Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο: ο αποκλεισμός ομόφυλων από το σύμφωνο συμβίωσης παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα




Πρόσφατα η συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου τάχθηκε εναντίον του γάμου των ομοφυλοφίλων, για να αντιμετωπίσει  δριμύτατες επικρίσεις από διάφορες πλευρές.
Όμως σε μια μεταγενέστερη συνέντευξή της στον Θόδωρο Αντωνόπουλο, http://www.lifo.gr/mag/features/3729
εξήγησε  αφενός ότι τάσσεται υπέρ του «Συμφώνου Συμβίωσης» και αφετέρου ότι δεν προτίθεται να κατέβει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί αν κάποιοι γκέϊ αποφασίσουν – πέραν του Συμφώνου – και να παντρευθούν…
Λεπτομέρεια : Η Τριανταφύλλου διευκρίνισε, στη συνέντευξή της στον Θ.Αντωνόπουλο, ότι γενικώς δεν κατεβαίνει στους δρόμους, απογοητεύοντας τουλάχιστον τον υποφαινόμενο, που «νόμιζε» ότι η συγγραφέας ήταν  δεινή ακτιβίστρια, ενεργοποιημένη πολύ πέραν της οθόνης του προσωπικού της   υπολογιστή …
Κατά τα άλλα, η εναντίωσή της στον γκέϊ γάμο δεν είναι άτοπη, λαμβανομένου υπόψη ότι ο γάμος θεωρείται κομιστής διαφόρων πολιτιστικών και θρησκευτικών  χαρακτηριστικών, που είναι ασύμβατα με την ομοφυλόφιλη κατάσταση. Αυτό δεν απαξιώνει κανένα από τα δύο μέρη – το γάμο ή την ομοφυλοφιλία – αλλά απλά και μόνο δείχνει την αδυναμία τους να συντρέξουν :  Είναι όπως η αδύναμη συνύπαρξη σκορδαλιάς με σαντιγύ  στο ίδιο πιάτο, ή μεγιστάνων και εκατομμυριούχων με την ιδιότητα μέλους του κομμουνιστικού κόμματος…

Και στο κάτω-κάτω της γραφής : Γιατί δεν αρκεί το «Σύμφωνο Συμβίωσης» σε όποιους θέλουν κάτι τέτοιο και χρειάζεται το ταρατατζούμ ενός παραδοσιακού θεσμού; Γιατί χρειάζονται κάποιοι να δανειστούν κύρος από ένα θεσμό με άλλες στοχεύσεις, και γιατί δεν προσλαμβάνουν αυτό το κύρος άμεσα, από μια άλλη θέσμιση και κοινωνική αποδοχή;

Εν τω μεταξύ , το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση "Βαλλιανάτος και Άλλοι κατά Ελλάδας" έκρινε κατά πλειοψηφία ότι παραβιάσθηκε το Άρθρο 14 (απαγόρευση διακρίσεων) σε συνδυασμό με το Άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Και τούτο διότι οι προσφεύγοντες απέδειξαν ότι «….ο Ν.3719/2008 προβλέπει την δυνατότητα σύναψης συμφώνου συμβίωσης μόνο για ετερόφυλα ζευγάρια, αποκλείοντας έτσι αυτομάτως από το πεδίο εφαρμογής του τα ομόφυλα ζευγάρια...."

Η  ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ E-LAWER




Με την σημερινή αμετάκλητη απόφασή του, το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση "Βαλλιανάτος και Άλλοι κατά Ελλάδας" έκρινε κατά πλειοψηφία ότι παραβιάσθηκε το Άρθρο 14 (απαγόρευση διακρίσεων) σε συνδυασμό με το Άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Η υπόθεση αφορά το "σύμφωνο συμβίωσης" που προβλέπεται στην Ελλάδα με τον Ν.3719/2009. Ο νόμος προβλέπει ένα επίσημο τύπο συμφώνου, επιτρέποντας σε πρόσωπα να καταχωρούν τις σχέσεις τους με ένα πιο ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο από αυτό που προβλέπεται για τον γάμο. 

Οι προσφεύγοντες ανέφεραν ότι ο Ν.3719/2008 προβλέπει την δυνατότητα σύναψης συμφώνου συμβίωσης μόνο για ετερόφυλα ζευγάρια, αποκλείοντας έτσι αυτομάτως από το πεδίο εφαρμογής του τα ομόφυλα ζευγάρια. Διαμαρτυρήθηκαν ότι το Ελληνικό κράτος έτσι είχε εισάγει μια διάκριση, η οποία, κατά την άποψή τους ήταν εις βάρος τους. 

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι σε 19 κράτη που έχει προβλεφθεί κάποιο είδος καταχώρησης συμβίωσης πλην γάμου, η Λιθουανία και η Ελλάδα ήταν οι μόνες που είχαν επιφυλάξει την δυνατότητα μόνο σε ετερόφυλα ζευγάρια. Έκρινε ότι τοκράτος δεν τεκμηρίωσε ότι αυτός ο αποκλεισμός ήταν αναγκαίος προς επιδίωξη νόμιμου στόχου.

Πραγματικά περιστατικά

Η πρώτη προσφυγή (αρ. 29381/09) υποβλήθηκε από δύο Έλληνες, τον Γρηγόρη Βαλλιανάτο και τον Νικόλαο Μυλωνά, οι οποίοι γεννήθηκαν το 1956 και το 1958 αντίστοιχα. Η δεύερη προσφυγή (αρ. 32684/09) υποβλήθηκε από έξι Έλληνες και από το σωματείο "Σύνθεση - Ενημέρωση, Ευαισθητοποίηση και Έρευνα", νομικό πρόσωπο με έδρα την Αθήνα. 

Οι κ. Βαλλιανάτος και Μυλωνάς ζουν μαζί ως ζευγάρι. Οι C.S. και E.D. έχουν ζήσει μαζί ως ζευγάρι για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως και οι K.T. και M.P. Οι προσφεύγοντες A.H. και D.N. έχουν σχέση, αλλά για επαγγελματικούς και κοινωνικούς λόγους δεν ζουν μαζί. Σε ένα άλλο από τα ζευγάρια το ένα μέρος καταβάλλει τις κοινωνικοασφαλιστικές εισφορές του άλλου. Η έβδομη προσφεύγουσα είναι μη κερδοσκοπικό σωματείο, στους σκοπούς του οποίου περιλαμβάνεται η παροχή ψυχολογικής και ηθικής υποστήριξης σε γκέι και λεσβίες. 

Στις 26 Νοεμβρίου 2008, τέθηκε σε ισχύ ο Ν.3719/2009 με τίτλο "Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια, το παιδί και την κιοινωνία". Πρόβλεπε έναν επίσημο τύπο συμβίωσης, με τίτλο "σύμφωνο συμβίωσης". Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου, σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να συναφθεί μόνο από δύο ενήλικες διαφορετικού φύλου. 

Προσφυγές, διαδικασία και σύνθεση του Δικαστηρίου

Επικαλούμενοι το άρθρο 14 (απαγόρευση διακρίσεων) σε συνδυασμό με το Άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμοπύ της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι το γεγονός ότι το σύμφωνο συμβίωσης έχει σχεδιαστεί μόνο για ζευγάρια αντίθετου φύλου παραβιάζει το δικαίωμά τους στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και έχει ως αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη διάκριση ανάμεσα σε ετερόφυλα και ομόφυλα ζευγάρια. 

Επικαλούμενοι το άρθρο 13 (δικαίωμα σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο), οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται ότι ελλείπει αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα κατά το εθνικό δίκαιο για την υποβολή προσφυγής όσον αφορά την αδικαιολόγητη διάκριση των συμφώνων συμβίωσης. 

Η προσφυγή υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στις 6.5.2009. Στις 11.9.2012, το Τμήμα παρέπεμψε την υπόθεση στο Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως. Η ακροαματική διαδικασία έλαβε χώρα στις 16.1.2013.

Η απόφαση εκδόθηκε από το Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως, αποτελούμενο από τους ακόλουθους 17 δικαστές:

Dean Spielmann (Λουξεμβούργο), Πρόεδρος,
Josep Casadevall (Ανδόρα),
Guido Raimondi (Ιταλία),
Ineta Ziemele (Λετονία),
Mark Villiger (Λιχτενστάιν),
Isabelle Berro-Lefèvre (Μονακό),
Peer Lorenzen (Δανία),
Danutė Jočienė (Λιθουανία),
Mirjana Lazarova Trajkovska (“η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας”),
Ledi Bianku (Αλβανία),
Angelika Nußberger (Γερμανία),
Julia Laffranque (Εσθονία),
Paulo Pinto de Albuquerque (Πορτογαλία),
Λίνος - Αλέξανδρος Σισιλιάνος (Ελλάδα),
Erik Møse (Νορβηγία),
André Potocki (Γαλλία),
Aleš Pejchal (Τσεχική Δημοκρατία),
και τον Michael O’Boyle, Αναπληρωτή Γραμματέα.


Απόφαση του Δικαστηρίου 

Άρθρο 14 σε συνδυασμό με το Άρθρο 8 

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η προσφυγή δεν αφορά μια γενική υποχρέωση του Ελληνικού κράτος να θεσπίσει έναν τύπο νομικής αναγνώρισης κατά το εθνικό δίκαιο για τις ομόφυλες σχέσεις. Οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται ότι ο Ν.3719/2008 προβλέπει σύμφωνο συμβίωσης μόνο για ετερόφυλα ζευγάρια, αποκλείοντας αυτομάτως τα ομόφυλα ζευγάρια από το πεδίο εφαρμογής τους. Οι προσφεύγοντες κατηγορούν ότι το Ελληνικό κράτος εισήγαγε μια διάκριση που, κατά την άποψή τους, είναι εις βάρος τους.

Το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του σωματείου "Σύνθεση", λόγω του ότι το σωματείο δεν έχει τη θέση του θύματος παραβίασης, κατά την έννοια του άρθρου 34 (ατομική προσφυγή) της Σύμβασης. 

Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν την ίδια δυνατότητα με τα ετερόφυλα ζευγάρια να συνάψουν σταθερές, δεσμευτικές σχέσεις. Γι' αυτό έκρινε ότι οι προσφεύγοντες ήταν σε συγκρίσιμη κατάσταση με τα ετερόφυλα ζευγάρια, όσον αφορά την ανάγκη για νομική αναγνώριση και προστασία της σχέσης τους. 

Υπενθυμίζοντας τις αρχές που έχουν καθιερωθεί με την νομολογία του, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι ο σκοπός της προστασίας της οικογένειας με την παραδοσιακή έννοια είναι μάλλον αόριστος και ότι υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία συγκεκριμένων μέτρων που μπορούν να ληφθούν για την εφαρμογή της. Καθώς η Σύμβαση είναι ένα ζωντανό νομοθέτημα που πρέπει να ερμηνεύεται με βάση τους όρους της καθημερινής ζωής, το Κράτος, σύμφωνα με το Άρθρο 8 οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις στην κοινωνία και το γεγονός ότι δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος ή μία επιλογή για την διαχείριση της οικογενειακής ή ιδιωτικής ζωής. Το Κράτος έχει λοιπόν το βάρος να αποδείξει ότι είναι αναγκαίο να αποκλείσει τα ομόφυλα ζευγάρια από το σύμφωνο συμβίωσης, ενόψει της επιδίωξης ενός θεμιτού στόχου, δηλαδή για την αναγνώριση των ζευγαριών που ζουν μαζί εκτός γάμου και την δυνατότητα των προσώπων να καταχωρούν την συμβίωσή τους με ένα πιο ευέλικτο νομικό εργαλείο από αυτό που προβλέπεται για τον γάμο.

Ακόμη κι αν ο σκοπός του νομοθέτη ήταν να ενισχυθεί η νομική αναγνώριση των παιδιών που γεννιούνται εκτός γάμου και να ενισχύσει έμμεσα τον θεσμό του γάμου, παραμένει το γεγονός ότι το σύμφωνο συμβίωσης αποτελεί ένα τύπο αστικής ένωσης που εξαιρεί τα ομόφυλα ζευγάρια, ενώ επιτρέπεται η σύναψή του από ετερόφυλα ζευγάρια, ανεξάρτητα από το εάν έχουν παιδιά, για την ρύθμιση μιας σειράς πλευρών της σχέσης τους.

Το Δικαστήριο δεν έχει πειστεί ότι η τήρηση των στόχων αυτών προϋποθέτει την εξαίρεση των ομόφυλων ζευγαριών από το πεδίο εφαρμογής του. Δεν ήταν αδύνατο για τον νομοθέτη να συμπεριλάβει ορισμένες διατάξεις που να αφορούν ειδικώς τα παιδιά που γεννιούνται εκτός γάμου, ενώ ταυτόχρονα να επεκτείνει και στα ομόφυλα ζευγάρια την γενική δυνατότητα σύναψης συμφώνου συμβίωσης. Το Δικαστήριο περαιτέρω παρατηρεί ότι η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι ο νόμος εισήγαγε αθέμιτη διάκριση για τον λόγο αυτόν και ότι το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής είχε λάβει την ίδια θέση.

Τέλος, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι σύμφωνα με το Ελληνικό δίκαιο προβλέπει για τα ετερόφυλα ζευγάρια την δυνατότητα νομικής αναγνώρισης της σχέσης τους ακόμη και πριν την θέση σε ισχύ του Ν.3719/2008, είτε σε πλήρη βάση με τον θεσμό του γάμου είτε σε μια πιο περιορισμένη μορφή, με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα που σχετίζονται με τις de facto ενώσεις, ενώ η δυνατότητες αυτές δεν προβλέπονταν για τα ομόφυλα ζευγάρια. Συνακόλουθα, τα ομόφυλα ζευγάρια είχαν κάθε συμφέρον να συνάψουν σύμφωνο συμβίωσης καθώς θα αποτελούσε την μόνη νομική βάση κατά το Ελληνικό δίκαιο για την νομική αναγνώριση της σχέσης τους. 

Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά η τάση είναι ολοένα και μεγαλύτερη υπέρ της θέσπισης τύπων νομικής αναγνώρισης των σχέσεων των ομοφύλων. Από τα 19 κράτη που έχουν θεσπίσει κάποια μορφή καταχώρισης συμβίωσης εκτός του γάμου, η Λιθουανία και η Ελλάδα είναι τα μόνα κράτη που έχουν επιφυλάξει αποκλειστικά και μόνο στα ετερόφυλα ζευγάρια την δυνατότητα αυτή. Επομένως, με δύο εξαιρέσεις, τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, όταν επιλέγουν να θεσπίσουν νομοθεσία για ένα νέο σύστημα καταχώρισης συμβίωσης εναλλακτικό προς τον γάμο, περιλαμβάνουν και τα ομόφυλα ζευγάρια στο πεδίο εφαρμογής. 

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Κυβέρνηση δεν εξέθεσε πειστικούς και επαρκείς λόγους για την δικαιολόγηση του αποκλεισμού των ομόφυλων ζευγαριών από το πεδίο εφαρμογής του Ν.3719/2008. Γι' αυτό έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση των Άρθρων 14 σε συνδυασμό με το Άρθρο 8.

Άρθρο 13

Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι το Άρθρο 13 δεν φτάνει μέχρι του σημείου να διασφαλίζει ένα ένδικο βοήθημα για την προσβολή των νόμων ενός Συμβαλλόμενου κράτους σε κάποια εθνική αρχή για λόγους παραβίασης της Σύμβασης. Έκρινε ότι η προσφυγή ως προς αυτό το Άρθρο είναι προδήλως αβάσιμη και απαράδεκτη.

Δίκαιη ικανοποίηση (Άρθρο 41)

Το Δικαστήριο κρίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει σε καθέναν από τους προσφεύγουνες, εκτός από την έβδομη προσφεύγουσατης προσφυγής 32684/2009 , το ποσό των 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη. Όσον αφορά έξοδα και δαπάνες, αναγνωρίζει το ποσό των 5.000 ευρώ από κοινού για τους προσφεύγοντες της προσφυγής 29381/09 και 6.000 από κοινού για τους προσφεύγοντες της προσφυγής 32684, με την εξαίρεση της έβδομης προσφεύγουσας. 

Η απόφαση εκδόθηκε στα Αγγλικά και στα Ελληνικά.

Το κείμενο αποτελεί απόδοση στα Ελληνικά του δελτίου τύπου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (βλ. εδώ).

Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι εδώ.