Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

ΜΠΑΛΙΑΣ : για το σχέδιο νόμου περί βιοποικιλότητας


Ένα τέταρτο αιώνα μετά τον καινοτόμο Νόμο 1650, το σχέδιο νόμου περί βιοποικιλότητας παραμένει αγκυροβολημένο σε παλιές ιδέες, που επεφύλασσαν υπερπροστασία για ορισμένες περιοχές και αποδοχή της αναπτυξιακής ασυδοσίας στον μείζονα χώρο : Δημιουργώντας από τη μια πλευρά «καταστάσεις βιτρίνας» ή κιβωτούς άθικτης φύσης, και από την άλλη πλευρά χωροταξικούς αχταρμάδες…
Ο νομικός επιστήμων ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΙΑΣ ασκεί κριτική :


"Η πρώτη γενική παρατήρηση είναι ότι πρόκειται για μια αποσπασματική προσέγγιση του ζητήματος της βιοποικιλότητας χωρίς τα αναγκαία νεωτερικά στοιχεία σε σχέση με την προηγούμενη νομοθεσία (κυρίως το Ν.1650/86). Η ιδεολογία που φαίνεται ότι στηρίζει αυτή την αντίληψη είναι η λεγόμενη wilderness approach που τη συναντάμε στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60. Σύμφωνα με αυτή, διατηρούμε προστατευόμενες περιοχές ως ρεζέρβες φυσικών πόρων και για τις υπόλοιπες περιοχές δεν επιθυμούμε σοβαρό καθεστώς προστασίας καθώς προορίζονται για την ανάπτυξη (βλ., π.χ., fast track). Όπως γνωρίζουμε αυτή η αντίληψη δεν υπάρχει πλέον ούτε στις ΗΠΑ. Το νομοσχέδιο αναφέρεται αποκλειστικά στις προστατευόμενες περιοχές και όχι στην προστασία της βιοποικιλότητας σε όλη την επικράτεια και σε όλους τους τομείς.

Η δεύτερη γενική παρατήρηση είναι ότι οι ρυθμίσεις για την προστασία του δικτύου Natura 2000 δεν έχουν συνάφεια μεταξύ τους και, κατ’ επέκταση, δεν διαθέτουν την αναγκαία συνοχή. Το σημαντικότερο, βρίσκονται σε αντίθεση με την κοινοτική νομοθεσία και νομολογία κυρίως αναφορικά με την Εκτίμηση των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ, screening, scoping κλπ). Επί πλέον, συνεχίζουν την αναποτελεσματική κρατική παρέμβαση και επιφυλάσσουν περιθωριακό ρόλο στις οργανώσεις των πολιτών και κυρίως στις τοπικές κοινωνίες.

Ειδικότερα (εντελώς ενδεικτικά):
1. Εκτός από τη γενική αναφορά που γίνεται στο άρθρο 15 του νομοσχεδίου για την ανάγκη ενσωμάτωσης της προστασίας της βιοποικιλότητας σε όλες τις τομεακές πολιτικές, δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη ρύθμιση που να συνδέει την προστασία της βιοποικιλότητας με κάποια από αυτές τις πολιτικές. Θα έπρεπε, π.χ., να υπήρχαν διατάξεις για την προστασία της αγροτικής βιοποικιλότητας σε σχέση με τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (αδειοδότηση, τρόπος χρήσης, καθεστώς ευθύνης για ζημία στο περιβάλλον, υποχρεωτική ασφάλιση για ενδεχόμενες ζημίες, έλεγχος των σχετικών δραστηριοτήτων, επιβολή ποινών, υποχρεωτική ετήσια έκθεση για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, κλπ). Ένα δηλαδή συνολικό πλαίσιο ρυθμίσεων στο ζήτημα «Προστασία Βιοποικιλότητας και Χρήση Φυτοφαρμάκων» είναι απολύτως αναγκαίο. Επίσης δεν προβλέπεται τίποτε για την προστασία των υδάτων σε σχέση με την αγροτική βιοποικιλότητα (βιώσιμη χρήση νερών ανά περιοχή λεκάνης απορροής, προσαρμογή των καλλιεργειών στις υδατικές δυνατότητες κάθε περιοχής κλπ).

2. Μια σημαντική παράμετρος της βιοποικιλότητας και, ειδικότερα, της αγροτικής βιοποικιλότητας είναι οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί (ΓΤΟ). Η ρύθμιση του άρθρου 14 του νομοσχεδίου είναι μνημείο προχειρότητας, ασυναρτησίας και έλλειψης στρατηγικής. Αυτό ίσως δεν είναι τυχαίο διότι, αν το συνδυάσουμε με τη σχεδόν παντελή απουσία της χώρας μας στις συζητήσεις στα όργανα της ΕΕ (ή τη λαθεμένη στάση της όταν συμμετέχει), φαίνεται να υποκρύπτει πολιτική βούληση για ντε φάκτο καλλιέργεια ΓΤΟ. Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι είμαστε από τις ελάχιστες χώρες που δεν έχουν μελετήσει ούτε έχουν ρυθμίσει το πρόβλημα καθώς δεν υπάρχουν δεσμευτικοί κανόνες συνύπαρξης ούτε νομοθετικό καθεστώς για την αστική ευθύνη των εταιριών βιοτεχνολογίας και των παραγωγών ΓΤΟ. Δεν υπάρχει ανεξάρτητο θεσμικό όργανο που θα επιλαμβάνεται των ζητημάτων (επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην υγεία, κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις). Το ζήτημα λοιπόν είναι ότι δεν γνωρίζουμε αν πράγματι η κυβέρνηση θέλει ή δεν θέλει την καλλιέργεια ΓΤΟ. Πλήρες ‘μπάχαλο’. Αυτό το πρόβλημα είναι ένα από τα σημαντικότερα και πιο επείγοντα και πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης ανάλυσης (επιστημονική ανάλυση του ζητήματος των ΓΤΟ αυτόνομα και σε σχέση με τις ιδιαίτερες συνθήκες της χώρας μας, νέο θεσμικό πλαίσιο έγκρισης ή απαγόρευσης ΓΤ καλλιεργειών κλπ) .

3. Με το άρθρο 5 του νομοσχεδίου υπάρχει μια πανευρωπαϊκή πρωτοτυπία: Οι ειδικές ζώνες διατήρησης (ΕΖΔ) της οδηγίας 92/43 ορίζονται με νόμο (τον παρόντα). Αυτό έχει μια σειρά προβλήματα όπως: οι νέες ΕΖΔ που ενδέχεται να δημιουργηθούν θα πρέπει και αυτές να γίνουν με νέο νόμο; Ως γνωστό η θέσπιση των ΕΖΔ είναι το τρίτο στάδιο της διαδικασίας για τη δημιουργία του δικτύου Natura 2000 και πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση με Π.Δ. ή ΥΑ όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες. Αυτό είναι αναγκαίο διότι πριν από τη θέσπιση πρέπει να υπάρχει ενημέρωση και κυρίως διάλογος με τις τοπικές κοινωνίες (πχ., αν χρειάζεται επικαιροποίηση, επέκταση, περιορισμό ή διαγραφή). Επομένως, η παράγραφος 7 του άρθρου 8 πρέπει να περιλαμβάνει, μαζί με τις άλλες προβλέψεις, και τη θέσπιση ΕΖΔ. Περαιτέρω, ελλείπει οποιαδήποτε αναφορά στην ένταξη στο δίκτυο Natura 2000 θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών (έχουν αρχίσει αρκετά κράτη μέλη να το πράττουν τα τελευταία 2-3 χρόνια) σε συνδυασμό με τον Κανονισμό για την αλιεία στη Μεσόγειο. Αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για τη χώρα μας λόγω της γεωγραφίας της και των προβλημάτων που υπάρχουν για το θαλάσσιο περιβάλλον και τους φυσικούς του πόρους.

4. Για το ζήτημα ποιες δραστηριότητες επιτρέπονται στις προστατευόμενες περιοχές το νομοσχέδιο βρίσκεται σε αντίθεση με τη κοινοτική νομοθεσία και νομολογία. Εν προκειμένω, δεν μπορούν να οριστούν εκ των προτέρων ποιες δραστηριότητες επιτρέπονται (εκτός από τις αποδειγμένα επικίνδυνες) διότι χρειάζεται εκτίμηση για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Σε αντίθεση με την οδηγία για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις (85/337 όπως τροποποιήθηκε) εδώ θεσπίζεται υποχρέωση αποτελέσματος, πράγμα που σημαίνει ότι οποιαδήποτε δραστηριότητα, αν προκαλεί κίνδυνο στη βιοποικιλότητα (ακόμη και αν είναι μικρή) απαγορεύεται. Ομοίως, υπάρχει ζήτημα με τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) διότι εν προκειμένω χρειάζονται ειδικές μελέτες και όχι εκείνες της οδηγίας για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Οι ειδικές μελέτες πρέπει να είναι ίδιες τόσο για την οδηγία 92/43 όσο και για την οδηγία 2009/147 για την πτηνοπανίδα. Η πρόβλεψη που υπάρχει σε άλλο νομοθέτημα για ορνιθολογική μελέτη είναι λαθεμένη και πρέπει να αποσυρθεί. Τέλος, η όλη νομοτεχνική διατύπωση πάσχει. Χρειάζεται εξ υπαρχής αντιμετώπιση του ζητήματος και, επί πλέον, θα καταργεί τις αντίστοιχες διατάξεις της ΚΥΑ της 11-12-1998 που είναι το εθνικό μέτρο μεταφοράς της οδηγίας 92/43 για τα είδη και τους οικοτόπους. Επομένως, το άρθρο 9 χρειάζεται ολοσχερή αναμόρφωση.

5. Η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών που προβλέπεται στο νομοσχέδιο δεν είναι διαφορετική από αυτή που υπάρχει μέχρι τώρα, δηλαδή είναι γραφειοκρατική και με προδιαγραφές πλήρους αποτυχίας (αυτό μας διδάσκει το παρελθόν). Αντί των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι ευκαιρία να γίνει σύνδεση της κοινωνικής οικονομίας (τρίτος τομέας) και της διαχείρισης των οικοτόπων. Με άλλες λέξεις, προσφέρεται η δυνατότητα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στα πλαίσια πραγματικής πράσινης ανάπτυξης. Υπάρχει, άλλωστε, σχετική εμπειρία στην Ευρώπη (βλ. τα syndicats mixtes στη Γαλλία). Τέλος, η επιτροπή Φύση 2000 πρέπει να έχει άλλη σύνθεση (να είναι κατά κάποιο τρόπο κάτι αντίστοιχο με την Κοινωνική και Οικονομική Επιτροπή).
6. Πρόβλημα υπάρχει, επίσης, με τα σχέδια διαχείρισης και κυρίως με την καταγραφή των στόχων διατήρησης. Για αυτά τα ζητήματα είναι αναγκαία η διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες και κυρίως να αποσαφηνιστεί το μοντέλο θέσπισης και λειτουργίας τους. Π.χ, θα συνεχίσουμε στην κλασική μέθοδο command and control ή θα επιλεγούν άλλοι τρόποι, π.χ. συμφωνίες με τους κατοίκους των περιοχών για τις δραστηριότητες και τους ειδικούς στόχους διατήρησης και προστασίας.

7. Τέλος, οι ρυθμίσεις της παραγράφου 10 του άρθρου 20 για τη λήψη μέτρων σχετικά με τους κινδύνους για τα είδη και τους οικοτόπους της οδηγίας 92/43 πρέπει να αποσυρθούν διότι δεν είναι οι κατάλληλες. Τούτο διότι η προστασία που παρέχει η οδηγία 2004/35 (Π.Δ. 148/2009) για την περιβαλλοντική ευθύνη είναι καλύτερα διαρθρωμένη και, συνεπώς, αποτελεσματικότερη.

Συμπέρασμα: Το νομοσχέδιο πολιτικά είναι προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης χωρίς ουσιαστική προστασία της βιοποικιλότητας και νομοτεχνικά απαράδεκτο και ασύμβατο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
ΥΓ
Η φωτογραφία (νάρκισοι στα υψίπεδα της Οίτης) είναι τραβηγμένη από τον Γιάννη Κοφινά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου