Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

O tempora, o brizoles…


Δημοσιεύεται στην ΑΥΓΗ της 20.2.14

Στις εποχές  της μνημονιακής λιτότητας, η   Τσικνοπέμπτη   έχει κάτι από τον εορτασμό των γενεθλίων ορισμένων  υπερηλίκων : Οι οποίοι   δίνουν   στα γενέθλιά τους όλο και μικρότερη σημασία,  θέλοντας να  ξεχάσουν ….

 
Οι Τσικνοπέμπτες όμως δεν χάνουν την αίγλη  τους λόγω υποκειμενικών αλλαγών .  Αντίθετα και  αντικειμενικότατα,  μεγάλο  κομμάτι του ελληνικού λαού    πλησιάζει στο σενάριο ενός παλιού ελληνικού έργου  που διαδραματίζεται επί γερμανικής κατοχής ,  με  πρωταγωνιστή το Βέγγο  : Ο οποίος    πεινάλας ών, παρακαλεί κάποιον ταβερνιάρη να του επιτρέψει να πλευρίσει  μια κατσαρόλα που εκπέμπει  τις ηδονικές οσμές βραζόμενου κουνελίου  και εκεί, «εν φαντασία και άρτω» - κατά πως θα έλεγε ο Καβάφης -  να ζήσει την ψευδαίσθηση της κρεοφαγίας μασουλώντας ψωμί….

Έχω υπόψη μου  τη μπλούζα  κάποιου  ελληναρά   που διακήρυσσε   σε απλά ελληνικά  «When you were discovering the meat we already had cholesterol” –δηλαδή «όταν εσείς( οι δυτικοί, οι μη-Έλληνες) ανακαλύπτατε το κρέας , εμείς ήδη είχαμε χοληστερίνη»… Και αναρωτιέμαι , τι απέγινε ο συγκεκριμένος  κύριος :   παραμένει κρεοφάγος, χοληστερινούχος και Έλλην,  ή  έχει προσανατολισθεί καταναγκαστικά στη Μεσογειακή δίαιτα ;


O tempora, o mores  ! γνωμάτευαν οι Λατίνοι, βλέποντας τις αλλαγές των ηθών. Σε αυτά τα ήθη εντάσσεται και  το ελληνοκεντρικό αυτιστικό ήθος ορισμένων, που διαδηλώνει  μια  κατά φαντασίαν υπεροχή  έναντι πάντων και πασών.  Που  συνιστά προστάδιο φασιστικοποίησης,  χωρίς  συνήθως να   συλλαμβάνεται  από τα ιδεολογικά ραντάρ του ρηχού αντιφασισμού…

Όμως εδώ ο στόχος μας είναι αυτός  της Τσικνοπέμπτης.  Εδώ σημαδεύουμε  το «τσικνήσου και μη ερεύνα»,  που αναδύεται ανέμελα  στο λόγο των μίντια . Εδώ αφήνουμε  στην άκρη τους φανατικούς υγιεινιστές και  τους ιδεολόγους φυτοφάγους , που  θα μπορούσαν  απλώς να ανεχθούν  την Τσικνοπέμπτη  ως   ανάλογη  της  Ημέρας γυναικοκρατίας στη Βόρεια Ελλάδα , εν μέσω της ανδροκρατίας 364 ημερών :
 Οι υπόλοιποι, θα μπορούσαν να  σκεφθούν την παλινωδία  της χώρας, από τη μεταπολεμική  κυριαρχία της φασολάδας ,  στον καταναλωτισμό  με  τους εξοχικούς ταβερνοχώρους να αντικαθιστούν τα κεφτεδάκια των γιαγιάδων σε τάπερ , και μετά την μνημονιακή  έξωση από τον «παράδεισο» του  Μπριζολιστάν….

Η Ελλάδα, χώρα με 60 εκατομμύρια στρέμματα βοσκοτόπων,  θα μπορούσε να είναι  εξαγωγική -  όμως τα «κατάφερνε» μέχρι το 2007 να εισάγει  ζώντα ζώα και κρέατα πάνω από 1 δις ευρώ. Δυο τινά έπρεπε να γίνουν : Ή ανασυγκρότηση της ελληνικής κτηνοτροφίας, ή συνειδητή και μεγάλης κλίμακας στροφή στη μεσογειακή διατροφή. Δεν έγινε τίποτε από τα δυο. Και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε , με ένα κόσμο να νοσταλγεί και να φαντασιώνει ενδόμυχα 1,2,3 …πολλές Τσικνοπέμπτες . Όπως έλεγαν κάποτε,    1,2,3…. πολλά Βιετνάμ !