Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Ακόμα ένα ρέκβιεμ για τη ΔΗΜΑΡ;

(Διδάγματα για μικρά, καλοπροαίρετα κόμματα)

Άρθρο της ΑΝΤΙΓΟΝΗΣ ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ, αντιπροέδρου της ΔΡΑΣΗΣ





[ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΟΙΚΟΝΙΚΗΣ : Η κυρία Λυμπεράκη προβληματίζεται ή/και παρηγορεί τα μικρά και καλοπροαίρετα κόμματα, παραπέμποντάς μας σε μια κατάσταση (αγαθή προαίρεση…) που εκφεύγει της πολιτικής και υπεισέρχεται στα πεδία της ψυχανάλυσης…Δεν θα της υπενθυμίσουμε βέβαια την προσφιλή μαρξική φράση «οι καλύτερες προθέσεις οδηγούν στην κόλαση» ούτε θα αναποδογυρίσουμε αυτή τη φράση («οι χειρότερες προθέσεις οδηγούν στον παράδεισο »)ώστε να ταιριάζει με τη λογική του φιλελευθερισμού , από την εποχή του Άνταμ Σμιθ και εντεύθεν… Απλά και μόνο θα ισχυριστούμε ότι οι πιθανότητες «πιλοτικής δράσης» ενός μικρού πολιτικού μεγέθους μέσα σε ένα ευρύτερο πολιτικό σχηματισμό, υπό συνθήκες ανθρωποφαγικής εφόδου , ήταν εξαρχής ασήμαντες…….Αντίθετα ήταν πάμπολλες οι πιθανότητες λειτουργίας αυτού του μικρού πολιτικού μεγέθους ως ιδεολογικής παραλλαγής. Να ερμηνεύσω το ενδιαφέρον της κ. Λυμπεράκη για τη ΔΗΜΑΡ ως πολιτικό «καμάκι» και προοίμιο προσχωρήσεων τμήματος της σικ αριστεράς στον νεοφιλελεύθερο χώρο; Ας μην μας τρομάζουν οι «αποστάσεις» : Και η ίδια βρέθηκε εκεί που είναι μετά θητεία στο ΚΚΕ…]



ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ

Είναι σίγουρο ότι χωρίς τη ΔΗΜΑΡ και την απόφασή της να συμμετάσχει στην τρικομματική κυβέρνηση πριν από έναν χρόνο, δεν θα μπορούσαμε ούτε να σκεφτούμε για κυβερνητική σταθερότητα και ακόμα λιγότερο για success story αντί του Grexit. Είναι, όμως, επίσης σίγουρο πως αυτή η «εθνική επιτυχία» καταγράφεται -και πρώτα από τους ίδιους τους ΔΗΜΑΡίτες- κυρίως ως κομματική αποτυχία και ήττα της ΔΗΜΑΡ. Πώς γίνεται αυτό;

Α. Η εθνική επιτυχία

Η ΔΗΜΑΡ έκανε σημαντικές και γενναίες υπερβάσεις. Τις έκανε συλλογικά αλλά αρκετά στελέχη της τις έκαναν και ατομικά. Στην πρόσφατη φιλολογία κριτικής στη ΔΗΜΑΡ συχνά ξεχνιέται πως πρόκειται για ένα μικρό κόμμα που γεννήθηκε σαν μειοψηφικό ρεύμα στο εσωτερικό ενός επίσης μικρού κόμματος της Αριστεράς, χωρίς προηγούμενη κυβερνητική θητεία και, εν πολλοίς, χωρίς καν τέτοιες βλέψεις και προσδοκίες.

Θεωρητικά, δικομματική κυβέρνηση χωρίς τη ΔΗΜΑΡ θα ήταν δυνατή και αμέσως μετά τις εκλογές πέρσι. Θα ήταν «αριθμητικά» δυνατή. Αλλά όχι πολιτικά.
Το ΠΑΣΟΚ (ο μεγάλος τιμητής των τελευταίων ημερών) δεν ήταν έτοιμο να συγκυβερνήσει, και απαιτούσε τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ (αρχικά, θυμηθείτε, απαιτούσε και συμμετοχή ΣΥΡΙΖΑ). Η ΔΗΜΑΡ ανταποκρίθηκε, με τον τρόπο που μπορούσε. Άρα, η επιτυχία της κυβερνητικής σταθερότητας, το success story του κυρίου Σαμαρά, προέκυψε χάρη στη διαμεσολάβηση (και στην αυτοθυσία της ΔΗΜΑΡ). Η ΔΗΜΑΡ έπαιξε την Ιφιγένεια, έτσι ώστε το κατ’ εξοχήν κυβερνητικό κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, να ωριμάσει αλλά και να ξεχαστεί το αντί-μνημονιακό παρελθόν της Νέας Δημοκρατίας...

Β. Η κομματική αποτυχία

Η ΔΗΜΑΡ προσπάθησε. Επωμίστηκε σημαντικό μερίδιο στο βάρος της μεταρρυθμιστικής διάσωσης της χώρας, πρωτίστως στη Διοικητική Μεταρρύθμιση και στη Δικαιοσύνη, αλλά και στην Υγεία και στην Εκπαίδευση... Επωμίστηκε μερίδιο δυσανάλογο του εκλογικού της ποσοστού, χρησιμοποίησε ονόματα πρώτης γραμμής και αναμφίβολα προσπάθησε. Όμως το μεταρρυθμιστικό αποτέλεσμα ήταν κατώτερο των περιστάσεων. Το αποτύπωμα της προσπάθειας παρέμεινε χλωμό. Ακόμα και οι πιο καλοπροαίρετοι θα συμφωνήσουν ότι η κυβερνητική συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ συνέβαλε στο «να γίνουν τα ίδια, λίγο-πολύ, πράγματα, ίσως με λίγο καλύτερο τρόπο». Η Δημοκρατική Αριστερά δεν είχε την κυριότητα (ή την ιδιοκτησία) ενός διακριτού μεταρρυθμιστικού στόχου (ώστε να τον χρεωθεί και στη συνέχεια να πιστωθεί την επιτυχία).

Δύο παραδείγματα εδώ:

Πρώτον, η ιστορία με την ΕΡΤ. Εκεί που θα έπρεπε η παρουσία της ΔΗΜΑΡ να συσχετιστεί με επιμονή να τεθεί συνολικά το θέμα των συχνοτήτων, των κανόνων και της λειτουργίας της ράδιο-τηλεοπτικής αγοράς (δημόσιας και ιδιωτικής), η ΔΗΜΑΡ παραδίδεται στην κριτική ότι προσπαθεί τελικώς να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των κηφήνων (εκείνων που ήταν διπλοθεσίτες και εκείνων που προσελήφθησαν μέσα στους τελευταίους 12 μήνες) που κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στους 2.500 εργαζόμενους που υποστήριζε και στους 2.000 που διασφάλιζε η αναθεωρημένη πρόταση Σαμαρά...

Δεύτερον, η αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης. Εδώ οι καλές προθέσεις, η «θεσμική προσήλωση» και η προσπάθεια Μανιτάκη για μια συντεταγμένη και συστηματική προσέγγιση με ενιαία λογική και κριτήρια, διαστρεβλώθηκαν από τους υπόλοιπους υπουργούς ως δείγματα κωλυσιεργίας... Από τη μια αρνιόντουσαν να κάνουν την οποιαδήποτε προσαρμογή στο δικό τους προσωπικό, και από άλλη περίμεναν να πληρώσει ο υπουργός της ΔΗΜΑΡ το λογαριασμό της δικής τους υποκριτικής και προσχηματικής στάσης.

Στους άλλους δύο τομείς (Υγεία και Παιδεία) η ΔΗΜΑΡ αρκέστηκε στο να προτείνει στελέχη της χωρίς κάποια διακριτή μεταρρυθμιστική πρόταση, ελπίζοντας απλώς σε διαχειριστική βελτίωση.

Αποτέλεσμα, η διάχυτη επιτυχία χρεώνεται ως κομματική αποτυχία.

Γ. Διδάγματα συνεργασίας για μικρά, υπεύθυνα και καλοπροαίρετα κόμματα

Η ΔΗΜΑΡ έκανε αυτό που έπρεπε, και θυσιάστηκε στην πορεία. Αν αυτό ήταν μονόδρομος, τα μικρά κόμματα στις κυβερνητικές συνεργασίες (σε χώρες όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Αυστρία και το Ισραήλ) θα ήταν αυστηρά κόμματα μιας χρήσης. Υπάρχει άλλος δρόμος; Υπάρχει.

Το μικρό υπεύθυνο κόμμα σπρώχνει στις κεντρικές επιλογές τους κυβερνητικούς του εταίρους. Στηρίξει υπεύθυνα τις επιλογές στα μεγάλα θέματα, αν και γνωρίζει ότι θα χρεωθεί τα λάθη χωρίς να είναι σε θέση να πιστωθεί τις επιτυχίες. Γι αυτό, για να μακροημερεύσει, καταθέτει ΠΡΙΝ από τη συμφωνία συνεργασίας τις δικές του διακριτές πολιτικές-σφραγίδες. Τις πολιτικές αυτές, το μικρό κόμμα τις διαπραγματεύεται ως προϋπόθεση εισόδου, διεκδικεί να τις προωθήσει το ίδιο, και μετά διεκδικεί και τις δάφνες. Αυτό σημαίνει (παραδόξως) περισσότερη και συστηματικότερη απαίτηση δουλειάς για το μικρό κόμμα - που πρέπει να προϋπάρχει της εκλογικής κινητοποίησης. Χωρίς επεξεργασμένες, αναγνωρίσιμα δικές του προτάσεις σε 2-3 θέματα, το μικρό κόμμα θα αποδειχθεί είτε Ιφιγένεια, είτε εκλογική φούσκα.

Η ΔΗΜΑΡ δε χρειάζεται άλλα ρέκβιεμ, ούτε δάκρυα. Η κυβερνητική της πορεία τον τελευταίο χρόνο αποτελεί κατάκτηση στην πολιτική ιστορία της χώρας μας. Δεν της ταιριάζει το πένθος. Η διακυβέρνηση τώρα περνάει στα χέρια των δύο μεγάλων ενόχων της μεταπολίτευσης. Είναι χρέος όλων εκείνων που πιστεύουν στις μεταρρυθμίσεις, να ενώσουμε δυνάμεις μέσα και έξω από τη Βουλή, ώστε η Οβιδιακή μεταμόρφωση των κυρίων Σαμαρά και Βενιζέλου από άρχοντες του δικομματισμού σε μεταρρυθμιστές, να μην καταλήξει σε οφθαλμαπάτη.

ΠΗΓΗ : PROTAGON