάλης μεταξύ μονοπωλίων και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Οχι τυχαία οι ενεργειακοί δρόμοι βάφτηκαν κι εξακολουθούν να βάφονται με το αίμα των λαών.

Οι πανηγυρισμοί για τους υδρογονάνθρακες και τις ενεργειακές συμφωνίες Κύπρου - Ελλάδας - Ισραήλ, δεν έχουν σχέση με τα συμφέροντα των λαών, ωφελημένα θα είναι τα μονοπώλια που θα καρπωθούν την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, όπως άλλωστε αποδεικνύει και η διεθνής εμπειρία. Κι αυτό το στοιχείο μπορεί να γίνει βάση μιας ουσιαστικής συζήτησης για το χαρακτήρα της ανάπτυξης, για το δρόμο που μπορεί να εξασφαλίσει την αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, προς όφελος της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων. Κρίσιμο ζήτημα που δεν χωράει στις κάθε λογής διαχειριστικές λύσεις του καπιταλισμού, που έχουν δοκιμαστεί και στην Κύπρο, γιατί αυτό που καθορίζει τις εξελίξεις είναι ποια τάξη έχει την εξουσία και τα μέσα παραγωγής στα χέρια της.

Δεύτερο: Τμήμα της αστικής τάξης της Κύπρου επιδιώκει «λύση», που θα διευκολύνει την επιχειρηματική της δράση στα Κατεχόμενα, ακόμη και με διχοτόμηση. Από την άλλη, υπάρχει και τμήμα που άμεσα ή έμμεσα απορρίπτει κάθε λύση, θεωρώντας ότι αυτό θα αύξανε τη διείσδυση του τουρκικού κεφαλαίου στο σύνολο της Κύπρου.

Ενα τμήμα της αστικής τάξης της Κύπρου επιδιώκει την παραπέρα ενσωμάτωση του νησιού στον ιμπεριαλιστικό οργανισμό του ΝΑΤΟ, με «προθάλαμο» το λεγόμενο «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη». Η επιλογή αυτή έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση Αναστασιάδη και οδηγεί στην παραπέρα ενσωμάτωση της Κύπρου στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.

Τα προβλήματα που δεν επέτρεψαν μέχρι τώρα λύση του Κυπριακού υπέρ του λαού παραμένουν και είναι γεγονός πως κάθε λύση που κινείται στην κατεύθυνση νομιμοποίησης των αποτελεσμάτων της εισβολής και της κατοχής, θα αποτελέσει μόνιμη πηγή εκδήλωσης των ανταγωνισμών και συγκρούσεων σε βάρος των λαών της περιοχής.